INK

Loom

Self Released (2016)
Από τον Σπύρο Κούκα, 01/06/2016
Αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, με στιγμές που πρέπει να θυμάσαι και άλλες που θέλεις να ξεχάσεις
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μετά από ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα αποχής, οι INK επιστρέφουν με το δεύτερο ολοκληρωμένο δίσκο τους. Το ντεμπούτο τους, πριν από εφτά χρόνια, έδειχνε μια μπάντα που ψαχνόταν ακόμη να βρει τον ήχο της, χαρίζοντας μας, όμως, μερικές αξιομνημόνευτες στιγμές. Το φετινό "Loom" καλείται, λοιπόν, να αποδείξει πως άξιζαν τόσα χρόνια αναμονής όσων δεν τους είχαν ξεγράψει, μα πάνω απ’ όλα, να διεκδικήσει την αναγνώριση ανάμεσα στις τόσες αξιόλογες εγχώριες κυκλοφορίες στον χώρο του alternative/grunge, τη χρονιά που διανύουμε. Τα καταφέρνει όμως;

Δεν κρύβω πως ήμουν - και ακόμη παραμένω - διχασμένος, σχετικά με το ποιόν του άλμπουμ, παρά τις πολλές και διαδοχικές ακροάσεις που του έδωσα. Σίγουρα, η μπάντα έχει καταφέρει να εξελίξει το ύφος της, σε σχέση με τον πρώτο τους δίσκο, και δεν διστάζει να εξερευνήσει διάφορες πτυχές του εναλλακτικού ήχου. Παρ' όλα αυτά, το αποτέλεσμα μοιάζει άνισο, καθώς μεταξύ των πραγματικά αξιόλογων στιγμών που υπάρχουν διάσπαρτες μέσα στο άλμπουμ, υπάρχουν σημεία που τους εμφανίζουν τουλάχιστον αποπροσανατολισμένους, να προσπαθούν να εξερευνήσουν φάσματα του σκληρού ήχου, τα οποία δεν τους ταιριάζουν.

Και εξηγούμαι. Ενώ το εναρκτήριο "Desert Son" έχει αυτόν το νοσταλγικό early '90s αέρα που θα μπορούσε να το απογειώσει, τελικά καταλήγει να μοιάζει σαν ετεροχρονισμένο leftover από εκείνη την περίοδο, προκαλώντας απ’ την αρχή θολούρες στη συνολική εικόνα. Το "Sell Me" που ακολουθεί, αν και ξεκινάει με τις καλύτερες προϋποθέσεις, εξελίσσεται τόσο μονότονα που ούτε το όμορφο ρεφρέν δεν μπορεί να το σώσει. Το ίδιο ισχύει και για το ελαφρώς πιο ενδιαφέρον "Question", όπου αν είχε δουλευτεί περισσότερο, θα αποτελούσε μια από τις κορυφές του άλμπουμ, ενώ τελικά το μόνο που μένει να θυμάται κανείς από αυτό, είναι το heavy κεντρικό riff του.

Από την άλλη, υπάρχουν κομμάτια που ενισχύουν το συνολικό αποτέλεσμα, όπως το πολύ πιασάρικο "Rain", το αισθαντικό "Persephone" και το "Little Story", το οποίο δείχνει έντονα την Alice In Chains επιρροή στον ήχο τους. Το "Sirens", με τη συμμετοχή του Craig Walker (ex - Archive), βγάζει ένα γλυκόπικρο συναίσθημα και κορυφώνεται στις ταυτόχρονες φωνητικές αρμονίες των δύο τραγουδιστών, ενώ το "Ophelia" που κλείνει τον δίσκο, πιθανόν αποτελεί και την ύψιστη στιγμή του, δίνοντας ένα μικρό δείγμα από τις πραγματικές τους δυνατότητες και ξεχωρίζει ως το κορυφαίο τραγούδι της έως τώρα πορείας τους.

Τελικά, το άλμπουμ, αν και άνισο, καταφέρνει και διατηρεί το ενδιαφέρον μέχρι τέλους, λειτουργώντας περισσότερο σαν μια νέα αρχή, παρά σαν το βήμα εκείνο που θα φέρει την επιπλέον αναγνώριση. Ωστόσο, ακόμη και μέσα από τις αστοχίες του, το "Loom" παρουσιάζει μια μπάντα που δεν διστάζει να αναζητήσει τα όρια της καλλιτεχνικής της φύσης, γεγονός που συν τη παρόδω του χρόνου θα αποδειχθεί ευεργετικό και για τη δημοφιλία της.

  • SHARE
  • TWEET