Royal Hunt, Soul Cages, New Past @ Κύτταρο, 20/04/18
Η τρίτη επίσκεψη των Royal Hunt ήταν και η φαρμακερή, χαρίζοντας μας την πραγματικά μνημειώδη εμφάνιση που μας χρωστούσαν καιρό
Μεγάλο θέμα οι προσδοκίες τελικά. Βλέπετε, η επιστροφή των Royal Hunt στη χώρα μας έπειτα από έξι ολόκληρα χρόνια είχε περάσει σχεδόν στα «ψιλά», πιθανότατα λόγω των προβλημάτων που υπήρξαν στις προηγούμενες εμφανίσεις τους εδώ, αλλά και των τελευταίων κάποιων δίσκων τους (οι οποίοι έμοιαζαν να πλήττονται από τη βαριά σκιά του “Paradox”). Αδικαιολόγητα, βέβαια, μιας και, αναλογιζόμενοι τη συνολική πορεία τους στο χώρο και τις δουλειές που μας έχουν χαρίσει, οι Δανοί θα άξιζαν μεγαλύτερης αναγνώρισης από αυτήν που απολαμβάνουν, έστω κι αν ορισμένες επιλογές τους μπορούν να κριθούν, εκ των υστέρων, επιλήψιμες.
Όπως και να’ χει, το συναυλιακό πακέτο που προσέφερε η κοινή συνύπαρξη των Royal Hunt με τους Soul Cages (και τους «δικούς μας» New Past) παραήταν ελκυστικό για κάθε λάτρη των πιο λυρικών εκφάνσεων του prog metal, έτσι οι όποιες επιφυλάξεις πήγαν γρήγορα περίπατο, δίνοντας τη θέση τους στην ελπίδα πως οι Δανοί (τρόπον του λέγειν) θα μας ανταμείψουν αυτή τη φορά με την εμφάνιση που καιρό μας χρωστούσαν.
Για να είμαι ειλικρινής, όμως, η βραδιά δεν ξεκίνησε ακριβώς με τους καλύτερους οιωνούς, μιας και η μεγάλη καθυστέρηση που υπήρξε στο άνοιγμα των θυρών του γνωστού μαγαζιού της οδού Ηπείρου (με αποτέλεσμα και την καθυστερημένη έναρξη των προγραμματισμένων εμφανίσεων) προξένησε μια αναμενόμενη δυσφορία στον αρκετό κόσμο που είχε μαζευτεί από νωρίς. Εν τέλει, ελάχιστα πριν τις εννιά (και μια ώρα μετά την - βάσει προγράμματος - στιγμή που θα εμφανιζόταν κανονικά) το τετραμελές σχήμα των New Past θα ανέβαινε στη σκηνή, ώστε να μας παρουσιάσει τα τραγούδια του "State Of Falling", του ντεμπούτου άλμπουμ του που βγήκε λίγο προτού μας αφήσει το προηγούμενο έτος.
Ομολογώντας πως η παρουσία τους μου διέφευγε (κι επιλέγοντας συνειδητά να μην έρθω σε επαφή με τη μουσική τους νωρίτερα, ώστε να σχηματίσω τη σημαντική, πρώτη γνώμη από τα επί σκηνής πεπραγμένα τους), τα όσα μας παρουσίασαν στα σαράντα περίπου λεπτά που βρέθηκαν στη σκηνή έδειχναν μια νέα εγχώρια προοδευτική μπάντα άψογα καταρτισμένη τεχνικά, με πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες μουσικά και με μια φωνή με το δικό της ξεχωριστό ηχόχρωμα.
Με την όποια αμηχανία του τραγουδιστή τους να φαντάζει δικαιολογημένη εν μέρει λόγω του σχετικά πρόσφατου της ύπαρξης τους, οι New Past κατάφεραν με την λιτή και σοβαρή τους εμφάνιση να σταθούν επάξια στην περίσταση του «ανοίγματος» για δύο σημαντικότατα ονόματα του progressive χώρου, κερδίζοντας δικαίως το χειροκρότημα.
