Hellfest @ Clisson, Γαλλία, 27-30/06/24
Τέσσερις μέρες απαράμιλλης συναυλιακής διασκέδασης
Οι μέρες που ακολουθούν την λήξη κάθε Hellfest περιλαμβάνουν ένα περίεργο μείγμα συναισθημάτων το οποίο πολύ συχνά είναι ακατόρθωτο να γίνει κατανοητό. Κάθε χρόνο αισθανόμαστε την εκπλήρωση ενός μικρού ονείρου αλλά ταυτόχρονα νοιώθουμε ότι ζούμε στην «Μέρα της Μαρμότας» αφού η επιστροφή μας στο Clisson μοιάζει πλέον σχεδόν αναγκαία. Για τέσσερις μέρες τα μυαλά μας αδειάζουν από όλα τα προβλήματα της καθημερινότητας ενώ οι ψυχές μας γεμίζουν από μουσικές εμπειρίες και πλούσια συναισθήματα. Αν δεν αποτελεί αυτό κριτήριο για να προγραμματίσει κάποιος ένα τέτοιο ταξίδι, τότε δεν γνωρίζουμε τι θα μπορούσε να είναι.
Όπως και πέρσι, προσγειωθήκαμε στο φιλόξενο (αφού είναι γεμάτο με σήματα του festival) αεροδρόμιο της Ναντ νωρίς το πρωί και κινηθήκαμε έγκαιρα προς το Clisson για να φτάσουμε άνετα στον χώρο του festival για την έναρξή του. Το πρόγραμμά μας για τις επόμενες μέρες περιείχε ουκ ολίγα ονόματα, μερικά εμπορικά μεγαθήρια καθώς και μερικά μικρότερα αλλά εξίσου σημαντικά συγκροτήματα ανάλογα με το προσωπικό γούστο του καθένα μας. Όλα αυτά φυσικά θα τα δούμε αναλυτικά παρακάτω.
Hellfest Day 1 - 27/06
Ένα από τα γεγονότα που τράβηξαν από νωρίς την προσοχή του κόσμου ήταν οι Slaughter To Prevail οι οποίοι διαφήμιζαν την απόπειρά τους να πραγματοποιήσουν το μεγαλύτερο Wall Of Death. Εμείς όμως δεν πειστήκαμε και προτιμήσαμε κάτι πιο παραδοσιακό δηλαδή τους πιονέρους της death metal σκηνής της Νέας Υόρκης, Immolation. Old-school death metal αμερικάνικης σχολής με τον Ross Dolan να «φτύνει» τα απόκοσμα φωνητικά του προς κάθε κατεύθυνση. Ιδανικό ξεκίνημα με τον πιο δυναμικό τρόπο.
Σύντομο πέρασμα από τους Βερολινέζους (Dolch) οι οποίοι υπό άλλες συνθήκες θα μας κρατούσαν πολύ περισσότερο αφού τόσο η μεθυστική μουσική τους όσο και η σαγηνευτική φωνή της M. δημιουργούσαν μια πανέμορφη ατμόσφαιρα. Η επόμενη ώρα όμως περιείχε το πρώτο δίλημμα και έτσι κινηθήκαμε με γοργούς ρυθμούς προς την κεντρική σκηνή για την solo προσπάθεια του Kerry King.
Τόσο το "From Hell I Rise" όσο και η ζωντανή εμφάνιση της μπάντας δεν θα περιείχε κανένα ψεγάδι αν και στο τέλος της ημέρας το όλο εγχείρημα μοιάζει λίγο με δευτεροκλασάτο Slayer. Εμείς από την άλλη περιμέναμε κυρίως για οποιαδήποτε σύνθεση των πραγματικών Slayer αλλά δεν σταθήκαμε τυχεροί αφού τα "Disciple", "Raining Blood" και "Black Magic" ήρθαν στο δεύτερο μισό του σετ, την ώρα που εμείς βρισκόμασταν ήδη στο Altar Stage για τους Brujeria.
Καταιγιστικό σετ από την μεξικανική κολεκτίβα, απανωτά χτυπήματα και άπειρο crowd-surfing. Στο παρελθόν έχουν περάσει από την σύνθεση των Brujeria ουκ ολίγα σημαντικά ονόματα της metal κοινότητας και μέλη των Fear Factory, Faith No More, Carcass και Napalm Death. Σήμερα όμως όλα αυτά δεν έχουν σημασία αφού αρκεί το θεότρελο βλέμμα του Pinche Peach αλλά και η αστείρευτη ενέργεια των υπολοίπων για να κερδίσουν καθολικά το κοινό. Το "Μarijuana" ήρθε να κλείσει την εμφάνισή τους με τον πιο διασκεδαστικό τρόπο και εμείς φύγαμε απόλυτα ικανοποιημένοι για την συνέχεια.
Τα τελευταία χρόνια είναι ξεκάθαρη η προσπάθεια του festival να παρέχει μερικές πιο «διασκεδαστικές» πινελιές καθώς και να προσελκύσει ένα νεότερο target group. Απόλυτα σεβαστό αφού το Hellfest καταφέρνει να παραμένει επίκαιρο αλλά ταυτόχρονα να δίνει βήμα σε μεγάλα αλλά και μικρότερα ονόματα τους παρελθόντος. Μέσα στο πλούσιο πρόγραμμα της ημέρας εμείς όμως δεν βρήκαμε χρόνο για τις Babymetal,όσο μεγάλη πέραση και αν έχει το συγκεκριμένο όνομα τα τελευταία χρόνια.
Έχουμε αναφέρει στο παρελθόν τις απόψεις μας για την απόδοση των Megadeth των τελευταίων πολλών ετών αλλά οι αποθεωτικές κριτικές από την πρόσφατη εμφάνισή τους στην Αθήνα μας κίνησαν να κάνουμε ακόμα μια προσπάθεια. Για ακόμα μια φορά όμως φύγαμε με ανάμεικτα συναισθήματα. Από την μια έχουμε τα απογοητευτικά φωνητικά του Dave Mustaine και από την άλλη μερικά τόσο σημαντικά κομμάτια της metal ιστορίας. Κάναμε λίγο τα στραβά μάτια και απολαύσαμε τα "Rattlehead" και "Mechanix". Ότι κερδίζει κανείς, καλό είναι.
