Rocking Athens Festival: Heaven & Hell, Blind Guardian, Testament, Gojira, Mencea @ Κλειστό Γυμναστήριο Φαλήρου, 27/07/09

Από τους Αντώνη Μουστάκα, Πάνο Παπάζογλου, 29/07/2009 @ 13:42
Από τη στιγμή της ανακοίνωσης του Rocking Athens Festival πολύς κόσμος ενθουσιάστηκε με την προοπτική ενός ακόμα, καθαρόαιμου αυτή τη φορά, φεστιβάλ με αμιγώς metal ονόματα. Οι Heaven & Hell, με νέο δίσκο στις αποσκευές τους, και με τους Blind Guardian, Testament και Gojira να αναλαμβάνουν την προθέρμανση του ανυπόμονου κοινού, εμφανίστηκαν στο Κλειστό Γυμναστήριο του Φαλήρου σε μια ξεχωριστή συναυλία, γεμάτη συγκινήσεις και μεγάλες στιγμές.



Οι Αθηναίοι Mencea, με το ντεμπούτο τους ("Dark Matter, Energy Noir") πλέον στα ράφια των δισκοπωλείων και το μοντέρνο ηχητικό αμάλγαμα, που παραπέμπει σε Meshuggah, Straping Young Land και Gojira (των οποίων και προηγήθηκαν), ανέλαβαν νωρίς - νωρίς την προθέρμανση του κοινού με τις groove-άτες συνθέσεις τους και την ορεξάτη απόδοσή τους. Ο ήχος δεν αποτέλεσε σύμμαχος της μπάντας, αλλά παρ' όλα αυτά ο (όχι αρκετός) κόσμος που στήριζε τη μπάντα δεν έδειξε να πτοείται. Κοφτά riffs και λίγα πλήκτρα προς χάριν της ατμοσφαιρικής προσέγγισης κατέκλυσαν το χώρο του φεστιβάλ και αποτέλεσαν το σήμα κατατεθέν της μπάντας. Και έτσι, μετά από περίπου 40 λεπτά, οι Mencea έδωσαν τη θέση τους στους Γάλλους Gojira.

Κακά τα ψέματα, οι Gojira ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο κατηφόρισα στο Φάληρο μια ωραία Δευτέρα του Ιουλίου, με σύμμαχο το καλοκαιρινό αεράκι, για να τους απολαύσω έστω και για περίπου μια ώρα. Και τι ακριβώς παρακολουθήσαμε;



Απλά τη "Heaviest Band Of The Universe" και όσοι ήταν παρόντες στο χώρο της συναυλίας, αν και στη μεγάλη πλειοψηφία τους βρίσκονταν εκεί για κάποιο εκ των μεγαλύτερων ονομάτων του billing, απόλαυσαν μια μεγάλη μπάντα εν τη γενέσει της και πάνω στο κρισιμότερο σημείο της καριέρας της. Έστω λοιπόν και για αυτή την περίπου μία ώρα που διήρκησε η επική εμφάνισή τους, έγινε αμέσως αντιληπτό ότι οι Gojira διαφέρουν. Δεν είναι η μπάντα - μύθευμα του Τύπου και πράγματι έχουν κάτι να πουν και με τόσο παθιασμένες εμφανίσεις το μόνο που καταφέρνουν είναι να κερδίζουν νέους οπαδούς. Είναι ειλικρινείς, απίστευτα δεμένοι ως μπάντα και η απόδοσή τους τόσο τέλεια, που δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβητήσεις.



Έχοντας ένα καινούριο άλμπουμ να προωθήσουν, το "The Way Of All Flesh", παρουσίασαν ζωντανά τα "Oroborus", "Toxic Garbage Island", "The Art Of Dying" και "Vacuity", ενώ την τιμητική του είχε και το ασύλληπτο έπος "From Mars To Sirius", με τις φοβερές και αλάνθαστες εκτελέσεις του "Backbone", του "The Heaviest Matter Of The Universe" και του "Flying Whales", χωρίς όμως την εισαγωγή, αλλά μπήκαν κατευθείαν με το σημείο του ξεσηκωτικού riff. Ο Mario Duplantier στα drums απλά σε κάθε του χτύπημα παρέδιδε μαθήματα τεχνικής και έπαιξε και ένα μικρό σόλο, ενώ οι riffο-μηχανές στις κιθάρες, με τη γνωστή Meshuggah meets Metallica meets Morbid Angel αισθητική, προκαλούσαν τους οπαδούς των Gojira σε ενθουσιώδεις αντιδράσεις και, βλέποντας τον μπασίστα της μπάντας να κοπανιέται σαν παρανοϊκός, αυτή η μπάντα «κάνει μπαμ» ότι είναι φτιαγμένη για μεγάλα πράγματα. Ευτυχώς στους Gojira ο ήχος ήταν ικανοποιητικότατος, κάτι που συνέβαλλε τα μέγιστα στην απόδοση της ηχητικής επίθεσης των Γάλλων.