Για τους Soul Cages που ακολουθούσαν σε σειρά εμφάνισης, τα λόγια είναι περιττά. Αγαπημένη μπάντα, με εξαιρετική (και τόσο υποτιμημένη) δισκογραφική παρουσία, η συναυλιακή επιστροφή τους στη χώρα μας (για τρεις εμφανίσεις σε Αθήνα, Αγρίνιο και Θεσσαλονίκη) έμοιαζε σαν βάλσαμο - πόσο μάλλον σε όσους είχαμε χάσει την ευκαιρία να τους απολαύσουμε την προηγούμενη φορά που μας είχαν επισκεφθεί.
Πραγματικά, οι Γερμανοί αποτελούν την επιτομή της έννοιας του παραγνωρισμένου, καθώς η μουσική τους αξία είναι εφάμιλλη εκείνης πολύ πιο φημισμένων συναδέλφων τους στη συνομοταξία του προοδευτικού. Ο δε Thorsten Staroske είναι μια φιγούρα τόσο συμπαθητική, που ακόμη κι αν αγνοήσουμε το ιδιοφυές της μουσικής του πορείας, αποπνέει αβίαστα μια αίσθηση αισιοδοξίας που σου φτιάχνει μεμιάς τη διάθεση.
Σχετικά με την εμφάνιση τους, μέχρι και λίγο πριν το τέλος του ομότιτλου κομματιού από το "Moments", τα πάντα (σχεδόν) κυλούσαν αρμονικά, με τις τριπλές αρμονίες και τις φωνητικές εναλλαγές των Staroske, Vieten και Kuhbier να προκαλούν ανατριχίλες και τα αδέρφια Nitshke να διατηρούν έναν πιο χαμηλού προφίλ, αλλά εξίσου σημαντικό ρόλο. Σε εκείνο, ωστόσο, το σημείο, ο ενισχυτής του Knut Nitshke «παρέδωσε πνεύμα», γεγονός που επηρέασε σε μεγάλο βαθμό το υπόλοιπο της εμφάνισης τους και προκάλεσε περαιτέρω καθυστερήσεις σε μια βραδιά που δεν χρειαζόταν περισσότερες.
Πάντως, θεωρώ πως τα όσα μας έδειξαν το βράδυ της Παρασκευής, με όλα τα όμορφα και τα προβληματικά να συγκαταλέγονται, εν πολλοίς συνοψίζουν περιεκτικότατα το ποιόν τους. Κοινώς, φανέρωναν μια μπάντα που μουσικά δεν έχει να ζηλέψει τίποτα κι από κανέναν, αλλά λειτουργεί άκρως συναισθηματικά πάνω στη σκηνή, αφήνοντας την ουσιαστικά ερασιτεχνική της φύση να καθοδηγεί το θυμικό της. Δεν μπορώ, βλέπετε, να δικαιολογήσω διαφορετικά ορισμένες μικρές λεπτομέρειες, όπως τον αγχωμένο (με τον ήχο του ενισχυτή του Nitscke) Ingo Vieten, ή την (πιθανότατα κρυωμένη ή με ενοχλήσεις από τον καπνό) Beate Kuhbier, η οποία έμοιαζε κάπως άχαρη, να ψάχνει πώς να σταθεί επί σκηνής (αλλά την ώρα των φωνητικών της μερών να μας ταξιδεύει), δημιουργώντας μια εικόνα αντιθέσεων που τελικά άφησε μια γλυκόπικρη γεύση στην εμφάνιση τους.
Έπρεπε να φθάσουν μεσάνυκτα για να δούμε τους Royal Hunt (για πρώτη φορά σε headline show με τον D.C. Cooper) επί σκηνής, αλλά, ομολογουμένως, αποδείχθηκε πως η αναμονή άξιζε και με το παραπάνω. Ξεκινώντας το set τους με το "Last Goodbye", εναρκτήριο τραγούδι και του υπέροχου "Moving Target", οι Σκανδιναβοί θα χρησιμοποιούσαν εκείνο, αλλά και το επόμενο "A Million Ways To Die", ώστε να κάνουν την απαραίτητη «προθέρμανση» που χρειαζόντουσαν, τόσο εκτελεστικά, όσο κι ερμηνευτικά (και με τον D.C. Cooper να αντιμετωπίζει κάποια προβληματάκια με τον ήχο του σε αυτά).