Η καλή διάθεση συνέχισε να μας είναι απαραίτητη αφού ούτε οι Graveyard που ακολούθησαν μας ικανοποίησαν πλήρως. Οι Σουηδοί επέστρεψαν δυναμικά με το πολύ αξιόλογο περσινό "6" και μουσικά στην πρώτη μας επίσκεψη στο Valley Stage είχαν όλα τα φόντα να ξεσηκώσουν τον κόσμο. Τα φωνητικά του Joakim Nilsson στερούνται πάθους όμως και αυτό αφαιρεί πολλούς πόντους από το τελικό αποτέλεσμα. "I ain’t fit to live here among the people of my time" που λέει και το άσμα και εμείς μάλλον πρέπει να αποδεχτούμε ότι οι Graveyard ταιριάζουν καλύτερα σε μικρότερα κλειστά venues.
Πολλές φορές έχει χρειαστεί να επιλέξουμε σε ποιο stage θα κατευθυνθούμε και φυσικά έχουμε κάνει και λάθη. Έτσι δώσαμε λίγο χρόνο στους Avenged Sevenfold, headliners της πρώτης ημέρας αν και με καθαρά υποκειμενικά κριτήρια η μουσική τους δεν μας λέει και πολλά. Δεν είναι όλες οι μπάντες για όλους και αφού ακόμα και το "Hail To The King" δεν κατάφερε να μας πείσει, επιστρέψαμε στο Temple όπου οι Shining πρόσφεραν δόσεις ελεγχόμενου χάους παρουσιάζοντας όλο το "Blackjazz" και μια εμφάνιση που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν μας επέτρεπε να μετακινηθούμε λεπτό. Ευτυχώς τα Temple και Altar stages συνορεύουν και έτσι δεν χρειάστηκε να στερηθούμε το «άρρωστο» κλείσιμο με το "21st Century Schizoid Man" των τιτανοτεράστιων King Crimson.
Όσο περνά η ώρα, ο τρόπος επιλογής της επόμενης μπάντας έρχεται ανάλογα με την διάθεση αλλά και την ποσότητα αλκοόλ που ρέει στον οργανισμό μας εκείνη την χρονική στιγμή. Έτσι και εμείς αποφασίσαμε να αφήσουμε τους All Them Witches και να προτιμήσουμε την σιγουριά των Sodom. H αφετηρία του σετ τους με "Procession To Golgatha" και "Christ Passion" έδειξε ότι πράξαμε ορθά. Εγγύηση για ακόμα μια φορά ο θείος Tom Αngelripper και η παρέα του και όλα μοιάζουν όμορφα με το ξεσηκωτικό thrash metal των Sodom. "Nuclear Winter", "Blasphemer", "Agent Orange", "The Saw Is The Law" και κλείσιμο με το "Bombenhagel". Δεν χρειάζεται να είσαι οπαδός της μπάντας για να περάσεις ευχάριστα με τους Sodom. Wunderbar!
Τελευταία μπάντα της πρώτης ημέρας οι Cradle Of Filth και ιδανική ευκαιρία για μας τους Θεσσαλονικείς αφού δεν είχαμε την δυνατότητα να τους παρακολουθήσουμε ζωντανά την περασμένη άνοιξη στην πόλη μας. Μέσα σε μια ώρα κατάφεραν να παρουσιάσουν μια περίληψη της δισκογραφίας τους και να μεταφέρουν άριστα την gothic/black metal ατμόσφαιρά τους. "Cruelty Brought Thee Orchids", "Dusk And Her Embrace", "The Principle Of Evil Made Flesh", "Her Ghost In The Fog", ο Dani Filth εξαιρετικά ενεργητικός και στο σύνολο οι Cradle Of Filth πραγματοποίησαν μια εμφάνιση που αποδεικνύει γιατί θεωρούνται μια από τις μεγαλύτερες μπάντες του είδους.
Συμπερασματικά, κατά την πρώτη μέρα, είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε πολλά σημαντικά ονόματα ενώ αναγκαστήκαμε να απορρίψουμε αρκετά ακόμα λόγω έλλειψης χρόνου. Με πολύ καλές εντυπώσεις αποχωρήσαμε αφού είχαμε μπροστά μας τρεις ακόμα ημέρες.
Hellfest Day 2 - 28/06
Ημέρα δεύτερη και εμείς, αν και είχαμε προγραμματίσει λίγη ξεκούραση, βρεθήκαμε να τρέχουμε για να προλάβουμε την νέα ώρα των δικών μας Planet Of Zeus. Αφού καταφέραμε να φτάσουμε στην ώρα μας και με τις κατάλληλες αλκοολικές «προμήθειες» ήμασταν έτοιμοι να αποθεώσουμε τους Αθηναίους γνωρίζοντας τις δυνατότητες της μπάντας. Το ίδιο το συγκρότημα δεν πτοήθηκε από την αλλαγή της ώρας. Αντιθέτως εμφανίστηκε με ξεκάθαρη διάθεση να ξεσηκώσει το κοινό και να κερδίσει τον κάθε παρευρισκόμενο. Ο Μπάμπης με «ψαρωτικό» βλέμμα απευθυνόταν στο κοινό σε αγγλικά,γαλλικά αλλά και ελληνικά ενώ η συνολική παρουσία της μπάντας δεν άφηνε περιθώρια για αμφιβολίες. Η πρώτη εμφάνιση των Planet Of Zeus συνοδεύτηκε με απόλυτη επιτυχία και σε έναν δίκαιο κόσμο οι διοργανωτές, σχεδόν, «οφείλουν» να τους προσκαλέσουν ξανά στο άμεσο μέλλον.
