«A Beginner's Guide»: Avant-Garde Metal

Οι προφήτες, οι παρίες και οι οραματιστές της μεταλλικής μουσικής

Ο όρος avant-garde προέρχεται από τον γαλλικό στρατό, χρονολογείται στα μέσα του 19ου αιώνα και μεταφράζεται ως «εμπροσθοφυλακή». Πολύ σύντομα άρχισε να χρησιμοποιείται - ανεπίσημα ακόμα - αναφορικά με την τέχνη, σε συνάρτηση με τα μεγάλα και πρωτοποριακά καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής. Η επισημοποίηση του όρου ήρθε τον 20ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει τους πρωτοπόρους καλλιτέχνες, συχνά εκείνους που ακολουθούσαν ριζοσπαστικές και αντιεξουσιαστικές οδούς. Η έννοια της ανατρεπτικότητας είναι εξάλλου άρρηκτα συνδεδεμένη με την avant-garde τέχνη και αφορά τόσο τις κοινωνικές, όσο και τις ίδιες τις αισθητικές της δομές. Η μουσική ξεκίνησε το ταξίδι της Πρωτοπορίας μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και, περίπου 40 χρόνια μετά, το heavy metal μπήκε δειλά-δειλά στο παιχνίδι.

Καταστρώνοντας τα πλάνα μας για τη σύνταξη ενός οδηγού για την Πρωτοπορία του heavy metal, σκοντάψαμε πάνω στο μεγάλο εμπόδιο: πως ορίζεις ποιος καλλιτέχνης είναι avant garde και ποιος όχι; Είναι προφανές ότι μιλάμε για έναν σχετικά ασαφή όρο, μία έννοια που συχνά αναφέρεται στο συνολικότερο attitude, πέραν μιας απλής στιλιστικής αποτίμησης. Πότε κάτι είναι «προοδευτικό», πότε «πειραματικό» και πότε «avant garde»; Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση και, σε κάποιο βαθμό, ο ακροατής μπορεί να τραβήξει τις δικές του διαχωριστικές γραμμές. Η συντακτική ομάδα που συνέταξε αυτό το αφιέρωμα, μπορεί να συμφωνήσει στο ότι ο avant garde καλλιτέχνης δεν πειραματίζεται με ή προεκτείνει απλώς τις φόρμες, αλλά τις καταλύει, δημιουργώντας μουσικούς κόσμους αφάνταστους, πριν από εκείνον.

Τα δύο γκρουπ που είναι κοινώς αποδεκτά ως πατέρες και τιτάνες του λεγόμενου avant garde metal είναι οι Celtic Frost (μέγας είσαι Tom Warrior) και οι «εξωγήινοι» Voivod, μπάντες των οποίων η κληρονομιά είναι ακόμα εκκωφαντικά ζωντανή και φυσικά συμπεριλαμβάνονται εδώ. Την ίδια περίπου εποχή όμως εμφανίστηκαν ακόμα αρκετοί πρωτοπόροι καλλιτέχνες: οι Devil Doll αποτελούν μια κατηγορία μόνοι τους, όπως και το τρελό jazz-metal των Naked City του John Zorn, και τα δύο γκρουπ όμως δεν κρίθηκαν ως αρκετά μεταλλικά για να χωρέσουν σε αυτό το αφιέρωμα. Θεωρήσαμε δε τους τεράστιους Nocturnus ως περισσότερο technical μπάντα - τη στιγμή που στο Tech-death αφιέρωμα μας, πιστέψαμε ότι είναι πολύ... avant-garde. Είπαμε: οι διαχωριστικές είναι δύσκολες. Εννοείται πάντως ότι η μελέτη του avant-garde δεν μπορεί να είναι πλήρης χωρίς όλους τους παραπάνω.

Με αυτούς τους ήχους σαν αφετηρία, ξεκινούν πολλές μουσικές σχολές που φτάνουν ως τις πρωτοπορίες του παρόντος. Αφήσαμε σκόπιμα έξω από τον οδηγό μας, τις avant-garde αναζητήσεις του drone metal (μελετήστε τον αντίστοιχο οδηγό εδώ), τις ακραίες techdeath κορυφές αλλά και τον παράξενο μουσικό κόσμο του Mike Patton, ο οποίος με σημαιοφόρους τους Mr Bungle, έχει διαδραματίσει ζωτικότατο ρόλο, άμεσα και έμμεσα, στις μουσικές που θεωρούμε avant-garde. Οι αντίστοιχοι οδηγοί στα links μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικοί αυτού του αφιερώματος. Εστιάσαμε στις εναπομείναντες τάσεις και, αναπόφευκτα, αποτίσαμε ιδιαίτερο φόρο τιμής στη, χρυσή για το avant-garde metal, δεκαετία του 1990. Μια εποχή που με πρωτεργάτες τους Νορβηγούς, δεν προλάβαινε κανείς να μετρήσει τα άλμπουμ που θεωρούνταν ανανεωτικά.

