Smashing Pumpkins

Cyr

Sumerian (2020)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 15/12/2020
Μια υπερβολικά φιλόδοξη synth-pop επιστροφή
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Δεν υπάρχει λόγος να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλο μας. Όλοι ξέρουν ότι το να συνεργάζεται κανείς με τον Billy Corgan δεν είναι και από τα πιο εύκολα πράγματα στον κόσμο. Πιθανά δηλαδή, σύμφωνα πάντα με αυτά που έχουν γραφτεί ή ειπωθεί κατά καιρούς, να είναι ελαφρώς πιο εύκολο από το να συνεργάζεσαι με κάποιον Ασιάτη κομμουνιστή ηγέτη ή κάποιον Λατίνο δικτάτορα. Αντίστοιχα βέβαια, δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το μέγεθος του ταλέντου του και της μεγαλοφυΐας του που αποτέλεσαν καθοριστικούς παράγοντες ώστε οι Smashing Pumpkins να γίνουν, τη δεκαετία του 1990, ένα από τα πιο δημοφιλή ονόματα του εναλλακτικού ήχου.

Από τότε βέβαια έχει περάσει αρκετός καιρός, κι έχουν μεσολαβήσει τόσα πράγματα, που δικαίως η ανακοίνωση νέου δίσκου από τους Αμερικανούς, δεν προκαλεί ανατριχίλα στους απανταχού ακροατές. Στην τελική, έχουν περάσει πολλά χρόνια και από την εποχή ακόμη που το reunion ενός συγκροτήματος αποτελούσε κάποια σοκαριστική είδηση. Πόσο μάλλον λοιπόν όταν το reunion αυτό έχει ήδη δοκιμαστεί, πριν δύο χρόνια, με το "Shiny And Oh So Bright Vol. 1/LP: No Past. No Future. No Sun" - μα πραγματικά πόσο pretentious τίτλος; - χωρίς να εντυπωσιάσει κανέναν. Όμως, νωρίτερα μέσα στη φετινή χρονιά, ο Corgan δήλωσε πως το άλμπουμ αυτό δεν ήταν κανονικό άλμπουμ, καθώς γράφτηκε πολύ γρήγορα πάνω στον ενθουσιασμό της επανασυνδεσής του με τους James Iha και Jimmy Chamberlin, και πως το "Cyr" είναι ουσιαστικά ο reunion δίσκος τους. Ας ελπίσουμε λοιπόν, όταν βγει η επόμενη δουλειά τους, η οποία αναμένεται το 2021 και θα αποτελεί το sequel των "Mellon Collie and the Infinite Sadness" και "Machina", να μην μας λέει τα ίδια.

Προς το παρόν, η ενδέκατη επίσημη κυκλοφορία τους πατάει στην παράδοση των μεγαλεπήβολων project του συγκροτήματος καθώς αποτελείται από 20 κομμάτια. Και αυτό, σε συνδυασμό με τη φωνή του Corgan, πιθανά να είναι και τα μόνα πράγματα που παραπέμπουν στους Smashing Pumpkins. Και αυτό έχει τα καλά του και τα κακά του. Από τη μία λοιπόν, είναι πάντα καλοδεχούμενο για τους καλλιτέχνες να προκαλούν τους εαυτούς τους και να εξελίσσονται ώστε να μην βγάζουν κάθε 2-3 χρόνια τον ίδιο δίσκο. Σε αυτό το πλαίσιο, έχει ενδιαφέρον το πώς το συγκρότημα, ή, πιο σωστά, ο Corgan αφού αυτός έχει γράψει όλα τα νέα τραγούδια κι έχει επιμεληθεί και την παραγωγή του άλμπουμ, επιλέγει να απομακρυνθεί από την προηγούμενη, κάπως νοσταλγική, κυκλοφορία τους και προχωράει σ’ έναν πιο πειραματικό δρόμο. Έτσι, στο "Cyr", παρόλο που δεν λείπουν τα κιθαριστικά περάσματα, κυρίαρχο στοιχείο είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, τα πλήκτρα. Ο Corgan πέφτει με τα μούτρα στη δεκαετία του 1980, ξεθάβει τους δίσκους των Depeche Mode και των New Order, και μας παραδίδει ένα άλμπουμ που 20 χρόνια πριν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από κοινό και κριτικούς ως μια πραγματικά καινοτόμα κυκλοφορία.