Όσο και αν καμαρώναμε μετά την εμφάνιση των Planet, ο χρόνος μας περιόριζε αφού έπρεπε να προλάβουμε τους Fear Factory στο κεντρικό stage. Αρχή με το "What Will Become?" και συνέχεια με το "New Breed". Ακριβώς ότι χρειαζόμασταν και η παρέα του Dino Cazares γνωρίζει πολύ καλά τι επιθυμεί το κοινό. "Demanufacture", "Replica", "Linchpin", "Edgecrusher" και όλα δείχνουν ότι τόσο τα 50 λεπτά διάρκειας όσο και το χρονικό σημείο (16:40-17:30) αδικούν την μπάντα. Ο Milo Silvestro αποδίδει εξαιρετικά στα φωνητικά ενώ εξίσου άνετος παρουσιάστηκε και ο drummer Pete Webber. "The new era of Fear Factory" ουρλιάζει ο Milo και εμείς αποδεχτήκαμε απόλυτα το κάλεσμά του.
Για την συνέχεια είχαμε κάτι διαφορετικό με τους Savage Lands. Το σχήμα που ασχολείται ενεργά με την αναδάσωση, την προστασία των τροπικών δασών αλλά και άγριων ζώων που κινδυνεύουν από εξαφάνιση σχηματίστηκε από τον ντράμερ των Megadeth Dirk Verbeuren και τον κιθαρίστα Sylvain Demercastel. Το έργο τους έχει συγκινήσει πολλούς μουσικούς της metal κοινότητας και αυτό φάνηκε τόσο στις οθόνες (όπου είδαμε μεταξύ άλλων και τον Σάκη των Rotting Christ) όσο και στην ίδια την σκηνή. Η μουσική των Savage Lands δεν ήταν εξίσου εντυπωσιακή με τον ιερό σκοπό του σχήματος αλλά η παρουσία των Andreas Kisser (Sepultura), Shane Embury (Napalm Death) και Silje Wergeland (The Gathering) μας κράτησαν εκεί. H επιβράβευση ήρθε στο τέλος του σετ με το απόλυτα ταιριαστό "Roots Bloody Roots".
Μικρό διάλειμμα και μοναδική ευκαιρία για ξεκούραση πριν επιστρέψουμε στο Valley για το δεύτερο ελληνικό συγκρότημα της ημέρας. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι στην κεντρική σκηνή βρίσκονταν οι Steel Panther αλλά αφού εμείς έχουμε την ευκαιρία να τους παρακολουθήσουμε ζωντανά στην Θεσσαλονίκη, επιλέξαμε να στηρίξουμε ενεργά την εμφάνιση των 1000Mods. Τα «μόδια» ξεσήκωσαν από τα πρώτα λεπτά του "Electric Carve" το Valley και κατά όλη την διάρκεια του μονόωρου σετ τους έλαβαν αποθεωτική ανταπόκριση. Ακόμα περισσότερο, κατά το δεύτερο μισό, τα επαναλαμβανόμενα crowd-surf μας έκαναν να νομίζουμε ότι βρισκόμαστε σε εγχώριο festival αλλά οι 1000Mods άξιζαν δικαιωματικά την ανταπόκριση αυτή. Γεμάτοι ενέργεια και με εξαιρετικό ήχο έδειξαν ότι τα ελληνικά συγκροτήματα στέκονται επί ίσοις όροις σε ένα τόσο μεγάλο και σημαντικό festival.
Συνέχεια με κάτι τελείως διαφορετικό αλλά άκρως εντυπωσιακό. Αναφερόμαστε στους Satyricon οι οποίο πραγματοποίησαν μια επιβλητική εμφάνιση η οποία βασιζόταν στην ίδια την μουσική και όχι σε corpse paint ή λοιπά τεχνάσματα. Τόσο στο πρόσφατο υλικό όσο και στα κομμάτια του "Nemesis Divina" οι Satyricon άφησαν άφωνο το κοινό ενώ δεν παρέλειψαν να «διαφημίσουν» ότι στην ίδια σκηνή θα ακολουθούσαν οι Emperor δημιουργώντας ένα ονειρεμένο (ή μήπως εφιαλτικό;) back to back. Απολαύσαμε το rock ‘n’ roll "Fuel For Hatred" και το υπέρτατο "Mother North" και αποχωρήσαμε λίγο πριν το τέλος για να προλάβουμε έστω και λίγο τον Tom Morello.
O κιθαρίστας των Rage Against The Machine είχε παίξει ήδη σε μορφή medley πολλές από τις επιτυχίες της βασικής του μπάντας, το "Kick Out The Jams" των MC5, το "Like A Stone" των Audioslave ενώ εμείς τον πετύχαμε στο "The Ghost Of Tom Joad" του Bruce Springsteen για να ακολουθήσει το πασίγνωστο "Killing In The Name" αλλά και το "Power To The People" του John Lennon. Όπως ήταν αναμενόμενο, αποθεώθηκε από το πολυπληθές κοινό, όπως κατά πάσα πιθανότητα θα συμβεί και στην Αθήνα στην εμφάνισή του με τους Smashing Pumpkins.
Με δυο δεκαετίες στην πλάτη τους και ένα μεγαλεπήβολο show οι Παριζιάνοι Shaka Ponk μάζεψαν όλο τον κόσμο στην κεντρική σκηνή αφήνοντας σε μας να παρακολουθούμε τους Acid King στο Valley με χαρακτηριστική άνεση. Βαρύς ήχος, χαμηλά κουρδίσματα και παρόμοιο χαμηλών τόνων ύφος από τους Καλιφορνέζους οι οποίοι έδειχναν να απολαμβάνουν την θέση τους άσχετα με το τι συνέβαινε κάτω από την σκηνή. Λίγο πριν το τέλος κινηθήκαμε προς τους Amorphis οι οποίοι μέσα στον χρόνο που είχαν στην διάθεσή τους και όπως ήταν αναμενόμενο έδωσαν έμφαση στο πιο πρόσφατο υλικό τους. Προλάβαμε και απολαύσαμε όμως τα «δικά μας» "Black Winter Day" και "My Kantele", το πάντα ευχάριστο "House Of Sleep" και τον «ύμνο των νεότερων» "The Bee". Είναι πάντα ενδιαφέρον να παρακολουθείς ζωντανά τους Amorphis αλλά όσοι τους έχουμε ζήσει στο παρελθόν πάντα ελπίζουμε σε κάτι περισσότερο.