Το metal συνέχισε το παρατεταμένο φλερτ με τον συμφωνικό ήχο (απαραίτητοι οι Angizia, Virgin Black), ήταν όμως το black metal που ενσωμάτωσε τις μεγαλύτερες αλλαγές. Το ότι δεν χώρεσαν μπάντες όπως οι Fleurety, Master's Hammer, Manes, Mayhem, Virus ή και οι λίγο πιο πρόσφατοι Deathspell Omega, δεν σημαίνει ότι η προσφορά τους είναι αμελητέα - το αντίθετο! Στη δεκαετία των '00s εμφανίστηκαν περαιτέρω νεωτεριστικοί καλλιτέχνες όπως οι Acid Bath, Sleepytime Gorilla Museum, Diablo Swing Orchestra, μπάντες που είναι σχεδόν αδύνατο να καταταχτούν οπουδήποτε. Παράλληλα με όλα αυτά, η ακραία τεχνική πλευρά του metal παίζει κι αυτή σταθερά τον ρόλο της: οτιδήποτε extreme tech, από τους Watchtower ως τους Gorguts κι από τους Ephel Duath ως τους Portal, μπορεί να θεωρηθεί ότι φέρει τις χαρακιές της Πρωτοπορίας. Κοινή συνισταμένη σε όλα; Η όσο το δυνατόν διεύρυνση της καλλιτεχνικής έκφρασης.

Φτάνοντας στο σήμερα, ο όρος avant garde metal μοιάζει δυνατότερος και πιο διευρυμένος από ποτέ. Μια σειρά από γκρουπ όπως οι Triptykon, Zeal & Ardor, Voices, Imperial Triumphant, A Forest Of Stars, Dodecahedron κι ένα σωρό ακόμα, εκφράζουν τις μύριες τάσεις του σύγχρονου πρωτοποριακού metal ήχου. Μια λίστα με ονόματα θα ήταν σχεδόν ατελείωτη, εδώ όμως έγκειται και η πρόκληση που απλώνεται μπροστά στον κάθε ακροατή: να ανακαλύψει τα δικά του διαμάντια, τους δικούς του ήρωες και τα δικά του σημεία αναφοράς. Ευτυχώς, οι αντισυμβατικοί metal μουσικοί αυτού του κόσμου δεν δείχνουν καθόλου έτοιμοι να τα παρατήσουν.

Καταδυθείτε λοιπόν μαζί μας στους παράξενους βυθούς του avant-garde metal. Ενός κόσμου στριφνού μα μαγικού, ενός κόσμου που οικοδομήθηκε από τα παράλογα όνειρα διάφορων τρελών οραματιστών και τολμηρών μουσικών, που ξεπέρασαν τις λοιδορίες κι έφτιαξαν μικρούς ή μεγάλους καλλιτεχνικούς θριάμβους. Η ιστορία τους δικαίωσε, προς όφελος των πεινασμένων ακροατών. Κι όσο τα «αφάνταστα» του σήμερα γίνονται οι κατακτήσεις του αύριο, το ανορίοτο αυτό μουσικό ταξίδι τραβάει ακόμα μπροστά. Ευτυχώς, μοιάζει χωρίς τέλος, όπως και η ανθρώπινη φαντασία. (Πρόλογος: Αντώνης Καλαμούτσος)

Spotify Playlist


Celtic Frost - "Into The Pandemonium"
(Noise, 1987)

