Voivod, Sacral Rage, Stereo Animal @ Temple, 21/08/19
Συγκινητικοί, ανεπιτήδευτοι και θρυλικοί Voivod, με ένα κοινό αντάξιο των περιστάσεων
Η συναυλιακή επιστροφή στη χώρα μας, έπειτα από οκτώ χρόνια, των Καναδών θρύλων, σίγουρα δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Η προσθήκη δε, δυο εγχώριων και αξιολογότατων σχημάτων ως support, ενίσχυε τη δίψα γι' αυτήν τη μουσική βραδιά. Αν και η ημερομηνία δεν ήταν και ιδιαίτερα θελκτική, η θέληση του κόσμου, να δει ζωντανά ένα συγκρότημα που τα επίθετα επιδραστικό, ιστορικό και άριστο, είναι πολύ ΛΙΓΑ για να το περιγράψουν, ήταν ανίκητη με αποτέλεσμα το Temple να είναι γεμάτο στα όρια του sold out. Δεν άξιζε τίποτα λιγότερο σε αυτούς τους τέσσερις υπέροχους ανθρώπους και όλη την κοσμοθεωρία τους που μας ξεδίπλωσαν στη συγκινητική τους αυτή εμφάνιση.
Τηρουμένου του προγράμματος, οι Stereo Animal ανέβηκαν στη σκηνή την προβλεπόμενη ώρα. Το τρίο από τη Θεσσαλονίκη, για τα 45 σχεδόν λεπτά της εμφάνισής του, προσέφερε μια ιδιαίτερη αύρα στην έναρξη της συναυλιακής αυτής βραδιάς. Ο ήχος τους, κινούμενος έντονα στην περιοχή του industrial metal, ηχούσε άλλοτε μονολιθικός και άκρως βιομηχανικός, και άλλοτε, χάρη στα μουσικά ξεσπάσματα προσέφερε λίγη από τη Voivod πάνκικη μαγεία των ανορθόδοξων ρυθμικών εναλλαγών. Με τον ήχο σύμμαχο και αρκετά συμπαγή και με μεγάλη διάθεση, (στα όρια της τρέλας!) η μπάντα παρουσίασε τις συνθέσεις της σε ένα κοινό που είχε αισθητή την παρουσία του και διάθεση να παρακολουθήσει τα επί σκηνής τεκταινόμενα. Τα φωνητικά θύμιζαν Jourgensen, (οι Ministry ηχούσαν σαν βασική επιρροή), ενώ ακούστηκαν τραγούδια και από το "Neolithic" από το "Problema". Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στον drummer, που είχε ίσως και το πιο απαιτητικό έργο στην μπάντα. Μπορεί τα κιθαριστικά riffs να θύμιζαν τις πιο thrash συνθέσεις των Ministry, ή σε σημεία τους '90s δίσκους των Voivod ή τους Prong, τα drums όμως, ηχούσαν πότε σαν επιβλητικό drum machine, πότε άκρως πάνκικα. Δυνατά και επαναλαμβανόμενα χτυπήματα, καθοριστικά για την κορύφωση των συνθέσεων, επέτρεπαν στην μπάντα να κινείται σε υψηλούς ρυθμούς.
Έπειτα από μια σύντομη διακοπή, με σχεδόν καμία καθυστέρηση, ανεβαίνουν στη σκηνή οι αγαπημένοι, και δικαίως, του ελληνικού κοινού, Sacral Rage. Με αέρα headliner, και με σημαντική μερίδα του κοινού να ανταποδίδει την επί σκηνής τους ενέργεια, επιδόθηκαν για κοντά 50 λεπτά, στον άριστο συνδυασμό tech/speed/heavy metal. Αν και δεν είχαν την ευχέρεια να κινούνται άνετα στη σκηνή και για τα πρώτα τραγούδια ο ήχος ήταν κάπως μπουκωμένος, η μπάντα δεν πτοούταν. Μόλις όλα τα όργανα και τα φωνητικά ισορρόπησαν στη μείξη, τότε η εμφάνιση ανέβηκε πολλά επίπεδα και το συγκρότημα ανέδειξε τον headliner αέρα του. Με τις συνθέσεις μοιρασμένες ανάμεσα στους δυο αψεγάδιαστους δίσκους τους, "Illusions In Infinite Void" και "Beyond Celestial Echoes", η εμφάνιση δεν πραγματοποίησε ποτέ κάποια καμπή, δείγμα της υψηλής ποιότητας αλλά και της απόδοσης των συνθέσεών τους. Με το αγαπημένο "Samsara (L.C.E.)" να είναι μια άτυπη κορύφωση, η μπάντα δημιούργησε κάτι παραπάνω από κατάλληλο πρόγευμα για τους Καναδούς άρχοντες. Τα παρανοϊκά βλέμματα του τραγουδιστή, σε συνδυασμό με το «ακτινοβολίζον» γάντι του, μπορεί να έφερναν λίγες Βασιλικές μνήμες στο μυαλό, η γενικότερη αίσθηση όμως ήταν σαφής. Οι Sacral Rage μπορούν να αποδίδουν επί σκηνής εξαιρετικά το περίτεχνο και καταιγιστικό υλικό τους, με έναν αέρα αμεσότητας που τους ξεχωρίζει αυτόματα από πολλούς συνομοταξίτες τους, αν υπάρχουν τέτοιοι.
