Κομπιούτερς, αριθμοί και μουσικές. Προτιμά το ροκ του σκοτεινό και έξυπνο. (Συνήθως.) Εκτιμά εξίσου ιδιότροπες και πιασάρικες μελωδίες. Πιστεύει ότι η ιδανική ακρόαση δίσκου γίνεται συνοδεία booklet....
Make Them Suffer
Make Them Suffer
Μία μέρα στο γραφείο για κείνους, μία σφαγή στο pit για τους υπόλοιπους
Για ένα σχήμα με σεβαστή δισκογραφική παρουσία, όσο αυστηρά ή ελαφρά τη καρδία αν οριστεί αυτή, η επιλογή για εκ των υστέρων ομότιτλο δίσκο μοιάζει πάντα επίφοβη. Όχι από τη φύση της, προφανώς. Ένας τίτλος ή ένα εξώφυλλο από μόνα τους δεν λένε κάτι. Απλά το σχετικό ιστορικό, ιδιαίτερα στον μικρόκοσμο του σκληρού ήχου, δεν λειτουργεί ακριβώς ενθαρρυντικά. Οι αιτίες και οι λεπτομέρειες ανά περίπτωση διαφέρουν αλλά το αποτέλεσμα παραμένει. Για κάθε νίκη, υπάρχει μία συντριβή συν άλλα δύο χλιαρά αποτελέσματα που ποτέ δεν θα μπορούσαν να σηκώσουν το βάρος της «έτσι είμαστε τώρα» δήλωσης.
Διαβάζοντας διαγώνια, η περίπτωση των Make Them Suffer δεν χτυπάει στο γυμνό μάτι ως κάτι το τρανταχτά ξεχωριστό. Η μετάβαση από το πνιγηρό deathcore των πρώτων ημερών στην πιο εξευγενισμένη προσέγγιση του "How To Survive A Funeral", δεν είναι κάτι το ανήκουστο στη σύγχρονη heavy σκηνή. Ο τρόπος που έγινε αυτή, και κυρίως οι ίδιες οι προτάσεις του συγκροτήματος, λένε μια διαφορετική αλήθεια. Οι λεπτές ισορροπίες ανάμεσα στα σπασίματα και τις μελωδίες υπήρχε εκεί από το ξεκίνημα, έστω στο βάθος του πλάνου. Παρά την αλλαγή στόχευσης, η πίστη στις βίαιες αρχές τους δεν κλονίστηκε ποτέ.
Αν στη μέχρι τώρα πορεία τους οι Αυστραλοί έδειχναν να ανεβαίνουν τα σκαλιά το ένα μετά το άλλο, με την πέμπτη ολοκληρωμένη τους δουλειά προσπερνάνε δυο-τρία κάνοντας ένα ωραιότατο άλμα. Με την ίδια ηρεμία και την ίδια προσήλωση όπως πάντα, χωρίς να το διατυμπανίζουν ή να ποζάρουν. Το άνοιγμα με την τριπλέτα "Weaponized", "Oscillator" και κυρίως "Doomswitch" βάζει τη βούλα από νωρίς. Η κοφτερή τους πλευρά δεν χάνει στο ελάχιστο την αιχμηρότητά της. Τα καθαρά σημεία στέκονται μεγαλύτερα από ποτέ. Με την καλύτερη δυνατή έννοια και σε βαθμό που έχει κάθε λόγο να δικαιολογήσει βαρυσήμαντες δηλώσεις.
Παρά τις έντονες djent-ish πινελιές, το υλικό συνεχίζει να κουβαλάει κάτι από την αίσθηση της, πάλαι ποτέ πια, μοντέρνας core σκηνής των ύστερων zeroes. Είναι τα γρυλίσματα του Sean Harmanis; Οι κιθάρες του Nick McLernon; Η περίπου ακατάπαυστη επίθεση από χαμηλοκουρδισμένα κροσέ; Το στήσιμο των συνθέσεων; Η άρνηση να γυαλίσουν ολοκληρωτικά τον ήχο τους; Το αγαπημένο βαθύ μπλε που κυριαρχεί απ' άκρη σ' άκρη; Όλα από αυτά; Τίποτα; Σε τελική ανάλυση, ελάχιστη σημασία έχει. Κομμάτια σαν το "Mana God" και το "Epitaph" δεδομένα θα παίρνουν κεφάλια σε ζωντανό πλαίσιο, παλιών και καινούριων ανεξαιρέτως.
Σε μια εποχή που το metalcore, έχοντας περάσει σταυροδρόμια κι ανοίξει προς ένα σκασμό από διαφορετικές κατευθύνσεις, συνεχίζει να μεταλλάσσεται, τα σαράντα λεπτά του "Make Them Suffer" παίζουν σαν απαραίτητη υπενθύμιση για το πώς μπορεί να παρθεί το παιχνίδι χωρίς φρουφρού κι αρώματα. Η Alex Reade (βλ. Drown This City) κουμπώνει σα χαμένο κομμάτι του παζλ. Τα γυρίσματα του "No Hard Feelings" είναι να τα πιεις στο ποτήρι. Του "Venusian Blues" όχι τόσο, αλλά μικρό το κακό. Η επανάκαμψη με "Ghost Of Me", "Tether" και "Small Town Syndrome" κερνάει breakdowns για μέρες. Just strap yourself in.