Fear Factory

Aggression Continuum

Nuclear Blast Records (2021)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 07/06/2021
Manufactured Hope
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Υπό κανονικές συνθήκες, ένας νέος δίσκος των Fear Factory δεν θα δημιουργούσε προσδοκίες πέραν των αναμενόμενων στους οπαδούς της ιστορικής μπάντας. Το "Aggression Continuum" όμως, που διαδέχεται το προ εξαετίας "Genexus", βρίσκει το συγκρότημα στο τέλος ενός κύκλου. Ως γνωστόν, ο Burton C. Bell, που συμμετέχει στον δίσκο χαρίζοντας τη φωνάρα του, αποτελεί και επίσημα παρελθόν από την μπάντα. Επιπρόσθετα, ο εν λόγω δίσκος ήταν έτοιμος από το 2017, με τον Bell μάλιστα να ανακοινώνει την άφιξή του πριν μερικά χρόνια υπό άλλο εξώφυλλο και όνομα ("Monolith" - ο δίσκος περιέχει συνονόματη σύνθεση), και τον Cazares να ξεκινά crowdfunding για επανηχογραφήσεις.

Υπό αυτό το πρίσμα, το "Aggression Continuum", δεν είναι ένα ακόμη άλμπουμ των Fear Factory, αλλά μια δουλειά με έντονο σημειολογικό ενδιαφέρον. Οι λάτρεις των κλασικών τους στιγμών, ακόμη και όσοι νεότεροι οπαδοί είδαν το, πώς περνάει ο καιρός, "Mechanize" του 2010, να ισοπεδώνει με τον ανανεωτικό και αδυσώπητο αέρα του, δεν θα εισέλθουν στα 49 λεπτά του δίσκου περιμένοντας μια παράταξη όλων των γνώριμων ηχητικών χαρακτηριστικών, μετουσιωμένα σε ποιοτικές συνθέσεις. Το "Aggression Contunuum", με τον Cazares να αναζητεί επί του παρόντος νέο μέλος για τα φωνητικά, άθελά του θα κριθεί (κυρίως) ως το φινάλε μιας συνεργασίας που άφησε το στίγμα της στον ακραίο, μοντέρνο ή μη, ήχο.

Η άλλη όψη αυτής της κυκλοφορίας όμως, καταδεικνύει πως το υλικό καθώς και η φιλοσοφία πίσω από τη δημιουργία του, προϋπήρχαν των όσων το σχήμα εξωτερίκευσε δημόσια τα τελευταία δύο χρόνια. Μάλιστα, το γεγονός πως οι συνθέσεις ολοκληρώθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά από το "Genexus", αντανακλάται από την αίσθηση διάρκειας και ομοιομορφίας σε ήχο και παραγωγή, αλλά και αισθητική της μπάντας. Ο τίτλος λοιπόν, σε ένα πρώτο βαθμό, επιχειρεί να ξεκαθαρίσει πως τίποτα δεν άλλαξε. Παρόλα αυτά, όπως διαπιστώνεται και από το πρώτο single, "Disruptor", που κινείται στα γνώριμα ποιοτικά επίπεδα της μπάντας για την προηγούμενη δεκαετία, η οργή φαίνεται πως έχει ενταθεί.

Θεματικά, γίνεται σαφές, πως το concept του δίσκου, απομακρύνεται από αυτά του προκατόχου και του "The Industrialist". Οι στίχοι, στο γνωστό ύφος της μπάντας, απηχούν μια «επαναστατική αφύπνιση», αντίδραση και αντίσταση, μια διάθεση για εξέγερση, με το εξαιρετικό ομότιτλο και το μελωδικό του ρεφραίν να αποτελεί μια χαρακτηριστική στιγμή. Οι γνώριμες βιομηχανικές πτυχές της μπάντας υφίστανται τόσο αισθητικά, όσο και ηχητικά, με τα πλήκτρα να γίνονται αντιληπτά και να χρωματίζουν διακριτικά τις συνθέσεις, όπως στο "Purity". Η post-apocalyptic οργή που επιτρέπει στον ήχο της μπάντας, αναλλοίωτο, πέραν μικρών εξαιρέσεων, εδώ και δεκαετίες να ηχεί εντυπωσιακά σύγχρονος και ογκώδης, ενυπάρχει στα καταιγιστικά "Recode" και "Fuel Injected Suicide Machine".

Το "Aggression Continuum", ακολουθεί τις δομές και τις κατευθυντήριες γραμμές των ύστερων χρόνων της μπάντας. Στο δεύτερο μισό του δίσκου υφίσταται το διαφοροποιημένο, και πιο μελωδικό, "Monolith", το οποίο αναδεικνύεται εξαιτίας της ερμηνείας του Bell, καθώς και το επτάλεπτο φινάλε του "End Of Line", που όμως δεν σηκώνει το βάρος που όφειλε να έχει, μιας και δεν μετουσιώνει την προηγηθείσα οργή σε κάτι μεγαλειώδες. Στιγμές όπως το δραματικό "Collapse" θα μπορούσαν να εκλείπουν χωρίς να διαταράσσεται η ισορροπία. Υπάρχουν όμως και λεπτομέρειες που, θα αναδυθούν από τις διαδοχικές ακροάσεις και θα καθορίσουν το ειδικό βάρος του άλμπουμ.

Η τοποθέτηση του Heller στα τύμπανα, έχει αποδειχθεί καίρια κίνηση, αφού μερικά τερτίπια στα toms καθώς και σποραδικές ισοπεδώσεις των πιατινιών, αποτρέπουν το γνώριμο ρυθμικό δίπολο, με τα riffs του Cazares να κινούνται στα αναμενόμενα επίπεδα, από το να ηχεί παρωχημένο. Ο Bell, παραδίδει τις καλύτερες ερμηνείες του από το "Mechanize" και μετά, με τη χροιά του, ειδικά στα harsh φωνητικά, να αναβλύζει ένα απόκοσμο μίσος ανά στιγμές που μόνο να καθηλώσει μπορεί. Το εκπληκτικό "Manufactured Hope", με το φοβερό τελευταίο του riff να λειτουργεί ως κερασάκι στην τούρτα, αφήνει μια πικρία.

Οι Cazares/Bell συνέθεσαν έναν συμπαγή δίσκο με ελάχιστες παρεκκλίσεις, ο οποίος καθιστά σαφές πως οι Fear Factory αποτελούν ένα συγκερασμό πολύ συγκεκριμένων πραγμάτων. Το "Aggression Continuum", αν και ισοπεδωτικό, δεν είναι το, άθελά του, επιβλητικό φινάλε που αναζητείται, φλερτάροντας ανά στιγμές μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Οι κορυφαίες του στιγμές, ικανοποιούν όσους/ες λάτρεψαν το ηχόχρωμα των Fear Factory, ενώ στέκουν ως μια νοσταλγική υπενθύμιση μιας άποψης στον ακραίο ήχο που δεν αναπαράχθηκε ποτέ, όσο επιδραστική και αν ήταν. Ο Cazares άφησε προς το παρόν την πόρτα ανοικτή, και ανάμεσα στη σωρεία προβλημάτων που περικύκλωσαν την μπάντα τα τελευταία χρόνια, το "Aggression Continuum", αποτελεί ένα εκκωφαντικό σταυροδρόμι, με φαρδιά πλατιά την υπογραφή των συντελεστών του.

  • SHARE
  • TWEET