Matt Elliott

Farewell To All We Know

Ici, D'Ailleurs (2020)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 22/05/2020
H ισπανική του κιθάρα, το ηχόχρωμα της φωνής και όλες οι ανασφάλειες του ανθρώπινου ψυχισμού, υπό ένα πρίσμα κυνισμού, ζεστασιάς και ευφυίας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η ανεξάρτητη δισκογραφική Ici, d'ailleurs από το Νανσύ είναι άκρως ταιριαστό σπίτι για τον φιλήσυχο επαναστάτη των ραγισμένων καρδιών, Matt Elliott, από τις απαρχές, σχεδόν, της σόλο καριέρας του στα '00s μέχρι σήμερα. Η εταιρεία είχε ήδη φτιάξει όνομα με τους πρώτους δίσκους του Yann Tiersen στα '90s. Έκτοτε, εξαργύρωσε την επιτυχία του Tiersen και συνέχισε με μεράκι και χαμηλό προφίλ. Στην κατηγορία μεράκι μπαίνει και η προεξέχουσα κυκλοφορία της, το πρότζεκτ This Immortal Coil του ιδιοκτήτη Stéphane Grégoire, με συμμετοχές Yann Tiersen, Matt Elliott, Bonnie Prince Billy κ.α., ως μία αναβίωση του μεγαλείου των Coil.

Πέραν των παραπάνω, η συνολική πορεία του Matt Elliott αποτελεί τη μεγάλη παρακαταθήκη της Ici, d'ailleurs και ένα μακρύ, βαθύ, μελαγχολικό, ανυπόφορα αβάστακτο ταξίδι για τους ακροατές που τον ακολουθούν όλα αυτά τα χρόνια. Μιλώντας για το φετινό "Farewell To All We Know", ο Grégoire κάνει αναφορές σε Bill Callahan, Leonard Cohen και Johnny Cash. Δεν έχει άδικο. Έχει την αρτιστική απλότητα της ποίησης του Callahan, έχει τον θλιμμένο ρομαντισμό του Cohen και την σπασμένη αρρενωπότητα του Cash. Ωστόσο, η ίδια η διαδικασία της σύγκρισης είναι που τον εξαίρει, καθώς συνειδητοποιείς πως αποτελεί απαράμιλλή καλλιτεχνική οντότητα από μόνος του. Ένας singer/songwriter δίχως εφάμιλλό του, μέσα σε όλη την αφοπλιστική μετριοπάθειά του. Μπορεί να σταθεί μόνο ως αυτούσιο σημείο αναφοράς και όχι ως συνισταμένη επιρροών.

Να ξεκαθαρίσουμε, αρχικά, πως δεν αναμένονται εκπλήξεις εδώ. Τουλάχιστον, καμία για όσους γνωρίζουν το έργο του καλλιτέχνη. Είτε πούμε πως το άλμπουμ συνεχίζει εκεί που τελείωσε ο προκάτοχός του, "The Calm Before" (2016), είτε πούμε πως τραβάει κουπί από ακόμα πιο παλιές κυκλοφορίες, μέσα θα πέσουμε. Τα συστατικά είναι η ισπανική του κιθάρα, το ηχόχρωμα της φωνής και όλες οι ανασφάλειες του ανθρώπινου ψυχισμού, υπό ένα πρίσμα κυνισμού, ζεστασιάς και ευφυίας. Το διακριτικό πιάνο του David Chalmin, που ακούγεται διάσπαρτα, είναι τόσο φινετσάτο όσο αρμόζει. Η δε στιχουργία είναι αναπόσπαστο συστατικό της αξίας της μουσικής και αξίζει την απερίφραστη προσοχή του ακροατή.

Στο ομώνυμο κομμάτι, ο Matt Elliott λέει adieu σε όλα όσα αγαπήσαμε, αποχαιρετώντας τόσο την τρέλα της νεότητας όσο και τους ψεύτες που μανιπουλάρουν την αλήθεια. Έτσι είναι η μουσική του, πάντα είχε μια σπίθα κοινωνικής αντίδρασης μέσα στην προσωπική απόγνωση. Το "The Day After That" μας προϋπάντησε προ της κυκλοφορίας του άλμπουμ και δεν μπορεί παρά να τοποθετηθεί εκεί ψηλά με τα καμιά δεκαριά ακόμα Μεγάλα του κομμάτια. Στιχουργικά, εξίσου αριστουργηματικό. Ένα τύποις resolution, μια αισιόδοξη υπόσχεση πως από σήμερα θα είμαστε πιο θετικοί, θα αφήσουμε τον κυνισμό πίσω μας. Όλα αυτά μέχρι να ακουστεί ο τελευταίος στίχος "although, although right now I'm real low... so tomorrow... or perhaps the day after that." Ο τίτλος του τραγουδιού ακούγεται για πρώτη φορά στον τελευταίο στίχο και προσδίδει το πραγματικό νόημα σε όλο το κομμάτι: μια ωδή στην αναβλητικότητα και την αβουλία, η οποία έδωσε το ελληνικό της όνομα σε μια μετέπειτα σύνθεση του δίσκου.

Υπάρχουν και οι λιγότερο έντονες στιγμές εντός, ενδεχομένως και οι λιγότερο εμπνευσμένες. Το "Bye Now", ακόμα ένας τίτλος αποχαιρετισμού, σίγουρα θα μπορούσε να διαρκεί λιγότερο, ενώ λίγα πράγματα προσφέρουν τα "Can't Find Undo" και "Aboulia". Από την άλλη, όμως, γεμίζουν τα διάκενα δίχως να μας χαλάσουν. Λειτουργούν ως δίοδοι για τις μικρές κορυφώσεις - αυτές οι μικρές κορυφώσεις δεν είναι άλλωστε οι πραγματικές στιγμές μεγαλείου; Για παράδειγμα, το "Hating The Player, Hating The Game" ανάγει τον μηδενισμό σε ένα ανυπόφορα δυνατό συναίσθημα των αρνητικών μας πτυχών, ενώ το "Crisis Apparition" ανατριχιάζει όντας η πιο στοιχειωτική στιγμή του δίσκου. Τα φαντάσματα ανέκαθεν εξίταραν τον Matt Elliott, εδώ κατοικούν σε ένα μικρό σπίτι του αραβικού κόσμου που επλήγησε από κάποια βόμβα εξ ουρανών. Ο πρωταγωνιστής ξυπνάει από τις φλόγες και τους πυκνούς καπνούς για να επέλθει η συνειδητοποίηση πως πρέπει να φύγει επειδή δεν έχει τίποτα δικό του. Η Σεχμέτ του εξηγεί πως δεν πρέπει να φοβάται το θάνατο, αλλά τη ζωή και τους πόνους της: Τον πόνο αν υπάρχει μετά θάνατον ζωή και τον πόνο αν δεν υπάρχει...

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET