Σίσσυ Δουτσίου: «Υπάρχει μόνο η αγωνία μίας ψυχής που πνίγεται στη σιωπή»
Συζητώντας με την καλλιτέχνιδα Σίσσυ Δουτσίου για το πρώτο της άλμπουμ, την πολιτική, την τέχνη, και την πολλαπλότητα του εαυτού
Προσβολή Δημοσίας Αιδούς", δεν γνώριζα τίποτα απ' τη Σίσσυ Δουτσίου, παρ' όλο που η παρουσία της σε θεατρικούς και λογοτεχνικούς κύκλους έχει υπάρξει εκτεταμένη. Από τα δρώμενα του +Ινστιτούτου [Πειραματικών Τεχνών], ως τις συλλογές ποίησης και διηγημάτων, η δημιουργικότητά της έμοιαζε εξαρχής διαπεδιακή, και όλα αυτά ήρθαν να αποκρυσταλλωθούν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο στο πρώτο της άλμπουμ.
Πριν από την κυκλοφορία του "Με την πρώτη ευκαιρία, λοιπόν, προγραμματίσαμε μία συνέντευξη, την οποία και μου παραχώρησε με πολλή χαρά, άνεση, και προθυμία για ανθρώπινη επικοινωνία, μακριά από διεκπεραιωτικούς «δημοσιογραφισμούς». Ιδού, λοιπόν, τα όσα είπαμε για την τέχνη, την πολιτική, και την πλοήγησή μας μέσα σ' αυτή τη σύνθετη πραγματικότητα…
Γεια σου Σίσσυ! Αρχικά, σ' ευχαριστήσω πάρα πολύ για την συνέντευξη, και συγχαρητήρια και από εδώ, πρόσωπο με πρόσωπο, για τον νέο δίσκο.
Γεια σου Μάνο! Σ' ευχαριστώ.
Δεν καθοριζόμαστε απλά από μία ιδιότητα, απλά από μία ταυτότητα
Θα ήθελα να ξεκινήσω ρωτώντας κάποια πράγματα για σένα, που δεν θα τα βρούμε εύκολα στο διαδίκτυο. Έχω βρει ένα πολύ εντυπωσιακό βιογραφικό, από ανθολογίες ποίησης και διηγημάτων, θέατρο, spoken word, μέχρι και αστροφυσική. Θα ήθελα να μας παρουσιάσεις τη Σίσσυ Δουτσίου, όμως, όπως εσύ την αντιλαμβάνεσαι σήμερα, αυτή την περίοδο.
Ας ξεκινήσουμε λέγοντας πως όλοι είμαστε πολυσχιδείς προσωπικότητες. Δεν καθορίζεται κανείς απλά από μία ιδιότητα, απλά από μία ταυτότητα – είτε αυτή είναι η εργασιακή του, είτε αυτή είναι η ερωτική του, η σεξουαλική του, είτε είναι η ταξική του θέση. Δεν καθορίζεται μόνο από ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Αυτό σίγουρα με κάνει ανά διαστήματα να υπάρχω μέσα σε διαφορετικές καταστάσεις που με καθορίζουν. Άλλες φορές οι θεατρικές παραστάσεις επηρεάζουν όλο το πλαίσιο της ζωής μου, δηλαδή να είμαι εκεί αφοσιωμένη χωρίς να κάνω απολύτως τίποτα άλλο. Άλλες φορές η συγγραφή διηγημάτων με απορροφά, οπότε θα παραμείνω εκεί πέρα. Η ποίηση είναι ένα άλλο φαινόμενο, το spoken word ένα άλλο. Δεν μπορώ να πω ότι τώρα, αυτό το διάστημα, η Σίσσυ Δουτσίου κάνει spoken word. Δεν μπορώ να το πω αυτό, γιατί τα πάντα επηρεάζουν το τελικό «είναι» μου.
Δεν ξέρω αν το πέτυχες αυτό σε μία συνέντευξη, αλλά ταιριάζει πάρα πολύ να το πω τώρα. Ήμουν σ' ένα ζεν βουδιστικό μοναστήρι στην Ινδία, είχα μείνει εκεί ένα μήνα. Στο τείχος του υπήρχε ένα τεράστιο, φαντάσου, ας το πούμε graffiti, που έγραφε "Who am I?", ποιος είμαι; Σαν αυτή την ερώτηση που μου κάνεις εσύ τώρα. Σχεδόν τρόμαζα όταν πέρναγα μπροστά απ' αυτά τα τεράστια γράμματα που μου έδιναν το ερώτημα who am I? Έλεγα «ποια είμαι, δεν ξέρω, είμαι η Σίσσυ Δουτσίου, ηθοποιός και ποιήτρια». Πραγματικά, προσπαθούσα να μην το κοιτάζω. Με τα χρόνια, ξαναγύρναγα στο ίδιο ερώτημα, το οποίο προφανώς είναι ένα «κοάν» (Σ.τ.Σ.: ερωτήματα-αινίγματα της Ζεν φιλοσοφίας, που στόχο έχουν να διαταράξουν τη γραμμικότητα της σκέψης), και τα κοάν δεν έχουν απάντηση, απλά ήταν ένα παιχνίδι. Ένα παιχνίδι του ζεν μάστερ εδώ και χιλιάδες χρόνια, γιατί αυτό που είμαστε εξελίσσεται, αλλάζει, δεν μένει ποτέ σταθερό.
