Fontaines D.C.: Από το βροχερό Δουβλίνο στα μεγαλύτερα φεστιβάλ του πλανήτη

Μια αναδρομή στο χθες και το σήμερα του κορυφαίου συγκροτήματος

Είναι οι Fontaines DC το πιο ενδιαφέρον ευρωπαϊκό rock σχήμα των ‘20s; Με έναν τρόπο, αν με ρωτάτε, είναι. Κι αν όχι όλου του rock, σίγουρα αυτού του κομματιού που ονομάζουμε εναλλακτικό. Προφανώς, γύρω τους υπάρχουν διάφορα άλλα γκρουπ που ξεχωρίζουν και με κάθε τους δουλειά δείχνουν να διευρύνουν το κοινό τους και να πειραματίζονται με τον ήχο τους, απλώς δεν είμαι σίγουρος αν κανείς το καταφέρνει τόσο καλά στο βαθμό που το κάνουν οι Fontaines DC. Κι επίσης, είναι αλήθεια πως, ενώ πάρα πολλά σχήματα, με κάθε αλλαγή πορείας που αποπειρώνται, κερδίζουν αλλά και χάνουν οπαδούς καθώς κάθε μετεξέλιξη, καλώς ή κακώς, δεν ταιριάζει σε όλους, οι Δουβλινέζοι έχουν καταφέρει, εδώ και μια εξαετία, να μας έχουν κρατήσει εκεί, με κομμένη την ανάσα να αναμένουμε το κάθε επόμενο βήμα τους. Δεν το λες κι εύκολη υπόθεση εδώ που τα λέμε.

Σε λίγες μόλις μέρες, το σπουδαίο συγκρότημα θα επιστρέψει για τέταρτη φορά στην Ελλάδα, στο πρώτο του όμως φεστιβαλικό headline show, καθώς το 2018 είχε παίξει στη Death Disco, το 2019 εμφανίστηκαν ως support στην σπουδαία εμφάνιση των New Order, ενώ το 2022 επέστρεψαν στο Release Athens Festival ως support στους Nick Cave and the Bad Seeds. Εμείς, όπως βέβαια και μεγάλο μέρος του πλανήτη, μιας και παρακολουθούμε από την αρχή αυτή την πορεία, τους έχουμε ιδιαίτερη αδυναμία καθώς και τα τέσσερα άλμπουμ τους μέχρι σήμερα έχουν βρει μια θέση, ψηλά ή και πιο χαμηλά, στις 30αδες με τα καλύτερα άλμπουμ που ψηφίζουμε κάθε τέλος της χρονιάς.

Εν όψει λοιπόν της επιστροφής τους στην Αθήνα, και με δεδομένο πως φέτος θα μπορέσουμε επιτέλους να τους απολαύσουμε ζωντανά με ένα γεμάτο set που θα περιλαμβάνει κομμάτια από όλη τους την δισκογραφία σε μια εμφάνιση που αναμένεται να είναι καθηλωτική, ανατρέξαμε στην ιστορία τους και σκαρώσαμε ένα άρθρο που συνοψίζει όλους τους λόγους για τους οποίους εμείς την Παρασκευή 27/6 θα είμαστε από νωρίς στην Πλατεία Νερού προκειμένου να παρακολουθήσουμε από κοντά ένα από τα συναυλιακά γεγονότα της χρονιάς! (ΑΑ)

Fontaines D.C.

But I’m Gonna Be BIG!

Η ποίηση και το punk, αποτέλεσαν δύο από τους βασικότερους πυλώνες δημιουργίας των Fontaines D.C.. Γύρω από το κοινό τους ενδιαφέρον απέναντι και στα δύο, οι Carlos O'Connell, Conor Curley, Conor Deegan, Grian Chatten και Tom Coll συναντιούνται κατά τη διάρκεια των μουσικών τους σπουδών στο Δουβλίνο και εκδίδουν δύο ποιητικές συλλογές, οι οποίες όμως δεν στέκονται αρκετές ως προς την ανάγκη της δημιουργικής τους έκφρασης.

Σύντομα, η ανάγκη για ένα μουσικό συγκρότημα δημιουργείται, και οι πρώτες τους κυκλοφορίες κομματιών γυρνούν τα βλέμματα προς το μέρος τους. Δεν αργούν να υπογράψουν με την Partisan Records αλλά και να κερδίσουν την υποστήριξη του Ιρλανδικού κράτους, αφού το Irish Art Council τους βοήθησε με την πρώτη τους περιοδεία. Το ντεμπούτο τους με τίτλο "Dogrel" δεν αργεί να δει το φως. Το όνομά του, προέρχεται από την ονομασία της λαϊκής ιρλανδικής ποίησης, δηλαδή doggerel. Σχεδόν προφητικά, το "Big" ανοίγει τον κόσμο των Fontaines D.C., και υπόσχεται αυτό που σήμερα βλέπουμε να έχει πραγματοποιηθεί – "but I’m gonna be big". Αυτό που όμως μαγνητίζει τα βλέμματα είναι ο συνδυασμός κοινωνικής καταπίεσης, αυθεντικής punk ρίζας και μπλεξίματος της τελευταίας με πανέξυπνες μουσικές ιδέες διαφορετικών προελεύσεων.

