Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...

Circuit Des Yeux
Halo On The Inside
Η μεταμορφωτική δύναμη του Πάνα καλεί την Haley Fohr να επινοήσει την τέχνη της απ’ την αρχή
"Γιατί ως ρόκιν δεν καλύψαμε τις δύο τελευταίες δουλειές της, ρωτάς; Θα ψάχναμε για δικαιολογία, ξέρουμε ότι δεν έχουμε, πάμε παρακάτω." Τι άλλο να πω που δεν το είπε ο φίλτατος Μαρίνης πριν δύο χρόνια, στην παρουσίαση των πιο ιδιαίτερων εμφανίσεων του τότε Roadburn Festival; Η απίστευτη μουσικότητα και αλλόκοσμη φωνή εύρους τεσσάρων οκτάβων , δικαιολογούν κάθε σπιθαμή ενθουσιασμού για την Haley Fohr, με το καλλιτεχνικό παρανόμι Circuit des Yeux. Τα δύο τελευταία άλμπουμ της δε, το "Reaching For Indigo" και το "-io" αποτέλεσαν τα πιο φιλόδοξα έργα της, και δικαίως έστρεψαν τα φώτα της δημοσιότητας (τηρουμένων των αναλογιών) πάνω της.
Απ’ αυτά τα πιο οργανικά indie, κλασικότροπα, και γειωμένα άλμπουμ – προς αποφυγή παρεξηγήσεων, τίποτε απ’ τα παραπάνω δεν υπονοεί «συμβατικά», ειδικά τα πρώτα της ήταν φουλ noise παράνοιες, έχει και οκτώ δίσκους ήδη στο ενεργητικό της –, έρχεται το "Halo on the Inside" για να αναποδογυρίσει την εικόνα της ξανά. Προσπερνώ τις ιδιαίτερες συνθήκες δημιουργίας του άλμπουμ, διότι συχνά η απομόνωση των καλλιτεχνών και η παραληρηματική σύνθεση/παραγωγή ενός δίσκου προτείνεται ως αποδεικτικό κάποιου ιδιαίτερου καλλιτεχνικού αποστάγματος, και ειλικρινά έχει αρχίσει και με κουράζει αυτή η αφήγηση, και πάω κατευθείαν στα όσα το ίδιο το άλμπουμ έχει να πει για τον εαυτό του.
Το "Halo on the Inside" είναι ένας δίσκος ηλεκτρονικής, darkwave, dance κοκ μουσικής, αρκετά διαφοροποιημένο απ’ την ως τώρα δισκογραφία της Fohr, ακόμη κι απ’ τις pop παρεκβάσεις του side-project της Jackie Lynn. Σαν αντιδραστική εξισορρόπηση στο μεγαλεπήβολο "-io" με την πολυμελή ορχήστρα του, το "Halo…" στρέφεται σε βαριά electronics, στις διδαχές της πάντα χαμαιλεοντικής Bjork, των σκοτεινών Depeche Mode, με τις κολλητικές μελωδίες των Boy Harsher, μετακίνηση που είχε σχεδόν ρητά προαναγγελθεί στο single "God Dick" του 2024, όπου κλασικά έγχορδα και οπερατικά φωνητικά συνυπάρχουν με επεξεργασμένα και τραχιά ηλεκτρονικά beats που φτάνουν ως το EDM.
Εκκινώντας με το "Megaloner", η εισαγωγή γίνεται μάλλον ήπια, αργόσυρτα, με την Fohr να τραγουδά πάνω από κάτι που θα μπορούσε να έχει γράψει ο Perturbator. Η εστίαση, όμως, παραμένει στην επιβλητική φωνή της, κι από αυτή την άποψη ακόμη τίποτε δεν μοιάζει να έχει αλλάξει ιδιαίτερα. Μόνο απ’ το "Canopy Of Eden" αρχίζουν τα πράγματα να διαφαίνονται με περισσότερη διαύγεια, καθώς η μπασογραμμή καθοδηγεί ένα απ’ τα πιο χορευτικά κομμάτια του δίσκου προορισμένο να γίνει hit - φαντάζομαι ήδη πως θα είναι αποστομωτικό σε ζωντανό πλαίσιο - με το meta σχολιασμό του ρεφραίν "I can make a radio break". Ο χαρακτήρας του δίσκου συνεχίζει να διευρύνεται και μετέπειτα, στο "Skeleton Key", ένα απ’ τα πιο σύνθετα και εγκεφαλικά κομμάτια με αφηγηματική δόμηση και ατμόσφαιρα, που παντρεύει τις διαφορετικές όψεις της Fohr, την πιο οργανική με την ηλεκτρική, ενώ απ’ τη μέση και μετά ολόκληρη η σύνθεση διαλύεται στα εξ ων συνετέθη με την συμβολή μίας μανιακής κιθάρας, που όχι μόνο βρέχει τα πάντα με την παραμόρφωσή της, αλλά εκτροχιάζεται σ’ ένα βρώμικο και παροξυσμικό solo με shredding. Τραγούδι χρονιάς #1, το κρατάμε και συνεχίζουμε.
Από κει και μετά, το εκπληκτικό σερί κάπως καταποντίζεται σ’ έναν χώρο που το ακροατήριο διαπιστώνει διαφοροποιήσεις, κρυφές αίθουσες, προβολές απ’ τη Diamanda Galas ("Cosmic Joke") και της Kate Bush ("Cathexis"), και απέραντο sound design, αλλά κάπως αδυνατεί να προσανατολιστεί, καθώς η αλληλουχία των τραγουδιών δεν μοιάζει να σε μετακινεί προς κάποια κατεύθυνση, αλλά να επιστρέφει πάντα στον εαυτό του. Αυτό είναι περισσότερο κριτική στην οργάνωση του ρυθμού του δίσκου, παρά τόσο στις ίδιες τις συνθέσεις, οι οποίες εκφράζουν, καθεμία με τον τρόπο της, την ικανότητα της Circuit des Yeux να γράφει υπερβατικά κομμάτια.
Το κλείσιμο γίνεται με την τελευταία τριάδα, με την οποία και πάλι το επίπεδο απογειώνεται. Το "Truth" χτίζεται πάνω σε σταθερά μοτίβα, και στροβιλίζεται μέσα σε μία επαναλαμβανόμενη τρανς που χτίζει διαρκώς ένταση, το μπάσο να παρεμβάλλεται με τρόπο απλό αλλά κυριαρχικό, πριν ξεχειλίσει όλη η ένταση με συριγμούς, λαρυγγικές ακροβασίες, και ξεφύγει εντελώς όλη η φάση σε μία πρωτόγονη funk τελετουργία όπου τα ζωικά ένστικτα παίρνουν τα ινία. Τραγούδι χρονιάς #2, και τέλος.
Η συνέχεια γίνεται με το ύπουλο "Organ Bed", που ξεκινά αργά για να ξεδιπλωθεί μία ηλεκτρονική κορύφωση με σαξόφωνα και sequencers, για να κλείσει με ambience τύπου Brian Eno στο "It Takes My Pain Away", σε μία πολλά αναγκαία παύση. Να είναι η ιδιαιτερότητα και η φροντίδα της ίδιας της σύνθεσης, ή απλώς ο χρονισμός της εμφάνισής της που την κάνει τόσο ελκυστική; Καταφανώς και τα δύο.
Το "Halo on the Inside" έχει τρομερές κορυφές, όμως έχει και σημεία τα οποία βαραίνουν και πιέζουν την συνολική ακρόαση. Παρά την πολύ δυνατή αρχή και το ανανεωτικό τέλος, έχει σημεία που περισσότερο αιχμαλωτίζουν ένα όραμα, παρά το πραγματοποιούν. Η σκοτεινιά, η μεταμορφωτική δύναμη του Πάνα (που είναι παρούσα και στο εξώφυλλο), η ρευστότητα, και το υπερβατικό ξεχειλίζουν απ’ τον δίσκο, και τον ανεβάζουν πολλά σκαλοπάτια, ίσως όχι αρκετά όμως για να αποκτήσει ένα στάτους αψεγάδιαστου. Είτε πρόκειται για εξάντληση της αυστηρότητάς μου, είτε για έναν δίσκο που θα αποδειχτεί μελλοντικά βραδυφλεγούς ωρίμανσης, αυτό μένει να φανεί, κι εδώ είμαστε να φάμε το καπέλο μας. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Circuit des Yeux δεν χρειάζεται να μετρηθεί με την μεζούρα, καθώς εξακολουθεί να κερδίζει τον θαυμασμό μας και να μας εξιτάρει με κάθε της βήμα, και στο "Halo on the Inside" φαίνεται πως ακόμη δεν έχει πει την τελευταία της λέξη.