Celtic Frost - Into The Pandemonium

Το 1987 στη metal μουσική οι αποκλίσεις από τα μουσικά στερεότυπα ήταν σχεδόν απαγορευμένες, μέχρι τη στιγμή που παρουσιάστηκε το "Into The Pandemonium". Οι πρώτες στιγμές του "Mesmerized", οι electrobeat ήχοι του "One In Their Pride", η ορχήστρα του κλασικότροπου "Rex Irae" ή τα γυναικεία φωνητικά του "I Won’t Dance" προκάλεσαν τέτοιο εκκωφαντικό σοκ το οποίο σήμερα είναι δύσκολο να το νιώσουμε, ενώ η έκφραση στα πρόσωπα των απορημένων μεταλλάδων της εποχής τη φανταζόμαστε παροιμιώδη. Η δικαίωση ήρθε ορισμένα χρόνια αργότερα όταν αμέτρητες μπάντες πάτησαν πάνω σε αυτόν τον θεμέλιο λίθο για να πάνε την metal μουσική βήματα παραπέρα, δημιουργώντας αμέτρητα ιδιώματα. Επί της ουσίας το άλμπουμ απεικονίζει τις διαδρομές του πνεύματος ενός ανήσυχου καλλιτέχνη (και των συντρόφων του) μέχρι το σημείο στο οποίο βρίσκει ισορροπία σε μια δεδομένη στιγμή, αποκαλύπτοντας ένα αιώνιο μνημείο πρωτοπορίας και έμπνευσης. Οι Celtic Frost το 1987 παίζουν χωρίς κανόνες, παίρνουν όλο το παιχνίδι πάνω τους και θέτουν αυτοί τους δικούς τους όρους, αλλάζοντας για πάντα το πρόσωπο του μεταλλικού ήχου. Η επιβλητική κληρονομιά του Tom Warrior θα υφίσταται και θα μας συγκλονίζει όσο υπάρχει η metal μουσική. (Aντώνης Kονδύλης)


Voivod - "Dimension Hatröss"
(Noise Records, 1988)

Voivod - Dimension Hatross

Η διάσταση hatröss, το τέταρτο άλμπουμ των Voivod, δημιουργείται σύμφωνα με το concept έπειτα από ένα πείραμα σύγκρουσης ύλης και αντιύλης. Η ίδια η λέξη «πείραμα» εκτός της ονοματοδοσίας του πρώτου τραγουδιού, περιγράφει επακριβώς και το μουσικό όραμα των Καναδών. Η τετράδα δεν βάζει κανένα όριο στο thrash της, παίρνοντας τους Van Der Graaf Generator, Pink Floyd και hardcore επιρροές, αλλάζοντάς τους τα φώτα. Από θέμα songwriting φτάνουν σε κορυφαίο επίπεδο ενώ κάθε μέλος παίζει τα ρέστα του. Πραγματικά κάθε τραγούδι εδώ έχει μια μοναδική και απαράμιλλη αίσθηση αυθεντικότητας, αμεσότητας και δημιουργίας εφιαλτικών και δυστοπικών σεναρίων. Ο δίσκος έχει αναλυθεί ουκ ολίγες φορές από το site μας, βρίσκοντας θέση στα καλύτερα '80s LP αλλά και στη συνολική δισκογραφία τους. Αξίζει να τονιστεί ότι οι ιστορίες που εξελίσσονται κατά τη διάρκεια των οκτώ τραγουδιών έχουν υπέροχη στιχουργία, την οποία οι φωνητικές γραμμές του Snake την πάνε αλλού. Κοινωνικά και ψυχολογικά θέματα μέσω μια sci fi αισθητικής, φέρουν τον μετά-πυρηνικό βρικόλακα να γίνεται μάρτυρας φοβερών σκηνικών που ακόμα και σήμερα σου κόβουν την ανάσα. (Γιάννης Δούκας)


Ved Buens Ende - "Written In Waters"
(Misanthropy, 1995)

Ved Buens Ende - Written In Waters

Έχουν γραφτεί χιλιόμετρα για τον μοναδικό ολοκληρωμένο δίσκο ενός τόσο βραχύβιου project. Η σφαίρα στην οποία κινούταν το "Written In Waters" αλλά και οι δημιουργοί του, είναι κοσμική, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το επίκεντρο κάποιας έρευνας σχετικά με την αποδοχή της. Βλέπετε, όταν κάτι είναι μπροστά από την εποχή του, είναι καταδικασμένο να μην αναζητεί συμμάχους και υποστηρικτές. Ο δρόμος του, ήταν μοναδικός. Οι Carl-Michael Eide και Vicotnik, δεν κοίταξαν μέσα από μια χαραμάδα στο μέλλον, αλλά έσκισαν το ίδιο το υφαντό της metal πραγματικότητας με αυτό το έργο τέχνης. Η νέα εποχή του ριζοσπαστικού, ακραίου, και όχι μόνο, metal, στη μορφή που εκ των υστέρων, είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε, ξεκίνησε από αυτές τις δυσαρμονικές νότες και τα μυστήρια πιατίνια, από αυτό το μπάσο και τους αινιγματικούς στίχους. Το όνειρο δε, που βιώσαμε τον Μάρτιο, δεν ήταν απλά μια υπενθύμιση τετελεσμένων γεγονότων, αλλά μια εμπειρία των αισθήσεων. (Αποστόλης Ζαμπάρας)


