Krokofant, Ståle Storløkken, Ingebrigt Håker Flaten

Fifth

Rune Grammofon (2021)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 01/10/2021
Δείξτε μας τον δρόμο για τις jazz rock υπόγες του Buskerud!
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τα διαμάντια του μακρινού μέλλοντος είναι τα άλμπουμ που αγνοούμε επιδεικτικά στο σήμερα. Βλέπεις, οι περισσότεροι είμαστε αρκετά απασχολημένοι να ακούμε διάφορους δίσκους της επικαιρότητας, χωρίς να έχουμε απαραίτητα την αντίληψη ότι μεγάλο μέρος αυτού του υλικού είναι σαν άμμος στα δάχτυλα και ότι θα έχει ξεχαστεί πλήρως σε 2-3 χρόνια. Είναι και αυτό ένα skill, το να καταλαβαίνεις τον όποιο πλούτο της μουσικής, μακριά από τη φασαρία των οπαδών. Στον αντίποδα, σκηνές όπως της νορβηγικής prog/jazz συγκροτούν ένα πανέμορφο, άχρονο κι εντελώς ξεροκέφαλο βασίλειο. Συνεχίζουν να αγνοούν επιδεικτικά τα τεκταινόμενα της βιομηχανίας και να παράγουν μουσικάρες, συνεχίζουν να εργάζονται πάνω σε μια ήδη κορυφαία αισθητική και να μην φέρονται στη μουσική σαν εποχιακό προϊόν. Το καλύτερο; Όλη αυτή η σκηνή - και η Rune Grammofon ως βασικός της εκφραστής - δεν δίνει δεκάρα για το αν το πλατύ κοινό θα φιλοτιμηθεί να καταλάβει που γεννιέται το καλό progressive rock σήμερα.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Krokofant από τη νορβηγική πόλη Buskerud, φτάνουν αισίως στο πέμπτο τους άλμπουμ, έχοντας ήδη δώσει εξαίσια δείγματα του δικού τους nordic prog. Ο κιθαρίστας Tom Hasslan, ο σαξοφωνίστας Jørgen Mathisen και ο ντράμερ Axel Skalstad ξεκίνησαν να χαρίζουν το θορυβώδες τους jazz rock το 2014 και μετά από τρία καλά άλμπουμ επέκτειναν το line-up τους στο προ διετίας "Q" με τον μπασίστα Ingebrigt Håker Flaten και τον - ευτυχώς γνωστότερο μας - Ståle Storløkken. Το πείραμα του αυξημένου line up πέτυχε, ο ασθενής επιβίωσε και χαίρει άκρας υγείας, η δουλειά έπρεπε να επαναληφθεί. Το "Fifth" ως ο νέος δίσκος του κουιντέτου - που σε γνήσιο jazz fashion κρατάνε τα ονόματα τους ξεχωριστά και αυτόνομα - είναι πιθανόν και η καλύτερη τους δουλειά και αποτελεί ασφαλή πύλη εισόδου και για τον καινούριο ακροατή.

Όπως υποδηλώνει και το όνομα του, το krokofant είναι ένα τέρας της νορβηγικής παιδικής μυθοπλασίας που είναι μισός κροκόδειλος και μισός ελέφαντας. Θα έλεγε κανείς ότι η μουσική αντίστοιχα είναι μισή jazz και μισή rock, το στυλ των Krokofant όμως εκτείνεται ως το αξίωμα που συναντήσαμε πρόσφατα και στη Hedvig Mollestad: είναι πολύ σκληρό rock για να αρέσει στους jazz fans και πολύ αυτοσχεδιαστικό για να αγγίξει τους κοινούς ροκάδες. Οι ακροατές που σκύβουν ταπεινά το κεφάλι τους όμως στα καμώματα της fusion και, ακόμα περισσότερο, αυτοί που λατρεύουν τα όσα γέννησαν οι King Crimson στα βαριά τους και οι Van Der Graaf Generator της χρυσής περιόδου, θα αναγνωρίσουν άμεσα τη γλώσσα του "Fifth". Θα αναγνωρίσουν αυτά τα αμαρτωλά τοπία που περιγράφονται ενώ η fuzz-αριστή κιθάρα παντρεύεται με το σαξόφωνο, και πριν αυτά χαθούν στους υψηλής ενέργειας αυτοσχεδιασμούς.

