The Stranglers

09/05/2004 @ 08:51
08/05/04, Πύλη Αξιού, Θεσσαλονίκη

Στις 8 μ.μ. ακριβώς ήμασταν μπροστά από την πόρτα της Πύλης Αξιού, πιστοί στο ραντεβού μας. Κάπου εκεί άρχισε η δίωρη σχεδόν ταλαιπωρία μας, λόγω καθυστέρησης για άγνωστους λόγους. Καθίσαμε λοιπόν και χαζέψαμε τον κόσμο που περίμενε την έναρξη της συναυλίας ανυπόμονα. Από 15χρονα παιδιά μέχρι 50χρονους ενήλικες ροκάδες απαρτιζόταν το πολύχρωμο ψηφιδωτό του κοινού. Όλοι προσδοκούσαν μια υπέροχη συναυλία, από ένα γκρουπ αναμφίβολα ιστορικό με πορεία 30 χρόνων (το 1974 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους LP).

Δεν θα κάνω ιδιαίτερη αναφορά στα support groups, “Price” και “Αλέξανδρος Πέρρος and the lone stars”, γιατί οι μεν πρώτοι απλά δεν με άγγιξαν καθόλου με το (ενοχλητικά γεμάτο με παραμορφωμένες κιθάρες) punk τους, ενώ το σαφώς πιο ενδιαφέρον rock 'n' roll του Πέρρου και πάλι δεν μπόρεσε να με κερδίσει. Να σημειωθεί ότι ο ήχος στα δύο γκρουπ δεν ήταν και ο καλύτερος δυνατός. Όλοι περίμεναν στωικά να ανέβει στη σκηνή το μεγάλο όνομα της βραδιάς.

Με αλλαγμένη σύνθεση, σε σχέση με την αυθεντική τους, με τον κιθαρίστα Bazz Warns και τον απίστευτο showman Paul Roberts σε ιδιαίτερα σημαντικούς ρόλους, οι Stranglers ήταν απίστευτοι στη σκηνή και μας αποζημίωσαν για την δίωρη καθυστέρηση. Φάνηκαν να το απολαμβάνουν ιδιαίτερα. Ο απίστευτος performer Roberts ανέπτυξε ιδιαίτερη σχέση με το τρελαμένο κοινό. Συχνά έσκυβε και μιλούσε μαζί του, έδινε το μικρόφωνο να τραγουδήσουν, ενώ όταν σηκωνόταν χόρευε, χτυπιόταν, έκανε υπέροχες θεατρικές χειρονομίες. Απλά ήταν άψογος γιατί έδειχνε να απολαμβάνει αυτό που βίωνε. Στα υπέρ της ξεχωριστής παρουσίας του το ημίγυμνο καλλίγραμμο σώμα του που θα έκανε πολλά από τα κορίτσια που τον παρακολουθούσαν να αναστενάζουν, καθώς και οι σκόρπιες ελληνικές φράσεις που πετούσε κατά διαστήματα.

Ο έτερος που έκλεψε την παράσταση ήταν ο Dave Greenfield, που προσέφερε τα μέγιστα στον ιδιαίτερο ήχο των Stranglers, έχοντας μπροστά του 4 “φέτες” synthesizer και διάφορα ηχητικά εφέ. Ο γράφων, όντας πληκτράς, παρακολουθούσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και θαυμασμό την δεξιοτεχνική χρήση των πλήκτρων. Η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε ο κύριος Greenfield ήταν σίγουρα ζηλευτή και υπέροχη. Όσο για τον Warns, ήταν συνεπής στο ρόλο του με κορυφαία στιγμή το αισθαντικό solo του "Golden Brown" με υπέροχα delay στον ήχο της κιθάρας του.

Το rythym section, από την άλλη, ήταν συνεπέστατο με τους γερόλυκους Jet Black (η ηλικία φαινόταν λίγο στο παίξιμο του, καθώς πραγματικά έφτανε στα όρια του για να μπορέσει να ανταποκριθεί στο ρόλο του, παρόλα αυτά ήταν ιδιαίτερα γεμάτος και μεστός) και στον “Tim Robins” (απίστευτη ομοιότητα) Burnell που με άνεση χειριζόταν το μπάσο. Και βέβαια ένα τέτοιο συνεπές και αξιοπρεπές rythym section δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για να απλωθούν οι δυνατότητες της μπάντας. Ήταν φανερό πόσο δεμένα ήταν τα μέλη του γκρουπ. Ούτε ένα λάθος, ούτε ένα κοίταγμα για να συνεννοηθούν, να συγχρονιστούν... Τα μέλη “βρίσκονταν” εντελώς αυθόρμητα και έδωσαν ένα υπέροχο show.

Όσο για τα κομμάτια που παίχτηκαν, αναμενόμενα ακούστηκαν αρκετά από τον καινούριο δίσκο “The Norfolk Coast”, στα οποία το κοινό δεν ανταποκρίθηκε με ιδιαίτερη θερμότητα, όπως ήταν λογικό. Ωστόσο με το άκουσμα των κλασσικών κομματιών-ύμνων προκλήθηκε άκρατος ενθουσιασμός. Κομμάτια όπως το Κ-Λ-Α-Σ-Σ-Ι-Κ-Ο “Golden Brown”, “Always The Sun”, “Peaches”, “(Get A) Grip (On Yourself)”, καθώς και η υπέροχη διασκευή από Kinks του “All Day And All Of The Night”, ξεσήκωσαν το κοινό που χόρευε και τραγουδούσε μαζί με τον Paul. Τα δύο encore ήταν και αυτά πολύ έντονα, ζεστά και άφησαν τις καλύτερες αναμνήσεις στο κοινό. Το τελευταίο τραγούδι, “No More Heroes”, έδωσε το τελειωτικό χτύπημα, κλείνοντας μια συναυλία πολλά υποσχόμενη (η οποία σε γενικές γραμμές δικαίωσε τις προσδοκίες). Πιο εντυπωσιακό φινάλε δεν θα υπήρχε, φαντάζομαι, για τους περισσότερους από το κοινό, ωστόσο εγώ θα προτιμούσα να άκουγα το υπέροχο, μελαγχολικό, παραμυθένιο "Midnight Summer Dream" για να κλείσει ιδανικά μια βραδιά γεμάτη τραγούδι, χορό και κέφι.

Γιώργος Κάκαρης

  • SHARE
  • TWEET