Το πρόβλημα είναι ότι το να βάζει ένα rock συγκρότημα ηλεκτρονικά στοιχεία και synthesizer στον ήχο του, δεν είναι πλέον κάτι φοβερά πειραματικό ούτε από μόνο του αποδεικνύει κάποια φοβερή καλλιτεχνική ανησυχία. Ειδικά με δεδομένο ότι την προηγούμενη δεκαετία ο συνδυασμός ηλεκτρονικών στοιχείων και ηλεκτρικών κιθάρων έφτασε σε άλλο επίπεδο. Και πόσο μάλλον όταν, όπως γίνεται εδώ, κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται, όχι ως φυσική εξέλιξη, αλλά ως προσωπική στοχευμένη επιδίωξη του καλλιτέχνη. Μπροστά λοιπόν στον φόβο του να μην μείνει στάσιμος, ο Corgan δείχνει να πασχίζει να αποδείξει πως είναι ένας πραγματικά πρωτοποριακός μουσικός. Και κάπως έτσι, το "Cyr" μοιάζει απλά με ένα εργαλείο προς την υστεροφημία του παρά ένας δίσκος που πετυχαίνει να πείσει τον ακροατή να επενδύσει χρόνο, ή χρήμα, σε αυτόν. Για να είμαι όμως ειλικρινής, αυτό που μάλλον με χάλασε περισσότερο είναι πως ο δίσκος προμοτάρεται ως reunion άλμπουμ τη στιγμή που στην πραγματικότητα ακούγεται ως μια solo δουλειά του Corgan, κάτι που πραγματικά σε κάνει να αναρωτιέσαι για τον ρόλο των Iha και Chamberlin εκεί.

Όμως, αν ξεχάσουμε την επιστροφή των δύο μελών, και αγνοήσουμε το logo των Smashing Pumpkins στο εξώφυλλο, υπάρχουν αδιαμφισβήτητα πολλά καλά στοιχεία στον δίσκο. Το "Cyr" μπορεί να θυμίζει ανά φάσεις τους πειραματισμούς του "Adore", αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί συνέχεια του "TheFutureEmbrace" και αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό. Ειδικά όταν σε αυτό συμπεριλαμβάνονται μερικά από τα καλύτερα κομμάτια που έγραψε ο Corgan την τελευταία 15ετία και όταν, συνολικά, το άλμπουμ αποτελεί την καλύτερη κυκλοφορία του από το 2012, όταν και κυκλοφόρησε το "Oceania". Εξάλλου, το φλερτ του 53χρονου - γερνάμε αδέρφια! - μουσικού με τη synth-pop και το electro-rock, δίνει μια φρέσκια πνοή στο συνολικό εγχείρημα, κρατώντας το ενδιαφέρον σε υψηλά επίπεδα για τα 72 περίπου λεπτά που διαρκεί ο δίσκος. Απλά, σε μεγάλο βαθμό, αυτά που ακούμε εδώ, ο Corgan τα έχει δοκιμάσει ξανά στο παρελθόν με μεγαλύτερη επιτυχία και χωρίς να χάσει τον χαρακτηριστικό ήχο των Smashing Pumpkins.

Εξάλλου, η μαγκιά με τους όποιους πειραματισμούς είναι να τους ενσωματώσεις στον δικό σου ήχο και όχι απλά να δείξεις πως μπορείς να τους αναπαράγεις. Σε αντίθεση όμως π.χ. με τους Pearl Jam οι οποίοι φέτος μας παρέδωσαν έναν πραγματικά καλό δίσκο που ξεχείλιζε new-wave επιρροές χωρίς ποτέ να σταματήσουν να ακούγονται σαν τους Pearl Jam, ο Corgan και η παρέα του προσπαθούν πάρα πολύ να ακουστούν μοντέρνοι και πειραματικοί, χάνοντας όμως σε αρκετά σημεία όλα όσα τους κάνουν πραγματικά ξεχωριστούς κι αυθεντικούς.

Επαναλαμβάνω πάντως πως το "Cyr" δεν είναι κακός δίσκος. Είναι ένα φορτωμένο στα synths άλμπουμ που, από τη μία, δεν πολυθυμίζει Smashing Pumpkins και, από την άλλη, αποτελεί την πιο ενδιαφέρουσα δισκογραφική κατάθεση του Billy Corgan εδώ και πολλά χρόνια. Αν είχε καταφέρει να βρει τη χρυσή ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δύο και παράλληλα είχε εκμεταλλευτεί περισσότερο τους συμπαίχτες του, εκτιμώ πως το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι κάτι πραγματικά ξεχωριστό. Χωρίς αμφιβολία πάντως, από τους καθόλου Smashing Pumpkins, εγώ προτιμώ τους -κατώτερους των προσδοκιών - Smashing Pumpkins. Απλά ελπίζω πως αυτό το, κατά ¾, reunion κάποια στιγμή θα μας ανταμείψει με έναν δίσκο που θα παραπέμπει στις μεγάλες στιγμές του συγκροτήματος. Νομίζω πως κάτι τέτοιο το οφείλουν και οι ίδιοι, όχι μόνο στο κοινό τους, αλλά, κυρίως, στους εαυτούς τους.

  • SHARE
  • TWEET