Οπότε βλέπεις τον εαυτό σου πολύ περισσότερο σε μία διαρκή και μεταλλασσόμενη ρευστότητα, όχι σαν κάτι που δημιουργήθηκε και τέλος, αυτό είναι, με κάποιες παγιωμένες ιδιότητες.
Ναι, σίγουρα, απλά έχει τη βάση του στο θέατρο και την ποίηση.
Θα μιλήσουμε τώρα συγκεκριμένα για την μουσική και την ποίηση. Το «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς» δανείζεται τον τίτλο του από μία ποιητική συλλογή που έχεις βγάλει με το ίδιο όνομα. Από εκεί είναι παρμένοι οι στίχοι; Ήταν ποιήματα που είχαν κυκλοφορήσει πρώτα εκεί;
Τα κομμάτια του δίσκου δεν είναι όλα απ' τη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή με τον τίτλο «Προσβολή Δημοσίας Αιδούς». Η συγκεκριμένη συλλογή ήταν το πρώτο μου ποιητικό έργο σε υλική μορφή, όπως αυτό το βινύλιο είναι το πρώτο spoken word έργο μου σε υλική μορφή, σε αντικείμενο. Το άλμπουμ είναι μία δουλειά σχεδόν μίας εικοσαετίας, για να φτάσει να βγει. Πρώτα είναι που ανεβαίνω στη σκηνή, πειραματίζομαι με διάφορες μπάντες που με συνοδεύουν on stage… Πειραματιζόμασταν με spoken word κομμάτια, όπως μια φορά τους Direct Connection αν τους θυμάσαι, ηλεκτρονικοί ήχοι, βιολοντσέλα κι από πάνω ποίηση, οπότε ξέρεις, σιγά σιγά αυτό αναπτυσσόταν και έπειτα συναυλίες με το Κενό Δίκτυο, και live στην Ευρώπη και άλλα φεστιβάλ ποίησης και και και.....Ο συγκεκριμένος δίσκος πήρε το όνομά του από το ομότιτλο ποίημα, μια διεκδίκηση με πολλές αναγνώσεις.
Εγώ αυτό λέω σε αυτό το κομμάτι, την αμφιθυμία που έχουμε μέσα μας
Θέλω να μιλήσουμε γι' αυτό το κομμάτι. Είναι ένα πολύ δύσκολο κομμάτι. Όπως το άκουσα, με ζόριζε. Ενώ ηχητικά δεν αλλάζει πολύ απ' τα προηγούμενα, ένιωθα ότι έχει ένα ιδιαίτερο φορτίο.
Κατ' αρχάς, όπως οποιοδήποτε έργο, ας πούμε, είτε είναι βινύλιο, είτε παράσταση, είτε ταινία, είτε ένα όνειρο που θα το πεις στη φίλη σου και θα το μοιραστείς μαζί της – ο θεατής, ο ακροατής, η αναγνώστρια, το αντιλαμβάνεται με βάση τα δικά του βιώματα, τα δικά του διαβάσματα, τις δικές του επιρροές. Παραδείγματος χάριν, έχε έρθει κόσμος και μου έχει πει «Πω πω, αυτό το κομμάτι μιλάει για το άγχος της σύγχρονης εποχής, για το πώς μας έχουν γαμήσει έτσι». Παίρνει ένα πολιτικό πέπλο από πάνω του που εγώ δεν είχα σκεφτεί καν και το οποίο δεν έχει καμία σχέση με κάποια σωματική επαφή. Πώς να επιβιώσουμε από έναν πολιτισμό που μας δημιουργεί τραύματα ψυχικά και σωματικά; Πώς να διαχειριστούμε καταστάσεις που μας έχουν πληγώσει βαθύτατα; Πώς να σχεδιάσουμε μια έξοδο κινδύνου;
Μετά, όταν έχουμε όλες αυτές τις γυναικοκτονίες μπροστά μας και τις σεξιστικές επιθέσεις, το κομμάτι αυτό αποκτά ένα άλλο βάρος. Προσπαθώ να το επεξηγήσω στον εαυτό μου, για να μπορέσω να το εξηγήσω και σε οποιονδήποτε άλλη έχει απορία, ότι «Ώπα, τι γίνεται εδώ; Κατηγορείς, κατηγορείσαι, τι γίνεται;» Πάρα πολλές φορές, τα θύματα βιασμού κατηγορούνται ότι το επιθυμούσαν από τη στιγμή που το σώμα τους δεν έδειχνε σημάδια παραβίασης.