Οι Voivod θα εμφανίζονταν σύμφωνα με το πρόγραμμα γύρω στις 22:30. Βέβαια, το τέλος της εμφάνισης των Sacral Rage κανά δεκάλεπτο πριν την προβλεπόμενη έναρξη, σε συνδυασμό με το τελετουργικά αργό στήσιμο του εξοπλισμού των Καναδών από ένα μόλις άτομο, επέφερε μια καθυστέρηση της τάξης των 40 λεπτών. Η αναμονή, κορυφωνόταν, και παρά το γεγονός πως μιλάμε για καθημερινή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ο κόσμος δεν πτοούταν. Τελικά, οι λατρεμένοι Καναδοί βγαίνουν στη σκηνή μέσα σε επευφημίες και μια διάχυτη οικογενειακή ατμόσφαιρα αρχίζει να ξεχύνεται. Η έναρξη με το “Post Society” από το ομότιτλο EP, πέρα από καταιγιστική και αντιπροσωπευτική της υπόλοιπης βραδιάς, είναι στο μυαλό μου και μια δήλωση. Πόσα συγκροτήματα ξεκινάνε με επιλογές από EP που μεσολάβησαν των κυκλοφοριών τους, ειδικά όταν θεωρητικά προωθούν τον πρόσφατο δίσκο τους; Οι Voivod βέβαια δεν είναι άλλο ένα συγκρότημα, δεν μοιάζουν με κανέναν.
Η συνέχεια, είναι επιστροφή στο μυθικό παρελθόν και το αψεγάδιαστο "Dimension Hatross", με το "Psychic Vacuum" και οι αντιδράσεις του κοινού εντείνονται. Ύστερα από τη λήξη του, οι Voivod, άκρως ευδιάθετοι, απευθύνονται για πρώτη φορά στο κοινό, και με τις απαραίτητες ευχαριστίες, εισάγουν το πρώτο τους τραγούδι από την τελευταία τους δισκάρα, "The Wake", το εναρκτήριο “Obsolete Beings” που ο κόσμος υποδέχθηκε θερμά. Στο τέλος του κομματιού τα συνθήματα δίνουν και παίρνουν, τα ρυθμικά «Voivod!» δονούν τον χώρο, και οι Καναδοί, εμφανώς απροετοίμαστοι για τέτοια αποδοχή, το απολαμβάνουν με το παραπάνω, με έναν άκρως εκφραστικό και συναισθηματικό τρόπο. Είναι τέτοια η ειλικρίνεια και η αμεσότητα της μπάντας, που σε αντιπαραβολή με την κληρονομιά και την επιδραστικότητά τους, τους καθιστά ίσως ψηλά στην ιεραρχία με τους πιο cool μουσικούς θρύλους του heavy metal. Εκνευριστικά cool και ακομπλεξάριστοι θα μπορούσα να πω, η όλη κατάσταση θύμιζε ένα D.I.Y. punk live μεταξύ μιας μπάντας και μιας παθιασμένης σέχτας οπαδών, μόνο που εδώ μιλάμε για ένα συγκρότημα με 35 χρόνια εμβληματικής ιστορίας, που στιγμή δεν το ενδιέφερε τίποτε άλλο πέρα από το πνεύμα της μουσικής του.
