The Winery Dogs

III

Three Dog Music (2023)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 27/01/2023
Groovy και τεχνικό, το hard rock των Kotzen/Portnoy/Sheehan, στην τρίτη σύμπραξη τους ως The Winery Dogs, συνεχίζει να μοιάζει ασυναγώνιστο
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όπως έχει γράψει πλέον η ιστορία, ένα από τα ζητούμενα για τον Mike Portnoy μετά τη φυγή του από τους Dream Theater ήταν να ανοιχθεί σε όσο το δυνατόν περισσότερα διαφορετικά μουσικά είδη, μέσω των διαφόρων project στα οποία συμμετείχε ή θα δημιουργούσε. Το prog παρέμεινε η βάση του, κυρίως μέσω των διαφόρων συνεργασιών του με τον Neal Morse (NMB, Transatlantic, Flying Colors) και τους Sons Of Apollo, όπου και συνέχισε να διαπρέπει, ενώ όταν κινήθηκε τόσο προς πιο μοντέρνα (Adrenaline Mob) όσο και πιο παραδοσιακά (Metal Allegiance) metal μονοπάτια, δεν έθελξε ακριβώς. Από όλες τις επιμέρους εκφάνσεις που ακολούθησε, πάντως, μια από τις πιο ξεχωριστές ήταν αυτή του groovy, τεχνικού και πυρακτωμένου hard rock που παρουσίασε με το power trio των The Winery Dogs.

Η μπάντα που έφτιαξε με τον Billy Sheehan (μπάσο) και τον Richie Kotzen (φωνή/κιθάρα) δεν άφησε κανένα περιθώριο αμφισβήτησης με το πρώτο (κι ομότιτλο) άλμπουμ της, καθώς είχε τα πάντα σε αφθονία: τραγουδάρες, τρομερά παιξίματα, χαρακτήρα, δύναμη, φρεσκάδα και μια ιδιαίτερη χημεία μεταξύ των τριών παικταράδων. Φυσικά και ήταν ένα από τα καλύτερα rock άλμπουμ της προηγούμενης δεκαετίας. Η συνέχεια με το "Hot Streak", χωρίς να φτάσει τα επίπεδα του ντεμπούτου άλμπουμ, επιβεβαίωσε ότι οι The Winery Dogs δεν ήταν πυροτέχνημα του ενός άλμπουμ, ενώ το live DVD που κυκλοφόρησαν αρκούσε για να μας αφήσει με το σαγόνι στο πάτωμα, να παρακαλάμε ματαίως για μια ευκαιρία να τους δούμε ζωντανά στα μέρη μας. Μπορεί, εν τέλει, να είδαμε μόνο του τον Kotzen, αλλά επιτρέψτε μου να θεωρώ ότι ως σόλο καλλιτέχνης δεν μπορεί να συγκριθεί με την ηχητική δύναμη που παράγει παρέα με δυο μουσικά τέρατα, όπως ο Sheehan κι ο Portnoy. Ακούγεται κάπως κλισέ, αλλά το σύνολο των The Winery Dogs μοιάζει όντως έχει αξία μεγαλύτερη του αθροίσματος των επιμέρους μελών της μπάντας, το οποίο είναι και το ζητούμενο σε τέτοιου είδους "supergroup".

Λίγο η πολυπραγμοσύνη του Portnoy, λίγο οι συνθήκες που προέκυψαν, χρειάστηκαν επτά χρόνια για να ξαναμπούν στο στούντιο, να γράψουν καινούργια τραγούδια και να ολοκληρώσουν το τρίτο δισκογραφικό τους πόνημα, το οποίο ονόμασαν απλώς ως "III". Η τσαχπινιά του να αποτυπώνεται γραφιστικά ο τίτλος του άλμπουμ ως αποτύπωμα νυχιών σκύλου εικάζω ότι προέρχεται από τον Mike Portnoy, καθώς παλιότερα φρόντιζε σχεδόν σε κάθε κυκλοφορία που συμμετείχε (ειδικά με τους Dream Theater) να προσθέσει διάφορες ανάλογες πινελιές ή easter eggs στο artwork, στα liner notes κλπ, σκεπτόμενος σχεδόν πάντα και ως οπαδός. Αν μη τι άλλο, το "III" έχει το ωραιότερο ως τώρα artwork που έχουν παρουσιάσει The Winery Dogs, οπότε ξεκινάμε καλά.

