«A Beginner's Guide»: Metallo Classico Italiano

Ένα ταξίδι στην ιστορία και τα πεπραγμένα της παραδοσιακής μεταλλικής σκηνής της Ιταλίας

Από τον Σπύρο Κούκα, 20/04/2017 @ 14:10

Η κλασσικομεταλλική σκηνή της Ιταλίας παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με την αντίστοιχη της χώρας μας, κυρίως στα πρώτα δύσκολα χρόνια και για τις δύο περιπτώσεις. Παρά το γεγονός πως υπήρχε πρόσφορο έδαφος για τη μετάβαση από τον rock στον μεταλλικό ήχο, παράλληλα με την παρακαταθήκη που άφηνε το κίνημα του ιταλικού προοδευτικού rock στα '70s, αλλά και η άνθηση του hardcore από τις αρχές κιόλας των '80s, η καθαρά μεταλλική της σκηνή άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά ουσιαστικά από το 1985 κι έπειτα.

Ψάχνοντας να βρούμε την έναρξη του μεταλλικού κινήματος στη γείτονα χώρα, πέφτουμε κυρίως πάνω στα ονόματα των Vanadium, των Sabotage, των Strana Officina και, φυσικά, των Dark Quarterer. Οι πρώτοι, με το ντεμπούτο τους "Metal Rock" κυκλοφορούν τον, πιθανότατα, πρώτο ιστορικά σημαντικό heavy metal δίσκο της Ιταλίας, με το ύφος τους να αμφιταλαντεύεται μεταξύ του πρωτόλειου NWOBHM και των σκληρότερων hard rock στιγμών των '70s, όπως τις όριζαν μπάντες όπως οι Deep Purple.

Την ίδια περίοδο, κάποιοι Blind Demon κυκλοφορούσαν στη Φλωρεντία ένα ντέμο με διασκευές σε κομμάτια των Iron Maiden και Saxon, για να εξελιχθούν αργότερα στους Sabotage, οι οποίοι ήταν από τις πρώτες ιταλικές μπάντες που φλέρταραν με το thrash metal. Μένοντας στην περιοχή της Τοσκάνης, μεταφερόμαστε λίγο παραδίπλα από τη Φλωρεντία, στο Λιβόρνο. Εκεί, τα αδέρφια Fabio και Roberto Cappanera, έχοντας σχηματίσει τους Strana Officina ήδη από το 1977, κυκλοφορούν τον πρώτο τους δίσκο το 1984. Με τέσσερις πολύ ενδιαφέρουσες συνθέσεις, τραγουδισμένες στη μητρική τους, πέντε χρόνια πριν την κυκλοφορία του πολύ πιο γνωστού τους "Rock & Roll Prisoners", οριοθετούν την πρώτη - πολύ άγουρη - περίοδο για το ιταλικό heavy metal, λίγο προτού το θρυλικό ντέμο των Dark Quarterer (απ' όπου πάρθηκαν οι περισσότερες συνθέσεις για να αποτελέσουν το κοσμοϊστορικό ντεμπούτο τους) βάλει τις βάσεις για την πολύ σημαντικότερη συνέχεια της σκηνής.

Ήδη το νερό είχε αρχίσει να κυλάει στο αυλάκι, με τις metal κυκλοφορίες να αυξάνονται σημαντικά στο δεύτερο μισό των '80s, τα οποία έκλεισαν ιδανικά χάρη στο "Pictures Of War" των Skanners και - κυρίως - του τρομερού "Irae Melanox" των Adramelch. Προβλήματα, βέβαια, υπήρχαν πολλά, με τα περισσότερα άλμπουμ της εποχής εκείνης να πάσχουν στο κομμάτι της παραγωγής, αλλά και σε ό,τι αφορά την αγγλική γλώσσα στη στιχουργία, γεγονός το οποίο δεν πτόησε ιδιαίτερα την προσπάθεια που γινόταν στη σκηνή, που ήδη άρχιζε να εμπλουτίζεται με νέες, αρκετά πιο ακραίες μπάντες.

Ωστόσο, η ουσιαστική άνθηση της ιταλικής κλασσικομεταλλικής σκηνής έλαβε χώρα στο δεύτερο μισό της επόμενης δεκαετίας. Το 1995 κυκλοφορούν τα ντεμπούτα των Eldritch και White Skull, τα οποία, κινούμενα στον ευρύτερο χώρο του power metal, υπήρξαν ο προάγγελος των όσων θα ακολουθούσαν τα επόμενα τρία χρόνια. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας, η παγκόσμια αναγνώριση είχε έλθει για αρκετές από τις μπάντες του νέου ιταλικού metal κύματος, καθώς κυκλοφόρησαν δίσκους που θεωρούνται πλέον κλασσικοί για το είδος τους.

