Phoebe Bridgers

Punisher

Dead Oceans (2020)
Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 08/07/2020
​Άγχη, μελαγχολία και εθιστικές φωνητικές γραμμές
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η Phoebe Bridgers ξεχύθηκε στο indie προσκήνιο το 2017, με το ντεμπούτο της - "Stranger In The Alps" - το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο σπαρακτικά ακούσματα των τελευταίων ετών, γεμάτο άγχη, μελαγχολία και εθιστικές φωνητικές γραμμές. Στο ενδιάμεσο, υπήρξε μέλος των boygenius, ένα supergroup αποτελούμενο από άλλες δύο εκλεκτές συμμίζερες υπάρξεις της indie σκηνής, Julien Baker και Lucy Dracus.

Η Bridgers αυτό που κάνει είναι να κοιτάει την - ιστορικά ανδροκρατούμενη - περσόνα του singer-songwriter στα μάτια, να της βγάζει ναζιάρικα τη γλώσσα και έπειτα να της σκάει δύο κωλοδάχτυλα στον αέρα κάνοντας πιρουέττες, ενώ παράλληλα κάπως φαίνεται να βάζει κάποιο lo-fi φίλτρο στην όλη φάση. Περίεργα πράματα.

Να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, φωνητικά και στιχουργική είναι τα πιο εύστοχα βέλη στη φαρέτρα της Bridgers. Δε θα μου φαινόταν περίεργο να μπορούσε να βρει την κατάλληλη μελωδία να τραγουδήσει πάνω από τρία δυσλειτουργικά φαξ ενώ παράλληλα θα σε κάνει να αναρωτηθείς γιατί στο γυμνάσιό σου φέρανε παπά για εξομολογήσεις αντί να έχουν κάποιο ψυχοθεραπευτή σε κάθε όροφο.

Τα κομμάτια στο "Punisher" τα χωρίζω σε διάφορες κατηγορίες. Μπορείς για παράδειγμα να τα χωρίσεις σε low-tempo και mid-tempo (τα mid-tempo μου αρέσουν κατά πολύ περισσότερο) ή άμα θες μπορείς να τα χωρίσεις ως προς το περιεχόμενό τους. Έχεις τα "misc." και έχεις και τα «τραγούδια που έγραψα για ένα άτομο που αγαπώ που όμως δεν αγαπά τον εαυτό του και πιστεύει ότι δεν αξίζει να τον αγαπάει κανείς και τίποτα, οπότε κάνει τη δουλειά μου κάπως δύσκολη και πολλές φορές με κάνει έξω φρενών, αλλά έλα που τον αγαπάω αλλά δεν ξέρω τι σκάτα να κάνω με τη δικιά του αλλά και με τη δικιά μου πάρτη». Τα αγαπημένα μου.

Στα σοβαρά τώρα, ο δίσκος είναι μόλις σαράντα λεπτά και έχει τη μαγική ικανότητα να τον ακούς δύο φορές - ολόκληρο - σε μία μονάχα ώρα. Ενώ σίγουρα έχει κομμάτια που φωνάζουν να τα ακους περισσότερο από άλλα ("Kyoto", "Chinese Satellite") το κλου είναι στο σύνολο, στις ενορχηστρώσεις, στην παραγωγή και στο πως έρχονται όλα και δένουν τέλεια με το "I Know The End" που κλείνει το δίσκο. Θέματα - μουσικά και στιχουργικά - στροβιλίζονται αρμονικά στον κυκλώνα που γιγαντώνεται από τα μέσα του κομματιού και μετά θυμίζοντας τις καλύτερες και πιο θεατρικές στιγμές των Arcade Fire, μόνο να έρχεται η Bridgers και να τους βάζει πραγματική φωτιά με τις κραυγές της κάπου στο πέμπτο λεπτό του κομματιού.

H Bridgers είναι η νέα αγαπημένη όλων και με το σπαθί της. Παρά αυτά που είπα για τα φαξ παραπάνω, νιώθω ότι η παραγωγή του δίσκου βοηθά κατά πολύ στη συναισθηματική φόρτιση με την οποία σε βομβαρδίζει στα μαγικά εκείνα σαράντα λεπτά, που δε νομίζω να είχαν το ίδιο αντίκτυπο αν φιγούραραν μονάχα μία ακουστική κιθάρα (μπορεί να κάνω και λάθος βέβαια). Δε θα πάει πουθενά και θα την αγαπήσουμε περίπου όσο αγαπάει η ίδια τον Elliott Smith.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET