
Ambrose Akinmusire
Honey From A Winter Stone
Απαντάει και στην ερώτηση "πόσο μακριά έχει πάει η μουσική;"
Αν κι έχει ξεχωρίσει ήδη ως ένας από τους πιο χαρισματικούς jazz τρομπετίστες της νεότερης γενιάς, ο Ambrose Akinmusire δεν μοιάζει να βολεύεται μέσα στην όποια ασφάλεια του genre. Για τους λόγου το αληθές, δίπλα στον ίδιο, τον Sam Harris στο πιάνο και τον Justin Brown στα τύμπανα, αξιοποιεί την μοντέρνα χροιά των keyboards της Chiquitamagic, την αυτοσχεδιαστική hip-hop του εξαιρετικού Kokayi στα φωνητικά και την εκπληκτική δύναμη του κουαρτέτου εγχόρδων Mivos Quartet, συγκροτώντας ένα μαγικό, πολύχρωμο ηχητικό σύμπαν όπου η jazz, η μουσική δωματίου και το hip-hop συνδιαλέγονται κι ενώνονται αρμονικά. Όντας ένα γιγάντιο άλμπουμ 75 λεπτών, το "Honey From A Winter Stone" συχνά χάνει την εστίαση του, όμως δεν χάνει ποτέ την πνευματική του συνοχή κι αυτή την διάθεση του να εξερευνήσει και να υπερβεί συναισθήματα, ήχους και μουσικά στυλ. Μετατρέπεται λοιπόν σε μια μεγάλη περιπέτεια που, από πολλές απόψεις, μοιάζει σαν να επιδεικνύει το πόσα πράγματα μπορεί να ενσωματώσει η σύγχρονη μουσική. Ένα μοναδικό έργο που αξίζει να μνημονεύεται ως μια πολύτιμη στιγμή για την jazz του 2025.

Indian Nightmare
Banished Into Endless Chaos
Ετοιμάστε σβέρκους, κερνάνε heavy/speed/punk σφηνάκι - προμήνυμα επακόλουθου χαμού
Πρώτη επαφή με την μπάντα και σίγουρα δε θα ΄ναι η τελευταία. Η σύνθεσή τους θα μπορούσε να αποτελεί έναρξη ανεκδότου πριν πολλά χρόνια στα μέρη μας: ήταν ένας Ιταλός, ένας Μεξικάνος, ένας Τούρκος και ένας Ινδονήσιος, άνευ Έλληνα τούτη τη φορά, που μπλα μπλα μπλα. Εν τέλει όρισαν το Βερολίνο ως βάση τους απ’ όπου εξαπολύουν το heavy/speed/punk metal τους, καμωμένο να θερίζει και να σπάει σβέρκους. Το νέο τους EP - προάγγελος νέου δίσκου μέσα στη χρονιά - καταφέρνει με τρεις συνθέσεις να συνδυάσει τα ανωτέρω είδη τόσο πειστικά, ώστε η μία σφαλιάρα να διαδέχεται την επόμενη. Τσιρίδες, μπουνταλάδικα οπαδικά φωνητικά, ερεθιστικά riffs με thrash προεκτάσεις, evil τραγίσια αισθητική, άπαντα στα κόκκινα με εξαντλητικούς ρυθμούς. Ο Slayer - ικός επίλογός τούς μαρτυρά από πού κρατά η σκούφια τους και η παρτάρα καλά κρατεί με τα σούπερ riffs λίγο προ του τέλους. Αν αυτό αποτελεί προμήνυμα για το άμεσο μέλλον τους, θα είμαι εκεί και θα περιμένω. Δε θέλω παρέα, τους έχω, χα. Έχουν και σπαθί στο εξώφυλλο, αμέ.

Plaguewielder
In Dust And Ash
Μια μικρή λάμψη μέσα στα σκοτάδια, κράμα πολλών extreme ήχων που θα τραβήξει την προσοχή
Το Ohio δεν είναι μόνο για εραστές. Μπορεί η κεντροδυτικές Η.Π.Α. να φημίζονται για άλλα υποϊδιώματα, η περίπτωση όμως των Plaguewielder που έχουν φτάσει αισίως τον τέταρτο δίσκο τους, ξεχωρίζει. Στο επίκεντρό, το θεοσκότεινο doom βασιλεύει, με πολύ μικρές νότες sludge εδώ κι εκεί, αλλά με σημαντικότερο συνθετικό στοιχείο σίγουρα τον ευρωπαϊκό αέρα, αφού παράλληλα οι συνθέσεις του "In Dust And Ash" παρουσιάζονται εμποτισμένες με πολύ σκανδηναβικό black αλλά και melodic death της κλασσικής σουηδικής σχολής.
Αποτελούμενοι από τρία μόλις άτομα, οι Plaguewielder χτίζουν έναν ήχο πολύ ενδιαφέρων, ικανό να προσφέρει όμορφες και πολύ μελωδικές – μιας που αχνοφαίνεται κι αυτό το gothic rock στοιχείο – και συνθέσεις ελκυστικές. Από τα πρώτα "Eulogy" και "Spaces" μέχρι τα singles "Empty Nights" και "Sadness", ακολουθούμε ένα αξιοπρόσεκτο σερί πρώτου μισού δίσκου. Στο υπόλοιπο μισό ο δίσκος πέφτει ελάχιστα, μα το "Wallow" καταφέρνει να ξανακερδίσει. Μια πολύ ενδιαφέρουσα κυκλοφορία που καταπιάνεται με πολλά metal κατατόπια, καταφέρνοντας όμως να μην φλυαρεί και να έχει κάτι να προσφέρει στον ολαδό του καθενός.

