Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...

Nightwish
Yesterwynde
Στον πιο ολοκληρωμένο και όμορφο δίσκο της τρίτης εποχής τους, οι Nightwish έχουν το ρόλο του λαγού που κυνηγάει το χρόνο, και μας παρασύρουν σε μία λαγουδότρυπα γεμάτη υποσχέσεις για ιστορίες θαυμαστές
Το πόσο σημαντικοί έχουν υπάρξει οι Nightwish το ξέρετε, κι αν δεν το γνωρίζατε ήδη, τότε καλωσήρθατε. Με έμφαση στον παρελθοντικό χρόνο, χρειάζεται ίσως να πω ότι την τελευταία δεκαετία, η πορεία των Φινλανδών έμοιαζε άστατη, με τις αποχωρήσεις μελών να γίνονται μάλλον κανόνας. Μπορεί η είσοδος της Jansen να χρύσωσε το χάπι της αποχώρησης της Olzon, όμως η έξοδος του Jukka Nevalainen το 2019 (επίσημα), και του Marco Hietala το 2021 ήταν εξίσου μεγάλα πλήγματα με την απόλυση της Tarja το 2005. Παρά την αντικατάστασή τους από αξιολογότατους μουσικούς, υπήρχε μία αίσθηση πραγματικού κλεισίματος της χρυσής εποχής τους. Δισκογραφικά, τα "Endless Forms Most Beautiful" και "Hvman.:||:Natvre." χάραξαν τη δική τους πορεία και άφησαν το στίγμα τους, όμως ωχριούσαν μπροστά στα παρελθοντικά μεγαλεία, κι αν αυτό μοιάζει εν πολλοίς αναμενόμενο για ένα συγκρότημα που έχει κλείσει δύο δεκαετίες ζωής, δεν υπήρχε δικαιολογία για το ότι δεν άγγιζαν τις προδιαγραφές του line-up.
Η ανακοίνωσή τους ότι μετά απ’ το "Yesterwynde" θα έμπαιναν σε ένα αορίστου χρόνου συναυλιακό διάλειμμα, μαζί με διάσπαρτα σχόλια για την κούραση του Holopainen, έκαναν τον επερχόμενο δίσκο να μοιάζει διεκπεραιωτικός, μία μέτρια κατακλείδα σε μία μέτρια δεκαετία.
Κι όμως. Το "Perfume Of The Timeless" που κυκλοφόρησε ως πρώτο single έδειχνε μία ξαναζεσταμένη φλόγα, μία αναπάντεχη ορμή, και μία προσοχή σε μελωδίες υψηλού συνθετικού επιπέδου. Κι αν το "The Day Of…" ξένισε / ξίνισε ακόμη περισσότερο με τα ηλεκτρονικά του στοιχεία, και την υφέρπουσα post-punk μπασογραμμή του, ήρθε το "An Ocean Of Strange Islands" για να επισφραγίσει τις υποψίες: εδώ πρόκειται για ένα θηρίο που έχουμε χρόνια να δούμε απ’ τους Φινλανδούς. Πράγματι, δεν διστάζω να παραδεχτώ ότι είναι ο δίσκος που θα ήθελα να έχει ακολουθήσει το "Imaginaerum", και ο καλύτερός τους από τότε, ένα πολυσυλλεκτικό αμάλγαμα ήχων και χρωμάτων.
Οι Nightwish επιθυμούσαν να γράψουν έναν δίσκο που να αποτίνει φόρο τιμής στην ανθρώπινη ιστορία, τους περασμένους βίους, την προγονικότητα και την ευγνωμοσύνη που αισθάνονται για την τυχαιότητα της ύπαρξής τους. Το "Yesterwynde", νεολογισμός που αποδίδεται στον Troy Donockley και θα μπορούσε να συνοψιστεί στη λέξη νοσταλγία, έχει παραπάνω τη διάσταση μίας συλλογικής μνήμης που ρέει μέσα στις γενιές και τους αιώνες. Θεματικά, ο δίσκος ολοκληρώνει την αφήγηση των δύο προκατόχων του, με σκέψεις και σχόλια πάνω στην φύση, την ανθρωπότητα, την απειρότητα και την περατότητα που τα διέπει, αλλά και την υπερβατική αίσθηση πως είμαστε μέρη ενός διασυνδεδεμένου όλου (για να δανειστώ τα λόγια του πολυμαθούς επιστήμονα Gregory Bateson). Υπό αυτό το πρίσμα μπορούμε να κατανοήσουμε και τίτλους όπως "Hiraeth", Ουαλική λέξη που επίσης θα μεταφράζαμε ως νοσταλγία.
Ηχητικά, το "Yesterwynde" εντυπωσιάζει με την έντονη επιστροφή του metal στοιχείου, το οποίο οφείλεται και στο τρομερό ρυθμικό δίδυμο που μας ήρθε απ’ τους melodeath Wintersun και δίνει τα ρέστα του μέσα από βαρύθυμο παίξιμο και – γιατί όχι – σφυροκόπημα. Δεν ξέρω πώς αλλιώς θα μπορούσα να περιγράψω το στακάτο και σχεδόν industrial παίξιμο στο εκπληκτικά μυστηριακό "The Weave", ή το "The Antikythera Mechanism", με τον Kai Hahto και τον Jukka Koskinen να εμφυσούν εκ νέου τη σκληράδα στον ήχο των Nightwish. Εκείνο που ίσως λείψει στο πιο παραδοσιακά metal ακροατήριο είναι ένα διακριτό κιθαριστικό riff, με τον συμπαθή Empu Vuorinen να περιορίζεται σε πιο ρυθμικά παιξίματα και ελάχιστα leads, που ενθουσιάζουν με την παρουσία τους, αλλά όχι με την ποσότητά τους.