Τα πράγματα είναι απλά: τέσσερις μεγάλες συνθέσεις, δύο για κάθε πλευρά βινυλίου. Για δύο μόνο λεπτά - τα δύο πρώτα του εναρκτήριου "Watcher Of The Fries" - η μπάντα θα αναπτύξει ένα ωραίο θέμα που έχει και λίγες disco funk πινελιές, αμέσως μετά όμως θα αρχίσει το ξύλο. Στα σαράντα παρά κάτι λεπτά του άλμπουμ, η μουσική δεν χάνει σχεδόν ποτέ τον upbeat και ιδιαίτερα θετικό της χαρακτήρα. Η δομή είναι παντού η ίδια, με το βασικό θέμα να εμφανίζεται στα πρώτα λεπτά της κάθε σύνθεσης, η ανάπτυξη να περιλαμβάνει τους αυτοσχεδιασμούς από σαξόφωνο, κιθάρα ή πλήκτρα, πριν όλα καταλήξουν ξανά στο βασικό θέμα για το φινάλε. Το rhythm section δεν παίζει σχεδόν καθόλου σόλο αλλά δεν χρειάζεται. Οποιοσδήποτε επίδοξος μπασίστας ή ντράμερ επιχειρήσει να παίξει με τέτοια ακρίβεια σε τέτοιο tempo κι ένταση, πιθανόν να λιποθυμήσει.

Το "Big Heavy Thing" είναι ακριβώς ότι λέει ο τίτλος του. Επιπροσθέτως είναι το track στο οποίο μάλλον λάμπει περισσότερο η διάνοια του Storløkken - άκου πόσο βρώμικες ακούγονται οι παύσεις του, τα ουρλιαχτά του hammond, τις υπέροχες αρμονίες πίσω από το super heavy τελείωμα. Το "Five Flat Pennies" ξεκινάει με ένα αλά Deep Purple riff, γίνεται για λίγο μελαγχολικό, πριν ξεσπάσει στα πιο feel good αυλάκια του δίσκου. Κάποιος μπορεί να πει ότι όλα αυτά ακούγονται γενικώς ρετρό, εγώ όμως θα υποστηρίξω με σθένος την άποψη ότι το υλικό του "Fifth" εκπορεύεται από πράγματα διαχρονικά. Το εναρκτήριο θέμα του αριστουργηματικού, 12λεπτου "Pretty Frypan" είναι κλασικό κι ανατριχιαστικό, έχοντας ένα στυλ που πάντα θα θυμίζει τις υγρές νύχτες, τις φωτισμένες λεωφόρους και τις noir διαθέσεις κάθε μεγαλούπολης, είτε στη δεκαετία του 70 είτε σε κάποια δεκαετία που δεν έχει έρθει ακόμα.

Κι ενώ το prog κοινό, ζαλισμένο, ψάχνει να βρει κάποιο καλό άλμπουμ μέσα σε σωρούς από μετριότητες, το "Fifth" έχει ήδη τελειώσει κι έχει αφήσει πίσω του φωτιά και σκόνη. Τα άπειρα περίεργα time signatures του άλμπουμ υποδηλώνουν μια μπάντα που συνομιλεί με το μοντέρνο prog, ο αναλογικός, ευθύς και ενεργητικός του χαρακτήρας όμως μοιάζει να σμιλεύτηκε (και να ανήκει) σε άγνωστες jazz rock υπόγες, γεμάτες ιδρώτα και κόσμο που χορεύει. Βάλτε μας κι εμάς σε μια τέτοια υπόγα, δώστε μας λίγο από εκείνο το καλό το Writer's Tears κι αφήστε μας να ιδρώσουμε και να χορέψουμε με το "Fifth" κι ενώ η μπάντα θα παίζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Ας κλείσουμε καλά και την εξώπορτα, η «επίκαιρη» μουσική δεν έχει απόψε θέση εδώ, ας μείνει απ' έξω.

Spotify

  • SHARE
  • TWEET