The Jezabels

Synthia

Dine Alone (2016)
Από την Βάσω Καραντζάβελου, 26/02/2016
Το magnum opus μίας από τις πλέον δυναμικές μπάντες της Αυστραλίας, αναμιγνύει gothic rock, indie και synthesizer της disco pop
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Σίγουρα η Αυστραλία δεν είναι μία χώρα που φημίζεται για την παράδοση της στη rock μουσική. Με εξαίρεση τους AC/DC, τον Nick Cave, τους INXS και τους Men At Work, η αυστραλέζικη rock δεν κατάφερε ποτέ να συγκριθεί με την αντίστοιχη βρετανική ή αμερικάνικη, για πολλούς και διάφορους κοινωνικοπολιτικούς και χωρικούς λόγους. Τον τελευταίο βέβαια καιρό αρκετά σχήματα από την land down under έχουν ξεπηδήσει και μας υπέδειξαν εμφατικά αυτό το ξεχασμένο νησί στην άλλη άκρη του χάρτη, κερδίζοντας τον χρόνο και τα αυτιά μας. Και σίγουρα μία από τις μπάντες που πρέπει να προσέξουμε τα επόμενα χρόνια είναι οι The Jezabels.

Οι Jezabels λοιπόν είναι μία μπάντα που σχηματίστηκε πριν από εννέα χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ, όπου φοιτούσαν τα μέλη, και αποτελείται από τις Hayley Mary και Heather Shannon και τους Nik Kaloper και Samuel Lockwood. Δανείζονται το όνομά τους από τη Βιβλική βασίλισσα Ιεζαβέλ, μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες μορφές της Παλαιάς Διαθήκης, που συμπύκνωνε όλα τα κακά της εποχής: ήταν γυναίκα - και δη με εξουσία, ειδωλολάτρισσα και φανατική διώκτρια του Ιουδαϊσμού. Βέβαια η βασίλισσα τιμωρήθηκε μία και καλή, όταν ο wanna be βασιλιάς Ιηού (με boost από τον προφήτη Ελισσαίο) έβαλε υπηρέτες να την πετάξουν από το παράθυρο και μάλιστα πέρασε από πάνω της με το άρμα του (sic). Κι έτσι ο Ιηού έγινε βασιλιάς του Ισραήλ και η Ιεζαβέλ πέρασε στην θρησκευτική μνήμη και παράδοση ως μία ματαιόδοξη, σκληρή και άπιστη γυναίκα.

Οι Jezabels έχουν κυκλοφορήσει αρκετά EP και δύο άλμπουμ, με πιο πρόσφατο το "The Brinks"(2014), σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία στην πατρίδα τους. Το τρίτο κατά σειρά πόνημά τους ήρθε στη μέση του Φεβρουαρίου, επιδιώκοντας ακόμη μεγαλύτερη αναγνωσιμότητα. Αν και ό,τι είχα ακούσει μέχρι πρότινος από τη μπάντα μου φάνηκε αρκετά αδιάφορο, αποφάσισα να δώσω μία ακόμη ευκαιρία με αφορμή το "Synthia". Και όχι απλά δεν το μετάνιωσα, αλλά με εξέπληξε ευχάριστα, αφού έχει τα φώτα να θεωρηθεί η καλύτερη δουλειά της μπάντας. Ήδη από το αρχικό "Stand And Deliver" ο ακροατής βουτά στο παράξενο σύμπαν που έχουν φτιάξει οι Jezabels - ένα επτάλεπτο παραλίγο instrumental έπος με σαφείς επιρροές από post-rock, ηλεκτρονική και -προφανώς- indie. Μέσα στον δίσκο υπάρχει άλλο ένα κομμάτι ίσης διάρκειας με το εναρκτήριο, στοιχείο που θα μπορούσε να αποτελεί ένα είδος δομικής συγκρότησης, με τη μορφή εισαγωγής - εξόδιου άσματος σε ένα εκστατικό ταξίδι που δεν σε αφήνει λεπτό να ανασάνεις. Η συνέχεια ανταποκρίνεται στις υψηλές προσδοκίες που είχε δημιουργήσει η έναρξη. Στο "Synthia" συνδυάζονται περίτεχνα new wave, goth και hard rock με synthesizer, συμφωνικούς και '80s disco pop ήχους. Η Hayley Mary είναι τουλάχιστον συγκλονιστική, άλλοτε απαγγέλει, σχεδόν ψιθυρίζει, και άλλοτε πιάνει απίστευτου εύρους ψηλές. Είναι αυτή η υπέροχη μείξη των Katie Bush, Cyndi Lauper, Florence Welch και Chelsea Wolfe που μπορεί να καθιερώσει την Mary ως ιέρεια της synth rock, στην οποία πρωτοστατούν οι Jezabels, μαζί με τα riff, τα indie - gothic τύμπανα και φυσικά τα χαρακτηριστικά πλήκτρα.

Θεματολογικά το "Synthia" αγγίζει διαστάσεις της καθημερινής ζωής που μετατρέπονται σε μεγάλης σημασίας εμπειρίες όταν βιώνονται έντονα: ο έρωτας, η απώλεια, η μάχη της keyboardist Heather Shannon με κάποια σπάνια ασθένεια, η κυκλοθυμία,  ο ανταγωνισμός, η επιβίωση σε μία κοινωνία που όσο κι αν περηφανεύεται για την πρόοδό της συνεχίζει να υποβιβάζει τις γυναίκες σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Θέματα καθημερινά, όλα αφήνουν μία γεύση απογοήτευσης και εξουθένωσης, μέσα από το πρίσμα του "Synthia" μετουσιώνονται σε ένα μοναδικό ατμοσφαιρικό μουσικό κόσμο, σκοτεινό κυρίως, αφήνοντας όμως το φως να διεισδύσει σε στιγμές συναισθηματικού κορεσμού και να δώσει σημάδια αισιοδοξίας. Κατά βάση είναι μία δουλειά δυναμική και εξομολογητική, σκοτεινή όσο αρμόζει στα θέματα του υποβάθρου πάνω στο οποίο χτίστηκε, υπάρχει όμως αυτό το σημείο φωτός στο τέλος του τούνελ. Η αισιόδοξη προοπτική προκύπτει τόσο από τις υφολογικές εναλλαγές (από το prog "My Love Is My Disease" στην indie pop του "Flowers In The Attic") όσο και από την λεπτή ειρωνεία («Come on little boys / come and give a bitch a kiss») και το ηδονιστικό "Pleasure Drive".

Μεγάλο μέρος της επιτυχίας του νέου δίσκου σίγουρα οφείλεται στην frontwoman Hayley Mary. Η αφανής ηρωίδα όμως είναι η Heather Shannon, που παρά το σοβαρό πρόβλημα υγείας της πειραματίστηκε όσο ποτέ άλλοτε με άφθονα όργανα και μελωδίες στο synth και έδωσε τον νέο experimental art rock χαρακτήρα που πρόκειται να σηματοδοτήσει εκ νέου τους Jezabels. Αν ο δίσκος δεν σας λέει πολλά στην πρώτη ακρόαση, μη τον εγκαταλείψετε. Είναι το magnus opus μίας από τις πλέον εξελισσόμενες μπάντες της Αυστραλίας. Ακούστε τους πριν προλάβουν να γίνουν πολύ πολύ διάσημοι, ώστε όταν σας τους προτείνουν σε λίγους μήνες να απαντήσετε με σηκωμένο το φρύδι και ύφος γεμάτο hipster περηφάνεια «τους ήξερα πριν γίνουν τόσο mainstream».

  • SHARE
  • TWEET