Cynthesis

DeEvolution

Sensory (2011)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 21/07/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Η εμφάνιση των Cynthesis πριν λίγο καιρό στα τεκταινόμενα του progressive metal ήρθε σαν ευχάριστη και αναπάντεχη έκπληξη, μιας και αποτελούν προέκταση των πολύ συμπαθών Αμερικανών Zero Hour και δη των αδερφών Tipton, ενώ στις τάξεις τους βρίσκεται και ένα μέλος των εξίσου (ίσως προσωπικά ακόμα περισσότερο) συμπαθών Enchant. Μάλιστα, σε μια συνήθεια που τείνει να γίνει μόδα, τα δύο αδέρφια επανέφεραν στο προσκήνιο τον πρώην τραγουδιστή της βασικής τους μπάντας, χωρίς να γνωρίζω πολλά είναι η αλήθεια για το τι σχέσεις είχαν ή έχουν και τι τους οδήγησε εξαρχής σε διαφορετικούς δρόμους.

Ελάχιστα με ενδιαφέρει, όμως, το παρασκήνιο πίσω από την κυκλοφορία του ντεμπούτου άλμπουμ τους, "DeEvolution", σε σχέση με τη μουσική που περιέχει και η οποία δεν αποκλίνει σημαντικά από τους Zero Hour, καθώς κινούνται στο χώρο του λυρικού progressive metal, με έντονους συνειρμούς στην πλευρά συγκροτημάτων όπως οι Fates Warning, οι Sieges Even ή ακόμα και οι Wolverine. Εμφανώς λιγότερο σκληροί σε σχέση με τους Zero Hour, επενδύουν στην ατμόσφαιρα, η οποία εξυπηρετεί τους σκοπούς ενός concept άλμπουμ και στηρίζει τον prog χαρακτήρα του μάλλον στα περίεργα -επί το πλείστον- time signatures και στις «χτιζόμενες» δομές των τραγουδιών, παρά σε επιδείξεις τεχνικής που περιορίζονται σε μεμονωμένες στιγμές, όπως αυτή της εισαγωγής του "Divided Day". Οι δε ερμηνείες του Erik Rosvolt ταιριάζουν απόλυτα, ικανοποιώντας κυρίως με την εκφραστικότητα, παρά με το εύρος και τη διαφορετικότητά τους.

Οι χαμηλές ταχύτητες, οι αρπισμοί, οι επαναλαμβανόμενες δομές, οι χαρακτηριστικές μπασογραμμές και τα ατμοσφαιρικά πλήκτρα αποτελούν τα βασικά συστατικά των οκτώ συνθέσεων, συνολικής διάρκειας 45 λεπτών, που περιλαμβάνονται στο άλμπουμ. Το αποτέλεσμα μάλλον θα ικανοποιήσει όσους είναι ήδη εξοικειωμένοι με τον ήχο των Zero Hour και βρίσκουν ενδιαφέρουσα την progressive προσέγγισή τους, αλλά και όσους αρέσκονται στις μπάντες που αναφέρθηκαν προηγουμένως ή σε αμερικανικές prog/power μπάντες, όπως οι The Black Symphony στα λίγα ξεσπάσματά τους (αλήθεια τι να έχουν απογίνει αυτοί;).

Το άλμπουμ ξεκινάει δυνατά, με τα "The Man Without Skin", "Incision" και "Divided Day" να αποτελούν τις καλύτερες στιγμές του, με τη μελωδία, την κολλητική μπασογραμμή και την τεχνική τους αντίστοιχα. Κάπου εκεί οι ταχύτητες αρχίζουν να πέφτουν, σε σημείο που το άλμπουμ γίνεται λίγο πιο υποτονικό από όσο θα ήθελα και ως εκ τούτου δε μπορεί να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον μου. Ωραίο το "Shallow World" που έχει μόνο πλήκτρα, πιάνο και φωνή, αλλά πρέπει να περάσουν κι άλλα τρία λεπτά από το "Profits Of Disaster" για να αυξηθηεί λίγο η ένταση. Το "Edifice Grin" αποτελεί την πιο «δυνατή στιγμή» σε όλο το άλμπουμ, ενώ το "Twilight" ένα ακόμα ατμοσφαιρικό ιντερλούδιο και το "A Song Of The Unrest", που κλείνει το δίσκο, χτίζεται από μια ακόμα «ambient» ατμόσφαιρα, που οδηγεί σε ένα ξέσπασμα και αυτό με τη σειρά του σε ένα ήρεμο τελείωμα.

Το "DeEvolution" είναι λίγο - πολύ ό,τι αντιπροσωπεύουν και οι Zero Hour. Κάτι πραγματικά αξιόλογο, με δεδομένη αξία για όσους το ανακαλύψουν και του δώσουν σημασία, αλλά κάτι που δύσκολα θα αποσπάσει μια θέση προτεραιότητας στα ακούσματά αυτών των ακροατών. Οι «καμένοι» progressive metallers το αναζητείτε ήδη και περνάτε μερικές εσωστρεφείς ακόμα ώρες περισυλλογής, καθώς μπορώ να πω πως μου αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για τους Zero Hour και, παρόλο που δεν είμαι σίγουρος αν χωράνε δύο τόσο ίδια καρπούζια σε μια μασχάλη, θα ήθελα να δούμε και επόμενο δείγμα δουλειάς από τους Cynthesis. Μια ακόμα ευχάριστη έκπληξη στον πολύχρωμο καμβά του progressive rock/metal του 2011, που δεν ξεχωρίζει, αλλά δεν περνάει και απαρατήρητη.
  • SHARE
  • TWEET