Monster Magnet

A Better Dystopia

Napalm Records (2021)
Από τον Θοδωρή Ξουρίδα, 26/05/2021
Σαν να είναι οι καλύτεροι Monster Magnet χωρίς να είναι
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πάνε πολλά πλέον χρόνια από τότε που είχαμε την τύχη να συνομιλήσουμε για μία και μοναδική φορά με την αυτού μεγαλειότητα τον Dave Wyndorf, όταν και είχαμε ρίξει την ιδέα να συγκεντρώσουν οι Monster Magnet τα εξαιρετικά σκόρπια κομμάτια τους, διασκευές ή μη, για να μην τα ψάχνουμε από δω κι από κει. Την είχε βρει εξαιρετική, αλλά εν τέλει δεν έγινε τίποτα.

Γεγονός παραμένει ότι οι αρκετές διασκευές που έχουν επιχειρήσει από το ξεκίνημα της πορείας τους μέχρι και τις μέρες μας έχουν ζουμί και είναι ένα κεφάλαιο από μόνες τους, η κάθε μία με τη δική της ιστορία και σημειολογία στην πορεία του συγκροτήματος.

Βρισκόμαστε στις αρχές του 2020 και η παρέα του Dave Wyndorf ετοιμάζεται για το βορειοαμερικάνικο σκέλος μιας επετειακής περιοδείας για το εμβληματικό "Powertrip" έχοντας μόλις τελειώσει το ευρωπαϊκό, το οποίο δυστυχώς δεν πέρασε από την Ελλάδα, ίσως επειδή σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη είχε ολοκληρωθεί η αμέσως προηγούμενη περιοδεία του συγκροτήματος.

Τρία χρόνια πλέον μετά το τελευταίο στούντιο άλμπουμ "Mindfucker" και με την πανδημία να έχει παγώσει τα πάντα, ο Wyndorf δεν έχει καινούριο υλικό και δεν μπορεί να κάτσει στα αυγά του. Το δυστοπικό περιβάλλον που ζούμε του θυμίζει την παιδική του ηλικία στα τέλη της δεκαετίας του '60 και τις αρχές της δεκαετίας του '70 - μην ξεχνάμε ότι η ταυτότητά του γράφει 28 Οκτωβρίου 1956 στην ημερομηνία γέννησης.

Μόνο που τότε, μέσα σε μια παρόμοια κατάσταση τρέλας, η μουσική ήταν καλύτερη και υπήρχε ένα ξεχωριστό vibe που σήμερα λείπει, εξού και η «καλύτερη δυστοπία» που ονομάζει το παρόν άλμπουμ διασκευών. Τα τραγούδια αποτελούσαν μια τέταρτη διάσταση και διέξοδο από τον παλαβό κόσμο που μεγάλωσε, βρίσκονταν πάντοτε εκεί και μεγάλωσαν κι αυτά καλά μαζί του.

Κάπως έτσι λοιπόν, επέλεξε μερικά από αυτά τα και μαζί με τους συνεργάτες του, Bob Pantela, Phil Caivano, Garrett Sweeney και and Alec Morton τα ηχογράφησε στα Freak Shop Studios του πρώτου στο New Jersey. Έχοντας ήδη έναν σεβαστό σε έκταση κατάλογο διασκευών σε γνωστά ως επί το πλείστον στο ευρύ κοινό ονόματα, προς τιμήν του κινήθηκε κατά κανόνα σε περισσότερο obscure μονοπάτια.

Κεντρική ιδέα, όπως άλλωστε και η ουσία της μουσικής των Monster Magnet για τέσσερις περίπου δεκαετίες, είναι η ψυχεδέλεια, άλλοτε πιο ξεκάθαρη και άλλοτε στις rock 'n' roll βάσεις ή hard rock προεκτάσεις της. Πάμε λοιπόν να δούμε ένα-ένα τα κομμάτια και να βγάλουμε και μια σούμα στο τέλος.

