Bob Dylan

Rough And Rowdy Ways

Columbia (2020)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 21/09/2020
Το ακριβώς αντίθετο από αυτό που λέει ο τίτλος
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το κακό με τις τρεις προηγούμενες στούντιο δουλειές του Bob Dylan είναι ότι δυσκολεύεσαι πάρα πολύ να βρεις τον λόγο ύπαρξής τους. Η διασκευή τραγουδιών που ανήκουν στο λεγόμενο Great American Songbook, όχι μόνο στερεί από εμάς τη σπουδαιότερη των ικανοτήτων του Dylan, αυτή της στιχουργίας, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύει τη μεγαλύτερη αδυναμία του, αυτήν της έκτασης της φωνής του. Εν τέλει, αυτό που απομένει είναι κυρίως μία εσωστρεφής, αυτοαναφορική άσκηση της μορφής «δείτε πως μπορώ να αντεπεξέλθω ακόμα και σε μία τέτοια πρόκληση», παράσημο που του δίνω ευχαρίστως, αλλά εν τέλει αδυνατώ να καταλάβω γιατί να αφορά κάποιον άλλον. Παρά τα παραπάνω όμως, η ενορχηστρωτική προσέγγιση του Dylan, συνδεδεμένη με τις προηγούμενες σύγχρονες δουλειές του, αλλά κάπως πιο συγκρατημένη, μας προετοίμαζε για μία αντίστοιχη περιποίηση σε δικές του συνθέσεις. Η ώρα έφτασε και η δουλειά αυτή ονομάζεται "Rough And Rowdy Ways".

Μόνο σαν ειρωνία μπορούμε, βέβαια, ακούγοντας τον δίσκο να εκλάβουμε τον τίτλο, αφού στην πραγματικότητα η μουσική είναι ήπια και διακριτικά μελωδική. Τόσο διακριτική είναι η ενορχήστρωση που για παράδειγμα τα σποραδικά ακόρντα της κιθάρας στο "Black Rider" δίνουν την αίσθηση ότι το τραγούδι είναι a capella. Η πιο ενορχηστρωτικά έντονη (δυσκολεύομαι να πω «πλούσια») στιγμή του δίσκου είναι το κλασικό rhythm 'n' blues σκηνικό του "Goodbye Jimmy Reed" (με ηλεκτρική κιθάρα και φυσαρμόνικα να κυριαρχούν), που όμως τελικά μέσα στην τυπική του ανάπτυξη είναι ακόμα πιο εύκολο να ξεχαστεί. Αντίστοιχα με τη μουσική και το τραγούδι του βρίσκεται στο ίδιο μοτίβο, χωρίς εξάρσεις και κυρίως με νοσταλγικά, ακόμα και μελιστάλαχτα σημεία. Η σπασμένη φωνή του έχει ακόμα τον τρόπο να βγάζει κάτι το ελκυστικό και σε κάνει να θες να ακούσεις την ιστορία που θα σου διηγηθεί, ειδικά ελλείψει ιδιαίτερου συνθετικού ενδιαφέροντος. Αν μη τι άλλο ο γερο-Bob δεν έχει ξεχάσει αυτήν του την τέχνη.

Το κακό είναι ότι οι ιστορίες που έχει να διηγηθεί, οκτώ χρόνια πλέον μετά το εξαιρετικό στιχουργικά "Tempest", δεν είναι τόσο ενδιαφέρουσες. Ναι, ο έλεγχος του μέτρου στν στίχο παραμένει παροιμιώδης, ναι, εδώ κι εκεί μπορεί να σε εκπλήξει με ένα ενδιαφέρον δίστιχο και φυσικά μπορεί ακόμα να συλλαμβάνει φοβερές και βαθιές έννοιες όπως η φράση "I contain multitudes" του ομώνυμου τραγουδιού (με διαφορά το καλύτερο στιχουργικά και μουσικά του δίσκου). Κατά τα άλλα όμως, αναλώνεται πολύ συχνά σε ένα αχρείαστο name dropping με συνδυασμό λέξεων με ονόματα, που περισσότερο μοιάζει με ένα διασκεδαστικό παιχνίδι που θα έκανε ο παλιός καλός Dylan παρά μία σοβαρή στιχουργική δουλειά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επαναλαμβάνεται αρκετές φορές ώστε να παύει να είναι ένα ελκυστικό αστείο και να αγγίζει την κουραστική τσαπατσουλιά. Στα "My Own Version Of You" και "I've Made Up My Mind To Give Myself To You" αναδύεται ως ερωτικός τροβαδούρος με μία χλιαρότητα όμως που δεν τον αφήνει να πλησιάζει καν τον συναισθηματισμό ενός "Lay Lady Lay", ενώ στο "Key West" εξυμνεί τη γνωστή περιοχή των ΗΠΑ, όπως κάποτε έκανε για τη Μοζαμβίκη στο "Desire", με τη διαφορά ότι εδώ είναι τα λόγια του που πρέπει να κρατήσουν το ενδιάφερον στο τραγούδι αντί για ένα υπέροχο βιολί ή το ντουέτο με μία γυναικεία φωνή. Δεκτή κάθε ένσταση ότι φιλτράρουμε τα πάντα μέσα από το βαρύ παρελθόν του, όμως αν υπάρχει κάποιος που διαρκώς έχει μάθει να αναμετράται με τον εαυτό του, αυτός είναι ο Dylan.

Όσο και αν διυλίσουμε το "Rough And Rowdy Ways", αυτό που μένει είναι ένας δίσκος φτιαγμένος ώστε να φέρει στο προσκήνιο τη φωνή, την ερμηνεία, τους στίχους του. Και δυστυχώς ακριβώς αυτό είναι που αδυνατεί να υποστηρίξει. Υπάρχουν αρκετές καλές στιγμές ώστε να δώσουν πάτημα στον μουσικό Τύπο, στην πλειοψηφία του αιώνιοι υμνητές του Dylan που αρέσκονται να παρουσιάζουν σχεδόν κάθε δουλειά του ως μία από τις καλύτερές του, αλλά στην πραγματικότητα απέχει αρκετά από το να είναι μία ενδιαφέρουσα μουσική πρόταση που θα επανατοποθετήσει τον Dylan στη σύγχρονη μουσική σκηνή, όπως κατάφερε στο πρόσφατο παρελθόν.

  • SHARE
  • TWEET