Η ακμή, όμως, αναπόφευκτα ακολουθείται από την παρακμή και αφού τα παραδοσιακά παρακλάδια του metal γνώρισαν μεγάλη απήχηση στη χώρα, με πάμπολλες νέες μπάντες να ξεπετάγονται και να προσπαθούν να επωφεληθούν, η σκηνή μέχρι το 2004 είχε κορεστεί σε βαθμό σχεδόν αναντίστρεπτο. Οι μεγάλες μπάντες βρίσκονταν σε καθεστώς κρίσης, ενώ οι νεότερες κινούνταν στη μετριότητα, δίχως να έχουν να προσφέρουν κάτι επιπλέον στο ιδίωμα που επέλεγαν να εκφραστούν. Ευτυχώς, η κατάσταση άρχισε να δείχνει σημάδια βελτίωσης από το 2010 και μετά, με αρκετή δραστηριότητα στο underground και τις παλιές καραβάνες να επανακάμπτουν, δίνοντας μας αξιοπρεπέστατες δουλειές.

Πάμε, λοιπόν, να θυμηθούμε μερικές από τις πιο σημαντικές κυκλοφορίες της ιταλικής heavy/power/epic metal σκηνής, εκείνα τα άλμπουμ που διαμόρφωσαν αλλά και συνεχίζουν να σμιλεύουν τον μεταλλικό χαρακτήρα της Ιταλίας, παρουσιαζόμενα με χρονολογική σειρά.


Dark Quarterer - Dark Quarterer
(Label Service) (1987)​

Dark Quarterer - Dark Quarterer

Οι θρυλικοί Dark Quarterer θεωρούνται μια από τις παλαιότερες και σημαντικότερες heavy metal μπάντες της Ιταλίας. Ξεκινώντας την πορεία τους από τη δεκαετία του '70, έχοντας τότε το όνομα Omega R, το 1980 παίρνουν τη γνωστή τους ονομασία κι έπειτα από πέντε χρόνια διεργασιών δημιουργούν το πρώτο τους πλήρες ντέμο, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου θα καταλήξει να αποτελεί τον πρώτο, ομότιτλο δίσκο τους. Το ύφος τους, ένα ονειρικό πάντρεμα του επικού ήχου των Nemesis/Candlemass, των '70s Judas Priest και των Manilla Road, με το "Into Glory Ride" να διεκδικεί κι εκείνο με αξιώσεις σημαντική μερίδα των επιρροών τους, μπορεί να περιγραφεί μονάχα με τον όρο του progressive epic metal. Κι ακόμη κι αν η παραγωγή του άλμπουμ συναγωνίζεται σε ποιότητα τις μη-παραγωγές που ταυτίστηκαν μερικά χρόνια αργότερα με το black metal (ή, αν θέλετε, ταυτίζεται με τις παραγωγές που είχαν και οι δικές μας μπάντες εκείνη την περίοδο), το περιεχόμενο των συνθέσεων είναι τόσο εμπνευσμένο που η ανεπάρκεια του ήχου του περνάει στα «ψιλά». Ο πλούτος ιδεών και η συγκλονιστική ατμόσφαιρα των τραγουδιών είναι χαρακτηριστικά που απαντώνται σπανίως και μονάχα σε μνημειώδη δημιουργήματα και το "Dark Quarterer" είναι ένα από αυτά, με το - όντως κολοσσιαίο -  "Colossus Of Argil" να στέκεται ως η κορωνίδα του μεταξύ των συνθέσεων. 


Adramelch - Irae Melanox​
(Metal Master) (1988)

Adramelch - Irae Melanox​

Ο συγκεκριμένος δίσκος, προσωπικά, ανήκει σε εκείνους που τους εκτίμησα αρκετά χρόνια έπειτα από την πρώτη φορά που τους άκουσα. Κι αν οι Adramelch θεωρούνται - δικαίως - από τις σημαντικότερες ιταλικές metal μπάντες, αυτό, πριν χρόνια που είχα την τύχη να βρω στον δρόμο μου τον πρώτο τους δίσκο, δεν μου έλεγε και πολλά. Άγουρος ακόμη ως ακροατής, ο κακός του ήχος και η αληθινά πολύπλοκη φύση των συνθέσεών του με είχαν αποπροσανατολίσει, παρόλο που η ατμόσφαιρα του, η φωνάρα του Vittorio Ballerio και το Fates Warning-ικό "Decay" είχαν αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς. Αρκετό καιρό μετά, εκτίμησα πολύ περισσότερο το ντεμπούτο των ιστορικών Ιταλών metallers, σε σημείο να αποτελεί στη συνείδηση μου ένα από τα σημαντικότερα δημιουργήματα για τη διαμόρφωση και τη σταθεροποίηση της ιταλικής heavy metal σκηνής. Με το μεσαιωνικό θέμα του να βοηθάει αλλά και να υποστηρίζεται από την αμφιλεγόμενη παραγωγή, το ύφος του να έχει τις βάσεις του σε σχεδόν ισάξιο βαθμό τόσο στο '70s progressive rock όσο και στους Warlord και το NWOBHM (με το πρώτο να φαίνεται ξεκάθαρα και από την εξέλιξη και τα μεταγενέστερα άλμπουμ της μπάντας) και τον δίσκο να έχει μια κλιμακούμενη κορύφωση από την αρχή μέχρι το τέλος του, το "Irae Melanox" κέρδισε στο νήμα το κατοπινό "Broken History" για να βρεθεί εδώ, αλλά στην πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρξε αμφιβολία, αφού το ειδικό και ιστορικό βάρος τους είναι ασύγκριτο. 