Οι Emperor από την άλλη δεν έχουν τέτοια προβλήματα. Μια μπάντα που στέκει στην σκηνή με το ύφος «κάτσε να σας δείξω πως γίνεται» και μαγνητίζει τον κόσμο χωρίς να δείχνει καν ότι το προσπαθεί. Όσοι παρακολούθησαν την εμφάνισή τους στην Αθήνα γνωρίζουν σε τι αναφερόμαστε. Χωρίς ιδιαίτερη απόκλιση από το live στο Floyd (με τέσσερα κομμάτια λιγότερο λόγο έλλειψης χρόνου) και με την γνωστή αυτοκρατορική τους απόδοση απέδειξαν ότι δικαίως βρίσκονται στην κορυφή των black metal συγκροτημάτων.
Οι Emperor καθώς και οι Fu Manchu που ακολούθησαν μας έκαναν να κάνουμε το 0/2 στους headliners, αφήνοντας έξω από το πρόγραμμά μας τους Machine Head. Κοινό σημείο των προαναφερθέντων συγκροτημάτων, αν και σε τελείως διαφορετικά μουσικά είδη, το γεγονός ότι δείχνουν χωρίς κόπο γιατί βρίσκονται πολύ ψηλότερα από την πλειοψηφία των μουσικών του είδους τους. Κάθε κίνηση, κάθε νότα έβαζε φωτιά στο Valley με έναν τρόπο που φάνταζε ανεξήγητος αλλά από την άλλη απόλυτα φυσιολογικός. Αρχηγική εμφάνιση από τους Fu Manchu, τους headliners του Valley τους οποίους με χαρά περιμένουμε να επιστρέψουν στην χώρα μας.
Επίλογος της δεύτερης μέρας, πρώτη επίσκεψη στο κατά τα άλλα αγαπημένο Warzone και εκπλήρωση ενός ακόμα μικρού ονείρου. "Body Count’s In The House" και αμέσως μετά τα "Raining Blood" και "Postmortem" των Slayer έφταναν για να γίνει το Warzone άνω κάτω και βρισκόμασταν ακόμα στην αρχή. O Ice-T παραμένει αγέρωχος ακόμα και στα 66 του χρόνια ενώ το ίδιο συμβαίνει και στον κιθαρίστα Ernie C. Ο γιος του Ice-T, Little Ice αναλαμβάνει μεγάλο μέρος της σκηνικής παρουσίας της μπάντας και της αλληλεπίδρασης με το κοινό, o Evan Seinfeld των Biohazard συμμετείχε στα "War/UK 82/Disorder" των Exploited ενώ στο τέλος της βραδιάς τις εντυπώσεις έκλεψε η γλυκύτατη εννιάχρονη κόρη του Ice-T, Chanel με αποκορύφωμα την συμμετοχή της στο "Talk Shit,Get Shot". H εμφάνιση των Body Count ήρθε να κλείσει πανηγυρικά την δεύτερη μέρα του Hellfest και εμείς προσπαθούσαμε με δυσκολία να σκεφτούμε ποια θα είναι τελικά η κορυφαία μέρα του τετραημέρου.
Hellfest Day 3 - 29/06
Σάββατο, τρίτη ημέρα του Hellfest με τις κεντρικές σκηνές να δίνουν έμφαση σε παραδοσιακούς hard ‘n’ heavy ήχους χωρίς αυτό φυσικά να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν αμέτρητες επιλογές στα υπόλοιπα stages. Από την ημέρα που ανακοινώθηκε το running order του festival είχαμε στα σχέδια να μεταβούμε στον χώρο από νωρίς αλλά τελικά οι δυνάμεις μας μας πρόδωσαν χάνοντας έτσι αρκετά ενδιαφέροντα ονόματα όπως οι Sumerlands, Eternal Champion, Anvil και Rhapsody Of Fire. Φτάσαμε όμως στην ώρα μας για τους Black Stone Cherry οι οποίοι αν και έχουν πολλές ενδιαφέρουσες συνθέσεις και αρκετά hits αλλά στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο δεν κατάφεραν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον μας ακόμα και στα πιο γνωστά τραγούδια όπως τα "Me And Mary Jane" και "Blame It On The Boom Boom". Για να είμαστε ειλικρινείς το μεγαλύτερο μέρος των παρευρισκομένων συμμετείχε ενεργά βλέποντας τους Αμερικανούς, κάτι που συμβαίνει στις περισσότερες μπάντες δείχνοντας την φεστιβαλική νοοτροπία του κοινού αλλά και την όρεξή τους να διασκεδάσουν.
Στο Valley όμως τα πράγματα έδειχναν πολύ πιο ενδιαφέροντα με τους Brutus να καταφέρνουν με ευκολία να σκαρφαλώσουν στα κορυφαία acts του τετραημέρου. Οι Βέλγοι έδωσαν βαρύτητα στο καταπληκτικό "Unison Life", έναν από τους καλύτερους δίσκους του 2022 (νούμερο 1 για το rocking.gr), ενώ η ντράμερ/τραγουδίστρια Stefanie Mannaerts μάγεψε τους πάντες με τις σπαραχτικές ερμηνείες αλλά και την απλότητά της. Όσοι τυχεροί βρέθηκαν στο live τους στο Gagarin γνωρίζουν ότι μιλάμε για μια εξαιρετική μπάντα και εμείς απλά ευχόμαστε η επόμενη επίσκεψή τους στην χώρα μας να γίνει σύντομα και, γιατί όχι, με ακόμα έναν εξίσου αξιόλογο δίσκο.
Διάλειμμα για ξεκούραση πριν αρχίσουν οι δυσκολίες. Οι Kvelertak στο Valley, οι The Haunted στο Altar αλλά εμείς προτιμήσαμε να αρπάξουμε την ευκαιρία να δούμε στον μάγο της κιθάρας Yngwie Malmsteen. O Σουηδός βιρτουόζος έδειχνε ιδιαίτερα ευδιάθετος χωρίς όμως να μπορεί να αποβάλει το χιλίων καρδιναλίων ύφος του. Μέσα στα πλαίσια του φυσιολογικού κάλυψε μεγάλο μέρος της τεράστιας δισκογραφίας του ενώ δεν παρέλειψε να αποτίνει φόρο τιμής στον Johan Sebastian Bach με το "Badinerie" (όπως έχει κάνει φυσικά και στο παρελθόν). Δεν μας έκανε την χάρη να ακούσουμε ένα "You Don’t Remember, I’ll Never Forget" αφήνοντας το εναρκτήριο "Rising Force" και το "Heaven Tonight" που έκλεισε το σετ ως πιο ανεβαστικές στιγμές.
