Jargon

The Fading Thought

Self Released (2020)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 11/05/2020
Το πρώτο solo άλμπουμ του τραγουδιστή των Verbal Delirium είναι ένα λυρικό, σκοτεινό παραμύθι για ενήλικους ακροατές και παλιές ψυχές
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Οι Verbal Delirium είναι μία από τις πλέον αξιόλογες και αξιοσέβαστες ημεδαπές progressive rock μπάντες, συνεπώς η είδηση της κυκλοφορίας του πρώτου προσωπικού άλμπουμ του Jargon (τραγουδιστή, keyboardist και mainman της μπάντας), αν μην τι άλλο, διέγειρε το ενδιαφέρον μας. Η πληροφορία ότι επρόκειτο για μια δουλειά που θα αναμίγνυε το prog rock με την κινηματογραφική και την κλασική μουσική απλώς μεγάλωσε την όρεξη. Πίσω από τα παχιά λόγια που συνοδεύουν πάντα τις νέες κυκλοφορίες, μια πρώτη διαπίστωση για το "The Fading Thought" είναι καταρχήν ότι παραδίδει αυτό που υπόσχεται. Μοιάζει αυτονόητο αλλά δεν είναι.

Ας γίνει κατανοητή η φυσιογνωμία της μουσικής μέσα από το σχήμα που την εκτελεί. Ο Jargon εδώ λοιπόν τραγουδάει και παίζει πιάνο - το απόλυτα κυρίαρχο όργανο του "The Fading Thought", με όλες τις συνθέσεις να στηρίζονται πάνω του. Ο Will Bow (επίσης Verbal Delirium) παίζει τύμπανα κι ο Λεωνίδας Πετρόπουλος παίζει μπάσο, ενώ ο Νικήτας Κίσσονας (Methexis) βρίσκεται στην κιθάρα και - κυρίως - στην ενορχήστρωση του κουαρτέτου εγχόρδων. Αποτελούμενο από τους Κώστα Καριτζή και Θοδωρή Μουζακίτη (βιολιά), Στέλιο Παπαναστάση (βιόλα) και Άρη Ζέρβα (τσέλο), το κουαρτέτο αποτελεί τον ζωντανό οργανισμό που καταλαμβάνει το νευρικό σύστημα του άλμπουμ και καθορίζει, σε μεγάλο βαθμό, την ηχητική του ταυτότητα. Είναι σημαντικό να δούμε πόσο «κινηματογραφική», πόσο «κλασική» και πόσο «rock» είναι αυτή η δουλειά, με το συγκεκριμένο οπλοστάσιο.

Με το κουαρτέτο και το πιάνο σε πρώτο πλάνο, είναι λογικό να είναι εύγλωττες οι εικονοπλαστικές αρετές της μουσικής. Τα θέματα του πιάνου έχουν ξεκάθαρα κινηματογραφική ποιότητα, όντας λιτά, εκφραστικά κι έντονα συναισθηματικά, πιστά θα έλεγε κανείς σε Tiersen/Einaudi αρχές. Οι τρεις instrumental συνθέσεις ("The Film", "The Dance Of The Framed Words", "Light") έχουν όλα υπέροχα «οσκαρικά» θέματα, όμορφες μετατροπίες και πολύ αποτελεσματική ανάπτυξη. Το κουαρτέτο όμως (πολύ πιο απέριττο κι ευθύ από μια ορχήστρα), κάνει την όλη αίσθηση περισσότερο θεατρική παρά κινηματογραφική, αν μου επιτρέπεται η διαφοροποίηση. Σε αυτό συντελεί και η παραγωγή που δεν έχει πνίξει τα έγχορδα με περιττά reverbs, κάνοντας το όλο άκουσμα λιγότερο cinematic αλλά πολύ πιο άμεσο.

Στο βαθμό λοιπόν που η μουσική συσχετίζεται περισσότερο με τη μουσική δωματίου, ο Jargon χτίζει πιο γερές γέφυρες με chamber rock σχήματα του παρελθόντος, παρά με αυτό που θα λέγαμε symphonic prog. Σε όσα μας είπε πέρσι ο Κίσσονας για την αγάπη του προς την contemporary classical, διαισθάνθηκα μια πιθανότητα για πιο στριφνά, δυσαρμονικά μέρη, για πράγματα που θα μας έφερναν πιο κοντά στο σύμπαν των Univers Zero, για παράδειγμα. Τέτοια μέρη υπάρχουν σποραδικά - συνήθως κοντά στο φινάλε κάποιων τραγουδιών - αλλά δεν παίρνουν ποτέ τα ηνία. Για να είμαι δίκαιος, κάτι τέτοιο δεν θα ταίριαζε στη, συνολικά πολύ λυρική, φύση του άλμπουμ.