Μπορεί να πούμε ότι παίρνει ένα πολιτικό πέπλο πάνω απ' το ότι η ζωή που ζούμε είναι η κόλαση του καπιταλισμού, το δεύτερο επίπεδο είναι πως μιλάει και προσπαθεί να υπερασπιστεί θύματα κακοποίησης, σεξιστικών επιθέσεων και βιασμών, και το άλλο είναι μία κατάσταση, η αμφιθυμία που κρύβουμε μέσα μας. Εγώ αυτό κάνω σε αυτό το κομμάτι, φέρνω στην επιφάνεια μορφές σκέψεις ακατέργαστες, ημι-ενσικτώδεις αντιδράσεις, τις ανεπαρκώς εκφρασμένες επιθυμίες και συνήθειες. Όχι μόνο σεξουαλικές, μπορεί να είναι ερωτικές, μπορεί να είναι φιλικές, να θέλω να είμαι μ' έναν φίλο και να λέμε τα πάντα, και να ξυπνάω το επόμενο πρωί και να λέω «Όχι, γιατί το μοιράστηκα αυτό το μυστικό μαζί του, δεν ήθελα!», γιατί ήθελα να κρατήσω τον εγωισμό μου, για παράδειγμα. Ή μπορεί να είναι οι επιθυμίες που πραγματώνεις και τελικά δεν ήθελες να τις κάνεις. Από ένα μακρινό ταξίδι που πήγες στην Ινδία που τελικά μπορεί να σου διέλυσε εντελώς τον εγκέφαλο – για παράδειγμα – ή από μία ροκ συναυλία που να πήγες και πέρασες τέλεια, αλλά βγήκες εκτός εαυτού και λες «Όχι ρε γαμώτο, δεν ήθελα να βγω εκτός εαυτού, δεν ήθελα να ρίξω τις αντιστάσεις μου μπροστά σε άλλους». Αναλόγως πώς θα το αναγνώσει κάθε πλάσμα αυτό το κόμματι.
Να σου πω την αλήθεια, εμένα το μυαλό μου είχε πάει στην δεύτερη ερμηνεία, και ακριβώς αυτό που περιγράφεις ως κάτι που δεν υπάρχει ως κατηγορία, αλλά και ως αυτοκατηγορία: ότι σε κάποιο βαθμό μου άρεσε. Λέει κι ο στίχος «δεν θέλω να μου αρέσει». Κι ωστόσο το σώμα μπορεί να αντιδρά αυτόνομα, χωρίς τον έλεγχό μας και την ευθύνη μας. Είναι μία έκφραση της αμφιθυμίας που μπορεί να κρύβουμε, έτσι το αντιλαμβάνομαι. Προσφέρεται γενικά ο δίσκος για συζητήσεις, αν πιάσουμε το κάθε κομμάτι θα ξεφύγουμε. Θέλω να ρωτήσω για τα making-of του δίσκου. Για την δημιουργία του δίσκου συνεργάστηκες με πολλά ενδιαφέροντα ονόματα, τόσο της εγχώριας μουσικής σκηνής, όσο και του εξωτερικού. Πώς προέκυψαν αυτές οι συνεργασίες; Ήταν γνωριμίες κι αυτές μίας εικοσαετίας;
Φαντάσου, ο Van Fog, που διάβασα στο κείμενό σου ότι δεν μπόρεσες να τον βρεις…
Μα ναι, ποιος είναι αυτός ο ομιχλώδης Van Fog;
Είναι ο φίλος που είχα στο πανεπιστήμιο στην Αγγλία, με τον οποίο βρεθήκαμε μετά από δεκαπέντε χρόνια. Τον βρίσκω και μου λέει, έχω ένα bandcamp. «Έχεις bandcamp», λέω, «Τι ωραία! Για να ακούσω, μήπως κάνουμε κάτι μαζί;» Κι ακούω, και ταιριάζαμε, και λέω τέλεια, ταιριάζουμε, θα κάνουμε ένα κομμάτι μαζί. Οπότε είναι μία τέτοια διαδικασία. Έχουμε άλλα δύο κομμάτια μαζι, για τον επόμενο δίσκο, βέβαια. Αυτή είναι μία άσκηση φιλίας που αναπτύσσεται σε μία σχέση μουσικής σύνθεσης, παραγωγής.