Από εκεί κι έπειτα, η συνέχεια μας επεφύλασσε πολλά κι εντυπωσιακά highlights, αρχής γενομένης με το "Wasted Time", την πρώτη εκπροσώπηση των "Land Of Broken Hearts" και "Clown In The Mirror" μέσα στη βραδιά (με τα "Martial Arts" και "Epilogue" τις υπόλοιπες δύο). Ο ήχος της μπάντας υπήρξε φανταστικός, το πιο πρόσφατο line-up των μουσικών που συνοδεύουν τον Andre Andersen και το "key empire" του αποδείχθηκε και σε ζωντανές συνθήκες πως είναι κάτι παραπάνω από αξιόλογο (με τον Jonas Larsen να θυμίζει αμυδρά έναν μικρό Yngwie Malmsteen με τις πόζες και το συνολικό παίξιμο του), αλλά, δίχως αμφιβολία, ως απόλυτος πρωταγωνιστής των όσων βιώσαμε ξεχώρισε ο πληθωρικός D.C. Cooper.
Αεικίνητος, παραστατικός, τρομερά επικοινωνιακός και πάνω απ’ όλα συγκλονιστικός στα ερμηνευτικά του καθήκοντα, ο Αμερικάνος performer ήταν σε μεγάλα κέφια, με τη σκηνή του Κυττάρου να μοιάζει να τον περιορίζει. Γι’ αυτό, άλλωστε, ο ίδιος δεν έμεινε μονάχα στα όρια αυτής, αλλά κατέβηκε να τραγουδήσει ανάμεσα στο κοινό όχι μία, αλλά δύο φορές, χαιρέτησε και φωτογραφήθηκε με τα τρία τέταρτα αυτού (μονάχα ο εξώστης του ξέφυγε), αστειεύθηκε πολλάκις, ιδρώνοντας και με το παραπάνω «τη φανέλα» (και κυριολεκτικά, αλλάζοντας κατά τη διάρκεια του φωνητικού διαλλείματος του "Martial Arts").
Σχετικά με τα κομμάτια που μας παρουσίασαν, αν και σίγουρα μπορούν να υπάρξουν ενστάσεις σχετικά με τον καταρτισμό του set (μόνο τρία τραγούδια από τα "Paradox" και "Moving Target"), χάρη και στην απόδοση της μπάντας δεν μπορούμε να έχουμε παράπονο, με τη μερίδα του λέοντος αναμενόμενα να ανήκει στο τελευταίο τους "Cast In Stone" άλμπουμ. Οι κορυφές, βέβαια, ανήκαν στα "Tearing Down The World", "Message To God", "Cold City Lights" (με τον Cooper να απαιτεί και να κερδίζει το sing along του κόσμου), αλλά και στο "Half Past Loneliness", το οποίο πρέπει να θεωρείται πλέον μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του σχήματος, με τις αντιδράσεις του κοινού να το επιβεβαιώνουν.
Με μοναδικά αρνητικά στη βραδιά τη μέτρια προσέλευση του κόσμου (με το μαγαζί να απέχει από το να χαρακτηριστεί πραγματικά γεμάτο) και τη σημαντική καθυστέρηση στην τέλεση του προγράμματος (γεγονός που, δυστυχώς, τείνει να γίνει συνήθεια στα εγχώρια συναυλιακά δρώμενα), η τρίτη επίσκεψη των Royal Hunt στη χώρα μας ήταν και η «φαρμακερή», χαρίζοντας μας την πραγματικά μνημειώδη εμφάνιση που μας χρωστούσαν καιρό κι ολοκληρώνοντας την περιοδεία τους με ιδανικό τρόπο. Και, κρίνοντας από το θριαμβευτικό "Epilogue", με τις αμφίδρομες εκδηλώσεις αγάπης μεταξύ μπάντας και κοινού να δίνουν και να παίρνουν (με προφανή εκφραστή του σχήματος τον απολαυστικά προσιτό D.C. Cooper, που ξαναέκανε τη βόλτα του ανάμεσα στο πλήθος), μοιάζει σχεδόν δεδομένο πως θα μας επισκεφθούν αρκετά συντομότερα από την εξαετία που τους πήρε αυτή τη φορά για να ξαναέρθουν.
Φωτογραφίες: Βαγγέλης Μαρτίνης (Instagram - Facebook)
Last Goodbye
A Million Ways To Die
Wasted Time
Tearing Down The World
Hard Rain's Coming
Half Past Loneliness
The Last Soul Alive
Until The Day
Cold City Lights
Martial Arts
Message to God
A Life to Die For
Encore:
Fistful Of Misery
Epilogue