Σύντομα, ο κόσμος μαθαίνει για το νέο διαμάντι που γεννιέται στο Ιρλανδικό νησί. Οι Fontaines περιοδεύουν με τους Shame, τους Idles, συμμετέχουν στο KEXP και στο The Tonight Show Starring Jimmy Fallon σε μια από τις πλέον ιστορικές εκτελέσεις του κλασικού κομματιού τους, "Boys In The Better Land". Μπορεί ο Covid19 να τους χαλά προσωρινά τα σχέδια για τη συμμετοχή τους στο πεντηκοστό Glastonbury Festival, όμως οι συνεχείς περιοδείες για την προώθηση του "Dogrel" αποτελούν εύφορο έδαφος για τη δημιουργία νέου υλικού που αποτυπώνεται στον δεύτερο δίσκο τους, "A Hero’s Death". Προτού όμως αυτός δει τη δημοσιότητα, μια ανατριχιαστική ζωντανή τους εμφάνιση χωρίς κοινό βιντεοσκοπείται στο μουσείο Kilmainham Gaol στην Ιρλανδία, που είχε υπηρετήσει παλαιότερα και ως φυλακή, εικονοποιώντας μαγευτικά την ταξική και πολιτική συνείδηση των Fontaines που αντανακλάται στους στίχους τους και όπως θα δούμε, αντί να σιωπά όσο η φήμη τους μεγαλώνει, γιγαντώνεται σε ξεκάθαρη πολιτική θέση. Η συγκεκριμένη εμφάνιση ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε λίγο αργότερα σηματοδοτώντας τον πρώτο τους live δίσκο.

Η κυκλοφορία λοιπόν του "A Hero’s Death" προλογίζεται από το ομώνυμο κομμάτι στου οποίου το video clip δανείζονται και τη βοήθεια / παρουσία του δημοφιλούς Ιρλανδού ηθοποιού Aidan Gillen (ναι, του Littlefinger από το Game Of Thrones). Ο δίσκος βρίσκει τους Fontaines D.C. να πειραματίζονται ακόμη περισσότερο με τις punk βάσεις τους δίνοντας πραγματική ουσία στον χαρακτηρισμό του post-punk που τους ακολουθεί από τη δημιουργία τους, μα ταυτόχρονα κάνει ξεκάθαρο πως είναι κάτι πολύ περισσότερο. Με όλα τα μέλη πολυοργανίστες, οι συνθέσεις των Fontaines αποκτούν μια λυρική μα όχι απλησίαστη πολυπλοκότητα αλλά και ευαισθησία. Τα κρουστά του "Televised Mind", ο μοναχικός πόνος του "I Don’t Belong", η εξέλιξη της κιθάρας στο "I Was Not Born", το κρεσέντο ταχύτητας στο ομώνυμο, είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που τους οδήγησαν ξανά στο show του Jimmy Fallon, στην πρώτη τους υποψηφιότητα για Grammy, και στον τρόμο της Taylor Swift ότι θα ηττηθεί στα UK Charts.

Αυτή η πρωτοφανής επιτυχία σε συνδυασμό με το από που προέρχονται, δεν τους επιτρέπει να χάσουν ούτε για μισό λεπτό την ταυτότητά τους και την οξύτητα των στίχων τους που αν θέλουμε δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα, το ένα θα το βρούμε στο στίχο των ομώνυμου, "when you speak, speak sincere" αλλά και σε ολόκληρο το κομμάτι "Living In America". (ΕΤ)

Fontaines D.C.