Παρ’ όλα αυτά, η απομάκρυνση απ’ τις πιο symphonic power metal ρίζες τους δεν είναι κάτι νέο, κι εξάλλου οι όροι του συμφωνικού είδους δεν εστιάζουν μόνο στα κιθαριστικά riffs, αλλά στο συνολικό ορχηστρικό αποτέλεσμα και στα πλήκτρα – φυσικά – καθιστώντας, έτσι, τις συνθέσεις συνεπείς ως προς την εσωτερική λογική τους και την ατμοσφαιρική τους στόχευση, κάτι που έκαναν ακόμη κι οι πολύ πιο metal-oriented Epica παλαιότερα, με τις κιθάρες να υποστηρίζουν την ορχήστρα, κι όχι το ανάποδο.
Έχοντας μιλήσει για όλα τα άλλα, μένει να πιάσουμε τους τρεις πρωταγωνιστές της όλης υπόθεσης. Ξεκινώντας απ’ τον κύριο Donockley, είναι μάλλον σίγουρο ότι η βαθιά του φιλία με τον Tuomas Holopainen δεν είναι η μοναδική συνισταμένη που τον κρατάει στη θέση του. Όπως είδαμε και ζωντανά στο περσινό Release Athens Festival, ο Άγγλος μουσικός είναι ένας δεξιοτέχνης πολυοργανίστας, που συμμερίζεται το πάθος για παραμύθια, ενώ φέρνει στο τραπέζι μία έντονα folk διάθεση με τις πίπιζες και τα πνευστά του, που απογειώνουν τις συνθέσεις. Φωνητικά δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Hietala, και αυτό είναι φανερό στις πιο επίπεδες ερμηνείες του στα κατά τ’ άλλα αξιόλογα "Sway" και "Hiraeth", που παίζουν τον ημιακουστικό ρόλο που είχαν τα άπιαστα "The Islander" και "The Crow, the Owl and the Dove". Η συνεισφορά του, όμως, στο γενικότερο αποτέλεσμα, και το γεγονός ότι έχει λόγο πλάι σ’ έναν τόσο συγκεντρωτικό ηγετικό νου όπως ο Holopainen, μάλλον θα έπρεπε να μας λέει όλα όσα χρειάζεται να ξέρουμε για την γενικότερη συμβολή του και την αξία του.
Αντίστοιχα, μεγαλειώδης και πραγματικά αξιοποιημένη μοιάζει κι η Floor Jansen, με ερμηνείες που δεν υποψιάζουν για το πόσο γρήγορα ηχογραφήθηκαν, και μάλιστα τόσο σύντομα μετά την γέννα της. Απ’ τα πιο θεατρικά στοιχεία, στις άμεσες poppy γραμμές, αλλά και στα οπερατικά – αλήθεια, πόση ανατριχίλα κρύβουν κομμάτια όπως το "Something Whispered Follow Me" ή το "The Weave" με το τελευταίο ξέσπασμά του; - αναδεικνύεται ως μία ανεπανάληπτη τραγουδίστρια που συνεισφέρει ουσιαστικά στο μύθο του συγκροτήματος. Συνυπολογίστε και τα επιτέλους επικά ρεφραίν, κι έχουμε τον πρώτο δίσκο στον οποίο η Floor μοιάζει αληθινό μέλος του συγκροτήματος.
Τέλος, ο άνθρωπος πίσω απ’ όλα αυτά, ο αρχιτέκτονας και ιθύνων νους, Tuomas Holopainen. Ο καπετάνιος πίσω απ’ αυτό το ιστορικό σχήμα, που έχει γράψει για άλλη μια φορά απίστευτες μουσικές, που συγκινούν, αλλά και που αναζωπυρώνουν το πάθος για το συγκρότημα - όχι μόνο για το αλαβάστρινο παρελθόν του, αλλά και για τους προορισμούς που δύναται να σε ταξιδέψει στο σήμερα. Ο καπελοφόρος μαέστρος είχε να με συγκινήσει έτσι απ’ το "Music Inspired By the Life of Scrooge", και εκεί που έλεγα πως δεν θα μπορούσε να το ξανακάνει, σερβίρει έναν δίσκο αβίαστης αγάπης και ταξιδιάρικης διάθεσης, φτιαγμένο απ’ τα πιο εκλεκτά υλικά μίας μακράς πορείας. Ναι, υπάρχουν κάποια σημεία κριτικής, ίσως οι ιδέες ενός κομματιού να μην μοιάζουν επαρκώς συγκολλημένες ("Children of Ata"), ίσως κάποια σημεία να επωφελούνταν από τριμάρισμα, ίσως κάποιες επιλογές στη μείξη να είναι συζητήσιμες. Όμως, το μήνυμα που θα ήθελε να αποκομίσουμε απ’ το δίσκο του είναι εκείνο της ευγνωμοσύνης. Ερχόμενο, λοιπόν, σε σημείο καμπής για το συγκρότημα, το "Yesterwynde" μας κάνει πραγματικά ευγνώμονες που υπάρχει και μας εμπνέει, τραβώντας μας στην χρονική του δίνη, όπως η λαγουδότρυπα τράβηξε την Αλίκη και την οδήγησε σε μία χώρα θαυμάτων.