Αν και διατηρεί μια αδυναμία στα progressive και doom ιδιώματα, εξακολουθεί να ακούει κάθε γνωστό και άγνωστο είδος αναζητώντας την περιπέτεια στη μουσική και πιστεύει ότι οι δυνάμεις του χάους και...
MOb
II
Εξερευνητικό και δημιουργικό, το δεύτερο άλμπουμ των MOb δείχνει να τους εδραιώνει ως ένα από τα πιο επίκαιρα εγχώρια jazz σχήματα
Το τρίο των MOb έκανε δυναμικά την εμφάνιση του το 2023 με το ντεμπούτο του "1", κάνοντας αμέσως αντιληπτή την διάθεση του να προσφέρει μια σύγχρονη, τολμηρή κι αρκετά εναλλακτική jazz πρόταση. Μόλις δύο χρόνια μετά, το δεύτερο άλμπουμ των Μάριου Βαληνάκη (σαξόφωνο, synths, programming), Αλέξανδρου Δελή (μπάσο) και Παναγιώτη Κωστόπουλου (τύμπανα) έρχεται να εδραιώσει το στίγμα της μπάντας, με ένα αντίστοιχης ποιότητας ηχητικό εγχείρημα.
Φυσικά το να χαρακτηρίσουμε τους MOb ως "jazz" είναι ένα είδος παράδοξου αφηγήματος, αφού σχεδόν πουθενά δεν υπάρχει τυπική jazz διάθεση. Το "Tipping Point" ξεκινάει το άλμπουμ με drum n’ bass ρυθμούς και hip-hop φωνητικά από τον guest Waking Monkey (συμμετέχει επίσης στο αντίστοιχης υφής "Encounters"), κι ενώ σταδιακά το groove γίνονται πιο σταθερό και το σαξόφωνο εισάγει συγκοπτόμενες, χρωματικές φράσεις, το track θυμίζει αρκετά electronic rock projects των late 90’s - ίσως δεν είναι τυχαίο που την μίξη επιμελείται ο Bruno Ellingham (UNKLE, Massive Attack). Αμέσως μετά έρχεται το "333", ένα τραγούδι που δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα krautrock δυναμιτάκι, με ανεβασμένο tempo κι ενέργεια.
Αλλού, το άλμπουμ δείχνει να καταδύεται σε μια πολύχρωμη fusion ("Fall"), δείχνοντας πως στο πίσω μέρος του δημιουργικού του νου βρίσκεται κυρίως η νεότερη nu jazz σκηνή του Λονδίνου και καλλιτέχνες όπως οι Alfa Mist, Ismahel Ensemble κλπ. Οι MOb επιχειρούν μια αρμονική ισορροπία ανάμεσα σε ηλεκτρονικούς ήχους και jazz πινελιές με τρόπο που μοιάζει επίκαιρος κι αλλού στην Ευρώπη (μέγιστοι οι Πολωνοί Bloto!), θέλοντας προφανώς να επιδείξουν έναν αέρα πειραματισμού κι ανανεώσης της jazz γλώσσας. Το πετυχαίνουν μέσω μιας θαυμάσιας ευελιξίας στα όργανα: το rhythm section δεν προβαίνει σε εντυπωσιασμούς αλλά παίζει τα genres και τις διαθέσεις στα δάχτυλα, δίνοντας χώρο στην ενορχήστρωση να ελίσσεται ανάμεσα σε synths, σαξόφωνα, πιάνα, glockenspiels και samples και να αφήνει την μουσική να μεταμορφώνεται.
Το "II" απλώνεται μέσα σε επτά τραγουδια και μόλις 34 λεπτά και απορροφάται αμέσως από τον ακροατή. Είναι υλικό ζεστό και ευθύ, μουσική που υψώνει προκλήσεις αλλά δεν κουράζει, ούτε αναλώνεται σε υπέρμετρους πειραματισμούς. Αν μη τι άλλο, είναι σύντομο: προσωπικά θα προτιμούσα ένα έργο λίγο μεγαλύτερο, κάτι που θα έδινε και πιο ξεκάθαρη εντύπωση για το που γέρνει τελικά η στιλιστική πλάστιγγα για τους MOb. Αντί αυτού, μένει η εντύπωση ενός όμορφου μα και σύντομου ταξιδιού ανάμεσα σε διάφορες εικόνες και διαθέσεις, με τίποτα όμως να μην μοιάζει οριστικό. Η μουσική αιωρείται και ισορροπεί. Ίσως αυτή να είναι και η γοητεία της.
Το spoken word του Yusef Lateef κοσμεί το επτάλεπτο "The Listener" που κλείνει το άλμπουμ, μάλλον στην πιο straightforward jazz στιγμή του, σε μια σύνθεση που κρύβει μάλιστα και μια γενναία ambient χροιά. Είναι κάπως σαν οι MOb να ρίχνουν λίγο τις ταχύτητες για μια τελευταία ενδοσκόπηση, με τον αέρα της μπάντας που γνωρίζει τις δυνατότητες της. Η τελική εντύπωση είναι πως το δεύτερο τους βήμα είναι εξίσου δυνατό με το πρώτο, καλύτερα ίσως δουλεμένο στις λεπτομέρειες και πιθανόν λιγότερο αυθόρμητο, απόλυτα όμως ικανό να τους ισχυροποιήσει ως ένα από πιο ιδιαίτερα και αξιόλογα ελληνικά jazz - ή όπως αλλιώς θέλεις να το πεις - σχήματα που εμφανίστηκαν τα πρόσφατα χρόνια.