Όπως κι ο Biomass και ο Κουφουδάκης, σχέσεις μουσικής με beat που εξελίσσονται στο βάθος του χρόνου. Με τους Oprhx, απ' τον Καναδά, χάρηκα πάρα πολύ. Έχω χρησιμοποιήσει τη μουσική τους live σε πολλά φεστιβάλ χωρίς αυτοί να το ξέρουν, και τελικά όταν περνάν τα χρόνια κι είναι να βγάλω τον δίσκο, λέω «Παιδιά, εδώ και χρόνια χρησιμοποιώ το κομμάτι, πρέπει να κάνουμε κάτι». Μου λένε, «Μα, θα γράψουμε άλλο!» Τέλεια, μέσα, γράφουμε άλλο. Οπότε ναι, είναι σίγουρα σχέσεις φιλίας και θα έλεγα και σχέσεις που δεν φοβάσαι να ανοιχτείς, να πεις πως θέλεις να κάνεις μία συνεργασία. Και με όρους που τους βάζουν και οι δύο.
Είναι το καλύτερο δυνατό σενάριο αυτό που συνέβη, να ψηθούν να δημιουργήσουν κάτι.
Ναι, αυτό. Και βέβαια είναι κι ο φίλος (ΣτΣ: ενν. τον ROLVND) – θα λέγαμε μουσικός φίλος, πνευματικός, γιατί συναντιόμαστε μόνο μέσω μηνυμάτων στο διαδίκτυο –, ο οποίος μία εξαφανίζεται, μία εμφανίζεται, μία νομίζω ότι έχει εξαφανιστεί για πάντα (γέλια). Τέλος πάντων, μεταξύ ghosting και επανεμφάνισης, που γράψαμε μαζί το "Ισόβια" και το "Θέλω να Μάθω να σ' Αγαπάω", που μ' άγγιξε πάρα πολύ. Όλες αυτές οι παραγωγές του minimal synth και post-punk. Έχουμε ανοίξει μεγάλες κουβέντες για την dark culture. Τώρα είναι η περίοδος που είναι εξαφανισμένος.
Δεν θα μπορούσα να με φανταστώ να τραγουδάω, είναι κάτι πέρα από μένα, είναι άλλη ταυτότητα παντελώς
Πάμε, τότε, στο "Θέλω Να Μάθω Να Σ' Αγαπώ". Νιώθω ότι εκεί ξεκινάει το τραγούδι και σταματάει το spoken word. Δεν ξέρω αν συμφωνείς σ' αυτό, αν το βλέπεις κι εσύ έτσι. Και μιας και ανέφερες έναν επόμενο δίσκο, θα έμπαινες στη διαδικασία να δοκιμάσεις περισσότερο το τραγούδι απ' την απαγγελία;
Το τραγούδι με τίποτα, θα έλεγα. Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Θα δοκίμαζα περισσότερο κάτι σαν το "Θέλω Να Μάθω Να Σ' Αγαπώ". Δηλαδή, τονισμούς με συγκεκριμένο ρυθμό, δεν θα έλεγα τραγούδι. Επεκτάσεις των λέξεων, τονισμό στα σύμφωνα, τέτοια πράγματα, το ρυθμό, την ταχύτητα, τον όγκο των λέξεων.
Κάτι πιο δραματοποιημένο στην εκφορά, αλλά όχι τραγούδι.
Ναι.
Να ρωτήσω πώς και το αποφεύγεις; Δεν σου ακούγεται σωστό, ή είναι άλλο από αυτό που θες να κάνεις;
Όχι, είναι ένα πεδίο στο οποίο δεν έχω εντρυφήσει. Εννοείται πως έχω κάνει τα ανάλογα μαθήματα στη θεατρική σχολή, όλα αυτά, αλλά δεν είναι ένα πεδίο το οποίο με προσελκύει. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ να τραγουδάω, είναι κάτι πέρα από μένα, είναι άλλη ταυτότητα παντελώς. Τώρα λέω αυτό, δεν ξέρεις τι γίνεται, μετά από δέκα χρόνια… (γέλια)
Είπαμε, αλλάζουμε διαρκώς!
Δεν θα μπορούσα να με φανταστώ. Γιατί είναι μεγαλύτερη η ανάγκη να ειπωθούν πολύ περισσότερα πράγματα απ' ό,τι θα λέγονταν μέσα σ' ένα τραγούδι. Δεν ξέρω. Αλλά για μένα, είτε είναι spoken word, είτε είναι τραγούδι, απ' τη στιγμή που συνδέεται, που κάνει μία απόλυτη σχέση ταύτισης με την μουσική, πάλι το βλέπω σαν τραγούδι. Κατάλαβες; Είτε ξέρεις πώς να μην είσαι παράτονος, είτε ξέρεις πώς να αρθρώσεις ορθοφωνικά τον λόγο, όταν αυτό συνδυάζεται με ρυθμό από την πλευρά της μουσικής, τότε για μένα είναι ήδη τραγούδι. Για μένα είναι ένα μουσικό track.
