Therapy?: «Οι δισκογραφικές δεν έρχονταν γιατί φοβούνταν πιθανές εκρήξεις κι ανταλλαγές πυρών»

Ο Andy Cairns σε μια κουβέντα μουσικού προς μουσικό με τον Μάνο Καρακατσάνη των Mani Deum

Από τον Σπύρο Κούκα, 09/11/2017 @ 11:32

Η περίπτωση των Therapy? και η, τελικά, σημαντική καριέρα τους μέσα στα χρόνια αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα σκληρής δουλειάς κι επιμονής, μιας και, αναλογιζόμενοι τις συνθήκες που είχαν να αντιμετωπίσουν στην πατρίδα τους την εποχή που ξεκινούσαν το μουσικό τους ταξίδι, η επιτυχία τους κάθε άλλο παρά εύκολα ήρθε. Έτσι, με αφορμή την επερχόμενη επανεμφάνιση τους στη χώρα μας, το Rocking.gr εξασφάλισε, κατ’ αποκλειστικότητα, τη συζήτηση του Andy Cairns με τον κιθαρίστα και τραγουδιστή των Mani Deum, Μάνο Καρακατσάνη, στην οποία ο Βορειοϊρλανδός μουσικός αποκαλύπτει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν στα πρώτα τους βήματα, τις μπάντες που οι ίδιοι θεωρούν ως επιρροές τους, αλλά και πολλές ακόμη άγνωστες πτυχές της πορείας τους.

Therapy?

1989, Ιρλανδία. Πόσο εύκολα ή δύσκολα ήταν τότε τα πράγματα για μια μπάντα σαν τους Therapy? Μπορούσατε να βρείτε εύκολα venues για συναυλίες ή να προωθήσετε το υλικό σας σε δισκογραφικές; Υπήρχε κοινό;

Το 1989, στο Μπέλφαστ, το πράγμα δεν ήταν εύκολο για καμία μπάντα. Υπήρχε βία και πολιτική αναταραχή, που είχαν μετατρέψει την πόλη σε ένα μέρος δυνάμει επικίνδυνο. Λίγοι χώροι έπαιρναν το ρίσκο να διοργανώσουν live και φυσικά προτιμούσαν δημοφιλή συγκροτήματα που έπαιζαν μουσική που ο κόσμος ήξερε και ήθελε να ακούσει. Το μοναδικό “indie” club ήταν το Limelight, που υπάρχει και σήμερα, και παραχωρούσε μια μέρα την εβδομάδα σε ντόπιες μπάντες. Την υπόλοιπη εβδομάδα το πρόγραμμα είχε ήδη καθιερωμένους ξένους καλλιτέχνες (αρκετά γενναίους ώστε να παίζουν σε μια πόλη με τέτοια φήμη) ή club nights με μουσική για φοιτητές και πότες.

Οι δισκογραφικές δεν έρχονταν στο Μπέλφαστ για να ανακαλύψουν νέες μπάντες, γιατί φοβούνταν πιθανές εκρήξεις και ανταλλαγές πυρών, οπότε κανείς μας δεν έπαιζε μπροστά σε A&R που έψαχναν τον επόμενο μεγάλο σταρ.

Η κατάσταση μάς οδήγησε στο να συνειδητοποιήσουμε από νωρίς ότι, για να κινηθεί το πράγμα, θα έπρεπε να έρθουμε σε επαφή με ανθρώπους που είχαν τον ίδιο τρόπο σκέψης με εμάς και να δουλέψουμε μόνοι μας. Παίζαμε για την αναρχική κολεκτίβα Warzone και κανονίζαμε συναυλίες σε πανεπιστήμια και στους πίσω χώρους κάποιων μπαρ που δεν ήταν φτιαγμένα για να κάνουν live. Γράφαμε κασέτες τις οποίες πουλούσαμε στις συναυλίες και ηχογραφούσαμε τραγούδια για επτάιντσα που αρχικά κυκλοφορούσαμε μόνοι μας και κατόπιν στέλναμε σε δισκογραφικές, fanzines και κολεγιακά ραδιόφωνα. Καταβάλαμε πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια, ενώ ταυτόχρονα δουλεύαμε ή σπουδάζαμε.