Και συνεχίζουμε καλά, σε πιο σημαντικούς τομείς, καθότι το πρώτο δείγμα του εναρκτήριου, "Xanadu", καθιστά σαφές ότι οι σκύλοι γύρισαν πεινασμένοι και εμπνευσμένοι, έστω κι αν το τραγούδι δεν έχει καμία σχέση με τον αρχικό συνειρμό που όλοι κάναμε. Είναι, όμως, πιασάρικο, δυναμικό και τεχνικά απολαυστικό στο βαθμό που χρειάζεται. Είναι, δηλαδή, 100% The Winery Dogs, όπως το θέλαμε και το περιμέναμε.

Ακόμα κι αν δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι τα υπόλοιπα τραγούδια είναι αναλόγως πιασάρικα, και πάλι δεν χρειάζονται μόνο λίγες ακροάσεις για να ξεχωρίσουν τραγούδια όπως το "Stars" με το πολύ όμορφο refrain του ή το πυρακτωμένο "Gaslight" που φέρνει λίγο στο νου το "Addicted To That Rush" των Mr. Big (στους οποίους συνυπήρξαν οι Kotzen και Sheehan) με τον φουριόζικο τρόπο με τον οποίο ξεκινάει. Παράλληλα, συνθέσεις όπως το πιο mid-tempo "Breakthrough" ή το "Mad World" έχουν μια μεστότητα που σε κερδίζει χωρίς απαραίτητα να εντυπωσιάζουν. Στο bluesy "Lorelei" ο Kotzen ο επιδεικνύει τις δεξιότητές του τόσο στις πεντατονικές κλίμακες όσο και στο falsetto της φωνής του, η οποία μοιάζει με ένα κράμα Chris Cornell και Glenn Hughes, ενώ τα παρά κάτι οκτώ λεπτά του "The Red Wine" αφήνουν λίγο παραπάνω χώρο για να ξεσαλώσουν και οι τρεις - αδιαμφισβήτητα δεξιοτέχνες - στα όργανά τους. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό - λιγότερο ή περισσότερο - συμβαίνει σε κάθε τραγούδι του άλμπουμ και κατά την άποψή μου είναι το στοιχείο που κάνει τη διαφορά.

Μπορεί ο Mike Portnoy να επιμένει πως οι The Winery Dogs είναι επικεντρωμένοι στο κομμάτι της σύνθεσης, αλλά αυτό που δίνει επιπρόσθετη αξία στα τραγούδια τους και τα κάνει να ξεχωρίζουν είναι αφενός η ενέργεια που βγάζουν και οι τρεις μουσικοί στο παίξιμό τους, και αφετέρου ο καταπληκτικός τρόπος με τον οποίο ενσωματώνουν απαιτητικά τεχνικά μέρη, κάνοντάς τα να ακούγονται απολαυστικά και σε καμία περίπτωση περιττά ή κουραστικά. Σε συνδυασμό με την κρυστάλλινη και ιδανική παραγωγή που αναδεικνύει τέλεια την κάθε λεπτομέρει, το "III" καταφέρνει και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις και να χαρίσει κάμποσες απολαυστικές στιγμές, έστω κι αν δεν πιάνει τα συνθετικά επίπεδα του πρώτο άλμπουμ. Πραγματικά, δεν βρίσκω λόγο να μην το ευχαριστηθεί όποιος αρέσκεται στο groovάτο, τεχνικό hard rock και για να είμαι ειλικρινής δυσκολεύομαι να σκεφτώ ποιος θα μπορούσε να τους ανταγωνιστεί σε αυτό που πρεσβεύουν.

  • SHARE
  • TWEET