Domine - Champion Eternal
(Dragonheart) (1997)

Domine - Champion Eternal

Όντας κι εκείνοι μέρος της μεταλλικής αναγέννησης που επιτελέστηκε στην Ιταλία στα μέσα των '90s, οι Domine μπορούν να υπερηφανεύονται ότι έχουν καταφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό να χαίρουν τις εκτίμησης τόσο των φίλων του power όσο και εκείνων του επικού ήχου, συνδυάζοντας ιδανικά τα δύο είδη. Το ντεμπούτο τους, το μυθικό "Champion Eternal", ανακαλεί τη συγγραφική εποποιία του Michael Moorcock, δίνοντας της το πιο ταιριαστό ηχητικό υπόβαθρο, με τις πλανώμενες ερμηνείες του Morby να στοιχειώνουν το υποσυνείδητο μας. Η (μάλλον μέτρια) παραγωγή δεν μπορεί να κρύψει ούτε σπιθαμή από την πολυσχιδή μεγαλοπρέπεια του υλικού, που δεν επηρεάζεται ούτε από την αμφιλεγόμενη αγγλική στιχουργία και την ιδιαίτερη εκφορά της από τον Ιταλό τραγουδιστή. Συγχρόνως, το γεγονός πως και η υπόλοιπη δισκογραφία της μπάντας στέκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενισχύει τη θέση του "Champion Eternal", το οποίο, προσωπικά, θεωρώ ένα από τα τρία κορυφαία άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει από ιταλική μπάντα.


Rhapsody - Legendary Tales
(LMP) (1997)

Rhapsody - Legendary Tales

Ας μιλήσουμε με δεδομένα. Το "Legendary Tales", την εποχή που κυκλοφόρησε, αποτέλεσε μαζί με το "Glory To The Brave" των Hammerfall ένα είδος πολιορκητικού κριού του «παραδοσιακού» heavy metal ήχου προς τη νέα γενιά, σε μια εποχή που αυτός έμοιαζε παρωχημένος και δεινοσαυρικός. Αναμενόμενα, προβλήθηκαν όσο ελάχιστα άλμπουμ εκείνη την εποχή, λαμβάνοντας διθυραμβικές κριτικές και αποθεωτικά σχόλια, ενώ οι δημιουργοί τους βρίσκονταν μόλις στην αρχή της καριέρας τους. Λογικό, λοιπόν, πέραν της προσοχής που έλαβαν, να προκάλεσαν αρκετά καχύποπτα σχόλια σχετικά με τις πραγματικές τους δυνατότητες και τους λόγους της ύπαρξής τους. Μιλώντας για τους Rhapsody, οι κακοπροαίρετες φήμες έλεγαν, μεταξύ άλλων, πως ο Sasha Paeth και ο Miro ανέλαβαν να παίξουν αρκετά μέρη των συνθέσεων (γεγονός που ισχύει μονάχα για τα μέρη του μπάσου), ή ακόμη και ότι οι ίδιοι οι Rhapsody δεν έπαιξαν παρά ελάχιστα στον δίσκο, με το εκτελεστικό σκέλος να αναλαμβάνεται πιθανόν από μέλη μιας άλλης γνωστής ιταλικής μπάντας (κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από πουθενά). Δεδομένα, όμως, το ντεμπούτο των Rhapsody αποτελεί ένα απαστράπτον δείγμα συμφωνικού power, όπου τα κλασικίζοντα και μπαρόκ στοιχεία της μουσικής τους μπλέκονται αρμονικά με τους παραδοσιακούς ήχους της Ιταλίας, κάνοντας τους να μοιάζουν ως μια εξευγενισμένη, επικολυρική εκδοχή των έτσι κι αλλιώς εκλεπτυσμένων Royal Hunt. Ριζοσπαστικός μέσα από τα κλισέ του, κλασσικός ακόμη και για τους haters, το "Legendary Tales" είναι ένας δίσκος-σταθμός για το ευρωπαϊκό power metal και, σίγουρα, ο πιο σημαντικός της καριέρας των Ιταλών Ραψωδών. 