Therion - "Theli"
(Nuclear Blast, 1996)

Therion - Theli

Με το "Theli" ο Christofer Johnsson θα επιχειρήσει το μεγάλο άλμα. Μαζί με αυτόν και η Nuclear Blast. Η γερμανική εταιρία θα πάρει το τεράστιο ρίσκο να χρηματοδοτήσει μέχρις «εσχάτων» το συγκεκριμένο project παίζοντάς τα όλα για όλα. Το αποτέλεσμα θα δικαιώσει τους πάντες και μπορούμε να πούμε ότι μετά το συγκεκριμένο LP η πορεία των Therion πήρε αλματώδη πορεία. Η χορωδία θα λάβει πρωταγωνιστικό ρόλο (ανήκουστο και πολύ προχωρημένο για metal δίσκο) και μια πρώην death metal μπάντα θα δημιουργήσει ένα κράμα κλασσικής και Uli Roth μαγείας. Το ότι τραγούδια σαν τα "To Mega Therion" ή "The Siren Of The Woods" έγιναν super hits δείχνει και το διαυγές πνεύμα του δίσκου. Μην νομίζετε όμως πως τα απόκρυφα νοήματα ή ο μυστικισμός πήγαν στράφι. Όλα μαζί συμπλέκουν και συντονίζονται απολύτως αρμονικά σε εξαιρετικά άσματα. Από τους πιο πετυχημένους metal δίσκους των '90s, μας κάνει εντύπωση ακόμη και σήμερα. Ενώ παράλληλα ξύνουμε την κεφαλή μας αντιλαμβανόμενοι ότι μετά από τόσο καιρό τραγουδάμε ΟΛΟΥΣ τους στίχους απέξω κι ανακατωτά. (Γιάννης Δούκας)


In the Woods... - "Omnio"
(Misanthropy Records, 1997)

In the Woods… - Omnio

Μετά το "Heart Of The Ages" που τους τοποθέτησε ανάμεσα στα πιο πρωτοποριακά συγκροτήματα του ατμοσφαιρικού black metal, οι Νορβηγοί δεν επαναπαύτηκαν αλλά επέστρεψαν με το κορυφαίο τους μέχρι σήμερα δισκογραφικό πόνημα. Από τα πρώτα λεπτά του "299 796 km/s" που ανοίγει τον δίσκο μέχρι την τελευταία νότα του επικού "Omnio", γίνεται σαφές πως, στα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από το ντεμπούτο τους, το συγκρότημα ωρίμασε σε όλα τα επίπεδα πετυχαίνοντας να ενσωματώσει στον ήχο του progressive και ψυχεδελικά στοιχεία χωρίς να χάσει την ταυτότητά του ενώ, παράλληλα, ο Jan Kenneth Transeth, έχοντας κάνει ακραία πρόοδο όσον αφορά τα φωνητικά του, μας παραδίδει την ερμηνεία της ζωής του. Αφήνοντας στο περιθώριο τα black metal στοιχεία, βάζοντας σε πρωταγωνιστικό ρόλο τις κιθάρες του Chris X-Botteri, κι ενσωματώνοντας στον ήχο τους βιολιά, πιάνα και γυναικεία φωνητικά, το συγκρότημα δημιούργησε έναν δίσκο που ακόμη και η ταμπέλα του avant-garde metal μοιάζει ελλιπής για να τον χωρέσει. Το "Omnio" είναι ένα πραγματικό αριστούργημα που απευθύνεται σε όλους όσους αγαπούν τη μουσική. (Αντώνης Αντωνιάδης)


Arcturus - "La Masquerade Infernale"
(Music For Nations - 1997)