Σίγουρα σε μια headline δική τους εμφάνιση κάποια στιγμή θα έχουν πολλά περισσότερα να δώσουν και να παρουσιάσουν σε ένα κοινό εξ ολοκλήρου δικό τους και παθιασμένο με τους Gojira, όπως εξάλλου γίνεται πλέον όπου παίζουν οι Γάλλοι. Ακόμα όμως και με μια τέτοια εμφάνιση, στα πλαίσια ενός φεστιβάλ, οι Gojira ως ανερχόμενο όνομα και πραγματικά σε φανταστική κατάσταση, ακόμα και μετά από σχεδόν 10 μήνες ασταμάτητων περιοδειών, φαίνονται ικανοί να πρωταγωνιστήσουν και να κερδίσουν τις εντυπώσεις μεταξύ των υπολοίπων. Αναμένουμε τη σύντομη επιστροφή τους στην Αθήνα, για μια ακόμα πιο εντυπωσιακή συναυλία, με το δικό τους κοινό και περισσότερο χρόνο στη διάθεσή τους.

Setlist:

Oroborus
The Heaviest Matter Of The Universe
Backbone
Flying Whales
Clone
The Art Of Dying
Toxic Garbage Island
Vacuity

Πάνος Παπάζογλου

Δύσκολο το έργο του «κριτή», αγαπητοί, όσες φορές οφείλει να γράψει άσχημα λόγια για μια αγαπημένη μπάντα κι ακόμη πιο δύσκολο γίνεται τις φορές που παρεμβαίνει το όποιο προσωπικό κριτήριο. Ίσως κι αντικειμενικό, καθώς οι Testament του έτους 2009 ανήκουν στις πλέον ζωντανές thrash metal μπάντες που κινούνται στον ευρύτερο παγκόσμιο χάρτη, δίχως υπερβολές και περιττές αμφιβολίες. Τα κομμάτια αποδίδονται «καρφί», όπως πρέπει, με τους Peterson και Christian να επιδεικνύουν σταθερότητα «βράχων» στους ρόλους τους, την επιστροφή του Skolnick να τονίζει το ανανεωμένο πρόσωπο της μπάντας, τον τεράστιο Bostaph να μη χάνει ευκαιρία επίδειξης της αδιαμφισβήτητης κλάσης του -πανάθεμά με, αυτός ο άνθρωπως ξέρει να σπάει πράγματα- και τέλος έναν Chuck Billy, με καρδιά πραγματικού πολεμιστή, να δείχνει πόσο αποστομωτικός μπορεί να παραμείνει ένας frontman, παρά τα πάθη που πέρασε με την υγεία του.



Κάπου εδώ θα μου πείτε πως σαν πολύ έχουμε ζαλίσει αυτή την ιστορία κι ίσως να έχετε δίκιο. Μη ξεγελιέστε όμως, τα προσωπικά βιώματα του κάθε μουσικού αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καλλιτεχνικής του ταυτότητας και, κατά μια έννοια, το σθένος που έδειξε αυτός ο άνθρωπος αντικατοπτρίζεται εν μέρει στην πυγμή και το πάθος που χαρακτηρίζει τις live εμφανίσεις της μπάντας. Κι όταν, με λίγα λόγια, ο Chuck Billy πατά το πόδι του στη σκηνή, μόνο ένα πράγμα ακολουθεί. Όλεθρος. Η λεγόμενη «σιδηρά γροθιά», ή, αν προτιμάτε στη γλώσσα του heavy metal, «το σφυρί και το αμόνι». Αυτές οι λέξεις μου έρχονται στο μυαλό μετά την πραγματικά εκπληκτική εμφάνιση που ζήσαμε στο Gagarin205 το περασμένο καλοκαίρι, μια διθυραμβική περιγραφή που δυστυχώς δεν έμελλε να επαναληφθεί.