Athena - A New Religion?
(Rising Sun Productions) (1998)​

Athena - A New Religion?

Από τις μπάντες που έχει τραγουδήσει ο Fabio Lione, οι Athena παίζει να είναι η πιο λησμονημένη, παρόλο που ποιοτικά προσέφερε έναν από τους καλύτερους δίσκους που έχει τραγουδήσει ο μεγάλος Ιταλός ερμηνευτής. Το δεύτερο πόνημα των Τοσκανών ανταγωνίζεται ευθέως τις κορυφαίες prog/power κυκλοφορίες, θυμίζοντας ώρες-ώρες μια ιταλική έκδοση των σπουδαίων Angra ή των Dream Theater, που, πίσω στα '90s, ήταν στα πολύ πάνω τους. Τα πλήκτρα του Gabriele Guidi είναι πανταχού παρόντα, αναζητώντας τακτικά την ουσιαστική επιβολή τους στο εκάστοτε κομμάτι, οι κιθάρες είναι αρκούντως δυναμικές όταν πρέπει και το rhythm section καταφέρνει να μην υπολείπεται σε βαρύτητα ως προς τη σημαντικότητα του για τη δομή του άλμπουμ. Αλλά, πάνω απ' όλα βρίσκεται ο Fabio Lione, που παρουσιάζει μια από τις απαιτητικότερες και, εν τέλει, καλύτερες ερμηνείες ολόκληρης της καριέρας του, δίχως περιορισμούς ως προς την προσέγγιση των συνθέσεων. 


Labyrinth - Return To Heaven Denied
(Metal Blade) (1998)

Labyrinth - Return To Heaven Denied

Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του '90, με το power metal να μεσουρανεί. Στην Ιταλία, το είδος ήδη έχει αρχίσει να εμφανίζει τις πρώτες σημαντικές κυκλοφορίες της σκηνής και μια παρέα από την Τοσκάνη έχει αρχίσει ήδη να ακούγεται στους underground κύκλους χάρη στο άγουρο ντεμπούτο της, το "No Limits". Έπειτα από ορισμένες αλλαγές, που αφορούσαν τις σημαντικότατες θέσεις του τραγουδιστή και του πληκτρά, κι ενώ έχει μεσολαβήσει η αλλαγή δισκογραφικής στέγης από την Underground Symphony στη Metal Blade, η μπάντα κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ της, με τον τίτλο "Return To Heaven Denied". Αυτό ήταν. Ο δίσκος αποτέλεσε το breakthrough των Labyrinth στο παγκόσμιο μεταλλικό κοινό της εποχής, με τις 10+1 συνθέσεις του να είναι η μία καλύτερη από την άλλη, σε ένα ύφος που μονάχα με την ταμπέλα του μελωδικού prog/power μπορεί να προσδιοριστεί. Οι προσθήκες του εξαίσιου Roberto Tiranti πίσω από το μικρόφωνο και του Andrea de Paoli στα πλήκτρα προσέδωσαν τις καλαίσθητες μελωδικές/AOR πινελιές που έλειπαν από την μπάντα για να απογειωθεί, δημιουργώντας τις ρομαντικές/εύληπτες προεκτάσεις που χρειάζονταν οι συνθέσεις του (βασικού συνθέτη) Olaf Thorsen ώστε να περάσουν στο πάνθεον του μεταλλικού ήχου. Από εκείνες, το ονειρικό "Lady Lost In Time" και ο speed/power χείμαρρος του "Thunder" ξεχώρισαν μεμιάς, παρά το γεγονός πως καμία στιγμή του άλμπουμ δεν περισσεύει. Μάλιστα, ακόμη και στο instrumental-διασκευή, οι pop/eurodance προεκτάσεις μέσω της χρήσης των (υποδειγματικά τοποθετημένων) πλήκτρων εντάσσονται στο γενικότερο προοδευτικό πλαίσιο της μουσικής, φανερώνοντας το ταλέντο και την καλαισθησία της μπάντας. Η συνέχεια ήθελε τους Labyrinth να απολαμβάνουν για λίγο τους καρπούς των κόπων τους, αφού λίγο η συνθετική πτώση που υπήρξε στο (μοσχοπουλημένο) "Sons Of Thunder" και, το κυριότερο, η φυγή του Olaf Thorsen από την μπάντα (μια περίπτωση που θυμίζει λίγο Kai Hansen και Helloween) έριξε σταδιακά την μπάντα στην ανυποληψία, μέχρι τις δύο επανενώσεις με τον Thorsen και τα "Return To Heaven Denied Pt II - A Midnight Autumn’s Dream" και (το πρόσφατο) "Architecture Of A God". Ακόμη κι έτσι, όμως, το "Return To Heaven Denied" αποτελεί ένα από τα δέκα καλύτερα άλμπουμ της ευρωπαϊκής πλευράς του power metal και, σίγουρα, έναν δίσκο που ο χρόνος δεν κατάφερε να διαβρώσει στο ελάχιστο.