Γι' αυτό να βάλω τη λέξη «τυπικό» δίπλα στην λέξη «τραγούδι».
Διαφορετικά, αν έλεγα ότι είναι μόνο ποίηση, δεν θα ήταν με μουσική, δεν θα μπορούσα να το κάνω live, δεν θα μπορούσα να το χορέψω, δεν θα μπορούσε ούτε ο κόσμος να το χορέψει. Ξέρεις. Οπότε θα έλεγα πως ήδη το πραγματώνω, τελικά, απ' το όχι δεν θέλω, τελικά το κάνω (γέλια).
Όταν κάποιος μιλάει δημόσια, εκείνη τη στιγμή στέκεται κάπου. Απ' τη στιγμή που τα σώματά μας έρχονται ανά δευτερόλεπτο σ' επαφή με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που ζούμε τριγύρω μας, αποκλείεται όταν μιλήσεις να μην την εμπεριέχει αυτό
Πολύ ωραία απάντηση. Να πάμε λίγο στα θεματολογικά. Είναι ένας πολύ πολιτικός δίσκος, και η τέχνη με την πολιτική είχαν πάντα μία πολύ σύνθετη σχέση. Εσύ πώς την προσεγγίζεις αυτή τη σχέση;
Κατ' αρχάς, υπάρχει μόνο η αγωνία μίας ψυχής που πνίγεται στη σιωπή. Κι υπάρχουν απ' την άλλη πλευρά οι άνθρωποι που θέλουν να επιβάλλουν αυτή τη σιωπή. Βρίσκομαι ανάμεσα απ' αυτή τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, που πρέπει να ειπωθούν κάποια πράγμα. Πρέπει να ειπωθεί ότι πρέπει να αφιερώνουμε χρόνο στους αγαπημένους μας ανθρώπους, για να τους αγαπάμε, να τους φροντίζουμε, να κατανοήσουμε τον άλλον, την άλλην, το άλλο, να κατανοήσουμε τις καταστάσεις, να κατανοήσουμε τους συμβιβασμούς που κάνουμε. Πρέπει να δούμε τι πραγματικά μας φοβίζει και πώς μπορούμε να το υπερβούμε. Μάλλον – δεν πρέπει, δεν υπάρχει πρέπει, χρειάζεται.
Οπότε, όταν κάποιος μιλάει δημόσια, εκείνη τη στιγμή στέκεται κάπου. Υπάρχει κάποιο τόξο πολιτικής, και κάπου στέκεσαι. Δεν γίνεται, γιατί εκφέρεις κάποιες απόψεις. Ακόμη κι αν πεις «δεν στέκομαι», είναι μία άλφα πολιτική θέση. Είτε παίρνεις το μέρος κάποιου, είτε όχι, με αυτή τη θέση. Είτε μένεις αμέτοχος, είτε όχι, κι αυτό είναι μία πολιτική θέση. Απ' την άλλη, δεν σκέφτομαι ποτέ ότι, «Α, εγώ θέλω να μιλήσω για την κοινωνία την οποία φαντάζομαι, α, εγώ θέλω να μιλήσω για τον ταξικό πόλεμο, α, εγώ θέλω να μιλήσω για την αλληλεγγύη, για την μισθωτή σκλαβιά, για την ελευθερία». Δεν τα σκέφτομαι αυτά όταν γράφω, αλλιώς θα ένιωθα Μαγιακόφσκι, δεν θα ζούσα, καταλαβαίνεις; Αλλά απ' τη στιγμή που τα σώματά μας έρχονται ανά δευτερόλεπτο σ' επαφή με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που ζούμε τριγύρω μας, αποκλείεται όταν μιλήσεις να μην εμπεριέχει αυτό μέσα την κοινωνικοπολιτική κατάσταση. Ακόμη και αν αυτό είναι ο έρωτας, από κάποιο πρίσμα τον βλέπεις, από κάποιο πρίσμα τον βιώνεις. Από μία προνομιούχα ή μη προνομιούχα θέση. Δεν θέλω να πω ότι όλα είναι πολιτική, αλλά όλα επηρεάζονται απ' την κοινωνική-πολιτική-οικονομική σφαίρα που ζούμε. Αφού ο πολιτισμός μας είναι αποτέλεσμα αυτού, οπότε όταν υπάρχει ένα πολιτιστικό έργο, πώς να μην είναι αποτέλεσμα αυτού;
Η αναρχική τέχνη έχει να κάνει με απόλυτη αυτοδιάθεση, απόλυτη ελευθερία
Να μην γράφεις διακηρύξεις, ναι. Αυτό με πάει και στην επόμενη ερώτηση: Πέρα από θέσεις ρητά εκφρασμένες, τι άλλο θα αναγνώριζες ως αναρχική τέχνη; Τι χαρακτηριστικά έχει, πέρα απ' αυτό που μπορεί να δηλώνει ως μανιφέστο;
Ωραία ερώτηση, δεν μου την έχει ξανακάνει κανείς. Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, είναι υποκείμενα που δεν υπάρχει ανταγωνισμός μεταξύ τους. Υποκείμενα που δεν θέλουν να γίνουν γνωστά, δεν θέλουν να βγάζουν χρήματα. Πρώτα μιλάω για την ανθρώπινη υπόσταση που δημιουργεί και μετά έρχονται οι σχέσεις. Σχέσεις που δεν είναι ενχρήματες, σχέσεις που βασίζονται πάνω στην αυτοδιάθεση. Στην πραγματική εκτίμηση κι όχι στην εργαλειακή. Που είναι ειλικρινά βασισμένες στη δημιουργία. Που δεν υπάρχει κάποια αναξιοκρατία ή κάποια διαφθορά, δεν υπάρχουν παρεάκια και κακίες, δηλαδή ένα ανοιχτό πεδίο που μπορείς να παίξεις, που μπορείς να πειραματιστείς. Χωρίς αυτό να σε πνίγει, να σε καταπιέζει.