Parish
Queen Of The Skies/Sisters Of The Light 7"
Ναι και πάλι ναι, δύο έγκαβλες συνθέσεις ατόφιου βρετανικού proto metal
Το λονδρέζικο proto metal - heavy & doom - τρίο κυκλοφόρησε το 2022 κορυφαίο δίσκο. Βρέθηκε πολύ ψηλά στη λίστα εκείνης της χρονιάς που έπειτα από τρία χρόνια σχεδόν, ακούγεται ακόμα άνευ skip και με παράδοξη φρεσκάδα. Παράδοξη, επειδή δε συνάδει με το είδος που υπηρετούν και έχει τις ρίζες του στα ‘70s, τα οποία μόνο φρέσκα δεν τα λες. Φέτος, στρέφουν το βλέμμα τους στο ζωοδόχο ήλιο, αυτόν εξυμνούν μέσω δύο συνθέσεων: από τη μία, τις ευεργετικές του ιδιότητες στο "Queen Of The Skies" (οι Βρετανοί τού δίνουν θηλυκό φύλο), εξερευνώντας παράλληλα στο "Sisters Of The Light" τη σκοτεινή πλευρά της λατρείας του (τελετουργικά μαχαίρια, σκοινί για κρέμασμα κλπ). Σαμπαθόκα@λοι & Thin Lizzy - ολάτρες, συνεχίζουν στα βήματα του ομώνυμου δίσκου, και κρατούν τις λαογραφικές/παγανιστικές δοξασίες τους, φέρνοντας στο νου τούτη τη φορά το "Midsommar". Εξελίσσονται σε μεγάλη αγάπη, χρειάζεστε μονάχα σκάρτα επτά λεπτά για να τη νιώσετε. Με την ελπίδα τούτο το 7" να προμηνύει άμεση συνέχεια, τραγουδάμε σε έκσταση: "Through the city a grim parade heads towards the hangman’s rope, people watching bow their heads and pray but we know there is no hope".

Sophia Djebel Rose
Sécheresse
Σπανίως, συμβαίνει, τα σκοτάδια της ατμοσφαιρικής folk να είναι τα πιο πυκνά
Το δεύτερο άλμπουμ της Γαλλο-Μαροκινής Sophia Djebel Rose μοιάζει σαν σπουδή στην εσωστρέφεια και τις μυστικές ατμόσφαιρες της folk. Η βαθιά φωνή της είναι αναντίρρητα ένα όργανο που μαγνητίζει και συχνά συναρπάζει, το πράγμα όμως γίνεται ακόμα πιο ενδιαφέρον όταν αρχίζουν οι πειραματισμοί στις ακουστικές κιθάρες και στα drones. Ενώ γενικώς μοιάζει να απευθύνεται σε ακροατές που αγαπούν τις διαθέσεις της Marissa Nadler και Emma Ruth Rundle, το "Sécheresse" είναι πιο αδάμαστο αλλά και πιο ποιητικό. Η εκδοχή της Rose στο παραδοσιακό "Bianche Biche" είναι απλώς συγκλονιστική. Από κοντά και το 11λεπτο ομώνυμο και το καταληκτήριο "Les Noyes", συνθέσεις μακροσκελείς, απαιτητικές, μυστηριακές, γοητευτικές. Τα χαρίσματα της Rose ως συνθέτρια κι ερμηνεύτρια είναι ακόμα περισσότερα από όσα αρχικά φαίνονται και το υπέροχο αυτό άλμπουμ αφήνει την τελική αίσθηση πως πρόκειται για κάτι πιο βαθύ από μια απλά παράξενη folk, εγκολπώνοντας ένα πιο πυκνό και πιο οικουμενικό σκοτάδι.