1. The Diamond Mine (The Higher Elevation, 1967)
Ένας κλασικός μονόλογος του Dave Diamond επενδύεται με ωραίες κιθαριές και αποδίδεται ιδανικά από τον Wyndorf, σε μια χαρακτηριστική μίνι παράσταση που αποτελεί την κατάλληλη εισαγωγή για όσα ακολουθούν. Ως ραδιοφωνικός παραγωγός, ο Dave Diamond συνέβαλε στην εξάπλωση της ψυχεδελικής και acid rock μουσικής στα τέλη των '60s και τις αρχές των '70s, ενώ αργότερα καταξιώθηκε ως συγγραφέας και ακαδημαϊκός.

2. Born To Go (Hawkwind, 1973)
Εδώ ο Dave της καρδιάς μας ίσως να κλέβει λίγο, μιας και έχει διασκευάσει στο παρελθόν το "Brainstorm" και δύο κομμάτια του Robert Calvert από το άλμπουμ "Captain Lockheed & The Starfighters" του 1974 ("The Right Stuff" και "Ejection"), όπως φαίνεται όμως η επιρροή των πρωτοπόρων του space rock είναι κεντρική στο έργο του, οπότε το όποιο ατόπημα δικαιολογείται. Το κλασικό "Born To Go" δίνει λοιπόν το σύνθημα, σε μια τρομερή εκτέλεση με ήχο που είναι όσο χαοτικός και όσο τούμπανο χρειάζεται.

3. Epitaph For A Head (J. D. Blackfoot, 1969)
B-side στο πρώτο single του ή των J. D. Blackfoot, το "Epitaph For A Head" είναι αρκετά σκληρό και χαοτικό για την εποχή του στα δύο και κάτι λεπτά που διαρκεί και ταιριάζει γάντι στους Monster Magnet, που το τσιτώνουν όσο χρειάζεται για να στείλουν τα κεφάλια μας στο τοίχο. Ειδική μνεία χρίζουν στίχοι όπως roll yourself a joint, that flat metallic object, it’s a space god και the psychedelic color's making thunder in my brain.

4. Solid Gold Hell (The Scientists, 1984)
To 1984 o Dave Wyndorf δεν ήταν παιδί ή έφηβος αλλά ήδη 28 χρονών, έχοντας μάλιστα κυκλοφορήσει δύο single και ένα EP με τους Shrapnel. Ήταν η εποχή που το επιδραστικό post-punk σχήμα του Kim Salmon από τη μακρινή Αυστραλία κυκλοφορούσε το "Solid Gold Hell" στο EP "This Heart Doesn't Run On Blood, This Heart Doesn't Run On Love". Η επανάληψη, ως βασικό χαρακτηριστικό του τραγουδιού, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να προσαρμοστεί στις heavy psych ανάγκες των Monster Magnet και το τελικό αποτέλεσμα κρίνεται σίγουρα ταιριαστό.

5. Be Forewarned (Macabre, 1972)
Μπορεί το "Be Forewarned" να μην φέρει, μάλλον από συγκυρία, το όνομα των Pentagram, αποτελεί όμως αν δεν κάνω λάθος την πρώτη επίσημη κυκλοφορία του θρύλου Bobby Liebling και είναι τόσο συγκλονιστικό όσο η ιστορία του εν λόγω κυρίου, φέρνοντας την ψυχεδέλεια στα μέτρα του heavy metal, με την εξιστόρηση να πραγματεύεται τη διπλή προσωπικότητα και το παιχνίδι της επιβολής. Συγκλονιστικός είναι και ο κύριος Wyndorf στα χαμηλά, τα μουρμουρητά και τα άγριά του, συγκλονιστική και η εκτέλεση των Monster Magnet με τις επιπλέον τσαχπινιές τους, η κορυφαία πιθανότατα διασκευή στο "A Better Dystopia".