Εδώ πενθούμε με τα μεσαία δάχτυλα σηκωμένα

Γραμμένο κατά τη διάρκεια της COVID καραντίνας, στον απόηχο μίας καριέρας ανοδικής παρ’ όλο που καθυστέρησαν την περιοδεία για το "A Hero’s Death", το "Skinty Fia" διακατέχεται από μία πένθιμη χροιά γύρω από την εθνική ταυτότητα. Φτιαγμένη και κοινωνικά κατασκευασμένη κι αυτή, ζει και αναπνέει τόσο απ’ τις ιδέες και τα σύμβολα εντός μίας χώρας, όσο κι απ’ τις αλληλεπιδράσεις με το έξω. Όταν το έξω, λοιπόν, είναι ένας προαιώνιος και κυριαρχικός εχθρός, με την πολιτική και πολεμική αναταραχή του 20ου αιώνα να είναι ακόμη νωπή, όταν ο ρατσισμός είναι έκδηλος – καίτοι φλεγματικός –, όταν οι ρίζες και η παράδοση δεν εξαφανίζονται στον μοντέρνο κόσμο, αλλά αντιθέτως μόνο με την παρουσία του μπορούν να αναγνωριστούν ως τέτοιες, και τέλος, όταν έρχεσαι σε επαφή με τον εαυτό σου ζώντας πια σ’ αυτό το έξω – όπως ο Grian Chatten, έχοντας μετακομίσει στο Λονδίνο με την αρραβωνιαστικιά του – τότε το «ποιοι είμαστε» δεν είναι εύκολο να απαντηθεί.

Το "Skinty Fia", λοιπόν, αμφιταλαντεύεται μεταξύ μίας εικόνας της Ιρλανδίας που μοιάζει να ξεμακραίνει, τουλάχιστον στην προσωπική ζωή των Fontaines D.C., και της ανάγκης να υπερασπιστούν αυτή την εικόνα απέναντι σε πολιτικές διαγραφής της. Έτσι, το "In ár gCroíthe go deo" και το ομώνυμο μπορούν να εμπνέονται από την Ιρλανδική γλώσσα, την καταπίεση της Ιρλανδικής κοινωνίας απ’ την Αγγλική, και να λένε ένα μεγαλόπρεπο «άντε γαμήσου», όμως ταυτόχρονα να συνυπάρχουν με κομμάτια όπως το "Roman Holiday", "Bloomsday" και "I Love You", που εκφράζουν την αποσύνδεση, την απομάκρυνση, και την ενοχή για μία εθνική ταυτότητα που απισχναίνεται. Όπως συμβαίνει καμιά φορά, η κορύφωση ενός συναισθήματος – εν προκειμένω του εθνικού – αποτελεί το πρώτο βήμα για την εγκατάλειψή του, κι ίσως έτσι μπορούμε να δούμε την μετέπειτα στροφή που θα ακολουθήσει δύο χρόνια αργότερα, τόσο σε εικονοποιία, όσο και την αλλαγή του για χρόνια συνεργάτη και παραγωγού Dan Carey: στο "Skinty Fia", το συγκρότημα άγγιξε την απόλυτη τιμή της πρώτης φάσης της καριέρας του.

Εδώ, η αιχμή που έκανε τους προηγούμενους δίσκους να ξεχωρίσουν, έχει παραχωρήσει τη θέση της σε μία ιδιαίτερη μελωδικότητα, με μία υφέρπουσα ένταση – μπορεί να έπαιξε ρόλο ότι έγραφαν τον δίσκο τα βράδια. Υπάρχει μία μειλίχια ποιητικότητα ακόμη και στα πιο σκοτεινά κομμάτια (όπως το "Jackie Down the Line") κι ίσως γι’ αυτό το solo album του Grian Chatten ένα χρόνο μετά, το "Chaos For The Fly", να μοιάζει συγγενικό με το "Skinty Fia", παρ’ όλο που είναι κατά κύριο λόγο μία μείξη από folk, εναλλακτικούς ήχους, και μπασταρδέματα σε χαμηλή ένταση.

Περιβάλλον στη δημιουργία του "Skinty Fia" δεν υπήρξε μόνο το Λονδίνο, ούτε η αυξημένη δημοτικότητα, ούτε το κοινωνικοπολιτικό μάλε βράσε μεταξύ Αγγλίας και Ιρλανδίας. Ήταν και η πανδημία, που τους βρήκε μετά από δύο φρενήρεις χρονιές σε μία στασιμότητα που άφηνε χώρο για αναστοχασμό πάνω στο τι σημαίνει να είσαι αναγνωρίσιμος ("Bigshot"), ή σε μακροχρόνια σχέση ("The Coupe Across the Way"), αλλά και να βρουν την έμπνευση σε διαφορετικές μουσικές, απ’ τη Sinead O’ Connor και τον Nick Drake, τους Coctaux Twins και τους Primal Scream. Γι’ αυτό είναι ίσως κι ένας δίσκος πολυδιάστατος, ευρηματικός, και τόσο φρέσκος, που δικαίως έκανε τους Fontaines D.C. πρώτο όνομα στον κιθαριστικό ήχο του σήμερα. (ΜΚΟ)

Fontaines D.C.