Με τη διάθεση λοιπόν στο maximum, το ρυθμικά μελωδικό "The Prow" αποδόθηκε εκπληκτικά και τα sing along ήταν εκεί, όπως έπρεπε. Με τον "Chewy" να παραδίδει σεμινάριο κιθάρας, με έναν ΑΡΙΣΤΟ ήχο, και με τις γκριμάτσες του να με αποσπούν από τα μουσικά του θέματα, με τον "Snake" να είναι ένας συγκινητικός frontman που παρουσιάζει τα τραγούδια τους με τον πιο anti-star τρόπο ever, όπως έκανε με το "Iconspiracy", κάθε δευτερόλεπτο της επί σκηνής τους εμφάνισης ήταν χάρμα οφθαλμών, αισθήσεων και συναισθημάτων. Έτσι θα μπορούσε να περιγραφεί και η εκπληκτικά ατμοσφαιρική δυάδα "Into My Hypercube" και "The End Of Dormancy". Κατανοώ πως οι διάφορες εκφάνσεις της δισκογραφίας των Voivod έχουν η καθεμία τους δικούς της φανατικούς οπαδούς. Τόσο μπαντάρα είναι. Ας αναλογιστεί όμως κανείς πως αυτά τα δυο κομμάτια απέχουν χρονικά κοντά 30 χρόνια και όμως ζωντανά δέσανε τόσο εύκολα. Οι Καναδοί πρέπει να είναι από τις πολύ λίγες μπάντες που μπορούν να εναλλάσσονται μεταξύ των δίσκων τους χωρίς να ρίχνουν την ποιότητα των συνθέσεων τους και έχω επίγνωση της βαρύτητας αυτού του ισχυρισμού. Δεν είναι απλά πως πιστεύουν το υλικό τους, είναι πως το προσεγγίζουν σαν οπαδοί.
Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι, η έναρξη του κλασικού "Overreaction" από το απροσπέραστο "Killing Technology", βρήκε τα μέλη να πανηγυρίζουν με τη riff-άρα που ξέρναγε η κιθάρα του “Chewie”. Αλήθεια, το έχετε ξαναδεί κάπου αυτό; Φυσικά στο κοινό έγινε ο κακός χαμός, με τα mosh pits και το stage diving να δίνουν και να παίρνουν, οι Voivod είχαν μπροστά τους ένα φανατικό και εκδηλωτικό κοινό, η ενέργεια ήταν αμφίδρομη, τα συναισθήματα πολλά. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στον ΤΕΡΑΣΤΙΟ “Away”, ο οποίος όχι απλά έπαιζε παπάδες στα τύμπανα, όχι απλά μου χάρισε τον καλύτερο ήχο ταμπούρου και μπότας που δεν μπορώ να θυμηθώ αν ξανασυνάντησα σε live, αλλά το έκανε με τόσο ευδιάθετο τρόπο, ειδικά στην εισαγωγή του “Always Moving”. Έπαιζε με το ένα χέρι και με το άλλο έκανε νοήματα στο κοινό. Το drum kit δονούταν συθέμελο, και επί σκηνής, η μπάντα πέρα από εκφραστικά βλέματα και τρελή και διαρκή συναναστροφή με το κοινό, χόρευε, κινούταν διαρκώς, χάζευε το Temple που με τη σειρά του χαμογελούσε μέχρι τον τελευταίο.
Στο "The Unknown Knows", γίναμε μάρτυρες της κορύφωσης ίσως της εμφάνισης των Καναδών. Αυτή η μαγική punk αντίληψη του progressive δουλεύει στο εν λόγω κομμάτι ίσως καλύτερα από ποτέ και φυσικά αυτό φάνηκε από μανιακούς οπαδούς που κοπανιόντουσαν ενώ τραγουδούσαν. Η συνέχεια με δεύτερο κομμάτι από το "Post Society" EP, το "Fall", ειδικά με την τοποθέτησή του προς το φινάλε της εμφάνισής τους, ήταν ξεχωριστή. Το κομμάτι διαθέτει ένα ανεπανάληπτο closing section και η χημεία εγχόρδων και τυμπάνων προσωπικά με σόκαρε και ηλέκτρισε περεταίρω την ατμόσφαιρα. Τελευταίο κομμάτι του κανονικού σκέλους ήταν το "Technocratic Manipulators" που άργησε να ξεκινήσει λόγω των εκδηλώσεων, για ακόμη μια φορά, λατρείας, του κόσμου, και η εκτόνωση που προσφέρει αυτό το έπος μεταδόθηκε στη μεγαλοπρέπειά της ζωντανά, με το "I would rather think!" σημείο να το ουρλιάζουν σχεδόν όλοι οι παρευρισκόμενοι, όσοι δηλαδή είχαν δυνάμεις από το ξύλο που έπεφτε κατά τις κιθαριστικές εναλλαγές.