Eldritch - El Nino
(Inside Out) (1998)

Eldritch - El Nino

Πρόοδος και δύναμη. Αυτές είναι οι δύο λέξεις που μου έρχονται αυθόρμητα στον νου όταν σκέφτομαι το "El Nino", το τρίτο - και καλύτερο - άλμπουμ των Eldritch. Έχοντας πάρει το όνομα τους από το ομώνυμο τραγούδι των Watchtower και με εμφανέστατες επιρροές από τους αδικοχαμένους Conception, γεγονός ήδη αντιληπτό από τον προηγούμενο δίσκο τους, οι Eldritch έφτασαν στην κορυφή του δημιουργικού τους οίστρου με το υπέροχο "El Nino" του 1998. Εξαιρετικές μελωδίες και κοφτά riff, ασυνήθιστα φωνητικά που δεν ακολουθούσαν τις επιταγές που προωθούνταν από τις λοιπές σημαντικές μπάντες της σκηνής (βλέπε Labyrinth, Rhapsody και άλλους μελωδικούς εκπροσώπους της χώρας) και όλα τα παραπάνω διανθισμένα με τις φουτουριστικές εμπνεύσεις του Oleg Smirnoff στα πλήκτρα, δημιουργούν τον δίσκο που έστρεψε τα περισσότερα φώτα πάνω στους prog/power metallers από την Τοσκάνη. Βέβαια, όσο προοδευτικές και καλλιτεχνικές υπήρξαν οι τέσσερις πρώτες δουλειές της μπάντας, η συνέχεια την ήθελε να στεγανοποιεί το power/prog της, χάνοντας σημαντικό μέρος της ιδιαιτερότητας της, παρά το γεγονός πως πάντοτε διατηρούσε κάποιες ποιοτικές σταθερές. Ας είναι. Και μόνο το "Headquake" και, φυσικά, το "El Nino" αρκούν για να τοποθετήσουν, δίχως αντιρρήσεις, τους Eldritch στα σημαντικότερα συγκροτήματα που έδωσε η άνθηση του μεταλλικού ήχου στην Ιταλία, μέσα στα '90s, και αυτό αρκεί.


DoomSword - Doomsword
(Underground Symphony) (1999)​

DoomSword - DoomSword

Τολμώ να δηλώσω πως, ενώ οι DoomSword ήταν από τις πρώτες μπάντες που σκέφτηκα για το παρόν αφιέρωμα, η επιλογή του «καλύτερου» δίσκου τους για να παρουσιαστεί, αποτέλεσε ευχάριστο μεν, πονοκέφαλο δε, με το συναίσθημα να καθορίζει την τελική έκβαση της επιλογής. Έτσι, το ντεμπούτο των επικών metallers με ηγέτη τον Deathmaster και μπροστάρη των φωνητικών ερμηνειών (για μοναδική φορά) τον Nightcomer (κατά κόσμον Gabriele Grilli) ξεχωρίζει των προτιμήσεων μου, καθώς το κατατάσσω ισάξια με τα πρώτα επικά Ευαγγέλια των Manowar, των Warlord και των Cirith Ungol (το "Nadsokor" των οποίων διασκευάζεται στον δίσκο), όντας σαφώς πιο λυρικό (και λιγότερο Bathory-oriented) από τα επόμενα (εξίσου κορυφαία) άλμπουμ τους. Η ερμηνείες του Nightcomer, αν και υστερούν μερικώς από τεχνικής απόψεως, είναι τόσο παθιασμένες και ταιριαστές με τη μουσική που τελικά ξεχωρίζουν, ενώ το ατόφιο επικό πνεύμα της μπάντας, δίχως γραφικές δηλώσεις και συμπεριφορές, αλλά με την αληθινή underground νοοτροπία να επικρατεί, είναι τουλάχιστον άξιο σεβασμού. Κορυφαίες συνθέσεις που σε μεταφέρουν κατευθείαν στο πεδίο των μαχών διαδέχονται η μία την άλλη, η αύρα του "Epicus Doomicus Metallicus", του "Into Glory Ride" και των "Heaven And Hell"/"TYR" είναι διάχυτη σε ολόκληρο τον δίσκο και το συναίσθημα που πηγάζει δεν μπορεί να περιγραφεί επαρκώς με λόγια.