Arcturus - La Masquerade Infernale

Ένα μόλις χρόνο μετά το ντεμπούτο τους, οι Arcturus κυκλοφόρησαν το πιο πρωτοποριακό άλμπουμ της καριέρας τους και αυτό για το οποίο μάλλον θα συνεχίσουμε να τους μνημονεύουμε περισσότερο, στο μέλλον. Η μουσική παράνοια των Νορβηγών είχε ήδη γίνει εμφανής όμως, εδώ, το συγκρότημα έβαλε στην άκρη οποιοδήποτε ίχνος black metal ορθοδοξίας και αφέθηκε σε καινοτόμους ηχητικούς πειραματισμούς, με επιρροές που ξεκινάνε από το ακραίο metal και καταλήγουν στην κλασική μουσική, τη jazz και το trip-hop. Και φυσικά η παρουσία του ανυπέρβλητου Garm, αλλά και του ICS Vortex, πίσω από το μικρόφωνο έδωσε στο άλμπουμ μια μοναδική θεατρική ατμόσφαιρα που θα έπρεπε να κάνει όλους τους επίδοξους κλώνους του Kurt Weill να τρέξουν να κρυφτούν από ντροπή. Δεν είναι εξάλλου και τόσες πολλές οι περιπτώσεις που τόσοι σπουδαίοι μουσικοί βρέθηκαν να συνυπάρχουν συνθετικά, κάτι που καθιστά, μέχρι σήμερα, το "La Masquerade Infernale" μια πραγματικά αναζωογονητική κυκλοφορία που ξεπερνάει ιδιώματα και γούστα. Άλμπουμ σταθμός για το avant-garde metal, για τη νορβηγική σκηνή, αλλά και για τη σύγχρονη μουσική γενικότερα. (Αντώνης Αντωνιάδης)


Ulver - "Themes From William Blake's The Marriage Of Heaven and Hell"
(Jester, 1998)

Ulver - Themes From William Blake's The Marriage Of Heaven and Hell

Στο δεύτερο μισό των '90s το black metal είχε αρχίσει να ενσωματώνει στοιχεία από εντελώς αντιφατικά μουσικά είδη, διευρύνοντας τα όρια του όσο κανένα άλλο metal ιδίωμα. Ωστόσο, η περίπτωση των Ulver ξεπέρασε κάθε φαντασία. Μετά το ολοκαύτωμα του "Nattens Madrigal", η trip hop εισαγωγή στο "Themes…" μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα κονιορτοποιεί στεγανά, εξαφανίζει αναστολές και μας παρουσιάζει έναν κόσμο πρωτόγνωρο, σχεδόν εξωτικό. Η ανάγνωση ενός ανατρεπτικού βιβλίου δεν θα μπορούσε να γίνει με άλλο τρόπο. Πολυποίκιλοι και πολυδιάστατοι πειραματισμοί ηλεκτρονικής μουσικής συμβιώνουν αρμονικά με rock ηχοχρώματα και σε συνδυασμό με απαγγελίες, μελωδίες, εναλλαγές ανδρικών/γυναικείων φωνητικών οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα σαγηνευτικό. Επί της ουσίας πρόκειται για έναν μουσικό εκτροχιασμό και μια ολοκληρωτική αλλαγή οπτικής όχι μόνο για το συγκρότημα αλλά και για τους οπαδούς. Το ακόμα πιο ανέλπιστο ήταν ότι αυτό το κοινό όχι μόνο ενέδωσε από την πρώτη στιγμή σε trip hop, drum ‘n’ bass ήχους, αλλά μελλοντικά ενστερνίστηκε τέτοια ακούσματα. Μέσα σε 100 λεπτά χειμαρρώδους έμπνευσης οι Ulver διαμορφώνουν συνειδήσεις και αλλάζουν τον κόσμο σε μια ολόκληρη ή και περισσότερες γενιές οπαδών. (Αντώνης Κονδύλης)


Solefald - "Neonism"
(Avantgarde Music, 1999)

