Witherfall

A Prelude To Sorrow

Century Media (2018)
Από τον Σπύρο Κούκα, 01/11/2018
Από τις πιο εντυπωσιακές κυκλοφορίες που μπορεί να βρει κανείς εκεί έξω αυτήν τη στιγμή
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Οφείλω να ομολογήσω πως η περίπτωση των Witherfall για καιρό μου διέφευγε σε ό,τι αφορά το μουσικό της σκέλος, περισσότερο λόγω συγκυριών και ελλιπούς χρόνου και λιγότερο από συνειδητή επιλογή. Έτσι, έχοντας έρθει σε επαφή με το συγκλονιστικό τους ντεμπούτο, σχεδόν έναν χρόνο αφότου εκείνο είχε κυκλοφορήσει επισήμως, είδα το «φως το αληθινό», και κατάλαβα προς τι όλα αυτά τα εγκωμιαστικά σχόλια που συνόδευαν το όνομα της μπάντας σε κάθε σχετική αναφορά σε συζητήσεις εντός κι εκτός διαδικτύου.

Το "Nocturnes And Requiems" υπήρξε ένα ιδανικό πρώτο άλμπουμ, αν και το γεγονός του αδόκητου χαμού του drummer Adam Sagan, λίγο προτού εκείνο κυκλοφορήσει, υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για την πορεία και την περαιτέρω ύπαρξη του σχήματος. Η αναφορά στον προσφάτως εκλιπόντα μουσικό μονάχα τυχαία δεν είναι, αφού το νέο άλμπουμ (το οποίο κι έρχεται μόλις ενάμιση χρόνο έπειτα από το ντεμπούτο), πέραν από ένας δημιουργικός φόρος τιμής των υπολοίπων μελών στη μνήμη του αδικοχαμένου ντράμερ, είναι και μια δουλειά που ο τρόπος που προέκυψε καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από το συγκεκριμένο δυστυχές γεγονός και τις δύσκολες στιγμές που προηγήθηκαν κι ακολούθησαν αυτού.

Αφήνοντας όσο γίνεται στην άκρη τα παραπάνω κι ασχολούμενοι με το καθαρά μουσικό κομμάτι του "A Prelude To Sorrow", τα πράγματα είναι σαφώς πιο ενθαρρυντικά και διαυγή. Η μπάντα, όπως άλλωστε και στο ντεμπούτο της, επιλέγει να κινείται στο μονοπάτι που ορίζεται εξίσου από το πηχτό σκοτάδι και τον όγκο των Nevermore, την εσωστρέφεια των Control Denied, τις ατμόσφαιρες των King Diamond, το νεοκλασσικό στοιχείο των Symphony X και τις σχιζοειδείς εναλλαγές των Into Eternity, δίχως εκπτώσεις στην ποιότητα και την προσωπικότητα της. Με τις κιθάρες του βιρτουόζου Jake Dreyer (και, εσχάτως, του Fili Bibiano - τσεκάρετε χθες την έτερη του μπάντα, τους Fortress) να είναι και το πρώτο πράγμα που ξεχωρίζει κάποιος από το συνολικά πολύπλοκο υλικό του σχήματος, είναι παραπάνω από προφανές πως ο Αμερικάνος κιθαρίστας περιορίζεται εμφανώς στο ρόλο που έχει στους Iced Earth, εξωτερικεύοντας στους Witherfall όλο το εύρος των εντυπωσιακών δυνατοτήτων του, φαντάζοντας ως ένας Jeff Loomis με νεοκλασσικές εμμονές και λατρεία στον Al Di Meola.

Παρ’ όλα αυτά, το άλμπουμ δεν είναι απλώς ένα μανιφέστο σεμιναριακών κιθαριστικών μερών, καθώς η συμμετοχή των υπολοίπων μελών και η συνολική σμίλευση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της εκάστοτε σύνθεσης είναι εξίσου βαρυσήμαντη. Ο Joseph Michael, μετά το επεισοδιακό «αγροτικό» με τους White Wizzard (και τη συμμετοχή του στο "The Devils Cut") και τα «γαλόνια» που αποκόμισε από την κάλυψη του δυσαναπλήρωτου κενού που άφησε ο τεράστιος Warrel Dane πίσω από το μικρόφωνο των Sanctuary, παραδίδει εδώ τις πιο ποικιλόμορφες ερμηνείες του, όντας σαφώς πιο συναισθηματικός κι εκφραστικός στις χαμηλές του νότες και μπορώντας την αμέσως επόμενη στιγμή να βρεθεί σε εντυπωσιακά υψηλές φωνητικές συχνότητες.

Παράλληλα, η δουλειά του rhythm section των Antony Crawford και Steve Bolognese (Ross The Boss, Death Dealer, ex-Into Eternity) είναι πραγματικά πολυσχιδής, με τον τελευταίο να φέρνει εις πέρας τη δύσκολη (από κάθε άποψη) αποστολή της αντικατάστασης του άτυχου Adam Sagan και τις συνθέσεις να βρίσκουν τη ραχοκοκαλιά τους στο άκρατα τεχνικό του παίξιμο. Το μόνο θέμα, αν μπορεί κάποιος να το παρουσιάσει ως τέτοιο, είναι πως συνολικά το υλικό του νέου δίσκου είναι πολύ πιο «δύσκολο» και απαιτητικό ακροάσεων από εκείνο του "Nocturnes And Requiems", έχοντας τα επί μέρους στοιχεία του να τραβούν την προσοχή αλλά ζητώντας χρόνο για να λειτουργήσουν εκείνα ενιαία, στο πλαίσιο της ίδιας σύνθεσης (και με τις εναλλαγές από τα «ήρεμα» στα πιο «επιθετικά» σημεία να μην γίνονται πάντα με τον βέλτιστο τρόπο).

Θεωρώντας πως το ντεμπούτο των Witherfall, εάν κι εφόσον είχα έρθει σε επαφή μαζί του εγκαίρως, άνετα θα χωρούσε στις προσωπικές μου επιλογές για τα καλύτερα άλμπουμ της περσινής χρονιάς, αυτομάτως οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις μου είχαν αυξηθεί για το επόμενο τους βήμα. Έτσι, κι ενώ το "A Prelude To Sorrow" ξεκάθαρα συγκαταλέγεται στις πιο εντυπωσιακές κυκλοφορίες που μπορεί να βρει κανείς εκεί έξω αυτή τη στιγμή, προτιμώ να κρατήσω μια λίγο πιο μετριοπαθή στάση σχετικά, κρίνοντας το ως εκείνο το μικρό βήμα πίσω ώστε η μπάντα να πάρει φόρα για την πλήρη της εκτόξευση, εμπορικά και καλλιτεχνικά, στα αμέσως επόμενα της πονήματα.

  • SHARE
  • TWEET