White Skull - Public Glory, Secret Agony
(Nuclear Blast) (2000)

White Skull - Public Glory, Secret Agony

Από τις μακροβιότερες και πιο σταθερές μπάντες της ιταλικής heavy metal σκηνής, οι Βενετσιάνοι White Skull, έφτασαν στο συνθετικό αποκορύφωμα τους με το "Public Glory, Secret Agony". Κυκλοφορώντας με την αυγή της νέας χιλιετίας, το concept αυτό άλμπουμ σχετικά με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία κερδίζει στο νήμα το "Tales From The North" ως το αρτιότερο δημιούργημα των White Skull και σίγουρα αποτελεί από τους πιο καλοφτιαγμένους δίσκους της συχνά περιφρονημένης, μα τελικά παραγνωρισμένης ιταλικής σκηνής. Τα ιδιαίτερα φωνητικά της Federica De Boni είναι από τα πρώτα πράγματα που ξεχωρίζει κανείς με μια ακρόαση, αν και οι κλασικίζουσες παραπομπές στη μουσική των Ιταλών, οι οποίες δίνουν μια ξεχωριστή αύρα στο κατά τα άλλα παραδοσιακό heavy/power της μπάντας, τελικά κλέβουν στο νήμα τις εντυπώσεις. Μάλιστα, το γεγονός πως η στιχουργία δεν περιορίζεται στα cheesy επίπεδα του είδους, αλλά πραγματεύεται ένα ιστορικό θέμα, έστω και αρκετά απλουστευμένα και προσαρμοσμένα στις ανάγκες της μουσικής, προσθέτει αρκετούς πόντους, κάνοντας το "Public Glory, Secret Agony" έναν δίσκο που εκτιμάται από κάθε φίλο του είδους.


Thunderstorm - Sad Symphony
(Northwind) (2000)​

Thunderstorm - Sad Symphony

Ένας από τους ελάχιστους σοβαρούς εκπροσώπους του επικού doom ιδιώματος της γείτονας χώρας, δεν γινόταν να λείψει από το παρόν αφιέρωμα. Οι Λομβαρδοί Thunderstrorm αποτέλεσαν την πιο αξιόπιστη ιταλική αντιπρόταση στους Solitude Aeturnus, κυκλοφορώντας στις αρχές της χιλιετίας το ντεμπούτο (και καλύτερο, εν τέλει, δίσκο τους), το "Sad Symphony". Ελεγειακά φωνητικά, επικολυρικές συνθέσεις που ανακαλούν τους κλασσικούς Candlemass δίχως να χάνουν σε ειδικό βάρος και διαφοροποίηση από το power metal κύμα που παρέσερνε τη γείτονα χώρα εκείνη την περίοδο, οι Thunderstorm άξιζαν μιας καλύτερης πορείας από αυτήν που της επιφύλασσε η μοίρα. Οι πέντε συνολικά κυκλοφορίες τους μέχρι το 2010 είναι αξιοπρεπέστατα δείγματα σοβαρού επικού doom, με το "Sad Symphony" και το "Witchunter Tales" να ξεχωρίζουν των υπολοίπων και να προτείνονται ανεπιφύλακτα.


Vision Divine - Stream Of Consciousness
(Scarlet) (2004)

Vision Divine - Stream Of Consciousness

Οι Vision Divine ξεκίνησαν ως side project του Olaf Thorsen, ενόσω ήταν εκείνος στους Labyrinth, μα εξελίχθηκαν στο βασικό καλλιτεχνικό του όχημα, μετά την αποχώρηση του από τους τελευταίους. Έτσι, το 2004, όπου τοποθετείται ο παρών δίσκος, ήδη οι πρώτες αλλαγές στο πρώιμο ύφος τους και το lineup έχουν πραγματοποιηθεί, με σημαντικότερες εκείνη της αντικατάστασης του Fabio Lione με τον Michele Luppi στα φωνητικά και του Andrea de Paoli με τον Oleg Smirnoff στα πλήκτρα. Ταυτοχρόνως, το εδραιωμένο συνθετικό ύφος του Thorsen, όπως εκείνο ήταν γνωστό από τις δουλειές του με τους Labyrinth και τα πρώτα άλμπουμ των Vision Divine, αρχίζει και στρέφεται σε σαφώς πιο προοδευτικές φόρμες, θυμίζοντας μια μίξη των mid tempo στιγμών των Stratovarius (των οποίων ο Timo Tolkki αποτελεί την, ίσως, σημαντικότερη επιρροή του Thorsen) με τους '90s Fates Warning και Dream Theater. Όλα αυτά συνέβαλαν στο να δημιουργηθεί ένας πανέμορφος δίσκος, όπως το "Stream Of Conciousness", ο οποίος, έχοντας ένα ανθρωποκεντρικό, μα συγχρόνως φιλοσοφικό/θρησκευτικό concept γύρω από τη θεϊκή υπόσταση και το νόημα της επίγειας ζωής, αλλά και τα ουράνια, λυρικά φωνητικά του Luppi σε πρώτο πλάνο, επιλέγεται οριακά έναντι των υπολοίπων κυκλοφοριών της μπάντας, κυρίως λόγω προσωπικού γούστου.