Solefald - Neonism

Μια από τις κλασικές ιστορίες για το "Neonism" είναι πως το συγκρότημα, λίγο μετά την κυκλοφορία του, δέχτηκε απειλές για τη ζωή του από έναν Αμερικανό black metal οπαδό ο οποίος θεωρούσε πως το άλμπουμ είναι ντροπή για το είδος. Χωρίς να θέλω να γίνω απόλυτος, τολμώ να πω πως αυτό μάλλον αποτελεί παράσημο για ένα συγκρότημα που στον δεύτερο δίσκο του έκανε σαφές ότι αδιαφορεί απολύτως για ηχητικές καθαρότητες και λοιπές χαζομάρες. Το "Neonism" είναι ένας πραγματικά ζωτικός δίσκος που παρασέρνει τον ακροατή σε ένα συναρπαστικό ταξίδι που πατάει στο black metal αλλά, από εκεί και πέρα, ενσωματώνει μέσα του στοιχεία από σχεδόν κάθε είδος σύγχρονης μουσικής. Εκμεταλλευόμενο πλήρως τις καινοτομίες που είχαν προηγηθεί στην σκηνή, και πηγαίνοντας τις ένα βήμα πιο πέρα, το ντουέτο κατάφερε να χωρέσει μέσα σε δέκα τραγούδια όλες του τις επιρροές αντλώντας, παράλληλα, έμπνευση στιχουργικά από τον μαζικό καταναλωτισμό και τη σύγχρονη pop κουλτούρα. Αιρετικό, επίκαιρο και πρωτοποριακό σε όλα τα επίπεδα, το "Neonism" αποτελεί μια από τις πιο φιλόδοξες στιγμές στην ιστορία του ακραίου ήχου και, δικαίως, βρήκε μια θέση σε αυτό το αφιέρωμα. (Αντώνης Αντωνιάδης)


Dodheimsgard - "666 International"
(Moonfog Productions, 1999)

Dodheimsgard - 666 International

Υπάρχουν μερικοί δίσκοι που σε στιγματίζουν. Που, δεν μπορείς να αντιληφθείς τι συμβαίνει, από πού προκύπτει, γιατί εξελίσσεται έτσι, τι θέλουν να πουν. Που, παρά το γεγονός πως προσπαθούν με κάθε τρόπο να σε απωθήσουν, κάτι σε κρατάει, και αυτό το κάτι δεν είναι περιέργεια. Υπάρχουν μερικοί δίσκοι, που όσο ξένοι ηχούν, τόσο οικείους τους αισθάνεσαι όταν βγεις νικητής στην μάχη της ακρόασης. Και υπάρχει και το "666 International". Δεν έχει σημασία αν η όψη του, είχε αρχίσει να διαφαίνεται από το "Written In Waters" ή το "Satanic Art" EP. Δεν έχει σημασία αν αυτή η όψη, δεν ήταν αποκομμένη από την πραγματικότητα αλλά έπειτα ήλθε και ως κτήμα άλλων συνοδοιπόρων τους, ή αν ήταν εν τέλει δάκτυλος της Moonfog. Σημασία έχει, πως όταν ακούς αυτόν τον δίσκο, αυτός, ανάμεσα στο μέλλον που σου αποκαλύπτει, σου επιστρέφει το βλέμμα και σε ρωτάει, χαμογελώντας σαρδόνια, «δεν είμαι ο δικός σου υπερήρωας»; (Αποστόλης Ζαμπάρας)


Sigh - "Imaginary Sonicscape"​
(Century Media, 2001)

Sigh - Imaginary Sonicscape

Μοναδικό συγκρότημα! Από τις πρώτες τους μέρες έως σήμερα. Μεγαλωμένοι στη μαύρη μήτρα της black metal έκρηξης των αρχών της δεκαετίας του 90, έχοντας και τον Euronymous από τους πρώτους οπαδούς τους, οι Sigh είναι σε έναν τελείως δικό τους κόσμο. Σε ένα μέρος όπου το N.W.O.B.H.M. δημιουργεί τις ρίζες και από κει και πέρα προβάλλονται κλαδιά από Venom, γερμανικό thrash, jazz, Chopin, psychedelic, dub reggae, electronic, soundtrack από horror και ότι άλλο θέλετε. Προσοχή όμως! Οι Ιάπωνες και ιδιαίτερα ο mastermind Mirai δεν πετάνε πράγματα για χαβαλέ ή χάριν εντυπωσιασμού. Από το minimoog του "Corpsecry - Angelfall" έως το πιάνο του "Impromptu" ότι θα ακούσετε είναι αρμονικά δεμένο με τα τραγούδια. Οι Sign είναι avant garde εξ αρχής, δεν το σκέπτονται ή το προγραμματίζουν. Τους βγαίνει φυσικά! Για αυτό το λόγο είναι groupάρα, για αυτό το λόγο είναι σχεδόν underground σχήμα. Δεν γίνεται σε λίγες γραμμές να περιγράψεις αριστουργήματα σαν το "Imaginary Sonicscape", ακούστε απλά τα "Scarlet Dream" ή "Nietzschean Conspiracy" για να καταλάβετε για τι οραματιστές και καλλιτέχνες μιλάμε. (Γιάννης Δούκας)