Για την συνέχεια παραμείναμε στα κεντρικά stages για τους Βοστονέζους Extreme, ένα από τα μεγαλύτερα hard rock ονόματα του φετινού festival. Με τεράστια άνεση επί σκηνής, τεχνική αλλά και ανάλογο groove. To stage που είχε στηθεί για τους headliners Metallica τους έδωσε την δυνατότητα να αλωνίζουν με επικεφαλή τον frontman Gary Cherone. Μπόλικες συνθέσεις από το "Extreme II : Pornograffitti" αλλά και ορισμένα από τον πολύ αξιόλογο τελευταίο τους δίσκος "Six". Σίγουρα στην Αμερική θα είχαν πολύ μεγαλύτερο κοινό αλλά και στην Ευρώπη υπάρχουν πολλοί που περίμεναν την επιστροφή τους. Δεν έλειψε φυσικά η πασίγνωστη μπαλάντα "More Than Words" καθώς και το funky "Get The Funk Out" και συμπερασματικά παρακολουθήσαμε μια άκρως επαγγελματικού επιπέδου εμφάνιση από τους Extreme.
Καθώς τα σύννεφα συνέχιζαν να μαζεύονται και η βροχή άρχισε να μοιάζει μονόδρομος εμείς επιστρέψαμε στο Valley για ακόμα μια από τις σημαντικότερες γυναικείες παρουσίες στον «σκληρό» ήχο. H σαγηνευτική Chelsea Wolfe επέστρεψε φέτος με ένα από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς και έτσι το "She Reaches Out To She Reaches Out To She" είχε την τιμητική του. Από την άλλη μικρή σημασία είχε αυτό αφού η ίδια η παρουσία της Chelsea άφηνε ως δια μαγείας υπνωτισμένους όλους τους παρευρισκόμενους. Η τελείως αντι-φεστιβαλική μουσική της κατάφερε να βρει διέξοδο ακόμα και στο Hellfest δείχνοντας το μέγεθος της καλλιτεχνικής της υπόστασης.
Η διάθεση μας έκανε σκωτσέζικο ντους αφού για την συνέχεια είχαμε τους αγαπημένους Skyclad οι οποίοι επέστρεψαν στο Hellfest μετά από μια δεκαετία με σαφέστατη όρεξη να ξεσηκώσουν το κοινό. Για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς, όσο και αν αγαπάμε την συγκεκριμένη μπάντα, οι παρευρισκόμενοι θα μπορούσαν να είναι και περισσότεροι αλλά και πιο ενθουσιώδεις. Οφείλουμε να εκτιμήσουμε την προσπάθεια όλου του συγκροτήματος και κυρίως του frontman Kevin Ridley που υπερέβαλε εαυτόν. Με ένα greatest hits σετ και την κλασική διασκευή στο "Emerald" των Thin Lizzy οι Skyclad σε γενικές γραμμές ικανοποίησαν αλλά άξιζαν πολλά περισσότερα, το ίδιο δηλαδή που συμβαίνει στην καριέρα τους γενικότερα.
Ενώ η βροχή είχε ήδη αρχίσει και κατάφερε να μας βρει στο χειρότερο χρονικό σημείο, εμείς μοιραστήκαμε για να παρακολουθήσουμε τους βασικότερους λόγους της φετινής μας επίσκεψης (αν μπορεί κανείς μέσα στον χαμό των ονομάτων να ξεχωρίσει μόνο ένα).
Στο main stage oι ήχοι του "Toltec 7 Arrival" και ο Bruce Dickinson εμφανίζεται με κατάρες για την βροχή, η οποία, πλέον, έφτανε για να σβήσει ακόμα και χίλιους πυρσούς. Με τα "Accident Of Birth" και "Abduction" το κοινό πλέον ζεστάθηκε και ξέχασε την βροχή, το ίδιο και οι συνοδοιπόροι του Bruce που έδειχναν τρομερά ορεξάτοι. Δεν γνωρίζουμε πως ήταν στις προηγούμενες εμφανίσεις αλλά τα μέλη του συγκροτήματος φαίνεται να έχουμε δημιουργήσει μια φοβερή χημεία. Μετά από πιστή απόδοση μερικών νέων κομματιών ο επίλογος έγραφε "Book Of Thel", "The Alchemist" και "Darkside Of Aquarius" με τον κόσμο να ενδίδει στις ιαχές του τελευταίου, και τον Dickinson να αφήνει, έξυπνα, απ’έξω κομμάτια όπως το "Navigate The Seas Of The Sun" αλλά και το "Tears Of The Dragon" γνωρίζοντας ότι ανάμεσα σε Mass Hysteria και Metallica δεν «τραβάει» να ρίξει τους παλμούς. Άρτιος, θεατρικός και ανανεωμένος. Αθήνα, ετοιμάσου!
Την ίδια ώρα στο Valley ανέβαιναν οι Mr.Bungle, ένα σχήμα που σπάνια επισκέπτεται την Ευρώπη αλλά έχει επιστρέψει ανανεωμένο και πιο "metal" από ποτέ. Με συνοδοιπόρους τον Dave Lombardo στα τύμπανα και τον Scott Ian στην κιθάρα, ο θεότρελος Mike Patton μοιάζει απόλυτα ευχαριστημένος με την φετινή του «απασχόληση». H ποικιλομορφία και η «αρρώστια» των Mr.Bungle δεν χωράνε ούτε σε ένα ολόκληρο δικό τους live αλλά οι Patton & Co έβαλαν τα δυνατά τους και τα κατάφεραν στον μεγαλύτερο βαθμό. Έτσι ανάμεσα στο ανελέητο κοπάνημα των κομματιών του "The Raging Wrath Of The Easter Bunny Demo" κατάφεραν να ενσωματώσουν τα μελιστάλαχτα "I’m Not In Love" των 10CC και "Hopelessly Devoted To You" από το "Grease". Στο "Loss Of Control" των Van Halen ανέβασαν στην σκηνή τον Wolfgang Van Halen (γιο του Eddie), στο "Territory" των Andreas Kisser ενώ ανάμεσα στο πανηγύρι έπαιξαν το "Hell Awaits" αλλά και το "All By Myself" της Eric Carmen αλλαγμένο σε "Go Fuck Yourself". Πάρα πολλά για να αφομοιώσει κανείς μέσα σε μια ώρα και ακόμα πιο δύσκολα να μεταφερθούν στον γραπτό λόγο για αυτό το σταματάμε εδώ. Εμπειρία ζωής.
