Wovenhand

Silver Sash

Glitterhouse (2022)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 10/02/2022
Αξιόλογο, πιστό στις πρόσφατες βαριές τους αναζητήσεις αλλά και μακριά από το αυθεντικό folk πνεύμα που αγαπήσαμε στους Wovenhand
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η αλήθεια είναι ότι ο David Eugene Edwards και οι Wovenhand του έχουν υπάρξει ένα από τα πιο συναρπαστικά κι αγαπημένα dark folk ακούσματα της δεκαετίας των μηδενικών. Έχουν ήδη περάσει κοντά δέκα χρόνια από τότε - από εκείνο το περιβόητο "Refractory Obdurate" - που ο Edwards ξεκίνησε να εξερευνά πιο heavy μονοπάτια. Κάποιοι αγκάλιασαν αυτήν την εξέλιξη, κάποιοι άλλοι δεν την καταδίκασαν αλλά πάντα ψάχνουν τον folk μυστικισμό των παλιών Wovenhand. Ανήκω ξεκάθαρα στους δεύτερους.

Όταν έσκασε το πρώτο single "Duat Hawk", ο ακουστικός του χαρακτήρας δημιούργησε την προσδοκία της επιστροφής σε πιο λυρικά μονοπάτια. Τελικά όμως, αποδεικνύεται ότι αυτό το τραγούδι ήταν απλώς στάχτη στα μάτια και ότι το "Silver Sash" κινείται πολύ κοντά στο πνεύμα του προκατόχου του "Star Treatment" του 2016. Πέρα από τον βαρύ ήχο, θα έλεγα μάλιστα ότι το "Silver Sash" είναι ίσως και το πιο κιθαριστικό άλμπουμ των Wovenhand, πράγμα που δεν είναι καθόλου περίεργο αν συνυπολογίσει κανείς ότι αποτελεί προϊόν 100% συνεργασίας του Edwards με τον Chuck French, κιθαρίστα των Planes Mistaken For Stars. Πράγματι, το (θαυμάσιο κατά τ' άλλα) εναρκτήριο "Tempel Timber" προσγειώνεται με μια καθαρή μελωδία και με σχεδόν doom metal ορμή. Οι όποιες προσδοκίες έχουν ήδη διαψευστεί, αν περίμενες ένα πιο οργανικό, ακουστικό άλμπουμ.

Το άλμπουμ κάνει μια βόλτα στις παρυφές διάφορων ειδών. Το "Dead Dead Beat" διαθέτει ένα βασικό riff που θα έκανε περήφανη κάθε 70s hard rock μπάντα και το "Omaha" πατάει καθαρά πάνω στο post punk. Καθώς το άλμπουμ κυλάει αποκαλύπτονται μια σειρά από ηλεκτρονικές πινελιές ("The Lash", "Silver Sash"), ένδειξη πιθανόν και του σχετικά ψυχρού κι απόλυτα σπιτικού χαρακτήρα της παραγωγής. Το "Silver Sash" μυρίζει από χιλιόμετρα ότι είναι παιδί των lockdown...Το αν τελικά το άλμπουμ μας κερδίζει ή όχι όμως δεν είναι θέμα στυλ ή ήχου αλλά θέμα συνθέσεων, και σε αυτό τον τομέα παραμένω διχασμένος.

Τα προαναφερθέντα "Tempel Timber", "Duat Hawk" καθώς και το "8 of 9" μοιάζουν να είναι με διαφορά και οι καλύτερες στιγμές του δίσκου. Καθόλου τυχαία πρόκειται για τις συνθέσεις που αναπνέουν καλύτερα, που προσφέρουν χώρο στις ακουστικές μελωδίες, δίνοντας ταυτόχρονα τη δυνατότητα στον Edwards να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: να είναι μυστικιστικά ανατριχιαστικός. Τα υπόλοιπα τραγούδια φαίνεται να διαπνέονται από αμφίβολη έμπνευση και είναι πιο επίπεδα σε διαθέσεις/ερμηνείες. Κι ειδικά οι φωνητικές γραμμές του Edwards δεν φαίνεται να έχουν καμία ιδιαίτερη φροντίδα, μόνο ένα δυσοίωνο χρώμα που ελάχιστα κοινά έχει με τον σαμάνο-κήρυκα ενός "Mosaic" ή ενός "Consider The Birds".

Η σύντομη διάρκεια του "Silver Sash" (32 μόλις λεπτά) το κάνουν να κυλάει εύκολα κι αρκετά ευχάριστα, δεν πιστεύω όμως ότι αφήνει πίσω του κάτι σημαντικό - ούτε θετικό συναίσθημα ούτε πραγματική «ενόχληση». Όσοι αγαπούν τις πιο πρόσφατες δουλειές των Wovenhand δεν βλέπω τον λόγο γιατί να απογοητευτούν εδώ, με το "Silver Sash" να στέκεται πιστό στις όψιμες αναζητήσεις τους και πολύ κοντά στο επίπεδο του "Star Treatment". Οι ρομαντικοί νοσταλγοί της στοιχειωμένης, λυρικής τους folk θα χρειαστεί πάντως να αρκεστούν στα ψίχουλα, ενώ η αναμονή για κάτι βαθύτερο θα παρατείνεται.

Spotify

  • SHARE
  • TWEET