Έπειτα από το καθιερωμένο πλέον intro "For The Glory Of..." , το οποίο μπήκε τόσο χαμηλά, που αρκετοί δεν κατάλαβαν πως η εμφάνιση είχε ξεκινήσει, οι Testament ανέβηκαν στη σκηνή με το "The Preacher" και τις πρώτες ροπές του pit να μοιάζουν τόσο αδύναμες, όσο κακός ήταν κι ο ήχος κατά το πρώτο -περίπου- μισό της εμφάνισης. Τα πρόσωπα των μελών ήταν γεμάτα δυσαρέσκεια, ο Alex, συγκεκριμένα, έκανε διαρκώς νοήματα στους τεχνικούς, τα τύμπανα του Paul ηχούσαν παντελώς άψυχα, ενώ ο Chuck κάπου φάνηκε να χάνει τα λόγια, με τρόπο που οι συνθήκες επί σκηνής έμοιαζαν σαφώς χειρότερες.



Η κατάσταση άρχισε ευτυχώς να βελτιώνεται, υπό τις νότες του "Practice What You Preach", αλλά τι να το κάνεις; Πάνω που το όλο σκηνικό έμοιαζε να μπαίνει σε καλό δρόμο, πέντε ακόμη τραγούδια και... τέλος. Τi, τέλος; Κι όμως, αυτό ήταν και πρέπει να δεχθείς πως το πενιχρό setlist του festival «κουτσουρεύτηκε» στο μισό, λόγω κακών συγκυριών και μόνο...



Βέβαια, οφείλουμε να προσθέσουμε πως ο ήχος δε βελτιώθηκε ποτέ σε ικανοποιητικό σημείο, παρά έμεινε κακός μέχρι το τέλος της εμφάνισης. Ο κύριος λόγος για τον οποίο η τραγική απόδοση που περιγράψαμε μετετράπη σε μια σχετικά ικανοποιητική εμπειρία βρίσκεται στο σθένος που επέδειξε το σχήμα με κάθε δυνατή προσπάθεια - εξού και η άνωθεν περιγραφή. Μέχρι και τη χαρά ενός «wall of death» βιώσαμε, πάνω στο κλείσιμο με το "The Formation Of Damnation" - το οποίο, παρεμπιπτόντως, ακούγεται πολύ καλύτερο ζωντανά. Δεν πειράζει όμως. Ως οπαδοί δείξαμε την πρέπουσα κατανόηση και, κατά κάποιον περίεργο τρόπο, χαρήκαμε που διαπιστώσαμε για μια ακόμη φορά πως η ψυχή που κρύβουν τα μέλη είναι ανάλογη των κιλών του Chuck. Τώρα, το «κρύβουν» είναι σχετικό, απ' τη στιγμή που μιλάμε για «ορθογώνιες» διαστάσεις. Αφού ο κλασσικός πορτιέρης του ΑΝ μοιάζει σα στέκα μπιλιάρδου μπροστά του!



Until next time then. Κι όπως σωστά ανέφερε ο Chuck... «and remember: Heavy Metal, Forever».

Setlist:

For The Glory Of... (intro)
The Preacher
The New Order
Over The Wall
Practice What You Preach
More Than Meets The Eye
Into The Pit
D.N.R.
3 Days In Darkness
The Formation Of Damnation

Γιάννης Καγκελάρης

Γνωστή εκ του παρελθόντος η πολύ στενή σχέση του ελληνικού κοινού με τους Blind Guardian. Γνωστή από καιρό η αγάπη που δείχνει ο Hansi Kursh προς την Ελλάδα και τους metal οπαδούς που κατοικούν εδώ. Απόδειξη της αμοιβαίας συμπάθειας, που ξεπερνά τα όρια της τυπικής καλλιτεχνικής συναναστροφής, η σχετικά πολύ συχνή παρουσία των Γερμανών στη χώρα μας, που συνοδεύεται πάντοτε από εμφανίσεις που χαράζονται στη μνήμη των οπαδών και όχι μόνο.



Δε θα μπορούσε, λοιπόν, και η συγκεκριμένη βραδιά να αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα ή ένα μαύρο σημείο αναφοράς για το group. Ο ήχος σε επίπεδα πολύ κάτω του μετρίου, κάνοντας εμφανή την απουσία οποιουδήποτε ακουστικού προγραμματισμού ή soundcheck, όπως λέμε στην Αθήνα, το "Time Stands Still" άνοιξε την αυλαία ή μάλλον κατέβασε την πόρτα της Mordor, με σκοπό το ταξίδι σε ένα μαγικό κόσμο, στον κόσμο που μας μύησε το group εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Έναν κόσμο γεμάτο ξωτικά και μυθικά τέρατα που έρχονται να συγκρουστούν με τις δυνάμεις μαγείας που κρύβει η μουσική των Blind Guardian.