Nina Garcia
Bye Bye Bird
Ηλεκτρική κιθάρα, αυτό το άγνωστο κι ανεξερεύνητο όργανο!
Αν σου αρέσουν τα πειραματικά κιθαριστικά άλμπουμ, σου υπόσχομαι πως υπάρχουν ελάχιστα που να μπορούν να ξεπεράσουν το δεύτερο solo άλμπουμ της Nina Garcia - επίσης γνωστή ως Mariachi. Με μόνο μια ηλεκτρική κιθάρα, έναν ενισχυτή κι ένα μικρόφωνο ανά χείρας να δημιουργεί παράξενα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, η Garcia δημιουργεί έναν εκπληκτικό experimental δίσκο, στον οποίο η κιθάρα μετατρέπεται σε ένα εντελώς άγνωστο ηχητικό θηρίο που κινείται από εντελώς αφηρημένα μοτίβα μέχρι πέρα από τα όρια του noise. Εκφραστικά καθηλωτική, χτίζει απρόβλεπτα ηχοτοπία πάνω σε feedbacks, ρυθμικούς παροξυσμούς και αυτοσχέδιες ιδέες που εξερευνούν τον χώρο και καταθέτουν μια πολύ αγνή και αυθόρμητη ενέργεια. Βρίσκω σχεδόν αλλόκοτο το πόσο πολύ μαγνητικό μπορεί να είναι το "Bye Bye Bird" και ανεξήγητο το πόσο μπορείς να συνδεθείς με την μινιμαλιστική του γύμνια, απόδειξη του ότι η Nina Garcia μάλλον κάνει κάτι εξαιρετικά. Ίσως δεν είναι τυχαίο που την αποθεώνει ο Thurston Moore, ούτε πως την αγκαλιάζει η Ideologic Organ - label που δεν λαθεύει ποτέ στην contemporary μουσική. Αυτό είναι ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα και φρέσκα experimental άλμπουμ της χρονιάς.

Chalk
Conditions III (EP)
Το dance-punk του κοντινού μέλλοντος
Αν ακόμα δεν τους έχεις αντιληφθεί, οι Chalk από το Belfast της Βόρειας Ιρλανδίας έχουν ξεχωρίσει ως ένα από τα πιο καυτά νέα σχήματα του post-punk, χωρίς καν να έχουν κυκλοφορήσει ακόμα ολοκληρωμένο full length. Το παρόν είναι το τρίτο μέρος της "Conditions" τριλογίας των EP τους και ισχύει ακριβώς ότι είπαμε πέρσι για το δεύτερο μέρος: απίθανα ενεργητική μίξη χορευτικής ηλεκτρονικής μουσικής με σποραδικές noise-rock κιθαριστικές εκκενώσεις είναι το ηχητικό περιβάλλον που δημιουργεί αυτό το trio και μοιάζει εντελώς απίθανο να μην σε παρασύρουν στους φρενήρεις ρυθμούς τους. Κάπου κοντά στο σύμπαν των εξαιρετικών Model/Actriz αλλά πιο ηλεκτρισμένοι ή σαν μια πολύ ακραία εκδοχή των LCD Soundsystem, οι Chalk φέρνουν ένα ισορροπημένο dance-punk στο προσκήνιο και υπόσχονται να βάλουν φωτιά στις ξύλινες σκηνές αυτού του κόσμου. Η τριλογία έκλεισε εξαιρετικά, γνωρίστε τους τώρα κι ας περιμένουμε μαζί ένα μεγάλο ντεμπούτο.

Αντώνης Λεοντίδης
Άσπρουγας
Η επανοικειοποίηση της παράδοσης διαμέσου της οικουμενικότητάς της
Παρ’ όλο που θεωρείται μουσικός παραδοσιακής μουσικής, και συγκεκριμένα της Κρητικής, ο Αντώνης Λεοντίδης στον δεύτερο δίσκο του δεν παίζει μέσα στα στενά όρια της παράδοσης όπως έκανε με το ντεμπούτο του, "Κρυφό". Αντιθέτως, οι συνθέσεις του "Άσπρουγα" πάνε πέρα απ’ τα μουσικά - και όχι μόνο - σύνορα, με στόχο να πλάσει νέους μουσικούς κώδικες, να μην περιοριστεί στην γλώσσα της παραδοσιακής μουσικής, αλλά να χρησιμοποιήσει τη Μεσόγειο ως σημείο εκκίνησης για να φτάσει σε κάτι που περνά απ’ την Μέση Ανατολή, την Ευρώπη, και καταλήγει σε κάτι πιο παγκόσμιο. Η συνεργασία του με μουσικούς από διαφορετικό μετερίζι και πορεία στη ζωή, φαντάζομαι έπαιξε ρόλο.
Στον "Άσπρουγα", απ’ το λευκό πορόλιθο που διαπερνά το υπέδαφος των Μαργαρίτων, η μουσική ταξιδεύει με κύριο όχημα την Κρητική λύρα, παρέα με το ούτι (Στέφανος Φλωράς), το τσέλο (Sol Ligertwood), και το κοντραμπάσο (Juliette Weiss), σε έξι ορχηστρικές συνθέσεις (μόνο το "Θέρος" έχει λίγη φωνή), διαφόρων διαθέσεων, ανοίγοντας και πάλι τις πόρτες της παράδοσης στο σήμερα, ως κάτι που πλάθεται εκ νέου, αναπνέει, και διαφοροποιείται, αντί να ανακυκλώνεται εντός των κλειστών ορίων της.