Maudlin Of The Well - "Bath"
(Dark Symphonies, 2001)

Maudlin Of The Well - Bath

Ο Toby Driver αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς και συνεπείς δημιουργούς του avant metal, με όχημα του τους Maudlin Of The Well και τους συνεχιστές τους Kayo Dot. Όλες οι κυκλοφορίες των δύο σχημάτων συνιστούν μια παρατεταμένη avant περιπέτεια, θα σταθούμε όμως στο δεύτερο άλμπουμ των Maudlin, ως ένα ιδιαίτερα αυτόφωτο και σημαντικό έργο. Το "Bath" ήταν ένα από τα πρώτα metal άλμπουμ που ήταν αδύνατο να διακρίνεις από πού προέρχεται, μην έχοντας εμφανείς extreme metal καταβολές. Ευρείες ατμόσφαιρες, παρανοϊκά αρπίσματα και ακατανόητες δομές, οργανικός χαρακτήρας αλλά και αναπάντεχα ξεσπάσματα, ήταν στοιχεία που διαμόρφωναν ένα στυλ που έμοιαζε πρωτόγνωρο, ειδικά την στιγμή που ο όρος ambient ήταν τότε από απαγορευμένος ως άγνωστος. Το "Bath" ήταν ένα μοναχικό αριστούργημα από ένα γκρουπ που έμοιαζε να εκσυγχρονίζει τους πειραματισμούς του metal. Οι δε Kayo Dot συνεχίζουν να ακολουθούν τον δρόμο των συνεχών μεταμορφώσεων με κάθε κυκλοφορία τους, αποτελώντας μια πιο αντιεμπορική και πιο μεταλλική παραλλαγή των Ulver. (Αντώνης Καλαμούτσος)


Blut Aus Nord - "The Work Which Transforms God"
(Appease Me Records, 2003)

Blut Aus Nord - The Work Which Transforms God

Η μπάντα του Vindsval, έχει αποκτήσει πάμπολλες μεταμορφώσεις. Στις αρχές του αιώνα όμως, οι Blut Aus Nord, ενέδωσαν σε μια πνιγηρή, ψυχρή και στρυφνή. Η απομάκρυνση από τον τότε, ξεπεσμό του black metal ως ένα, συντηρητικό και υποκριτικό εν μέρει, προϊόν, δεν ήταν προνόμιο μόνο ορισμένων τρελών Νορβηγών, όπως αναφέρθηκαν προηγουμένως. Η βιομηχανική διάσταση, στην οποία το "The Work Which Transforms God" έχει εναποθέσει το παγωμένο κουφάρι του, ήταν αρκετή ώστε να εδραιωθεί, εν μέρει αποκλειστικά στην αισθητική του, μια από τις πιο διεστραμμένες σκηνές που έβγαλε ο ακραίος ήχος. Υπάρχουν φορές, που οι ακροάσεις αυτού του αποδομημένου ηχητικού ορυμαγδού, είναι εφιαλτικές. Αυτές, είναι οι ασφαλείς ακροάσεις. Αν η πρωτοπορία εμπεριέχει ρίσκα, τότε η πομπή των νεκρών κλόουν είναι ικανή να κάνει τα πάντα να σωπάσουν. Η επικρατούσα σιωπή, θα επιφέρει μια καταιγίδα επιφωνημάτων θαυμασμού. Δίσκος που δεν επαναλήφθηκε. (Αποστόλης Ζαμπάρας)


Shining - "Blackjazz"
(Indie Recordings, 2010)

Shining - Blackjazz

Το φλερτ του heavy metal με την jazz είναι μια παλιά ιστορία, παλιά όσο οι Voivod και οι Naked City, αυτός εδώ όμως ο κεραυνός που εξαπέλυσαν οι Νορβηγοί Shining, ήταν από την πρώτη στιγμή ένα instant classic. Ίσως ποτέ άλλοτε, αυτή η πρόσμιξη δεν ήταν τόσο συμπαγής και το συγκεκριμένο υβρίδιο τόσο ηχητικά αδιαπέραστο. Σε γνήσιο Norwegian fashion, οι Shining δεν άφηναν το σαξόφωνο να χαλάσει τον rock 'n' roll χαρακτήρα των riff, την κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, τις μαυρομεταλλικές και industrial αναφορές. Πέταξαν όλα τα παραπάνω στην χύτρα, ανακάτεψαν καλά και οι γεύσεις έδεσαν απρόσμενα, σε τραγούδια-δυναμίτες χωρίς ελαττώματα, με σφιχτές δομές και ασαφείς προθέσεις. Το "Blackjazz" είναι ένα σύγχρονο και πολυπρισματικό avant metal διαμάντι και η κληρονομιά του είναι αδύνατον να μετριαστεί, ακόμα κι από την μέτρια μετέπειτα πορεία των ίδιων του των δημιουργών. Το δε παιχνίδισμα ανάμεσα σε metal και jazz βαστάει ακόμα, συχνά με θαυμαστά αποτελέσματα. (Αντώνης Καλαμούτσος)