Τι ήταν αυτό σας έκανε να μπείτε σε ένα στούντιο και να αρχίσετε τις πρόβες, υπό αντίξοες συνθήκες;

Τότε είχαμε εμμονή με τη μουσική: ξοδεύαμε όλα τα χρήματά μας σε δίσκους, εισιτήρια συναυλιών και εξοπλισμό. Θέλαμε να φτιάξουμε μόνοι μας μουσική τόσο καλή όσο ήταν η μουσική που μας άρεσε. Τότε πολλές ιρλανδικές μπάντες ακούγονταν σαν τους U2 ή τους Guns ‘N’ Roses, όμως εμείς θέλαμε να φτιάξουμε κάτι με έμπνευση τη δική μας μουσική παιδεία: το ιρλανδέζικο πανκ, το αμερικανικό hardcore, το noise και το new beat techno, τους Public Enemy και τον Captain Beefheart.

Therapy?

Βρήκαμε ένα παλιό εγκαταλελειμμένο σπίτι στο Rathcoole, μια πολύ μικρή πόλη - ένα σπίτι που το διαχειριζόταν μια κολεκτίβα μουσικών που ονομαζόταν Newtownabbey Musicians Self Help Group. Έκανε κρύο και είχε υγρασία, όμως ήταν απομονωμένο οπότε μπορούσαμε να κάνουμε όσο θόρυβο θέλαμε. Επίσης ήταν πάμφθηνο, και έτσι περνούσαμε όση περισσότερη ώρα μπορούσαμε εκεί μέσα.

Ποιοί ήταν οι καλλιτέχνες που άκουγαν οι Therapy? σπίτι τους και θαύμαζαν τον ήχο τους;

Από πιο «κοντινές» τοπικά μπάντες μας άρεσαν οι Undertones, Stiff Little Fingers, That Petrol Emotion, Rudi, Pink Turds In Space, F.U.A.L., Strontium Dog, DFA (Draw A Funny Animal) και LMS.

Τα διεθνή ακούσματά μας ήταν πολύ ευρέα, αλλά οι αγαπημένοι μας ήταν οι Big Black, Rapeman, Minor Threat, Die Kreuzen, Fugazi, Ministry, Nomeansno, Voivod, Sonic Youth, Jesus Lizard, Erotic Dissidents, Meat Beat Manifesto, οι Metallica (τα πρώτα τρία άλμπουμ), οι Public Enemy και διάφορα άλλα.

Ίσως προσπαθούσαμε υπερβολικά σκληρά να κρατήσουμε μια απόσταση από την grunge σκηνή

Το 1992 κυκλοφορεί το "Nurse", και μέχρι το 1995 η μπάντα πραγματικά καθιερώνεται και έχει εκτοξευτεί. Ταυτόχρονα το grunge μοιάζει να κυβερνά τον κόσμο. Μια τόσο ξαφνική αναγνώριση μέσα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα ήρθε απότομα στον κόσμο των Therapy?; Τι θυμάσαι από τότε;

Μας θυμάμαι να προσπαθούμε να αποφύγουμε τον όρο "grunge". Ήμασταν τεράστιοι φαν των Tad, των Mudhoney και των πρώιμων Nirvana, αλλά θέλαμε να εκπροσωπούμε και άλλα είδη. Η πρώτη μας μεγάλη εταιρεία, η Α&Μ, ήθελε να ηχογραφήσουμε τον δίσκο με τον Butch Vig αλλά εμείς επιλέξαμε τον Harvey Birrell, προηγούμενο παραγωγό και ηχολήπτη μας, γιατί ήξερε όλες μας τις επιρροές. Όταν το σκέφτομαι εκ των υστέρων, θεωρώ ότι ίσως προσπαθούσαμε υπερβολικά σκληρά να κρατήσουμε μια απόσταση από την κρατούσα σκηνή, γιατί οι κιθάρες σε αυτόν τον δίσκο είναι αδύναμες και τα τύμπανα υπερβολικά, αλλά τουλάχιστον είχε μέσα το "Teethgrinder", που ήταν το πρώτο single από το άλμπουμ και δεν έμοιαζε με τίποτα άλλο - άσε που σίγουρα, δεν ήταν grunge.