Wotan - Carmina Barbarica
(Eat Metal) (2004)​

Wotan - Carmina Barbarica

Ανατριχίλα. Καθώς ο θεός Odin (μαζί με τον ημίθεο DeMaio) έδωσε το τελικό πρόσταγμα στις ορδές των πολεμιστών του, το επίλεκτο τάγμα των Wotan, εκ Λομβαρδίας ορμώμενο, πρωτοστάτησε, όντας στην πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στους αιρετικούς ακολούθους του ψευδούς μετάλλου. Ίσως η μπάντα που ηχητικά στάθηκε πιο κοντά στους θρυλικούς Manowar, ακόμη και στον τομέα των φωνητικών, με τον Vanni Ceni να αποτελεί το ιταλικό alter ego του «πολύ» Eric Adams, στο απαστράπτον ντεμπούτο της παραδίδει συγκλονιστικές στιγμές πολεμικής μουσικής. Μουσικής γεμάτης δύναμη και μεγαλοπρέπεια, η οποία και φανερώνει, πέραν της λατρείας για τα Ευαγγέλια που παρέδωσαν οι Manowar στον μεταλλικό κόσμο μέχρι και το "Triumph Of Steel", και τις πεποιθήσεις της μπάντας. Ποτέ μην παραδοθείς δίχως μάχη, ποτέ μην λιποψυχήσεις μπροστά στις δυσκολίες, ατσαλώσου ακούγοντας αυτό το underground διαμάντι του επικού ήχου, ένα αποτέλεσμα που ακόμη και η ίδια η μπάντα ουδέποτε προσέγγισε ξανά έκτοτε.


Ancestral - The Ancient Curse
(Underground Symphony) (2007)

Ancestral - The Ancient Curse

Είμαστε στο έτος 2007. Το power metal συνολικά βρίσκεται στα πολύ κάτω του σαν είδος και οι όποιες κυκλοφορίες το αφορούν σπάνια γλυτώνουν από την έντονη κριτική λόγω της μετριότητας τους. Στη δε γείτονα Ιταλία, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, με τις μπάντες που ακολουθούν το συγκεκριμένο ύφος να προκαλούν, πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων, θλίψη και χλευασμό. Ωστόσο, την ίδια χρονιά έχουμε την πρώτη επίσημη δισκογραφική εμφάνιση των Σικελών Ancestral, οι οποίοι με το ντεμπούτο τους έδειξαν πως υπάρχει ακόμη ελπίδα για την ιταλική power metal σκηνή. Μακριά από τα υπερμελωδικά στερεότυπα του ιταλικού europower ήχου, οι Ancestral ακολούθησαν την πεπατημένη συγκροτημάτων όπως οι Blind Guardian, οι Savage Circus και οι Manticora (με ολίγον από Helloween), νοθεύοντας τον μελωδικό τους ήχο με τις απαραίτητες δόσεις τραχύτητας και τευτονικής ταχύτητας. Έτσι, το "The Ancient Curse", μέσα από την ορμητικότητα και τις εξαιρετικές του συνθέσεις καταφέρνει και μας μεταφέρει τουλάχιστον μια δεκαετία πριν τη δημιουργία του, φανερώνοντας μια μπάντα που έχει τις δυνατότητες για ακόμη περισσότερα, ασχέτως αν παρέμενε σιωπηλή μέχρι και πρόσφατα (και το φετινό αρκετά καλό "Master Of Fate").