Αυτό θα έλεγα, αλλά θέλει πολλή δουλειά και στο κάθε άτομο ξεχωριστά, ε; Θέλει πολλή δουλειά με τον εαυτό μας, να υπερβείς τα όρια και να ξαναγυρίσεις πίσω στον εαυτό σου. Να διώξεις πάρα πολύ μακριά τον εγωισμό που κουβαλάς. Όλη αυτή την κουλτούρα της κυριαρχίας, την κουλτούρα της ιδιοκτησίας, το «Είναι δικό μου αυτό, δεν μπορείς να το χρησιμοποιήσεις το κομμάτι, είναι δικό μου. Είναι δικός μου αυτός ο δίσκος, θέλω να βγάλω χρήματα απ' αυτόν». Για μένα, μία αναρχική τέχνη το υπερβαίνει όλο αυτό. Έχει να κάνει με απόλυτη αυτοδιάθεση, απόλυτη ελευθερία.
Είναι περισσότερο ένα ζήτημα διαδικασιών παραγωγής της τέχνης, κι όχι το τι θα λέει αυτή η τέχνη.
Και αυτό, οι διαδικασίες, αλλά και τελικά πόσο η ίδια η καλλιτέχνις δεν θέλει να γίνει σπουδαία μέσα απ' αυτό. Δεν ψάχνει το στέμμα, τη φήμη, τη δόξα, το χρήμα. Την τρώει κάτι, το σαράκι της, θέλει να μιλήσει γ' αυτό που την τρώει. Θέλει να μιλήσει για το υπαρξιακό κενό, για κάτι που την φοβίζει.
Θέλω να ρωτήσω λίγο και για το εξώφυλλο, καθώς ήταν ένα απ' τα πράγματα που μου τράβηξαν πάρα πολύ την προσοχή. Το στήσατε για να βγει έτσι, επιλέξατε ανάμεσα σε άλλα; Ποια ήταν η σκέψη από πίσω.
Όχι, με την μία, αυτό ήταν. Το εξώφυλλο μου το έφτιαξε ο Πυρετός42 (Γιάννης Μητρόπουλος), και το artwork ο Δημήτρης Παπαδάκης. Ήταν μία φωτογραφία που είχα βγάλει πριν τέσσερα χρόνια στις σκάλες του σπιτιού μου, εδώ (γέλια). Τότε που κάθισα προφίλ, ανφάς, μόνη μου, τίποτα. Πού να φανταστώ ότι θα χρησιμοποιούνταν στο εξώφυλλο του δίσκου! Τη δίνω στον Πυρετός42 και του λέω «Σε παρακαλώ, κάνε μου ένα εξώφυλλο, βάλε κάτι από πίσω».
Ότι το συνέδεσες με το «Οι Κερασιές Θ' Ανθίσουν Και Φέτος» του Λουντέμη, τρελάθηκα! Λέω, δεν είναι δυνατόν! Γιατί τον Μενέλαο Λουντέμη τον αγαπάμε πάρα πολύ! Ήταν σαν να πρόσθεσες μία κουταλιά μέλι κάνοντας αυτό το σχόλιο.