Αρκούσε μια μικρή βελτίωση στον ήχο για να γίνει ξεκάθαρο ότι ο παλμός που μεταδίδει η μπάντα στο κοινό είναι κάτι το ιδιαίτερο, που δεν πηγάζει ούτε από την έντονη κινητικότητα, ασφαλώς, του πάντοτε «κουρασμένου» Hansi, ούτε ασφαλώς από κάποιο μεγαλεπήβολο show που θα διεγείρει όλες τις αισθήσεις. Κι όμως η αιτία κρύβεται στη μουσική τους, στα μελωδικά refrain τραγουδισμένα με το γρέζι που μόνο o Kursh ξέρει να χειρίζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που δένει απόλυτα με τους στίχους που τραγουδά. Ο κόσμος δε σταματά να «απαγγέλλει» τους στίχους που σκέφτηκε ο Tolkien και έγραψαν οι Guardian.



Κορύφωση της μυσταγωγίας ασφαλώς το "The Bard's Song", το άκουσμά του οποίου με έκανε να πιστέψω ότι οι κερκίδες ξαφνικά έγιναν δάσος που περιέκλεισε μέσα του μια ομάδα περιηγητών που συναντούν τον Βάρδο της περιοχής, ο οποίος με τη μαγική του φωνή τους υποδεικνύει ότι το δάσος είναι μέρος που πρέπει να κινούνται μόνο όσοι γνωρίζουν πολύ καλά τα μυστικά του.



Ο τρόπος που το κοινό αντιμετώπισε τους Γερμανούς Βάρδους κατέδειξε ότι οι Έλληνες οπαδοί γνωρίζουν πολύ καλά τα μυστικά του δάσους και όλου του κόσμου των Blind Guardian. To τρίλεπτο solo του κοινού στο "Valhalla" μόνο ως φόρος τιμής προς το group μπορεί να νοηθεί και ο «σεισμός» που προκλήθηκε με το "Mirror Mirror" ήταν το καλύτερο επιστέγασμα μιας τόσο σπουδαίας εμφάνισης που πραγματικά με έκανε να θυμηθώ πόσο αγάπησα και τι μου έχει προσφέρει αυτή η μπάντα στο παρελθόν.



Setlist:

War of Wrath (Intro)
Time Stands Still
Another Holy War
Script For My Requiem
Nightfall
Traveler In Time
Blood Tears
Valhalla
Sacred (New Song)
Lord Of The Rings
Imaginations From The Other Side
The Bard's Song
Mirror Mirror

Δημήτρης Μπάρμπας

Η ζωή του project Heaven And Hell αποδείχτηκε λιγότερο βραχύβια από ό,τι ανέφεραν οι αρχικές προβλέψεις. Η μπάντα βρίσκεται για τρίτη χρονιά στο δρόμο, προσφέροντας απλόχερα στις σημερινές γενιές την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με το φαινόμενο Black Sabbath (ή καλύτερα μιας διάστασης αυτού, για να είμαι ακριβής).



Πέρα από κάθε αμφισβήτηση, η διαφορά της συγκεκριμένης σύνθεσης των Sabs με την original είναι ο μεγαλύτερος στο πακέτο διάρκειας, φωνητικών δυνατοτήτων και στάσης ζωής τραγουδιστής της μουσικής heavy metal, o οποίος ακούει στο όνομα Ronnie James Dio. Η Ozzy πλευρά του φαινομένου δε μπορεί (δυστυχώς) να αποτυπωθεί στο μεγαλείο που της αρμόζει, για τον απλούστατο λόγο του ότι ο "Prince Of Darkness", παρουσιάζοντας ανθρώπινες αδυναμίες, νικήθηκε από τον πανδαμάτορα χρόνο. Ακυρωμένες εμφανίσεις, συγκινητικά βραχνιάσματα σε διάφορα shows έδειξαν ότι ο, κατά τα άλλα πολύ κοντά σε αυτό που ονομάζουμε απόλυτος performer, Ozzy πρέπει να ξεκουραστεί και να μετρήσει ξανά τις δυνάμεις του.



