Hatebreed

The Divinity Of Purpose

Nuclear Blast (2013)
Από τον Nτίνο Παυλίδη, 15/01/2013
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
New York Hardcore. Ίσως η λιγότερο αγαπημένη μου έκφραση του punk και του hardcore ηχητικά, γιατί σε θέμα attitude, με απόλυτη σιγουριά, απέχει έτη φωτός από αυτό που έχω στο μυαλό μου ως punk. Αυτά όσον αφορά φυσικά στο μοντέρνο New York Hardcore, γιατί κατά τ' άλλα, όταν γεννήθηκε το συγκεκριμένο ιδίωμα, στην καρδιά των 80s και στις παρακμιακές συνοικίες της Νέας Υόρκης, χάρισε στην παγκόσμια σκηνή πραγματικά διαμάντια, τα οποία επηρέασαν -κι επηρεάζουν ακόμη- χιλιάδες ανά τον κόσμο hardcore συγκροτήματα, όπως είναι τα άλμπουμ των τότε Cro-Mags, των τότε Agnostic Front, και των τότε Sick Of It All για παράδειγμα, με τους τελευταίους να κρατάνε κάπως αξιοπρεπώς την σημαία της «παλιάς σειράς» στο σήμερα.

Η «νέα σειρά» αντιθέτως, η μεταγενέστερη δηλαδή γενιά τέτοιων συγκροτημάτων, φαίνεται σαν να έκανε κάποιο λάθος στην πορεία, και αντί να «ενηλικιώσει» το είδος και να το κάνει ωριμότερο, το μετέτρεψε σε κάτι τελείως παιδικό -στα αυτιά- μου, τελείως εύπεπτο, και τελείως μα τελείως εκτονωτικό. Ένα soundtrack για να κουνάς και μόνο την κεφάλα, να ρίχνεις και κανένα κλωτσίδι με τα φιλαράκια στα pit, και τέλος για να σου τονώνει και το ηθικό, με στίχους που προσπαθούν να σε κάνουν να νιώσεις υπερήφανος. Τέλος πάντων, δεν θέλω να επεκταθώ και να γίνω περισσότερο άδικος, γιατί αναγνωρίζω πως κάποιος έρμος λόγος θα υπάρχει εκεί έξω για να υπάρχουν με τη σειρά τους τόσοι αιματοβαμμένοι οπαδοί του συγκεκριμένου ήχου. Ο λόγος, μάλλον, ακούει στο όνομα των λιγοστών αξιόλογων συγκροτημάτων της φάσης (υπό της ήχους ορισμένων θα ομολογήσω πως έχω κατά καιρούς κουνήσει το κορμί μου), όπως είναι οι Madball, οι Terror, και οι Hatebreed, με τους οποίους και θα ασχοληθώ σε αυτήν εδώ την κριτική, και οι οποίοι σύμφωνα με την κοινή γνώμη, ανήκουν στην κατηγορία των αξιόλογων.

"The Divinity Of Purpose", λοιπόν, είναι η ονομασία της δισκογραφικής επιστροφής των Hatebreed και ο τίτλος του έβδομου κατά σειρά ολοκληρωμένου δίσκου των Αμερικανών, οι οποίοι το 1997 είχαν κάνει split με τους πραγματικούς hardcore θεούς Integrity σ' εκείνες τις όμορφες εποχές του παρελθόντος. Για να μη ξεφύγουμε όμως από το θέμα μας, στο νέο άλμπουμ τους οι Hatebreed επιστρέφουν στο γνωστό ύφος που μας έχουν συνηθίσει, προσφέροντας έντεκα κομμάτια μεταλλικού hardcore, τίγκα στα γηπεδικά refrain και sing-along, και φυσικά στα beatdown που είναι και το ορόσημο του είδους. Ευτυχώς, σε αυτή την κυκλοφορία φαίνονται λίγο μετρημένοι με τη μουσική τους, με αποτέλεσμα ο δίσκος να μην ξεπερνά τα 35 λεπτά σε διάρκεια, ενώ κάποια συμπαθητικά στοιχεία κάνουν την εμφάνισή τους «από 'δω κι από κει», όπως όμορφα riff στο εναρκτήριο κομμάτι "Put It To The Torch" για παράδειγμα, μία γενικευμένη crossover διάθεση, αλλά και μία απόπειρα ενσωμάτωσης, κάπως πιο ήρεμων-punk rock φωνητικών σε ορισμένα σημεία, όπως στο κομμάτι "Indivisible" που ξεχωρίζει.

Από την άλλη, η αθάνατη πλαστικούρα στην παραγωγή των τυμπάνων θα με ξενερώνει μέχρι να πεθάνω -καθ' ότι εγώ δεν είμαι αθάνατος-, ενώ για να λέμε και του κουφού το δίκιο, αυτό που μας παρουσιάζουν οι Hatebreed εδώ, το έχουν ξαναπαρουσιάσει και στον προηγούμενο δίσκο τους, και στον παραπροηγούμενο (όχι αυτόν με τις διασκευές), και ούτω καθεξής. Θέλω να πω ότι, και φανατικός του είδους να ήμουν, η συγκεκριμένη κυκλοφορία δεν θα μου έλεγε και πολλά πράγματα. Ο κορεσμός έχει για τα καλά επέλθει, και πλέον το να κάνεις την υπέρβαση και να παίξεις κάτι εμπνευσμένο για το στυλ φαντάζει πραγματικά αδύνατο. Αυτοί που τα καταφέρνουν καλά είναι ελάχιστοι, μικρότεροι σε ηλικία, και πραγματικά ενθουσιασμένοι για ό,τι δημιουργούν.
  • SHARE
  • TWEET