I Wanna Move Like a New Salamander

Σε μια συνέντευξη του, το 2023, ο Grian Chatten ανέφερε πως ο κόσμος συχνά δεν αντιλαμβάνεται το συναισθηματικό βάρος και την δυσκολία του να παίζεις κάθε βράδυ κομμάτια όπως το "Nabokov" και, γενικότερα, το υλικό του "Skinty Fia". Συνεπώς, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση πως η περιοδεία που ακολούθησε την κυκλοφορία του τρίτου άλμπουμ των Ιρλανδών, τους διέλυσε σε βαθμό που χρειάστηκα να πάρουν όλοι τους λίγο χρόνο, να κάνουν λίγο τα δικά τους, ώστε να ξαναβρούν τα πατήματά τους.

Με αφετηρία το "In the Modern World" και πιο κοσμοπολίτικες αναφορές αφού, στα χρόνια που μεσολάβησαν το σχήμα γύρισε όλο τον πλανήτη, σιγά-σιγά ο τέταρτος δίσκος τους άρχισε να παίρνει μορφή. Η νέα τους προσέγγιση, εξαρχής έκανε φανερή μια αίσθηση αποστασιοποίησης από τον ιρλανδικό πυρήνα και την ενσωμάτωση αισθητικών και μουσικών επιρροών που ξεφεύγουν αρκετά από το πλαίσιο που μας είχαν συνηθίσει. Αγκαλιάζοντας στοργικά τα ‘90s, στο "Romance", οι Fontaines D.C. μπλέκουν το grunge με το nu metal και το trip-hop με τις ύστερες ανησυχίες των Blur και των Oasis, σχηματίζοντας ένα κάδρο που, καλλιτεχνικά, ηχητικά, και αισθητικά, παραπέμπει σε μια εποχή που η εναλλακτική rock μουσική ήταν καίριας σημασίας και παρούσα σε όλες τις ζυμώσεις που λάμβαναν χώρο στους νεανικούς κύκλους. Παράλληλα όμως, το άλμπουμ εμβαθύνει στις λογοτεχνικές και κινηματογραφικές αναφορές τους με το συγκρότημα να εμπνέεται από τον Dylan Thomas μέχρι το συγκλονιστικό "Akira" του Katsuhiro Otomo και τον Jack Kerouac, αλλά και από σκηνοθέτες όπως ο Dario Argento, ο Paolo Sorrentino, και ο Wim Wenders.

Η αλλαγή πλεύσης συνέπεσε και με την αλλαγή δισκογραφικής καθώς το συγκρότημα μετακόμισε στην XL Recordings, αλλά και με την αλλαγή παραγωγού αφού ο James Ford αντικατέστησε τον Dan Carey, ο οποίος είχε συνδέσει το όνομα τους με την επιτυχία τους, επαναπροσδιορίζοντας τον ήχο τους και δίνοντάς τους μια πιο σύγχρονη και πιο μεγαλειώδης αισθητική που όμως δεν ξεχνάει τις απλές αλήθειες του δρόμου.

Γιατί μπορεί τα μαλλιά να κοκκίνισαν και τα ρούχα να έγιναν πιο φανταχτερά, όμως οι Fontaines D.C. δεν δείχνουν να έχουν ξεμυαλιστεί καθόλου, παραμένοντας ανήσυχοι πολιτικά και περιοδεύοντας με την Παλαιστινιακή σημαία να τους συνοδεύει εδώ και ενάμιση χρόνο πάνω στη σκηνή. Φυσικά, οι Ιρλανδοί πλέον δεν κυνηγούν την επιτυχία καθώς αυτή τους έχει βρει για τα καλά. Εξάλλου, το "Romance" πολύ γρήγορα ξεπέρασε σε δημοτικότητα και σε πωλήσεις οτιδήποτε είχαν κάνει έως τότε, αποσπώντας βραβεία, και καταλήγοντας να γίνει σήμερα αντικείμενο μελέτης από άποψη marketing.

Και αυτό είναι κάτι απολύτως δίκαιο καθώς το συγκρότημα στα 5 χρόνια που μεσολάβησαν από το ντεμπούτο του άγγιξε τα όρια του burn out αλλά κατάφερε να επιβιώσει, κουβαλώντας ως παράσημο τα τραύματά του. Σε αυτή τη συνθήκη, το "Romance" λειτουργεί ως αντίδοτο, ως το επόμενο πρωινό μετά το πιο υπέροχο, πιο εκκωφαντικό και πιο δύσκολο βράδυ του κόσμου, όπου όλοι μαζεύουν τα κομμάτια τους, φοράνε ό,τι βρουν μπροστά τους, βάζουν τα μαύρα τους γυαλιά, και κατεβαίνουν στην παραλία να τους βαρέσει λίγο ο ήλιος. Είναι ένα album που σηματοδοτεί την απόλυτη ακμή μέχρι το επόμενο φυσικά βήμα τους. (ΑΑ)

  • SHARE
  • TWEET