The Killers

Wonderful Wonderful

Island (2017)
Από την Βάσω Καραντζάβελου, 10/10/2017
Ο Brandon έπαψε να γυρεύει το νέο Mr. Brightside και το γύρισε σε mid-tempo
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πολύς λόγος έχει γίνει όλα αυτά τα χρόνια για τους The Killers. Indie δε τους λες -αφού παίζουν μπάλα στα ακριβοπληρωμένα στάδια των μεγάλων δισκογραφικών, την ταμπέλα του rock ντρέπεσαι να την κολλήσεις, οπότε περιοριζόμαστε σε ένα συνονθύλευμα όρων- μπας και καταφέρουμε να καταλήξουμε σε μία, κάπως ταιριαστή, περιγραφή. Τελικά δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία, μιας κι ανέκαθεν η μουσική τους ήταν ένα κράμα χορευτικής alternative με μπόλικη pop, απόλυτα εναρμονισμένη με τα ερτζιανά της πατρίδας τους. Με εξαίρεση τα δύο πρώτα άλμπουμ, πρέπει να παραδεχτούμε πως οι Killers δεν έχουν δώσει πολλά, παρά μόνο μία χούφτα δυνατά κομμάτια, μέσα σε στάνταρ φόρμες, για να στέκονται αξιοπρεπώς δίπλα σε εκείνα τα uber-hits που γεμίζουν ασφυκτικά αρένες ανά την υφήλιο.

Είτε σου αρέσει είτε όχι, η μπάντα από το Las Vegas πάντα τα κατάφερνε και έχωνε δύο-τρία καλά κομμάτια στους δίσκους της, αρκετά να συγκρατήσουν την αποδοκιμασία που αρμόζει σε δουλειές ανούσια πομπώδεις, μη συνεκτικές, με ό,τι να ναι tracklisting. Η πτωτική ποιοτική πορεία τους υπέσκαψε το έδαφος για την άφιξη του "Wonderful Wonderful", αφού παρά την εμφάνιση τους σε κάποια από τα μεγαλύτερα καλοκαιρινά φεστιβάλ, δε κατάφεραν να πείσουν το μουσικό κόσμο να στρώσει δάφνες στο δρόμο τους και να προϋπαντήσει το πέμπτο δίσκο. Δικαιολογημένα θα πω εγώ, που μόλις πέρασα αρκετές ακροάσεις τη νέα τους δουλειά και δηλώνω, προς έκπληξη μου, αρκετά μειλίχια.

Ο Brandon Flowers έχει τα στοιχεία του τύπου που ή θα λατρέψεις ή θα μισήσεις. Έχοντας αναδειχτεί πλέον σε superstar, χρησιμοποιεί τον πρώιμο μουσικό του βίο για να boostαρει τις -υπέρ-μέτριες- solo προσπάθειες του, βάζει την οικογένεια του ως props σε διαφημίσεις της Εκκλησίας των Μορμόνων, κάνει άσκοπες δηλώσεις φτάνοντας σε υπέρτατο βαθμό attention whore-ιλικίου και υπερεκτιμά φουλ αλαζονικά τις στιχουργικές του δυνατότητες. Ένα τέτοιο ιδιόμορφο "rock star" πακέτο είναι ικανό να ορθώσει γιγαντιαίο fan base αλλά και πολλούς αντιπαθούντες (μάντεψε σε ποια από τις δύο κατηγορίες ανήκει η γράφουσα). Παραδόξως, εδώ ο Flowers δείχνει το ειλικρινές, σκεπτόμενο πρόσωπο ενός ανθρώπου που πλησιάζει σιγά σιγά τα δεύτερα -άντα και δηλώνει ευθαρσώς ότι βρέθηκε μπροστά σε ένα ανυπέρβλητο writer’s block, οικογενειακές δυσκολίες, καλλιτεχνικά διλλήματα και προσωπικά συμπλέγματα. Είναι η πρώτη φορά που μοιάζει με αληθινό άνθρωπο και όχι με καλοστημένο και φανταχτερό φιγουρίνι-frontman μίας γιγαντιαίας, ομολογουμένως, μπάντας· αξίζει, νομίζω, για αρχή την επιδοκιμασία.