Δεν μπορώ να ανοιχτώ σε κάποιον που δεν γνωρίζω, να ανοίξω την καρδιά μου, και να μου πει «Η καρδιά σου ήταν έτσι κι έτσι πάνω στη σκηνή»
Σ' ευχαριστήσω πάρα πολύ για το feedback (ΣτΣ: δεν υπάρχει εικόνα, αλλά επιβεβαιώνω ότι κοκκίνησα σαν πατζάρι). Μιας και μου το πες, όμως, ότι συνήθως αποφεύγεις να διαβάζεις κριτικές, τι σχέση έχεις με τις κριτικές γενικότερα;
Δεν μου αρέσουν. Είτε θετικές είτε αρνητικές, έτσι; Περισσότερο δε οι θετικές, διότι είναι σαν να μου βάζουν ένα βάρος, ότι πάντα πρέπει να είσαι σε αυτή την φάση. Πάντα πρέπει να τα βγάζεις πέρα τόσο καλά. Οπότε δεν τις διαβάζω. Θα τις διαβάσω μετά από πολύ καιρό, όταν θα με πείσουν συνήθως οικογενειακά πρόσωπα, μα διάβασέ τη, είναι τέλεια, δεν θα νιώσεις περίεργα. Μα τόσο το χειρότερο αν είναι τέλεια!
Βέβαια, αυτό δεν το έχω με την λογοτεχνία και την ποίηση. Το έχω μόνο με την performance και τη σκηνή. Δεν μπορώ να ανοιχτώ σε κάποιον, να ανοίξω την καρδιά μου, και κάποιος που δεν γνωρίζω να πει «Η καρδιά σου ήταν έτσι κι έτσι πάνω στη σκηνή». Ενώ ένα κείμενο, το βιβλίο «Οι Αδερφές του Κάιν» που έχω γράψει, οι ποιητικές συλλογές, εκεί μπορώ να την διαβάσω την κριτική. Να την συζητήσουμε. Βέβαια, η κουβέντα κατ' ιδίαν μπορεί να γίνει, απλά δεν ξέρω, το κείμενο, που δεν ξέρω ποιος το έγραψε, με φέρνει σε μία άλφα αμηχανία.
Μιας και μιλάς και για τις performance και τα live, κλπ., θέλω να ρωτήσω αν υπάρχουν πλάνα για περιοδεία, και αν είναι πιθανό να σε δούμε και στην επαρχία. Εδώ στο Ηράκλειο, για παράδειγμα.
Α, είσαι Ηράκλειο; Ηράκλειο εννοείται ότι θα έρθουμε. Το πρώτο που θα γίνει είναι στην νότια Πορτογαλία. Θα κάνουμε μαζί με τον Τάσο Σαγρή και την Angelina Farmer μία περιοδεία, απέναντι απ' το Μαρόκο. Σε διάφορα φεστιβάλ, σε διάφορους χώρους, φεστιβάλ μουσικής και spoken word. Αυτό θα είναι πάρα πολύ ωραίο, ένα βαν και πάμε!
Μετά, το φθινόπωρο, έχουμε κλείσει – λέω «έχουμε» γιατί το έχουμε κλείσει με το Ινστιτούτο Πειραματικών Τεχνών, μαζί και με άλλα άτομα – στο Newman Cinema, στην Αθήνα. Τώρα για την περιοδεία στην επαρχία, ανάλογα πότε θα ξεκινήσει το θέατρο. Αυτό είναι κάτι που με περιορίζει, αλλά σίγουρα Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Γιάννενα, και το Ηράκλειο είναι μέσα, τώρα το πότε θα δούμε .
Τι θεατρικό προετοιμάζετε;
Α, τώρα αυτό δεν μπορώ να το ανακοινώσω (γέλια).
Εντάξει, εντάξει. Σίσσυ, θα ήθελα να σε ρωτήσω κάτι ακόμη πολύ μικρό. Σε κάθε συνέντευξη που παίρνουμε, ζητάμε μία πεντάδα από δίσκους, οποιουδήποτε είδους και χρονιάς, που ακούς αυτή την περίοδο. Μπορείς να επιλέξεις ό,τι θες. Απλά από εσένα θα ζητήσω +1 και κάποιο λογοτεχνικό ή ποιητικό έργο.
Θα πρέπει να πάω να πάρω τους δίσκους που έχω πάνω στο πικαπ. Το πρώτο είναι της Nico – το έχουμε, έτσι; Velvet Underground; Ναι. Εχθές άκουγα το "Big Science" της Laurie Anderson. Οι πειραματισμοί της είναι αδιανόητοι. Κόρε.Ύδρο, επίσης… Δεν γίνεται, πάω να τους φέρω, δώσε μου λίγο (Σ.τ.Σ.: φεύγει απ' την κάμερα). Έλα, εντάξει. Δεν γινόταν αλλιώς! Λοιπόν.