Είχε φτάσει επιτέλους η στιγμή να παρακολουθήσουμε έναν headliner στο Hellfest διότι υπάρχουν μπάντες και μπάντες και υπάρχουν και οι Metallica. Όσο υποκειμενικοί και αν προσπαθήσουμε να είμαστε, έχουμε να κάνουμε με ένα από τα σημαντικότερα συγκροτήματα του metal αλλά και της rock μουσικής γενικότερα και έτσι οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος δεν θα έχανε ευκαιρία να τους παρακολουθήσει ζωντανά, όπως είχε συμβεί στον ίδιο χώρο δυο χρόνια νωρίτερα.
Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός λέει ο σοφός λαός και έτσι η αρχή με τα "Creeping Death", "For Whom The Bell Tolls", "Hit The Lights" και "Enter Sandman" έφερε την νίκη «από τα αποδυτήρια». Το ενδιάμεσο στάδιο περιείχε τέσσερα κομμάτια από το πρόσφατο "72 Seasons" τα οποία λειτούργησαν μια χαρά σε συνθήκες live ενώ σχεδόν 15 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, το "The Day That Never Comes" από το "Death Magnetic" μοιάζει πλέον κλασικό. Αυτό που έχει διαφοροποιηθεί ανάμεσα στους Metallica του σήμερα και σε αυτούς του παρελθόντος είναι το γεγονός ότι το πλήρωμα του χρόνου έχει φτάσει και έχει γίνει εμφανής η ανάγκη για ξεκούραση ανάμεσα στα τραγούδια. Λογικό και κατανοητό αλλά όταν έχεις ζήσει τους Metz να σου δίνουν απλόχερα «τα μυαλά στο χέρι», η διαπίστωση παραμένει λυπητερή.
Κατά τα άλλα όμως το show των Metallica παραμένει εντυπωσιακό και χορταστικό με ένα δίωρο σετ ενώ ο τρόπος που παραμένουν στην σκηνή μετά την λήξη ευχαριστώντας τον κόσμο γίνεται κάθε φορά και πιο συγκινητικός με αποκορύφωμα τον James Hetfield ο οποίος μοιάζει το πιο ειλικρινές και συναισθηματικό μέλος της ομάδας. Υπό φυσιολογικές συνθήκες η ημέρα ή και ολόκληρο το festival θα μπορούσε να τελειώσει. Όχι όμως…
Παραμείναμε στην θέση μας γιατί η συνέχεια είχε τους άρχοντες Saxon. Είναι γνωστό ότι οι Βρετανοί έχουν την δυνατότητα να ανταποκριθούν ακόμα και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Με άλλα λόγια, μόνο αυτοί θα μπορούσαν να βγουν με περίσσιο «τσαμπουκά» στην 01:00 αμέσως μετά τους Metallica. Επίσης μόνο αυτοί θα μπορούσαν να τραβήξουν το σετ τους ακόμα περισσότερο προκαλώντας δυσκολίες σε όσους επιθυμούσαν να φύγουν. Και ο Biff αγέραστος, όπως πάντα, για πάντα.
Κάπου στο ενδιάμεσο περάσαμε από το Warzone διότι και εκεί τα πράγματα ήταν εξίσου ενδιαφέροντα με τους Suicidal Tendencies. Old-school setlist με την μπάντα να έχει ανεβάσει πλήθος κόσμου από την μέση του σετ (και όχι μόνο στο "Pledge Your Allegiance" όπως συνηθίζει). Ο Cyco Miko σε τρελά κέφια και με απίστευτη ενέργεια έδωσε το έναυσμα για να προκαλέσει τον απαιτούμενο χαμό στο Warzone.
Με τους Saxon και τους Suicidal Tendencies να κλείνουν την τρίτη ημέρα του festival είναι απόλυτα λογικό το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του κοινού δεν αποχώρησε μετά το τέλος των Metallica, δίνοντας την μεγαλύτερη αίσθηση γιορτής τους τετραημέρου.
Hellfest Day 4 - 30/06
Τελευταία μέρα και εμείς νοιώθουμε πλέον «σούπερμαν» και αποφασίσαμε να φτάσουμε στον χώρο όσο νωρίτερα γίνεται. Δεν προλάβαμε τους High On Fire (12:25 το πρωί στο Running Order) αλλά μπήκαμε εύκολα στον , κατάμεστο τις υπόλοιπες μέρες, χώρο του merchandise. Αφού λύσαμε το πρόβλημά μας, πλησιάσαμε στην κεντρική σκηνή όπου εμφανίζονταν οι Nova Twins. Οι αγαπημένες του Tom Morello δεν καταλάβαιναν από ζέστη και από ώρα εμφάνισης και παρουσιάστηκαν γεμάτες ενέργεια την οποία μετέδιδαν με ευκολία στο κοινό. Η επιλογή μας να έρθουμε στον χώρο νωρίς έμοιαζε σωστή.
Για την συνέχεια είχαμε την τρίτη ελληνική συμμετοχή και τους Yoth Iria. To πρόσφατο σχήμα του Jim Mutilator (ex-Rotting Christ, ex-Varathron) μάζεψε το μαυρομεταλλικό κοινό του festival ενώ η μπάντα κατάφερε εξαρχής να τραβήξει τα βλέμματα με τον τραγουδιστή Ορέστη να βουτά στο κοινό τραγουδώντας ανάμεσα στον κόσμο, κάτι που επανέλαβε αρκετές ακόμα φορές. Ακόμα πιο εντυπωσιακός ο Rustam Shakirzyanov ο οποίος ξεχώρισε με τα φωνητικά του. Κερασάκι στην ανίερη τούρτα το "Non Serviam" των Rotting Christ και οι Yoth Iria κατάφεραν με την πρώτη τους εμφάνιση στο Hellfest να κερδίσουν τις εντυπώσεις.
Μεταφορά στο Valley ενώ για πρώτη φορά η κόπωση άρχισε να μοιάζει μας νικά. Η εξαντλητική μας επιλογή για την τελευταία μέρα άρχισε να μοιάζει λανθασμένη και η μεσημεριανή ζέστη δεν βοηθούσε. H αγάπη μας για τους Therapy? μας έκανε να μην πτοηθούμε, η έναρξη του σετ τους με "Turn", "Teethgrinder" και "Stories" έμοιαζε ιδανική αλλά η φωνή του Andy Cairns ακουγόταν αδύναμη. Ίσως να ήταν αυτός κουρασμένος, ίσως να φταίγαμε εμείς. Όποιος και αν ήταν ο λόγος, αποχωρήσαμε για λόγους ξεκούρασης και ανασυγκρότησης αφού η μέρα είχε ακόμα πολλά να μας προσφέρει.
Κατά την τελευταία μέρα του Hellfest τα συγκροτήματα των κεντρικών σκηνών κινούνταν σε πιο rock φόρμες και αυτό φαινόταν τόσο από την επιλογή των Foo Fighters ως headliner όσο και από τους Royal Blood που ήταν η επόμενη μπάντα κατά σειρά που θα παρακολουθούσαμε. To βρετανικό ντουέτο έχει καταφέρει να εντυπωσιάσει από τα πρώτα του βήματα με το ομώνυμο ντεμπούτο του πριν μια δεκαετία. Οι μισές συνθέσεις του σετ ανήκαν στο "Royal Blood" ενώ το υπόλοιπο μισό μοιράστηκε στις επιτυχίες των μεταγενέστερων, πιο εμπορικών δίσκων. Ο σχεδόν «χορευτικός» ήχος τους βρήκε απήχηση στο κοινό του festival το οποιο έδειξε να απολαμβάνει την κάθε στιγμή.
H κούραση είχε πλέον εξαφανιστεί και εμείς ήμασταν έτοιμοι να φορτσάρουμε μέχρι το τέλος. Ο Corey Taylor στο κεντρικό stage μας έδειχνε ότι δικαίως είναι ένας από τους μεγαλύτερους star της εποχής μας και μπορεί να σταθεί ακόμα και στην προσωπική του καριέρα. Τα κομμάτια από τους δυο δίσκους του ακούγονται πολύ ευχάριστα με αποκορύφωμα το "Black Eyes Blue" αλλά τίποτα δεν θα ήταν το ίδιο χωρίς τις πινελιές από Stone Sour και, ακόμα περισσότερο, Slipknot. Έτσι τα "Through Glassh" και "Snuff" τραγουδήθηκαν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο μέσα στην ώρα ενώ τα "Duality" και "Before I Get" συγκαταλέγονται με ευκολία στις κορυφαίες στιγμές του σετ. Ο Corey Taylor με οποιοδήποτε σχήμα και αν εμφανίζεται «παίζει τον κόσμο στα δάχτυλα», γεγονός που διαπιστώσαμε και εμείς αλλά και εσείς στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Αθήνα.
Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές έχει ανακοινωθεί ήδη η ακύρωση της εμφάνισης των Queens Of The Stone Age στην Αθήνα (μεταξύ άλλων) γεγονός που μόνο λύπη μπορεί να μας φέρει αφού τίποτα στην εμφάνιση του Josh Homme στο Hellfest δεν μπορούσε να μας κάνει να προβλέψουμε την εξέλιξη των πραγμάτων. Από τις πρώτες νότες του εναρκτήριου "Regular John" μέχρι το κλείσιμο με το "Α Song For The Dead" οι Queens Of The Stone Age πρόσφεραν ένα απολαυστικό rock ‘n’ roll show το οποίο περιείχε επιτυχίες από όλη την δισκογραφία τους με την εμπειρία και την απόδοση μεγάλης μπάντας. Όσο και αν προτιμούμε τις παλιότερες δουλειές τους, όλες οι συνθέσεις ανεξαρτήτου δίσκου και μουσικού ύφους δημιούργησαν ένα σφιχτοδεμένο σετ αμείωτου ενδιαφέροντος. Δεν μπορούμε παρά να νοιώθουμε τυχεροί που βρισκόμασταν στον συγκεκριμένο χώρο την συγκεκριμένη χρονική στιγμή και να ευχηθούμε στον Josh ταχεία ανάρρωση και ίσως και την επιστροφή των QOTSA στην Ελλάδα μετά από σχεδόν δυο δεκαετίες.
Λίγο πριν τις 21:00, Dexter και Noodles εμφανίζονται στην σκηνή με "Come Out And Play" και "All I Want" και το Hellfest κάνει πάρτι με τους Offspring. Έχουμε ξαναμιλήσει για την δεύτερη νιότη τους, το ζήσαμε πρόσφατα στην Αθήνα, το επιβεβαιώνουν για ακόμα μια φορά. Το κοινό δεν σταμάτησε να χορεύει, να κάνει mosphits, crowd-surfing και να τραγουδά. Έτσι γυρίσαμε και εμείς το χρόνο πίσω από το "Blitzkrieg Bop" στο "Self Esteem" με μια σύντομη στάση στο παρόν με το καινούργιο single "Make It All Right" από το επερχόμενο "Supercharged". Eπιστρέψαμε απότομα στην πραγματικότητα όταν τέθηκε το μεγάλο ερώτημα «Foo Fighters ή Rival Sons»
Την ίδια ώρα με τους Offspring στο Temple υπήρχε κάτι τελείως διαφορετικό. Στην σκηνή βρίσκονταν οι αγαπημένοι μας Tiamat με συνθέσεις από το "Clouds" και το "Wildhoney" να διαδέχονται το ένα το άλλο. Λίγοι και πιστοί οπαδοί στον χώρο με το συναίσθημα να «χτυπά κόκκινο». Ο Johan Edlund, σεμνός, ταπεινός αλλά άκρως θεατρικός απευθύνεται με ευγένεια στον κόσμο και δεν σταματά να αγκαλιάζει τους μουσικούς της μπάντας. Με το "Hail Satan" ανεμιστηράκι του στο χέρι και σχηματίζοντας καρδιές πριν το "Vote For Love" μας έκανε να ζήσουμε μια από τις πιο «προσωπικές» εμφανίσεις τους τετραημέρου. Μια απίστευτα καλλιτεχνική περσόνα του οποίου το έργο είναι καταδικασμένο να παραμείνει γνωστό σε λίγους.
