Persefone

Lingua Ignota: Pt. I (EP)

Self Released (2024)
Οι Ανδορριανοί ανασυντάσσονται και γράφουν και πάλι μουσική που εντυπωσιάζει, παρ’ όλο που είναι μάλλον nota κι όχι τόσο ignota
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Συνήθως όταν γίνεται λόγος για τους Persefone, ξεκινάμε απ’ την Ανδόρρα, απ’ όπου και κατάγονται, πράγμα σπάνιο όχι μόνο για metal συγκρότημα, αλλά γενικά για κάποιον άνθρωπο, μιας και έχει τον πληθυσμό κωμόπολης. Αυτό βέβαια δεν εμπόδισε την μπάντα απ’ το να αποτελεί σταθερό όνομα στην αναζήτησή όσων ψάχνονται για progressive death και tech death. Με ενδιαφέρουσες δουλειές στη ράχη τους, εξελίχθηκαν αρκετά και προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ενσωματώνοντας πολλά από τα στοιχεία των ομοτράπεζών τους, κάτι που φαίνεται και από τις πολλές συνεργασίες με μέλη από Cynic, Leprous, Ne Obliviscaris, Obscura, κλπ. Παράλληλα, το γεγονός ότι μπορούσαν να προταθούν ως εναλλακτικές είτε σε κάποιο από τα παραπάνω ονόματα, είτε για μεγαθήρια όπως οι Opeth, σίγουρα θα γυρνούσε αρκετά βλέμματα παραπάνω.

Κι ωστόσο, οι Persefone δείχνουν να έχουν φτάσει σε ένα γυάλινο ταβάνι, και να μην μπορούν να το ξεπεράσουν. Μπορεί να είναι η κακή τύχη, μπορεί να είναι θέμα marketing, μπορεί να είναι το ότι δεν έφεραν ποτέ κάτι πραγματικά ξεχωριστό στο τραπέζι, οπότε συνυπήρχαν στο οικογενειακό δέντρο του είδους, ποτέ όμως ως κεντρικό κλαδί που θα τραβούσε σε μία δική του κατεύθυνση και θα φούντωνε το φύλλωμα. Κι εδώ έρχεται το νέο EP "Lingua Ignota: Pt. I" να συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση. Ας δούμε, όμως, πώς φτάσαμε εδώ.

Πριν δύο χρόνια, οι Persefone θα κυκλοφορήσουν το τελευταίο τους δίσκο με τον για χρόνια τραγουδιστή τους Marc Martins Pia, το μεγαλεπήβολο και λαβυρινθώδες "Metanoia". Επρόκειτο για ένα εντυπωσιακό από κάθε άποψη δίσκο, που έχτιζε πάνω στο δημοφιλές "Aathma" του 2017, ενώ προσωπική θέση είναι πως ακούγεται πολύ πιο πλούσιο, μεστό, και πολύπλοκο, με καλύτερη ροή. Εν πολλοίς, ακόμη κι αν ήταν ένα συγκρότημα που έπαιζε εντός ασφαλών ορίων, έδειχνε παράλληλα να μπαίνει σε σταθερή τροχιά, κερδίζοντας μεγαλύτερη έκθεση και για όλους τους σωστούς λόγους. Ωστόσο, ο Pia έφυγε από το συγκρότημα για να αφοσιωθεί στην οικογένειά του, και στη θέση του ήρθε ο Daniel R. Flys, των melodeath "Eternal Storm". Ιδανικός αντικαταστάτης αν δούμε τι έγραφε για το ντεμπούτο τους ο Άλκης Κοροβέσης το 2020 (έχετε το νου σας οι λάτρεις, στα μέσα του Φλεβάρη έπεται και το δεύτερο άλμπουμ τους). Η αλλαγή τραγουδιστή με κάνει να υποψιάζομαι ότι έσπευσαν να κυκλοφορήσουν νέο υλικό όχι μόνο λόγω της ένεσης δημιουργικότητας που μπορεί να φέρνει αυτή η αλλαγή, μα και για να τραβήξουν την προσοχή του κοινού στο τι έπεται.