ΟΙ Voivod αποσύρονται για λίγο για να εμφανιστούν για το καθιερωμένο και αναμενόμενο encore. Αφού χαιρέτησαν κόσμο, αφού αγκαλιάστηκαν, αφού δείξανε ξανά την αγάπη και το δέος τους, τότε, στρέψανε τα μικρόφωνα προς το κοινό, "Voivooooood!" και ο κακός χαμός. Για τα λεπτά που διήρκησε το κομμάτι όσοι ήμασταν στο κέντρο του Temple δεν πρέπει να πατούσαμε στο έδαφος. Τι και αν εκείνες τις στιγμές ο ήχος έχανε λίγο, δεν ενδιέφερε κανέναν. Το ομότιτλο, ήταν μια εορταστική κορύφωση μιας εμφάνισης που θα μείνει βαθιά χαραγμένη στις μνήμες των παρευρισκόμενων, ανεξαρτήτως ηλικίας. Αυτό θα ήταν αληθές, αν έληγε εκεί το show. Οι Voivod μας είχαν μια έκπληξη, λόγω τελευταίας συναυλίας στο παρόν σκέλος της περιοδείας, όσο και λόγω της έκδηλης αγάπης του κόσμου. Ακούσαμε, αποκλειστικά για την περιοδεία αυτή, την κλασική διασκευάρα τους στο "Astronomy Domine" των έτερων εξωγήινων, Pink Floyd. Εκεί, για λίγα λεπτά, μεταφερθήκαμε σε μια άλλη διάσταση, σε αυτές που ο Voivod γίνεται Korgull, εκεί που θέλουν οι ίδιοι να συναντούν τους εαυτούς και τους οπαδούς τους. Αξίζει να σημειωθεί πως ο κόσμος δεν έμεινε στην έκπληξη αλλά το τραγούδησε όπως του άρμοζε.
Τέλος λοιπόν, και οι χαιρετούρες και οι αναμνηστικές υπογραφές/φωτογραφίες έδιναν και έπαιρναν. Οι Voivod θα είναι ανέκαθεν μια αυτόφωτη περίπτωση καλλιτεχνών. Όσο και να προσπαθεί κανείς να αποκωδικοποιήσει και να αποσυνθέσει τη μουσική αλλά και το σκαρί τους, θα σταματάει σε ένα σημείο. Στην ξεχωριστή τους κοσμοθεωρία. Σε μια αφοπλιστική προσέγγιση της μουσικής, που παραείναι ιδιοφυής για να την πω έτσι.
Στον οδηγό δισκογραφίας τους, πριν λίγο καιρό έγραφα το εξής: «Αν μάλιστα υπήρχε και κάποιος δείκτης που συσχετίζει έμπνευση, φαντασία, και συνέπεια έναντι δημοτικότητας και καθιέρωσης, σίγουρα θα είχε το όνομα Voivod, ή Korgüll». Δεν πίστευα ποτέ μου, πως στην πρώτη μου φορά σε συναυλία τους, θα συγκινηθώ τόσο, εξαιτίας αυτής της διαπίστωσης. Σε ένα δίκαιο κόσμο, όπου όσα κριτικάρουν οι Voivod δεν υπάρχουν ούτε θα υπάρξουν, θα έπρεπε να γεμίζουν αρένες, θα έπρεπε να μνημονεύονται παντού από όλους, ίσως και να διδάσκονται. Θα είχαμε για τετράδια αυτά τα υπέροχα που διέθεταν στον πάγκο του merch. Οι Καναδοί δεν αξίζουν σε κανέναν, είναι όμως απαραίτητοι για όλους. Μπορεί αυτοί να μην το παίρνουν πάνω τους γιατί παραείναι τέλειοι, εμείς όμως το ξέρουμε και χτες αποκτήσαμε και εμπειρική απόδειξη.
Φωτογραφίες: Πάνος Μούρτζης
Post Society
Psychic Vacuum
Obsolete Beings
The Prow
Iconspiracy
Into My Hypercube
The End Of Dormancy
Overreaction
Always Moving
The Unknown Knows
Fall
Technocratic Manipulators
Voivod
Astronomy Domine (διασκευή Pink Floyd)