Ο λυρισμός είναι η λέξη-κλειδί για την κατανόηση του "The Fading Thought". Οι συνθέσεις έχουν έντονη συναισθηματική φόρτιση, μια γλυκόπικρη μελαγχολία κι έναν ρομαντισμό που μοιάζει ασυγκράτητος σε στιγμές. Τα παραπάνω στοιχεία συντελούν σε μια μουσική που τελικά μοιάζει παλιά, στοιχειωμένη, ελαφρώς γοτθική θα τολμούσα να πω. Αυτό το σκοτεινό μουσικό παραμύθι μου έφερε στο νου, μια αίσθηση παραπλήσια αυτής των Saviour Machine (αίσθηση, όχι ήχο), ενώ τροφοδοτείται από το ενδοσκοπικό του concept: ένα concept που παραμένει αρκετά θολό στα μάτια μου, αλλά στο οποίο οι μνήμες και η εσωτερική μάχη ανάμεσα στους πολλαπλούς εαυτούς του Jargon, φαίνεται να παίζουν πρωτεύοντα ρόλο.

Αυτό που απομένει είναι το πως αποτυπώνονται όλα τα παραπάνω στις συνθέσεις. Υπάρχουν πολυάριθμες εκπλήξεις και ανατροπές μέσα στα τραγούδια που αξίζει ο ακροατής να ανακαλύψει. Στο δικό μου γούστο, ξεχωρίζουν οι στιγμές κατά τις οποίες η, κατά τ' άλλα ευγενική και τρυφερή χροιά της φωνής του Jargon, «σκοτεινιάζει» και βουλιάζει σε δραματικές ερμηνευτικές κορυφώσεις, με χαρακτηριστική τη σχετική κλιμάκωση στο ομώνυμο και το "How Can I?". Στο τελευταίο συμμετέχει στη φωνή κι ο Lupe των Mosquito, σε ένα track που μου θύμισε λίγο τις πιο ζοφερές εκφάνσεις του "Be" των Pain Of Salvation. Το "Time Is Running Out" είναι πιθανόν η πιο άμεση prog rock στιγμή του άλμπουμ, ένας απόγονος της τέχνης των Genesis και με ένα εξαιρετικό κιθαριστικό σόλο από τον Νικήτα - μόνο οι πολύ καλοί παίκτες χρησιμοποιούν τόσο λίγες νότες. Αντίστοιχα, το θαυμάσιο σόλο των keyboards στη μέση του ομώνυμου είναι παραδοσιακό, διαχρονικό prog, ενώ το σχεδόν μεταλλικό φινάλε με το "Window To The World" είναι πιο ταιριαστό απ' ότι θα πίστευε κανείς. Οι εναλλαγές ανάμεσα σε φως και σκοτάδι, η διακριτικότητα του rhythm section, η συχνή ¾ αίσθηση της μουσικής, είναι στοιχεία που στολίζουν ποικιλοτρόπως το άλμπουμ.

Μην επιθυμώντας να χαλάσω άλλο τις εκπλήξεις της ακρόασης, καταλήγω στο ότι το "The Fading Thought" είναι ένα πολύ όμορφο και πολυεπίπεδο άλμπουμ, που αξίζει να προσμετρηθεί στις πλέον αξιόλογες δουλειές της ως τώρα φετινής prog σοδειάς, με την υποσημείωση ότι απευθύνεται σε ακροατές με ένα συγκεκριμένα εκλεπτυσμένο γούστο και όχι σε αυτούς που κυνηγούν εποχιακές ή σύγχρονες τάσεις στο προοδευτικό rock. Είναι ένα ενδοσκοπικό μουσικό αφήγημα που ανήκει σε έναν άχρονο δικό του κόσμο, διαθέτει γενναίες δόσεις ευγένειας, λέει τη δική του εκδοχή μιας παλιάς ιστορίας για βασανισμένες ψυχές. Εύθραυστο μα και βαθιά δημιουργικό, το "The Fading Thought" καλεί τον αισθητικά συνειδητοποιημένο ακροατή, υποσχόμενο μια μεγάλη αγκαλιά από σέπια περιπέτειες.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET