Σε διαρκή εξερεύνηση μουσικών που εμπίπτουν στην κατηγορία του "Ηχητικού Εξτρεμισμού". Έχει εισέλθει, οικειοθελώς, στην αιώνια φλόγα της αναζήτησης συναισθήματος στον ακραίο ήχο, πάντα ευγνώμων για...

Sun Kil Moon
All The Artists
Αιώνια ταλέντα εθισμένα στο μινιμαλισμό, αυτή η μάστιγα
Κάπως έχουν καταφέρει που λέτε οι Sun Kil Moon να διατηρούν ένα πιστό κοινό γύρω από την τέχνη τους, ανεξαρτήτως κυκλοφορίας. Σε μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στις τρείς πρώτες κυκλοφορίες του Καλιφορνέζου Mark Kozelek, καθώς και το απροσδόκητο «άλμα» που ήταν το “Benji” του 2014. Η ικανότητα του μουσικού να σε μετατρέπει από παρατηρητή της εκκεντρικής βιωματικής του στιχουργίας και αφήγησης, σε μέλος της εμπειρίας της εκάστοτε ιστορίας, με τη μινιμαλιστική indie μουσική ουσιαστικά να ακολουθεί κατά πόδας, έχει μια γοητεία, που όπως φαίνεται παραμένει άφθαρτη παρά τα ποιοτικά σκαμπανεβάσματα της πορείας του σχήματος.
Στον νέο τους δίσκο, οι Sun Kil Moon αγκαλιάζουν σφιχτότερα την chamber pop και αφήνουν την slowcore/indie folk τους να παραδοθεί στις ορέξεις ενός πιάνο. Το συνολικής (οριακά αποτρεπτικής) διάρκειας 58 λεπτών άλμπουμ, βασίζεται ως επί το πλείστον στις πιανιστικές συνθέσεις του David Stagno και τις ερμηνείες του Kozelek, με τον καθαρό ηλεκτρισμό να απουσιάζει ολοκληρωτικά. Φυσικά, στα εννέα κομμάτια του άλμπουμ το ambiance πάνω στο οποίο οικοδομούνται αθροιστικά οι δίσκοι της μπάντας είναι εμφανές, για την ακρίβεια δεσπόζει.
Το “All The Artists” είναι λοιπόν ένα τυπικό άλμπουμ της ύστερης περιόδου του σχήματος. Βρίσκει το σχήμα να χάνεται σε μια αυτοαναφορική εσωστρέφεια, με εξιστορήσεις ημερολογιακού τύπου όπως στο “San Diego”, ταξιδευτικά κομμάτια όπως το αναχρονιστικό ηχητικά “Persephone”, και κυρίως, μια συχνά μουσικά ρηχή, αν και αφηγηματικά συνεκτική, αισθητική. Ομολογουμένως, η έντονη ομοιομορφία του άλμπουμ δεν δύναται να διατηρήσει το ενδιαφέρον αμείωτο, αν και οι κιθαριστικές πινελιές του “Green” είναι ευπρόσδεκτες, δεδομένης και της μελαγχολικής προσέγγισης των παρατηρησιακών στίχων του Kozelek, παρά τις συναισθηματικές εντάσεις που προσδίδουν τα καίρια δεύτερα φωνητικά και οι σποραδικές φωνητικές αρμονίες.
Όμως, όπως συμβαίνει σε κάθε δίσκο των Sun Kil Moon, αν τα εκάστοτε κομμάτια που τον αποτελούν συνδεθούν με τον ψυχισμό του ακροατηρίου, τότε το αποτέλεσμα, καθαρά υποκειμενικά μπορεί να αποτελέσει μια αναβαθμισμένη εμπειρία. Έτσι, προσωπικά μιλώντας, τα οκτάλεπτα “All The Artists Live In L.A.” και “Friendly Fire”, αποτελούν στιγμές που σε βροχερά βράδια δύναμαι να επανέλθω, όπως και πράττω το τελευταίο χρονικό διάστημα. Νωρίτερα στο άλμπουμ, στο “Christmas In New Orleans”, οι Sun Kil Moon «εξουδετερώνουν» τη δυναμική που ανέπτυξε το “Bees On Echinacea”, και εκεί περίπου κρίνεται η αδυναμία του άλμπουμ να μετουσιώσει τα δομικά του συστατικά σε μια υπερβατική εμπειρία.
Οι Sun Kil Moon δίχως να πρωτοτυπήσουν, παραμένοντας ειλικρινείς, μοιάζουν να αντιμετωπίζουν ένα καλλιτεχνικό αδιέξοδο ως ένα comfort zone. Το όποιο καλλιτεχνικό όραμα ενυπάρχει στην εκκεντρική τους μουσική που τους διαφοροποίησε εξαρχής στη σκηνή, και λειτούργησε και επιδραστικά έκτοτε, φαίνεται να εξασθενεί. Σε κάθε σπιθαμή και γωνία του δίσκου υφίσταται η αίσθηση πως ο ήχος και η μινιμαλιστική πίεση στην οποία έχουν βρει καταφύγιο τα τελευταία χρόνια, πλέον απορροφούν έντονα την όποια απόπειρά τους να συνδεθούν ψυχικά με το ακροατήριο.
Το “All The Artists”, έχει τις στιγμές του, αλλά δεν αποτελεί ιδανικό σημείο εισόδου στον ιδιαίτερο κόσμο της μπάντας. Όμως, δεν απογοητεύει, ειδικά αν ξέρεις τι να περιμένεις. Συχνά όμως περνάει αδιάφορο, και αυτό αδικεί πρώτα και κύρια τους ίδιους τους μουσικούς, που εξακολουθούν να μην στέκονται στο ύψος των δυνατοτήτων τους.