Η στροφή προς πιο προσωπικά στιχουργικά θέματα δεν είναι από μόνη της αρκετή για να εκτιμηθεί αυτό το άλμπουμ. Από νωρίς συναντάμε αλχημείες και μίξη διαφορετικών τόνων και διαθέσεων οι οποίες ξεφεύγουν από το αδιάφορο "Battle Born". Να λοιπόν μία σειρά από μουσικούς κομήτες που η παρέα από τη Νεβάδα μας έχει συνηθίσει και κλίμα νοτισμένο με mid-tempo μελωδίες και νοσταλγία. Καλύτερα τραγούδια είναι τα δύο singles "The Man" και "Run For Cover", με το δεύτερο μάλιστα να είχε μείνει στο συρτάρι για οχτώ χρόνια (!) κι ευτυχώς αποφάσισαν να το αποσύρουν φέτος από τη φορμόλη και να το πειράξουν, για να μπορούμε πλέον να ακούμε στο repeat ένα ολοκληρωμένο stadium rock διαμαντάκι, από αυτά που αξίζει να συγκαταλέγονται στα best-of του συγκροτήματος. Άλλα highlights είναι το synth rock "Tyson vs Douglas" και το "The Calling", ενώ ορισμένοι πιθανόν να βρουν στις μπαλάντες "Out Of My Mind" και "Some Kind Of Love" εύστοχες ρομαντικές αφιερώσεις , όμως δε καταφέρνουν να ξεφύγουν από τη ρετσινιά του '80s cheesiness.

Αρκετές φορές οι συνθέσεις που θα ακούσεις θα ακονίσουν τη μουσική σημειωτική σου, αφού οι παραπομπές σε μεγάλες μπάντες είναι εξόφθαλμες, με πιο κραυγαλέα εκείνη του "Life To Come" στους U2. Σε γενικότερο πλαίσιο οι Killers παραμερίζουν την επιθυμία τους για υπερφίαλη μουσική που θα μείνει στους αιώνες (και συνήθως πάει άκλαυτη) και πατάνε πάνω σε πιο δημιουργικά μέρη, όχι τόσο πρωτότυπα, τουλάχιστον δε τα λες εντελώς προβλέψιμα. Ας μη γελιόμαστε, οι Killers δεν είναι το «απαύγασμα» της σύγχρονης rock, πάντα τους διέκρινε μια υπερβολή κι αντίστοιχα ορίζουμε τις προσδοκίες μας απέναντι τους, αλλά το ότι συνεχίζουν μετά τις απανωτές αποχωρήσεις μελών (δύο μέλη θα συνεχίζουν να προσφέρουν ιδέες αλλά δε θα παίζουν με τη μπάντα) με τα πιο αυθεντικά κομμάτια που έχουν γράψει σε βάθος σχεδόν δέκα ετών, ε, το λες και επιτυχία.

Έχουν είπα; Γράψτε λάθος. Έχει γράψει. Τα ηνία ολόκληρου του άλμπουμ και μάλλον κι ολόκληρου του συγκροτήματος αφήνονται στα χέρια του Flowers. Οι στίχοι είναι παρμένοι από τη ζωή του, εμπνευσμένοι από τη δύσκολη παιδική ηλικία της συζύγου του ("Wonderful Wonderful"), επικριτικοί απέναντι στην αλαζονική στάση του ίδιου ("The Man"), καταπιάνονται με θρησκευτικές αναζητήσεις ("The Calling") και με την πτώση των ειδώλων ("Tyson vs Douglas")· δείχνουν έναν άντρα που πατάει στη γη κι επιτέλους γεννά συμπάθεια.

Μετριοπαθές, εν μέρει ευρηματικό και το κατά δύναμιν απροσποίητο, το "Wonderful Wonderful" δε προσπαθεί να γίνει κάτι που δεν είναι. Αντιθέτως απομακρύνεται από τις φιλόδοξες βλέψεις του παρελθόντος και φτάνει ένα ποιοτικό όριο από το οποίο οι Killers είχαν απομακρυνθεί εδώ και χρόνια. Μία τίμια pop rock κυκλοφορία δίνει το φιλί της ζωής στο στιβαρό brandname από την ενδοξότερη sin city του κόσμου και υπόσχεται κι άλλες νύχτες, όπως εκείνης της πρόσφατης εμφάνισης τους στην Πλατεία Νερού.            

  • SHARE
  • TWEET