Riot City

Burn The Night

No Remorse (2019)
Από τον Σπύρο Κούκα, 13/05/2019
Το "Burn The Night" δεν έχει απλώς τη στόφα εκείνου του άλμπουμ που οφείλεις να ακούσεις το συντομότερο, αλλά κρίνεται ήδη ως ένας δίσκος που σε λίγα χρόνια θα μνημονεύεται ως κλασικός
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Φθάνοντας σιγά-σιγά στα μισά μιας χρονιάς που, σε ό,τι αφορά τον κλασικό heavy metal ήχο, αποδεικνύεται ως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες της τρέχουσας δεκαετίας, μπορούμε μετά βεβαιότητας να μιλήσουμε για το μοναδικό φαινόμενο της ανάδειξης της παραγνωρισμένης καναδικής σκηνής, μέσα από την πληθώρα νέων κυκλοφοριών από σχήματα της χώρας. Σίγουρα, η μουσική σκηνή της βορειότερης χώρας της αμερικανικής ηπείρου (εξαιρώντας τις ειδικές περιπτώσεις της Αλάσκας και της Γροιλανδίας) ανέκαθεν είχε να προσφέρει σπουδαία σχήματα σε διάφορα είδη του σκληρού ήχου, παρόλο που λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των συγκρίσεων με ό,τι μπορεί να συνέβαινε μουσικά στη γείτονά της χώρα (βλέπε Ηνωμένες Πολιτείες) την άφηνε αδικημένη στις συνειδήσεις.

Ωστόσο, είναι σχεδόν αναντίρρητο πως το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει μάρτυρες ενός νέου κύματος ποιοτικότατων καναδικών σχημάτων και, αντίστοιχα, δίσκων τους, τα οποία κι έχουν στρέψει για τα καλά τα βλέμματα στην αντίπερα πλευρά του Ατλαντικού και σε πόλεις όπως το Calgary, το Toronto και το Vancouver. Το ποιες συγκυρίες, συνθήκες ή γεγονότα συντέλεσαν σε ετούτη τη ραγδαία άνοδο δεν μπόρεσε να μας το απαντήσει ακριβώς ούτε η Sarah Ann των Smoulder στην πρόσφατη κουβέντα μας, ένα άτομο που ανήκει σε εκείνη τη σκηνή και τη ζει με πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ τους τρόπους, οπότε μοιάζει άσκοπο να ψάξουμε παραπάνω αυτή τη στιγμή σχετικά, αφήνοντας τη μουσική να μιλήσει από μόνη της.

Από το προαναφερθέν Calgary, λοιπόν, μας έρχονται και οι Riot City, ένα τετραμελές σχήμα που σχηματίστηκε στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας κι έρχεται με τη σειρά του να επαναφέρει όλες τις κλισαρισμένες και πολυακουσμένες φετινές συζητήσεις για τον Καναδά και τη σκηνή του, την αέναη αναζήτηση του κορυφαίου φετινού ντεμπούτου και την ανάδειξη νέων ειδώλων σε έναν underground χώρο που δεν χορταίνει να μιλάει για νέους, απρόσμενους μουσικούς ήρωες. Εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς, κατά πόσο ένα σχήμα με όχι και το πιο πρωτότυπο όνομα και τις βασικές του επιρροές (βλέπε Judas Priest) να «φωνάζουν» ρίχνοντας μια μονάχα ματιά στο εξώφυλλο του ντεμπούτου του, μπορεί να σηκώσει ένα τόσο μεγάλο - και απρόσμενο - βάρος προσδοκιών;

Η απάντηση, βέβαια, δεν απέχει παρά μια πλήρη ακρόαση των 37 λεπτών του "Burn The Night" και φαντάζει τόσο εμφατική και απόλυτη που δύσκολα μπορεί να αμφισβητηθεί. Έχοντας την τύχη να έχω στα χέρια μου το άλμπουμ εδώ κι ενάμιση μήνα περίπου, εντυπωσιάζομαι διαπιστώνοντας πως το έχω ακούσει περισσότερο από κάθε άλλο νέο ή επερχόμενο δίσκο (εξαιρώντας, ίσως, τα άλμπουμ των Smoulder και Traveler) και συνεχίζω να το απολαμβάνω το ίδιο έντονα, όπως στις πρώτες ακροάσεις. Βλέπετε, το κουαρτέτο επιδίδεται σε αυτό το αγαπημένο, αμερικάνικης κοπής heavy metal που χρωστάει σχεδόν τα πάντα στους Priest, αλλά επηρεάζεται εξίσου από τους ικανότατους '80s U.S. power metal απογόνους τους, με τους Agent Steel (λόγω ταχυτήτων και φωνητικών), τους Metal Church και τους Helstar των δύο πρώτων δίσκων να διακρίνονται λίγο περισσότερο των υπολοίπων, αλλά συγχρόνως καταφέρνει και έχει τη δική του προσωπικότητα.

Άλλωστε, με τις φωνητικές ικανότητες του Cale Savy (επίσης στις κιθάρες, μαζί με τον Roldan Reimer) να μας αφήνουν κατάπληκτους και να σβήνουν ολόκληρα σύμπαντα με την αβυσσαλέα απόδοσή τους, παρουσιάζοντας τρομακτικό εύρος και φέρνοντας στο νου τραγουδιστές όπως ο Tim "Ripper" Owens και ο John Cyriis, τις κιθάρες να φτύνουν αδιάκοπα κολασμένα θέματα σε φρενήρεις ρυθμούς και την τραγουδοποιία να εμφανίζεται αλάνθαστη, προσφέροντας μονάχα ύμνους (με προεξέχον το "The Hunter", μια από τις κορυφαίες συνθέσεις σε αυτό το ύφος τα τελευταία χρόνια), φαντάζει απίθανο κάποιος ακροατής του είδους να μην ενθουσιαστεί με τα όσα προσφέρονται απλόχερα εδώ.

Σε ό,τι με αφορά, το "Burn The Night" δεν έχει απλώς τη στόφα εκείνου του άλμπουμ που οφείλεις να ακούσεις το συντομότερο, αλλά κρίνεται ήδη ως ένας δίσκος που σε λίγα χρόνια θα μνημονεύεται ως κλασικός. Κοινώς, μιλάμε για ένα δίσκο που καθορίζει πως πρέπει να παίζεται το heavy metal σήμερα, είτε θεωρώντας τον ως την τρομερή αρχή ενός σπουδαίου μέλλοντος, είτε αποδειχθεί ως το στιγμαίο δισκογραφικό πυροτέχνημα μιας ακόμη ελπιδοφόρας μπάντας με βραχεία πορεία.

Bandcamp
YouTube

  • SHARE
  • TWEET