6. Mr. Destroyer (Poobah, 1972)
Από την ίδια χρονιά, οι Monster Magnet επιλέγουν ακόμη τον δυναμίτη "Mr. Destroyer", κομμάτι που ανοίγει το ντεμπούτο των Poobah με τίτλο "Let Me In". Προεξάρχοντος του τραγουδιστή και κιθαρίστα Jim Gustafson που παραμένει ενεργός μέχρι τις μέρες μας, το trio από το Ohio θεωρείται ένα από τα κορυφαία ψυχεδελικά hard rock σχήματα της underground σκηνής των Η.Π.Α. για τη δεκαετία του '70. Προσωπικά, είχα την τύχη να ανακαλύψω το συγκρότημα τις πρώτες μέρες του ευρυζωνικού διαδικτύου με το επίσης έπος "You Don't Love Me" που ανοίγει το "Steamroller" του 1979, σκαλίζοντας τα κιτάπια της επονομαζόμενης τότε Monster Records με τον σπουδαίο κατάλογο obscure επανακυκλοφοριών. Με οδηγό την πρωταγωνιστική ρυθμική κιθάρα και μάλλον αντιπολεμικό μήνυμα, το "Mr. Destroyer" αποδίδεται ιδανικά από τους Monster Magnet και ορθά επιλέγεται ως πρώτο single, αφήνοντας χώρο στον ιεροκύρηκα Wyndorf να φωνάξει fight, fight, fight!

7. When The Wolf Sits (Jerusalem, 1972)
Συνεχίζουμε στο 1972 με ένα ακόμη hard rock ή proto metal gem, το οποίο επανέφερε στην αγορά το sublabel της Rockadrome (εξέλιξη της Monster Records) που ονομάζεται Vintage. Το ντεμπούτο της πεντάδας από το Salisbury κυκλοφόρησε για πρώτη φορά από την Deram σε παραγωγή κάποιου Ian Gillan κάποιων Deep Purple και δυστυχώς παραμένει δυσεύρετο σε λογική τιμή. Δεδομένης της ποιότητας στο σύνολο του άλμπουμ, το "When The Wolf Sits" αποτελεί εξαιρετική επιλογή, καθώς όχι μόνο μπορείς να φανταστείς την εκτέλεση των Monster Magnet με τα γνώριμα σολίδια τους, αλλά ακόμη τον Dave Wyndorf να ερμηνεύει τις κοφτές στροφές, ακούγοντας μόνο το πρωτότυπο. Άνετα στις καλύτερες στιγμές του δίσκου.

8. Death (The Pretty Things, 1968)
Μπορούμε να αναλογιστούμε πόσο ταιριάζουν ή όχι οι Pretty Things με τα υπόλοιπα σχήματα που διασκευάζονται στο παρόν άλμπουμ, σκεπτόμενοι ότι κυκλοφόρησαν την εμβληματική rock opera "S.F. Sorrow" πριν οι Who κυκλοφορήσουν το "Tommy", ενώ το 2007 έπαιξαν σε ένα μισοάδειο Gagarin, πίνοντας μετά μπύρες στο bar μαζί με τους οπαδούς. Επί προσωπικού, με την είδηση του θανάτου του τραγουδιστή τους Phil May τον περασμένο Μάιο, θυμήθηκα να μου παίρνουν το μυαλό όταν τους πρωτοάκουγα στην εκπομπή του δασκάλου Παναγιώτη Μπεθάνη στον Επικοινωνία του Νέου Ηρακλείου τις προ internet εποχές, πολύ πιθανόν μαζί με αρκετά από τα τραγούδια που επέλεξαν οι Monster Magnet. Ίσως η επιλογή να αποτελεί ένα ελάχιστο φόρο τιμής στον εκλιπόντα May, ίσως και όχι απαραίτητα. Το σίγουρο είναι ότι στην πιο ήρεμη στιγμή του "A Better Dystopia", το συγκρότημα που ούτως ή άλλως επιλέγει πολύ περισσότερο να επανεκτελέσει και πολύ λιγότερο να διασκευάσει, αποδίδει με θρησκευτική ευλάβεια το πρωτότυπο. Ευλόγηcον.