O Dio από την άλλη, ακολουθώντας πιστά το δόγμα «πίνω μπύρες και αφήνω στους άλλους τη φωνητική εξάσκηση», συνεχίζει να εκπλήσσει το κοινό με τις απίστευτες επιδόσεις του.

Όλοι εμείς που τα τελευταία χρόνια παρακολουθούμε τα φάλτσα του Coverdale, τις «μισές» ερμηνείες του Gillan, τα μασημένα φωνητικά του Johnson και τις εμπλουτισμένες με τόνους echo τσιρίδες του Halford και που φεύγοντας από τις συναυλίες ξεστομίζουμε το κλασικό «μην έχουμε και τρελές απαιτήσεις, είναι και ν χρονών» για να δικαιολογήσουμε τα είδωλά μας, δεν έχουμε πιστεύω αποδώσει ποτέ τα εύσημα που αξίζουν στον Dio, ο οποίος με φοβερή άνεση μας χαρίζει το αυτονόητο: Την ευκαιρία να ακούσουμε τα αγαπημένα μας τραγούδια, όπως αυτά έχουν ηχογραφηθεί.



Στο κάτω-κάτω όταν πηγάινω σε μια συναυλία δε θέλω να τραγουδάω εγώ τους στίχους λες και είμαι στο μπάνιο του σπιτιού μου, δε θέλω να βαράω όλη την ώρα παλαμάκια, δε θέλω να ακούω αγαπημένους στίχους από αντικαταστάτες, δε θέλω προηχογραφημένα φωνητικά και δεν έχω βίτσιο να ξοδεύω χρήματα και χρόνο μην παίρνοντας τελικά αυτό που περιμένω.

O Dio ήταν για μια ακόμη βραδιά «Dio» και μαζί με τους πάντα εκπληκτικούς Iommi και Butler οδήγησαν τους οπαδούς τους σε φρενίτιδα ενθουσιασμού και τους απλούς παρατηρητές σε επικύψεις, αφού όποιος βρέθηκε στα Ολυμπιακά Ακίνητα στις 27/07/09 μάζεψε στις βαλίτσες του εμπειρίες και μνήμες θησαυρούς.



Με ένα set list σίγουρα χειρότερο από του 2007 (με δύο τραγούδια του αδικημένου τελικά "Mob Rules" να εκτοπίζονται από αυτά της καινούργιας κυκλοφορίας), αλλά με περισσότερη ενέργεια (ειδικά από τους Dio και Iommi) και σίγουρα καλύτερη επαφή κοινού-καλλιτέχνη (καταλληλότερος ο κλειστός χώρος για ένα τέτοιο συγκρότημα), οι Black Sabbath ήρθαν, είδαν και πριν απέλθουν μας κόλλησαν στους τοίχους του γηπέδου Tae Kwon Do με τη φοβερή σε δύναμη εμφάνισή τους.

O Dio, πραγματικά άφταστος στα "Die Young", "Heaven And Hell" και "I", ερμήνευσε καλύτερα και από τις επίσημες live ηχογραφήσεις (10 φορές καλύτερος από ότι στο "Live Radio City Music Hall"), ενώ ο riff master μας εξόντωσε με το πιο βαρύ και από τη μαύρη μοίρα riff του "Follow The Tears". Οι ήχοι που γεννούσε η «δακτυλο-μηχανή» Geezer Butler μπορούσαν σχεδόν να διακριθούν, ενώ τρυπούσαν το θολό από το τσιγάρο τοπίο, ενώ ο Appice στην εισαγωγή του "Falling" ράγισε τα τσιμέντα με τα χτυπήματά του.



Το μικρό σχετικά σε διάρκεια set list και ο υπερβολικά δυνατός (ιδιαίτερα σε κάποιες στιγμές) ήχος δε χάλασαν τη διάθεση κανενός και στο σύνολό του το φεστιβάλ πρέπει να καταγραφεί σίγουρα ως πετυχημένο. Για την εμφάνιση των Sabs δε νομίζω ότι υπάρχει περιθώριο για αμφιβολίες...

Set list:

E5150
The Mob Rules
Children Of The Sea
I
Bible Black
Time machine
Drums Solo
Fear
Falling Off The Edge Of The World
Follow The Tears
Die Young
Heaven And Hell
---------------------------
Country Girl / Neon Knights

Αντώνης Μουστάκας
  • SHARE
  • TWEET