DGM - Frame
(Scarlet) (2009)​

DGM - Frame

Οι power/prog metallers DGM είναι μια ξεχωριστή περίπτωση συγκροτήματος. Έχοντας ιδρυθεί στα μέσα των '90s από τους Diego Reali, Gianfranco Tassella και Maurizio Pariotti (εξ ου και η ονομασία DGM, από τα αρχικά τους), η μπάντα εδώ και πάνω από μια δεκαετία συνεχίζει το groovy μελωδικό prog της, δίχως κανένα από τα ιδρυτικά μέλη στη σύνθεση της. Αυτό, βέβαια, δεν την επηρεάζει διόλου, συνεχίζοντας να κυκλοφορεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα δίσκους που δεν έχουν να ζηλέψουν σχεδόν τίποτα από τα φτασμένα ονόματα του είδους τους. Με τους Symphony X και Dream Theater να έχουν προκύψει ως οι κυριότερες αναφορές στη μουσική του σχήματος, επιλέγεται προς παρουσίαση το "Frame" του 2009 για υποκειμενικούς κυρίως λόγους, αλλά και για το γεγονός πως παρουσιάζει για πρώτη φορά το μακροβιότερο lineup του. Με τον Mark Basile να συστήνεται στο κοινό της μπάντας με τον καλύτερο τρόπο, συνθέσεις όπως το εναρκτήριο "Hereafter" (που ο Serafino Perugino της Frontiers έχει δηλώσει πως είναι ίσως η αγαπημένη του από την μπάντα) και μια ανεπιτήδευτη εμπορικότητα να πλανάται γύρω από το υλικό του δίσκου, το "Frame" ξεχωρίζει της συνολικής δισκογραφίας τους και αποτελεί μια καλή εκκίνηση για να ανακαλύψει κανείς τα συνολικά πεπραγμένα τους.


Holy Martyr - Invincible
(Dragonheart) (2011)

Holy Martyr - Invincible

Ακόμη μια ιταλική μπάντα που επιδίδεται στο ευγενές άθλημα του επικού metal, οι Holy Martyr, από τα πρώτα τους κιόλας βήματα έχουν δείξει την αγάπη τους για τη χώρα μας και την ιστορία της. Έχοντας αγκαλιαστεί με θέρμη από το εγχώριο κοινό, λόγω και του "Hail To Hellas" EP και του "Hellenic Warrior Spirit" full length, το 2011 καταπιάστηκαν με την πολεμική ιστορία της Ιαπωνίας, παραδίδοντας τον μέχρι τώρα πληρέστερο δίσκο τους. Ο ήχος του άλμπουμ, στακάτος και στιβαρός, βοηθά τις κατά βάση απλές συνθέσεις του να αναδείξουν τις δυναμικές τους, με τον Alessandro Mereu να καταβάλει φιλότιμες προσπάθειες πίσω από το μικρόφωνο, εμφανιζόμενος αισθητά βελτιωμένος σε σχέση με το παρελθόν. Το υλικό αναβλύζει επικό συναίσθημα και το γεγονός πως αυτό επιτυγχάνεται πότε με ένα δυνατό riff, πότε με μια απλή μελωδία, με τα φωνητικά να σιγοντάρουν στην επίτευξη αυτού του σκοπού, στα μάτια μου μοιάζει με σημαντική επιτυχία. Το "Kagemusha" είναι μεγάλη σύνθεση, το ίδιο και το "Zatoichi" και παρά το γεγονός πως το φετινό "Darkness Shall Prevail" είναι ανεπαρκέστατο, λόγω πρότερου βίου και προθέσεων τους το συγχωρούμε μάλλον εύκολα.


Asgard - Outworld
(My Graveyard Productions) (2013)

Asgard - Outworld

Μια από τις λιγότερο γνωστές περιπτώσεις του αφιερώματος, οι speed/power metallers Asgard αποτελούν ένα καλά κρυμμένο διαμαντάκι για τους φίλους του συγκεκριμένου ήχου. Ήδη από το ντεμπούτο τους, "The Seals Of Madness", του 2011, το ιταλικό σχήμα είχε δείξει την λατρεία του για μπάντες όπως οι Steel Prophet, οι Crimson Glory και, κυρίως, οι Agent Steel της κλασσικής περιόδου τους. Μάλιστα, βρίσκοντας στο πρόσωπο του Federico Mazza έναν τραγουδιστή που ομοιάζει σε ερμηνεία και έκταση με τον απόκοσμο John Cyriis, το όλο πακέτο της μουσικής τους έμοιαζε ιδιαίτερα ελκυστικό, ακόμη κι αν οι επιρροές παραήταν εμφανείς στον πρώτο δίσκο τους. Στο εδώ παρουσιαζόμενο δεύτερο άλμπουμ τους, οι επιρροές συνεχίζουν να είναι οι ίδιες, αλλά συνολικά το υλικό έχει μεγαλύτερη συνοχή και ο Mazza δεν θυμίζει απλά τον Cyriis, αλλά αποκτά τη δική του προσωπικότητα, κάτι που φαίνεται στις πιο χαμηλές και μεσαίες συχνότητες του. Κατά τα άλλα, το speed/power ολοκαύτωμα καλά κρατεί, με τρομερές συνθέσεις όπως το εναρκτήριο "Spirits", το "Wall Of Lies" και το "Riot Angels" να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και τις υπόλοιπες να ακολουθούν από πολύ κοντά.

  • SHARE
  • TWEET