Turnstile

Never Enough

Roadrunner (2025)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 05/06/2025
Αγωνία τέλος. Το επόμενο βήμα των Turnstile τους βρίσκει πάλι στην κορυφή
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όλοι θέλουν σήμερα ένα κομμάτι των Turnstile. Αν υπάρχει εξάλλου ένα συγκρότημα-σύμβολο του σύγχρονου εναλλακτικού ήχου που παντρεύει τέλεια την ορμή του hardcore punk με τις σύγχρονες indie τάσεις, είναι αυτό. Και η δεκαετία που διανύουμε είναι με βεβαιότητα η δική τους δεκαετία. Αυτό φυσικά δεν μειώνει όλα τα υπόλοιπα σπουδαία πράγματα που συμβαίνουν γύρω τους, αλλά έχω την αίσθηση πως δεν υπάρχουν πολλά αντίστοιχα συγκροτήματα που η επίδραση τους στο σύνολο του κιθαριστικού ήχου είναι τόσο καθοριστική.

Για αυτό και όλοι θέλουν σήμερα ένα κομμάτι των Turnstile. Από διαδικτυακούς καφετζήδες και wannabe influencers μέχρι "punk’s not dead" μαϊντανούς, και από έντιμους μουσικόφιλους μέχρι hipster κάγκουρες, όλοι προσπαθούν σήμερα να μας πείσουν πως όταν αυτοί τα λέγανε για τους νέους θρύλους της alt/hardcore/whatever σκηνής, όλοι οι άλλοι πετούσαν χαρταετό. Βέβαια, ευτυχώς για εμάς, τα γραπτά μένουν, οπότε μπορούμε να περηφανευόμαστε πως εμείς τα λέγαμε από το 2018 (νταξ, ο Θεοδόσης είναι και σκληρός καριόλης οπότε κρατούσε punk Θερμοπύλες μόνος του), ενώ, όταν τελικά κυκλοφόρησε το "Glow On" χωρίς φόβο και πάθος, πρώτοι σπεύσαμε να αποθεώσουμε και, στο τέλος της χρονιάς, το βγάλαμε και ψηλά στην 30αδα μας!

Άλλα, είπαμε, σήμερα όλοι θέλουν ένα κομμάτι των Turnstile. Είναι και αυτά τα καταραμένα social media και ο τρόπος που λειτουργεί το διαδίκτυο που, από τη μία, μόλις ένα πράγμα πάρει λίγο hype τρέχουν όλοι από πίσω και, από την άλλη, για κάθε σπουδαίο άλμπουμ, για κάθε γκρουπ που θα μας συνταράξει λίγο την ψυχή, για κάθε τραγούδι που θα λιώσουμε χωρίς αύριο, θα εμφανιστούν ένα μάτσο haters που θα προσπαθήσουν να πάρουν υπεραξία μέσα από αυτή τους την αντίδραση. Βέβαια, εμείς δεν κρίνουμε, έτσι είναι η μουσική. Κι εμείς αγαπάμε και μισούμε με πάθος αλλά, τουλάχιστον, προσπαθούμε να μην σπάμε τελείως τα νεύρα αυτών που διαφωνούν μαζί μας. Αυτή όμως είναι η μοίρα όλων των μεγάλων συγκροτημάτων αφού, καλώς ή κακώς, το μέγεθος της επίδρασης τους δεν κρίνεται μόνο από τους φανατικούς οπαδούς που θα αποκτήσουν αλλά και από τον αριθμό αυτών που δεν θα χάσουν ευκαιρία να κάνουν σαφές το πόσο δεν τους γουστάρουν. Το βλέπουμε εξάλλου και με άλλα σχήματα (αν θέλετε λέμε και ονόματα) που ο αριθμός των followers τους αυξάνεται σε συνάρτηση με των αριθμό όσων φτύνουν μια γουλιά μπύρας στο πάτωμα κάθε φορά που αναφέρεται το όνομα τους.

Σε αυτό το πλαίσιο, ναι, είναι απολύτως λογικό όλοι να θέλουν ένα κομμάτι των Turnstile. Γιατί το "Glow On" παραμένει σήμερα το άλμπουμ που όλοι βάλαμε σε δέκα κολλητούς μας και κανένας από αυτούς δεν μας απάντησε "πω, βγάλτο, δεν το μπορώ". Αντίθετα, είτε "κόλλησε" με αυτό με αποτέλεσμα να μην ακούσει τίποτα άλλο για 1-2 χρονάκια, είτε, στην χειρότερη, πέρασε πολύ καλά για 35 λεπτά, κάτι που, εδώ που τα λέμε, στην εποχή της μαζικής και γρήγορης κατανάλωσης μουσικής, δεν είναι και μικρό πράγμα. Όπως όμως όλοι οι "μεγάλοι" δίσκοι, η τρίτη επίσημη κυκλοφορία των Αμερικανών υπερέβη τα είδη και τις ταμπέλες, φλερτάροντας ασύστολα με το mainstream, χωρίς όμως να "ξεπουλιέται". Και όχι, δεν ήρθα εδώ να σας κάνω τον πιουριστή, αλλά πραγματικά θεωρώ το "Glow On" έναν δίσκο που δεν κάνει ηχητικές εκπτώσεις ενώ, παράλληλα, ανοίγει δρόμους, απευθυνόμενο σε πολύ μεγαλύτερα ακροατήρια από αυτά που θα φανταζόταν κανείς πως θα είχε μια hardcore punk μπάντα. Γι’ αυτό εξάλλου θεωρήσαμε πως ακολουθεί την κατεύθυνση σπουδαίων δίσκων όπως το "Nevermind", το "The Shape of Punk to Come" ή το "Smash", κυκλοφοριών δηλαδή που, ακολουθώντας το ρεύμα της εποχής τους, τελικά, κατάφεραν να το ξεπεράσουν και να το καθορίσουν.

Για όλα αυτά λοιπόν, σήμερα, όλοι θέλουν ένα κομμάτι των Turnstile. Και γι’ αυτό το "Never Enough" αποτέλεσε έναν από τους πιο πολυαναμενόμενους δίσκους της χρονιάς. Τα είπε και η Charli XCX εξάλλου, δεν χρειάζεται να τα λέω εγώ. Φυσικά, πλέον οι Turnstile έχουν εξελιχθεί σε μάστορες του να χτίζουν hype, πετώντας μας στη μούρη το ομώνυμο single που ανοίγει το άλμπουμ και, στη συνέχεια, αντίστοιχες κομματάρες, συνοδευόμενες από υπέροχα videos, που μας άνοιξαν για τα καλά την όρεξη. Για αυτό και, εδώ και μέρες, έχουμε πέσει με τα μούτρα στο νέο άλμπουμ του σχήματος από την Βαλτιμόρη, ακούγοντας το ξανά και ξανά και ξανά.

Αν κάτι είναι βέβαιο, από την πρώτη κιόλας ακρόαση, είναι πως το άλμα που έκαναν από τον δεύτερο δίσκο τους στον τρίτο, εδώ, δεν επαναλαμβάνεται καθώς το "Never Enough" ακολουθεί την φόρμα της προηγούμενης δουλειάς τους, συνεχίζοντας στον δρόμο που άνοιξε το "Glow On". Γι’ αυτό και εκτιμώ πως στο μέλλον θα τα βλέπουμε σαν δίσκους-αδερφάκια. Το εντυπωσιακό όμως είναι πως, παρόλο που δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί το σοκ και αυτή τη φορά ήμασταν προετοιμασμένοι, σε ποιότητα η νέα τους δουλειά δεν υστερεί καθόλου. Και αυτό γιατί πετυχαίνει να ακούγεται σαν ένα sequel φτιαγμένο με αγάπη και όχι σαν ένα ανέμπνευστο και χλιαρό remake.

