Black Orchid Empire
Tempus Veritas
Οι Black Orchid Empire περνάνε τη βάση με άνεση, όμως απέχουν πολύ ακόμη από το να αριστεύσουν
Τέταρτο άλμπουμ για την τριάδα από το Λονδίνο, τους Black Orchid Empire. Παρά το βαρύγδουπο όνομα και την δισκογραφική εταιρία στην οποία έχουν υπογράψει, πρόκειται για ένα αρκετά καλογυαλισμένο και εμπορικό prog/djent συγκρότημα, με μεγάλα ρεφραίν και κρυστάλλινη παραγωγή. Το εμπνευσμένο, βέβαια, από τα κόμιξ εξώφυλλο προϊδεάζει για αυτήν την πιο alternative καταβολή, και όντως μέσα ακούμε την μοντέρνα νοοτροπία να ανθίζει, παραπέμποντας σε μπάντες όπως οι Periphery και οι Tesseract, τους Haken της Vector / Virus εποχής, τους πρόσφατους Caligula’s Horse, και τους Molybaron.
Στο "Tempus Veritas", οι BOE κάνουν μία βουτιά στο παρελθόν, κατεβάζοντας μία εντεκάδα από κομμάτια που ασχολούνται με κρυφές και παραγκωνισμένες αφηγήσεις της Ιστορίας, από τον Γαλιλαίο και το ηλιοκεντρικό σύστημα στο "Deny The Sun", στους αρχαίους οιωνούς του "The Raven", την κατάκτηση του Everest στο τρομερό "Summit" κοκ, θυμίζοντας τη θεματολογία - αλλά δυστυχώς διόλου την στιχουργική δεινότητα - του καταπληκτικού "Palimpsest" των Protest the Hero. Μουσικά παραμένουν επίσης σε αυτήν την ευρύτερη γειτονιά της prog, με σύντομες συνθέσεις, που σπάνια ξεπερνούν τα τέσσερα λεπτά, και παρά την τρομερή τεχνική τους κατάρτιση και δεξιότητα, παραμένουν προσιτά και ευκολομνημόνευτα, γεμάτα με riffs και κοφτές πολυρυθμίες που παίζουν - αλλά όχι σαδιστικά - με το μυαλό σου. Η εναλλαγή στις διαθέσεις, από το κινηματογραφικό intro του ομώνυμου στο βαρύ μπάσιμο του "Hydrogen", από το Tool προσωπείο του "Last Ronin" μέχρι την ξεδιάντροπη διπολικότητα επιθετικού-pop στο "Weakness", είναι που κρατούν αμείωτη την προσοχή μας, και βοηθάει ότι δεν υπάρχει ίχνος περιττού λίπους στα σχεδόν σαράντα λεπτά της διάρκειάς του.
Οι BOE συνεχίζουν ακάθεκτοι με τη φόρμουλα που είχαν εξαρχής, πίσω στο 2016, με το "Archetype", και την οποία εξελίσσουν μέχρι σήμερα, φτάνοντας σε ένα ενδεχόμενο peak με το "Semaphore" του 2020, και το οποίο νομίζω ότι κερδίζει ελάχιστα στις λεπτομέρειες. Ομάδα που κερδίζει δεν την αλλάζεις, λένε, και η τριάδα των Paul Visser, David Ferguson, και Billy Freedom δεν δείχνει σοβαρή επιθυμία να διαφοροποιηθεί ούτε ως προς τα είδη στα οποία ανήκει, αλλά ούτε ως προς τον ίδιο της τον εαυτό. Το παίξιμό τους είναι σφιχτό και η φωνή του Paul Visser περνάει με άνεση τη βάση ακόμη κι αν δεν έχει κάποια χροιά που να την κάνει να ξεχωρίζει. Παράλληλα, όμως, αυτή θα μπορούσε να είναι γενικώς η συμπύκνωση των BOE: ένα συγκρότημα που περνάει τη βάση με άνεση, αλλά απέχει ακόμη πολύ από το να αριστεύσει.