Καλά, θέλω να στους δείξω. Αυτός είναι ο δίσκος του Serge Reggiani, δες πόσο όμορφος είναι, είναι φοβερός. Έχω φάει κόλλημα. Αυτός εδώ είναι του Leonard Cohen, με το φοβερό, το αγαπημένο τους το σπίτι που είχαν στην Ύδρα. Μετά είναι ένας δίσκος με γυναίκες μουσικούς, η Patti Smith, η Beth Gibbons, είναι μία συλλογή με γυναικείες φωνές, οκτώ κομμάτια. Αυτά νομίζω, γι' αυτό το διάστημα. Τον δίσκο μου, βέβαια, δεν μπορώ να τον βλέπω, δεν μπορώ να βλέπω εμένα, τον βάζω στην άκρη. Έρχονται οι φίλοι μου, τον βγάζουν, λένε «Βάλε ν' ακούσουμε το "Θέλω να Μάθω…"»!
Και τώρα βιβλίο, ε; Έχω της Annie Ernaux, το "Πάθος" και το "Σανταράμ", του Gregory David. Το "Σανταράμ" πρέπει οπωσδήποτε να το διαβάσεις, είναι τέλειο για καλοκαίρι. Έχω κι ένα κείμενο για το πένθος που διαβάζω αυτή την περίοδο, το "Θάνατος" του Todd May. Και πολλά άλλα, αν σε πάω στο γραφείο να δεις πόσα βιβλία, ένας χαμός.
Σχεδιάζουμε ένα μέλλον χωρίς την επίγνωση του θανάτου
Α, το ξέρω αυτό. Εξαιρετικό.
Είναι φοβερό. Δείχνει ότι σχεδιάζουμε το μέλλον χωρίς να σκεφτούμε καν τη δυνατότητα ότι ή εμείς ή οι άλλοι, πολύ μακριά ή κοντά μας, θα πεθάνουμε. Όχι ότι υπάρχει η πιθανότητα να πεθάνουμε, θα πεθάνουμε σίγουρα. Και σχεδιάζουμε ένα μέλλον χωρίς την επίγνωση του θανάτου. Αυτό, άμα το πας στις κυρίαρχες δυνάμεις, υπάρχει μία τεράστια εκμετάλλευση πόρων γης, που δεν σκεφτόμαστε καν ότι θα εξαντληθούν, ότι θα πεθάνουμε κι εμείς. Λες κι είναι όλα αθάνατα. Κι αυτό φέρνει όλη τη δυστυχία, τον πόνο, και τη θλίψη σ' όλον τον πλανήτη. Ε, κι αυτό το συναντάμε και στους κυρίαρχους. Όταν αυτό το παίρνεις και σε προσωπικό επίπεδο, δεν μπορείς να εκτιμήσεις τους συνανθρώπους σου, δεν μπορείς να αλλάξεις πράγματα που σε κάνουν να φέρεσαι τελείως ιδιοτελώς . Αν δεν έχεις σκεφτεί και δεν έχεις περάσει χρόνο με τη σκέψη ότι πεθαίνεις στα σίγουρα, κι εσύ κι η σύντροφός σου, τότε πώς μπορείς να καλυτερεύσεις αυτή τη σχέση;
Να θέσουμε το ερώτημα στον εαυτό μας, το ερώτημα της θνητότητας
Μα είναι λίγο ταμπού ο θάνατος, και τον εξορίζουμε απ' την κουβέντα.
Ναι, ένα τέτοιο πράγμα λέει. Εξορίζουμε τον θάνατο, βρισκόμαστε σε μία κουλτούρα πολυτέλειας, μόνο απόλαυσης. Μία πολυτέλεια που πιστεύουμε ότι θα διαρκέσει για πάντα. Ε αυτό το «πάντα» είναι που μας καταστρέφει, για εμένα. Όπως λέει και το κομμάτι ("Άνευ Ορίων – Άνευ Όρων"), «το σώμα απολαμβάνει και θα απολαμβάνει για πάντα», αλλά έχουν προηγηθεί κάποιοι στίχοι που δηλώνουν πώς γίνεται να θέλουμε να απολαύσουμε για πάντα, δηλώνουν και τα όρια, δηλώνουν τι έχει συμβεί, δηλώνουν τα πολιτικά πεπραγμένα. Καταλαβαίνεις, βγάζει νόημα αυτό που λέω; Δηλαδή, αν καταλάβουμε ποια είναι η βασική ανθρώπινη ιδιότητα, ότι θα πεθάνουμε (γέλια), ε τότε μπορούμε να απολαύσουμε, ξέρουμε το μέτρο που μπορούμε να απολαύσουμε. Να θέσουμε το ερώτημα στον εαυτό μας, το ερώτημα της θνητότητας.
Θα μπορούσα να συνεχίσω να σε ρωτάω πράγματα και να συζητάμε για ώρα, αλλά νομίζω ότι σε έχω ταλαιπωρήσει αρκετά!
Αν συνεχίσουμε θα βγει τεράστιο το κείμενο (γέλια).
Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο σου και την συνέντευξη!
Εγώ σ' ευχαριστώ! Καλή συνέχεια!