Στο προαναφερθέν δίλημμα εμείς μοιραστήκαμε αλλά προλάβαμε τους Rival Sons οι οποίοι ακριβώς στις 22:00 ανέβηκαν στην σκηνή του Valley, η οποία ξεχείλιζε από κόσμο παρά το γεγονός ότι την ίδια στιγμή στο main stage εμφανίζονταν οι Foo Fighters, δείγμα της μεγάλης επιρροής της παρέας του Jay Buchanan. Βουτιά στο περσινό "Darkfighter" και γίνεται άμεσα κατανοητό πόσο άνετοι είναι οι Καλιφορνέζοι πάνω στην σκηνή. «Γεμάτος» ήχος μαζί με έκδηλη δυναμική και συναίσθημα καθ’όλη την διάρκεια, συστατικά που ήταν αρκετά, ώστε να μην καταλάβουμε πως πέρασε η ώρα. Ιδιαίτερα σε συνδυασμό με το κλείσιμο που περιείχε τα "Electric Man", "Keep On Swinging" και "Secret". Άκρως απολαυστική εμφάνιση από ένα συγκρότημα που δεν μπορεί να απογοητεύσει.
Την ίδια ώρα ενώ οι Foo Fighters ανέβαιναν δυναμικά στην σκηνή με συνθέσεις όπως το "All My Life" και το "The Pretender" το πιο περιέργο γεγονός εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μας. Πλήθος κόσμου κατευθυνόταν προς την έξοδο του festival με αποτέλεσμα στα αριστερά του stage να δημιουργηθεί ένα μεγάλο και ανεξήγητο κενό. Ακόμα και αν δεν σου αρέσει το ίδιο το συγκρότημα τίποτα δεν εξηγεί την κίνηση να φύγεις από τον χώρο στις 22:00 την τελευταία μέρα ενώ εκτός από τους Foo Fighters έχεις ακόμα πολλές επιλογές (Rival Sons, Dimmu Borgir, Cock Sparrer, I Am Morbid).
To παραπάνω γεγονός μας βοήθησε να πιάσουμε απροσδόκητα εύκολα θέση στα αριστερά της σκηνής όπου ο «πολύς» Dave Grohl παρουσιαζόταν για πρώτη φορά στο κοινό του Hellfest αποδεικνύοντας ότι είναι ένας μουσικός που «ιδρώνει την φανέλα». Το αγαπημένο "Times Like These" ξεκίνησε ανατριχιαστικά με σόλο την φωνή του Grohl ενώ το "White Limo" μας θύμησε γιατί το συγκρότημα αυτό έχει θέση στο αγαπημένο μας festival. Πολλά ακούστηκαν για την συγκεκριμένη επιλογή τα οποία κατά την γνώμη μας δεν ευσταθούν αφού το Hellfest ανά τα χρόνια έχει φιλοξενήσει μπάντες από όλο το φάσμα του rock (εκτός από όλο τον ακραίο ήχο φυσικά).
Αφού καταφέραμε, με χαρά, να παρακολουθήσουμε για όσο περισσότερο γινόταν την ευχάριστη προσωπικότητα που ακούει στο όνομα Dave Grohl και τους Foo Fighters σε ένα απολαυστικό και τίμιο "Greatest Hits" αποχωρήσαμε για να προλάβουμε την τελευταία μπάντα του festival.
Στο Warzone οι Cock Sparrer θα γιόρταζαν μαζί μισό αιώνα punk rock. Με αυθεντική σύνθεση κατά τα 4/5 οι γερόλυκοι φέρνουν μόνο χαμόγελα στα χείλη μας με την αυθεντικότητα και την όρεξή τους παρά την ηλικία τους. Σχεδόν όλο το "Shock Troops" αλλά και μερικά κομμάτια από το φετινό πολύ αξιόλογο "Hand On Heart", άπειρο crowd-surfing και εμείς στο κάγκελο να «συνεργαζόμαστε» με τους security για να αντιμετωπίσουμε την βροχή κόσμου που προσγειώνεται στα κεφάλια μας.
Οι Cock Sparrer έστησαν την τέλεια punk rock γιορτή η οποία θα μας οδηγούσε προς το τέλος του τετραημέρου. "England Belongs To Me" με τον Colin McFaull να εξηγεί ότι στην θέση της Αγγλίας μπορούμε να βάλουμε οτιδήποτε μας κάνει περήφανους. Σωστά λόγια από γηραιούς punk-ιδες οι οποίοι μας χαιρέτησαν με το "We’re Coming Back" και εμείς ελπίζουμε ότι, παρά την ηλικία τους, θα ξαναέχουμε την ευκαιρία να τους πετύχουμε κάπου.
Κάπως έτσι έκλεισε το φετινό Hellfest, με τέσσερις μέρες γεμάτες συγκροτήματα από πολλά και ετερόκλητα είδη. Πολλές μπάντες οι οποίες φέτος θα επισκεφτούν την χώρα μας αλλά και ακόμα περισσότερα τα οποία ίσως να μην δουμε και ποτέ στην Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση το Hellfest παραμένει ένα τεράστιο μουσικό γεγονός το οποίο σου παρέχει περισσότερη πληροφορία και συναίσθημα από όσα μπορείς να διαχειριστείς. Τέσσερις μέρες απαράμιλλης συναυλιακής διασκέδασης.
Φωτογραφίες: Γιάννης Βόλκας