9. Situation (Josefus, 1970)
Τί περίπτωση και αυτοί οι Τεξανοί. Μέσα σε ενάμισι χρόνο ζωής κατάφεραν να κυκλοφορήσουν όχι ένα αλλά δύο άλμπουμ, με το "Dead Man" να εμφανίζεται συχνά πυκνά σε εκείνα τα ωραία blog που κάποτε σου επέτρεπαν να κατεβάσεις ολόκληρα ψαγμένα άλπουμ και φυσικά να τραβά την προσοχή από κάθε άποψη. Η δεύτερη πλευρά που κλείνει με το 17λεπτο και πλέον ομώνυμο ανοίγει σε πλήρη αντιδιαστολή με το hard psych καταγισμό του "Situation": Μέσα σε επτά γραμμές και λιγότερα από εκατόν είκοσι δευτερόλεπτα οι Josefus λένε όλα όσα χρειάζονται και οι Monster Magnet ακολουθούν πιστά τις διδαχές τους.

10. It's Trash (The Cave Men, 1966)
Το γκαραζοπάνκ δεν θα μπορούσε να λείπει από ένα συλλογικό έργο έργο των Monster Magnet όπως δεν θα πρέπει να λείπει και από την ψυχεδέλεια εάν θέλουμε να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα, και αυτό το κενό έρχεται να καλύψει το b-side από το μοναδικό σαρανταπεντάρι των Cave Men. Παρότι πρόκειται για 55 πλέον ετών ηχογράφηση, είναι trash όνομα και πράγμα, σε σημείο που θαρρείς πως η παρέα του Dave Wyndorf θέλησε να βάλει λίγο χαλινάρι, γεγονός που θα πρέπει να θεωρηθεί παράσημο του πρωτοτύπου.

11. Motorcycle (Straight To Hell) (Table Scraps, 2015)
Δεύτερη τρόπον τινά παρασπονδία, αλλά όσα ξέρει ο νοικοκύρης δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος. Το garage σχήμα από το Birmingham έχει περιοδεύσει στο παρελθόν με τους Monster Magnet, οι οποίοι όπως φαίνεται τους γούσταραν τόσο πολύ ώστε να τους διασκευάσουν κιόλας. Όταν το video clip του "Motorcycle (Straight To Hell)" από το full-length ντεμπούτο τους "More Time For Strangers" μοιάζει σαν κακής ποιότητας παραγωγή από τη δεκαετία του '80, σχετικά αναμενόμενα το μουσικό περιεχόμενο είναι όσο βρώμικο και βουρκωμένο χρειάζεται για να ταιριάζει γάντι στη φωνή του Wyndorf και τις δυνατότητες της δικής του ομάδας. I got a vampire's motorcycle, I'm gonna drive it straight to hell.

12. Learning To Die (Dust, 1972)
Εμπορική απήχηση και εκτενή δισκογραφία συνήθως πάνε πακέτο, οπότε σχεδόν εξ' ορισμού μία από τις συνθήκες της ομπσκιουρίλας είναι ο περιορισμένος αριθμός άλμπουμ. Όταν μιλάμε για ομπσκιουρίλα και proto metal, οι Dust είναι από τα mainstream ονόματα -σχήμα οξύμωρο- της σχετικής λίστας, σε βαθμό που πολλές φορές τους ξεχνάμε στα πλαίσια της ατέρμονης αναζήτησης. Φυσικά, εκτός από την αναμφισβήτητη σπάνια ποιότητα του υλικού, η συμμετοχή του πασίγνωστου Marky Ramone στα τύμπανα, η εμπλοκή του κιθαρίστα/τραγουδιστή Richie Wise και του παραγωγού Kenny Kerner με τους Kiss, η επιτυχημένη πορεία του περιζήτητου μπασίστα Kenny Aaronson και φυσικά το επικό από τα λίγα εξώφυλλο του Frank Frazetta έβαλαν με τα χρόνια μπόλικο νερό στο αυλάκι της αναγνώρισης. Το επίσης επικό "Learning To Die" είναι ένα από τα διαμαντάκια των Νεοϋορκέζων και δικαίως οι Monster Magnet απέδωσαν τιμές, επιλέγοντάς το μάλιστα ως δεύτερο single και lyric video.