Altar Of Plagues - "Teethed Glory And Injury"
(Candlelight, 2013)

Altar Of Plagues - Teethed Glory And Injury

Σε όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας ήταν εμφανής η προσπάθεια να βρεθούν νέα μουσικά μονοπάτια, μέσω συγκερασμού ετερόκλητων μουσικών ιδιωμάτων και αλλόκοτων πειραματισμών. Το ρίσκο είναι προφανές και τα στραπάτσα πολλά, αλλά υπήρξαν και περιπτώσεις που το αποτέλεσμα ήταν καθηλωτικό και απόλυτα αναζωογονητικό. Από τα κορυφαία (αν όχι το κορυφαίο) παράδειγμα είναι οι Ιρλανδοί Altar Of Plagues. Προερχόμενοι από το χώρο του black metal και ουσιαστικά παραμένοντας σε αυτόν, διαφοροποιούνται ολοκληρωτικά αρχής γενομένης από το εξώφυλλο. Από την άλλη το ηχητικό μέρος χαρακτηρίζεται από δυσαρμονία και μια μουσική ασυνέχεια, ενώ αλλοπρόσαλλες φόρμες και δομές εμπλουτίζονται με αντισυμβατικές μελωδίες, ηλεκτρονικά ambient στοιχεία, industrial layers. Ένα άλμπουμ εντελώς πειραματικό και αντιεμπορικό που δεν πειθάρχησε σε κανόνες, με το αρνητικό ωστόσο ότι δημιούργησε τέτοια απόσταση από τους υπόλοιπους που αποδείχτηκε ακατόρθωτο να δρομολογήσει την οποιαδήποτε συνέχεια. Το γεγονός της διάλυσης του συγκροτήματος μετά την κυκλοφορία του δίσκου, μάλλον πιστοποιεί την αβάσταχτη δυσκολία της διαδοχής ενός τέτοιου πειραματικού εγχειρήματος. (Αντώνης Κονδύλης)


Thy Catafalque - "Meta"
(Season Of Mist, 2016)

Thy Catafalque - Meta

Το γεγονός ότι οι Thy Catafalque χωράνε μέσα σε μία τέτοια λίστα, έχοντας φτάσει στο σημείο να θεωρούνται σημαντικότατοι πρεσβευτές του σύγχρονου avant-garde, είναι αποτέλεσμα ταλέντου, επιμονής και συνέπειας. Εδώ και μια εικοσαετία, το σχήμα του Tamás Kátai αρνείται πεισματικά να μείνει στάσιμο, εξελίσσεται, εξευγενίζει και διανθίζει συνεχώς τον ήχο του, έχοντας διανύσει την διαδρομή από το black metal στο, σχεδόν καθαρό πλέον, progressive. Ενδεικτικό της ποιότητας τους είναι ότι οι οπαδοί τους έχουν διαφορετικές απόψεις για το ποια είναι η καλύτερη δουλειά τους, εμείς όμως θα προτείνουμε το "Meta" εξαιτίας της άριστης ηχητικής του ισορροπίας. Τα ηχοχρώματα από την παραδοσιακή μουσική της Ανατολικής Ευρώπης, τα ηλεκτρονικά και new age στοιχεία, καθώς και μια αδιόρατη space χροιά, όλα μπλέκονται γόνιμα με το στιβαρό μαύρο τους μέταλλο και διαμορφώνουν μια σαγηνευτική μουσική. Το 21 λεπτών "Malmok Jarnak" θα σου πει ότι χρειάζεται να ξέρεις για μια μπάντα που παρέδωσε περισσότερα απ’ όσα αρχικά υποσχέθηκε. (Αντώνης Καλαμούτσος)

  • SHARE
  • TWEET