Παράλληλα όμως, το συγκρότημα καταφέρνει να μας ξαφνιάσει. Είτε με ξέφρενα ska πνευστά από τον Leland Whitty των BadBadNotGood,, είτε με ambient pop και ηλεκτρονικά περάσματα, είτε με απρόβλεπτους jazz πειραματισμούς διά χειρός Shabaka Hutchings, και με μπόλικες συνεργασίες όπως π.χ. με την Hayley Williams ή τον Blood Orange, οι Turnstile συνεχίζουν να διακοσμούν το μονοπάτι τους με όλο και πιο περίτεχνα ηχητικά κοσμήματα που τους καθιστούν απίστευτα μοναδικούς σε μια εποχή που όλοι αντιγράφουν ή θυμίζουν κάτι άλλο, διακηρύσσοντας (ψευδώς) το τέλος των μουσικών ειδών.

Κι αν σκεφτούμε πως αυτό το καταφέρνουν παρά την αποχώρηση του Brady Ebert το 2022, του οποίο το κιθαριστικό στυλ και η παρουσία υπήρξαν καθοριστικά στοιχεία του συγκροτήματος, το μέγεθος της επιτυχίας του εγχειρήματος πολλαπλασιάζεται. Και μπορεί η Meg Mills των Big Cheese και Chubby & the Gang να τον έχει πλέον αντικαταστήσει και επίσημα, όμως δεν έπαιξε μια νότα στο δίσκο αφήνοντας τα υπόλοιπα μέλη, με πρωταγωνιστή τον Brendan Yates, να σηκώσουν το βάρος, και τον Pat McCrory να αποδεικνύει πως μπορεί σε κιθαριστικό επίπεδο να κρατήσει το συγκρότημα κάτι παραπάνω από όρθιο.

Ηχογραφημένο στο θρυλικό The Mansion του Rick Rubin όπου γράφτηκαν άλμπουμ όπως το "Blood Sugar Sex Magik", το "Holy Wood (In the Shadow of the Valley of Death)", και το "Vol. 3: (The Subliminal Verses)", σε παραγωγή Brendan Yates και Will Yip, το νέο άλμπουμ των Turnstile πετυχαίνει να είναι hardcore punk, παρόλο που τα γρήγορα κι επιθετικά σημεία έχουν μειωθεί αισθητά, και, συγχρόνως, να είναι τόσα πολλά περισσότερα πράγματα, τα οποία, μπορεί στην αρχή να σου ξενίσουν, αλλά μετά από λίγο βγάζουν τέλειο νόημα. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την ποιότητα των τραγουδιών αλλά, κυρίως, με το πως δένουν το ένα με το άλλο, δημιουργώντας ένα έργο ενιαίο που ενσαρκώνει τέλεια το καλλιτεχνικό όραμα των δημιουργών του.

Μετά από μια καλλιτεχνική υπέρβαση που τους έβαλε μέχρι και στα σαλόνια των Grammys, και με τις ζωντανές του εμφανίσεις να έχουν λάβει πλέον μυθικές προεκτάσεις, είναι ξεκάθαρο πως οι Turnstile είναι ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα της εποχής μας. Και το "Never Enough" εδραιώνει για τα καλά τον μύθο τους, κάνοντας όλους εμάς που δεν τους είδαμε στην περιοδεία του "Glow On" να ανυπομονούμε για την 11η Ιουνίου, όταν και θα εμφανιστούν στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων.

Αν σκεφτείτε πως η προηγούμενη τους δουλειά κατέληξε στην κορυφή της λίστας μου για το 2021, το γεγονός ότι θα έρθουν μόλις έχουν βγάλει νέο δίσκο θα μπορούσε να είναι και κάτι που θα με ξενέρωνε. Όμως δεν είναι. Ίσα-ίσα που ανυπομονώ να τραγουδήσω μαζί τους "All because you know I care". Τα λέει και ο τίτλος εξάλλου. Δεν χορταίνονται οι Turnstile, δεν είναι ποτέ αρκετοί. Γι’ αυτό, και την επόμενη μέρα, όλοι πάλι θα θέλουν ένα κομμάτι τους. Αλλά, με τον ρυθμό που εξελίσσονται, σύντομα δεν θα είναι και τόσο εύκολο να το βρείτε. Γι’ αυτό φροντίστε άμεσα να καβαλήσετε τον ροζ συννεφάκι τους και να χαθείτε στον μπλε ουρανό. Δεν υπάρχει περίπτωση να το μετανιώσετε.

  • SHARE
  • TWEET