13. Welcome To The Void (Μorgen, 1969)
Για κάποιον ανεξήγητο λόγο το "Welcome To The Void" αναφέρεται ως bonus track, η αλήθεια είναι ότι το κομμάτι που ανοίγει τον μοναδικό και περιζήτητο δίσκο των Νεοϋορκέζων με την περίφημη "Κραυγή" του Νορβηγού 'Εντβαρτ Μουνκ στο εξώφυλλο, αποτελεί ιδανική σύνοψη για το φινάλε του "A Better Dystopia". Ταυτόχρονα ψυχεδελικό και γκρουβάτο στην πρωτότυπη εκδοχή του, παρουσιάζεται σχεδόν αναμενόμενα κατάτι πιο σκληρό και απόλυτα εναρμονισμένο στο σύνολο. Let your mind get away from the fall, I say: Welcome to the void.

Πάμε τώρα λοιπόν να κάνουμε τη σούμα και να βγάλουμε την τελική ετυμηγορία. Οι επιλογές καταρχάς είναι εξαιρετικές στο σύνολό τους και μακριά από την πεπατημένη. Είναι σίγουρα πιο εμπορικό να επιλέξει ένα σχήμα τους μεγάλους του παρελθόντος για ένα άλμπουμ διασκευών, επειδή όμως οι Monster Magnet μάλλον έχουν κλείσει τους σχετικούς λογαριασμούς στην προηγούμενη δισκογραφία τους, ορθά επιλέγουν άγνωστα στο ευρύ κοινό τραγούδια και συγκροτήματα, πραγματοποιώντας ταυτόχρονα κι ένα άτυπο αφιέρωμα στους αφανείς ήρωες της ιστορίας.

Όσον αφορά τον ήχο, τις εκτελέσεις και τη συνοχή, το αποτέλεσμα είναι πάρα πολύ καλό, με μοναδική παρατήρηση ότι δεν θα ακούσεις σημαντικές διαφορές σε σχέση με τα πρωτότυπα. Βέβαια, το τελευταίο σχεδόν εξ ορισμού δεν είναι το ζητούμενο, καθώς μόνο με χιλιοακουσμένες επιτυχίες δεν έχουμε να κάνουμε. Η δουλειά που έχει γίνει λοιπόν στον ήχο είναι άκρως επαγγελματική, με το εξαιρετικό οργανικό αποτέλεσμα να είναι απολαυστικό, ενώ οι άψογες εκτελέσεις που θαρρείς πως έχουν προκύψει αβίαστα, καταδεικνύουν το υψηλό επίπεδο της παρέας του Dave Wyndorf.

Με κοινή εκτελεστική προσέγγιση σχεδόν σε όλα τα κομμάτια, οι Monster Magnet έχουν τσιτώσει όσο χρειάζεται τα πρωτότυπα, επιτυγχάνοντας ένα ενιαίο σύνολο που ακούγεται πολύ ευχάριστα χωρίς τον πειρασμό του skip και παρά τις επιμέρους διαφορές. Υπό αυτή την έννοια, ο δίσκος έχει επιτύχει απόλυτα τον σκοπό του, δηλαδή να αποτελέσει μία ενιαία και αυτόνομη πρόταση, με σαφέστατο λόγο ύπαρξης. Σαν να είναι οι καλύτεροι Monster Magnet χωρίς να είναι. Μακάρι όλοι οι δίσκοι διασκευών να ήταν κάπως έτσι.

  • SHARE
  • TWEET