Κι έτσι, έχουμε τώρα τούτο το ΕΡ, που τραβάει προς μία διαφορετική κατεύθυνση από τους προκατόχους του. Μπορεί ναι μεν να φέρνει στο νου πράγματα που τα έχεις ξανακούσει, να μετριάζει πολύ τις ορχηστρικές προσθήκες, και να ακούγεται πιο γυαλισμένο και μελωδικό στα όρια πλέον του melodeath, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει τις αξίες του. Το ακριβώς αντίθετο, μάλλον, καθώς η αρχή με το εισαγωγικό "Sounds and Vessels" και το πρώτο τυπικό κομμάτι "One Word" είναι υποδειγματική. Όχι μόνο χτίζει την ένταση γύρω από την πολύ ισχυρή βασική μελωδία, αλλά δίνει και λίγο χώρο στον Flys να δείξει τι μπορεί να κάνει με τα πνευμόνια του. Γυαλισμένη παραγωγή, γκρούβα, δίκαση, και σφυρίγματα στις κιθάρες, με καταιγιστικά και περίπλοκα riffs, που οδηγούν με ταχύτητα στο μεγαλοπρεπές ρεφραίν.

Ακολουθεί το μακροσκελές "Lingua Ignota", ένα σχεδόν οκτάλεπτο έπος που φέρνει την υπογραφή του συγκροτήματος όπως το αφήσαμε στο "Aathma", με ρυθμικά παιχνίδια, τεχνικό παίξιμο και φρενήρεις εναλλαγές, που ενδέχεται να χρειαστούν μερικές ακροάσεις μέχρι να καθίσουν μέσα σου, αλλά και ηλεκτρονικά στοιχεία να συμπληρώνουν τις χαραμάδες. Το σόλο παρουσιάζει επίσης ενδιαφέρον, καθώς ξεκινά φρενήρες και ακατάληπτο μέσα στην πληθωρικότητά του, και αργότερα μετεξελίσσεται σε ένα γλυκό και διακριτικό πέρασμα σε κάτι που θυμίζει το "Harvest" των Opeth. Μετά από αυτό το ταξίδι, ακολουθεί το πιο μοντέρνο "The Equable", που παρά το ξεχωριστό και γεμάτο ρεφραίν και το ταξιδιάρικο σόλο, νομίζω ότι θα μπορούσε να τριμαριστεί και να δουλευτεί λίγο παραπάνω, καθώς έχει αρκετά ρυθμικά στοιχεία που ακούγονται απλώς ρομποτικά και στατικά.

Το κλείσιμο θα γίνει με το "Abyssal Communication", το οποίο αναπτύσσει τη δική του ξεχωριστή, ηλεκτρονική, και ελαφρώς ποπίζουσα ατμόσφαιρα, με τον τρόπο που το εννοούν οι Leprous, δηλαδή με midtempo μελωδίες, κλιμακώσεις, και στρώσεις καθαρών φωνητικών. Δίνει μία αίσθηση κλεισίματος, χωρίς ακριβώς να εντυπωσιάζει κιόλας, σε ένα μάλλον «επαρκές» κατέβασμα της αυλαίας μέχρι να ακολουθήσει το δεύτερο μέρος.

Τι μένει απ’ όλα αυτά; Πως οι Persefone δεν έχουν χάσει την ορμή τους, αντιθέτως έχουν φέρει στις τάξεις τους έναν πολυοργανίστα τραγουδιστή με τις δικές του ιδέες και ικανότητες, που έχει να προσφέρει στο συγκρότημα. Εκεί που η προσοχή και ο έλεγχος του τελικού προϊόντος, όμως, λειτουργούν ως βαρίδια είναι όταν θυσιάζεται ο πειραματισμός και το προσωπικό στίγμα. Το "Lingua Ignota: Pt. I" είναι μετά βεβαιότητας μία επαγγελματική και καλοδουλεμένη κυκλοφορία, και τόσο οι οπαδοί του είδους, όσο και του συγκροτήματος, θα την απολαύσουν. Παρ’ όλα αυτά, μετά το πέρας των είκοσι επτά λεπτών της διάρκειάς του, θα έχεις μείνει με την απορία για το τι ακριβώς ξεχωρίζει τους Persefone απ’ όλες τις επιρροές τους, και τι τους κάνει περισσότερο από έναν κοινό παρονομαστή όλων.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET