Helloween

7 Sinners

SPV (2010)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 01/11/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Δέκατος τρίτος δίσκος για τους ηγέτες του ευρωπαϊκού power metal και ο αριθμός 7 δεσπόζει για πολλοστή φορά ως βασικό του θέμα. Στο "7 Sinners" ουσιαστικά παρατηρείται μία σύνοψη της εποχής Deris, με στοιχεία και από τις επτά προηγούμενες δουλειές. Και, για ακόμη μια φορά, ο χαρισματικός τραγουδιστής αναλαμβάνει μεγάλο ρόλο, υπογράφοντας τις μισές συνθέσεις του album. Αδιαμφισβήτητα, έχει συμβάλλει σημαντικά στη διαμόρφωση του προσώπου της μπάντας από το '94 και μετά, παίρνοντας στους ώμους του το μεγαλύτερο μέρος του κάθε album.

Να όμως που, ίσως για πρώτη φορά, ο Deris δε φαίνεται να «τραβάει» και τόσο στο συνθετικό τομέα και πιστώνεται κάποια από τα πιο αδύναμα κομμάτια του δίσκου. Αρχής γενομένης από το εναρκτήριο "Where The Sinners Go", με την αναφορά στο "Sinner" των Judas Priest στο refrain, που, αν και δεν είναι κακό σαν κομμάτι, το αργόσυρτο riff του, σε συνδυασμό με το παράξενο mood του, το καθιστά ως το πλέον ακατάλληλο για opener. Σε τέτοιο σημείο, μάλιστα, που το επόμενο "Are You Metal?" αποκτά νέα αίγλη σε σχέση με το single, κερδίζοντας πόντους μέσα στη ροή του album, όμως και πάλι αποτυγχάνει να ιντριγκάρει τον ακροατή και ακόμη περισσότερο τον οπαδό.

Ως αποτέλεσμα, οι πιο παραδοσιακές Helloween συνθέσεις αναδεικνύονται, με το "If A Mountain Could Talk" να θυμίζει τις χρυσές εποχές της μπάντας και το "Who Is Mr. Madman?" να τιμά την κληρονομιά του "Perfect Gentleman", όντας το φυσικό του sequel, με riffολογία -και γενικότερη αισθητική- βγαλμένη απευθείας από το "Master Of The Rings" και τον Biff των Saxon να αφηγείται στην εισαγωγή. Τα δύο αυτά κομμάτια ξεχωρίζουν αβίαστα ως τα highlights, μαζί με το (αλλαγμένο από την έκδοση του single) "Raise The Noise", το οποίο έχει εμπλουτιστεί με ένα απολαυστικό solo φλάουτου, πριν ζευγαρώσει ονειρικά με την κιθάρα.

Εκτελεστικά, η μπάντα βρίσκεται σταθερά σε υψηλό επίπεδο, με τον Löble να κάνει σπουδαία δουλειά πίσω από τα drums και τον Deris να αποτελεί σίγουρο χαρτί, καθώς είναι σε καταπληκτική φόρμα και σε συνεχή ανοδική πορεία εδώ και χρόνια. Η αισθητή ποιοτική πτώση των συνθέσεών του, όμως, γίνεται ακόμα πιο έντονη αν συνυπολογίσουμε τις πολύ καλές επιδόσεις των υπολοίπων συνθετών. Ειδικά ο Markus Grosskopf γράφει τρία από τα καλύτερα κομμάτια του, με το προαναφερθέν "If A Mountain Could Talk" να ακολουθείται κατά πόδας από το "World Of Fantasy" και το νοσταλγικό bonus "I'm Free". Ο Sascha Gerstner, με τη σειρά του, χρεώνεται το εκπληκτικό "Who Is Mr. Madman?" αλλά και τα πολύ καλά "You Stupid Mankind" και "My Sacrifice". Χτυπητό παραμένει το γεγονός ότι ο -άλλοτε βασικός συνθέτης- Michael Weikath συνεισφέρει με λιγοστά τραγούδια σε κάθε δίσκο, εδώ όμως αποζημιώνει πλήρως με τα υπερμελωδικά και αξιομνημόνευτα "Raise The Noise" και "The Sage, The Fool, The Sinner".

Ως ένα album που πραγματεύεται αμαρτωλούς και τα κρίματά τους, οι Helloween υποπίπτουν στη ζηλοφθονία, με το "My Sacrifice" να θυμίζει επικίνδυνα κομμάτι των «αντίζηλων» Masterplan, και την οκνηρία, με ορισμένα σημεία συγκεκριμένων κομματιών του Deris να αναμασούν παλιότερες ιδέες του ("Far In The Future" [βλ. "Occasion Avenue"], "The Smile Of The Sun" [βλ. "Time"]) και να μοιάζουν ασύνδετα και αποπροσανατολιστικά. Κρίνονται όμως ένοχοι και για τη λαγνεία που χαρακτηρίζει τις υπέροχες δισολίες και μερικά υποδειγματικά power metal refrain αλλά και για την οργή, που δεν απουσιάζει και από αυτή τη δουλειά τους και εκπροσωπείται σποραδικά στο album, κυρίως στα "Are You Metal?", "Who Is Mr. Madman?" και "Long Live The King". Η λαιμαργία επιβαρύνει αποκλειστικά τον Dani Löble, που προσπαθεί να «φάει» όλα τα κομμάτια με το έξυπνο και εκρηκτικό του παίξιμο, κάτι που καταφέρνει με το παραπάνω.

Από τη μία πλευρά η απληστία των Γερμανών δεν τους αφήνει να παραδώσουν το στέμμα τους και αποδεικνύουν ότι, αν θέλουν, μπορούν να το κρατήσουν για πάντα δικό τους. Από την άλλη, όμως, η αλαζονεία τους τούς ωθεί συχνά στην καταφυγή εύκολων λύσεων, αφού πολλά πιασάρικα σημεία μοιάζουν επιτηδευμένα, «προβοκατόρικα». Ευτυχώς, τα περισσότερα αμαρτήματα του "7 Sinners" δεν αποβαίνουν θανάσιμα για τη μπάντα, παρά μετατρέπονται σε ζωτικά προτερήματα που τους δίνουν ανάσες, μέσα σε ένα δίσκο στον οποίο κυριαρχεί η ανισότητα και, εν μέρει, η ασάφεια. Γεγονός, όμως, είναι πως οι καλύτερες του στιγμές δε βγαίνουν αμέσως στην επιφάνεια, λόγω της άστοχης επιλογής σειράς των τραγουδιών. Καταραμένο marketing...
  • SHARE
  • TWEET