Το άλμπουμ τράβηξε την προσοχή του παγκόσμιου μουσικού Τύπου, οπότε τουλάχιστον ο κόσμος έμαθε το όνομά μας. Όλοι ασχολούνταν ακόμα με το grunge οπότε η δημοσιότητα δεν ήταν υπερβολική - ήταν διαχειρίσιμη, και παραμείναμε underground.

Τι πιστεύεις ότι άλλαξε μετά το 1996 στην μουσική βιομηχανία, όταν το grunge άρχισε να ξεφουσκώνει;

Στη Βρετανία και την Ιρλανδία υπήρχαν μεγάλες αλλαγές στη μουσική - τον θάνατο του Kurt Cobain ακολούθησαν τίτλοι όπως «το τέλος του grunge» και όλοι, δημοσιογράφοι και κοινό, έψαχναν κάτι νέο και λιγότερο καταθλιπτικό. Αυτό σήμανε την έλευση της brit pop, του trip hop και του pop punk. Ξαφνικά ξεκίνησαν να κατηγοριοποιούν και εμάς ως "grunge" και να μας βλέπουν ως μια μπάντα που δεν είχε σχέση με το νέο τοπίο.

Αν σου ζητούσα να μου συγκρίνεις τις δεκαετίες των '80s, '90s και '00s, πότε θυμάσαι, είτε ως άνθρωπος είτε ως μουσικός, να περνάς καλύτερα;

Ως μουσικός πέρασα υπέροχα στις αρχές των ‘90s, και τώρα, τα τελευταία 5 χρόνια. Ως άνθρωπος άρχισα να απολαμβάνω την μπάντα μόνο τα τελευταία 10 χρόνια. Η περίοδος 1996 - 2004 δεν ήταν χαρούμενη για εμένα: ένιωθα σαν να έπρεπε να ξυπνήσω και να αντιμετωπίσω ένα φοβερό hangover, μια μελαγχολία. Το να παίζεις μπροστά σε κοινό υπήρξε πάντα υπέροχο αλλά η γραφειοκρατία γύρω από τη μουσική, και οι μικροπολιτικές των ανθρώπων τριγύρω μας είχαν αρχίσει να αποτελούν μεγάλο πρόβλημα. Από το 1988 μέχρι το 1994 ήταν όλα υπέροχα - συγκεκριμένα το 1995 υπήρξε φοβερή χρονιά, λόγω της ατέλειωτης διασκέδασης και του ακραίου partying.

Από το 2005 και μετά απολαμβάνω τα πάντα στους Therapy?: το να γράφω μουσική, το να παίζω μουσική και το να περιοδεύω σε όλο τον κόσμο.

Όταν ακούγαμε την μουσική των Husker Du, ταυτιζόμασταν με την αίσθηση του να σε παραγνωρίζει και να σε αγνοεί ο κόσμος

Δεν μπορώ να μην σε ρωτήσω για τις διασκευές των Therapy? Μια από τις αγαπημένες μου φυσικά είναι το "Diane", το οποίο θυμάμαι να το βλέπω στο MTV και να ανατριχιάζω. Αυτό μάλιστα αποτέλεσε την αφορμή να μάθω μέσω των Therapy? τους Husker Du και να γίνουν μια από τις αγαπημένες μου μπάντες. Με ποιο κριτήριο επιλέγουν οι Therapy? τις διασκευές τους; Είναι καθαρά αισθητικό ή άπλα αποτελεί κάποιο φόρο τιμής;

Πολλά γκρουπ από αυτά που ακούγαμε ως παιδιά έκαναν διασκευές: οι Ramones το "Do You Wanna Dance", οι Clash το "Police And Thieves", οι Stiff Little Fingers το "Johnny Was", οι Dickies το "Paranoid", οι Snuff το "I Think We’re Alone Now" και φυσικά οι Metallica το ΕΡ "Garage Days Revisited". Παίζαμε ανέκαθεν κομμάτια άλλων για «προθέρμανση» - τα  "Pink Turns Blue" και "Diane" των Husker Du, το "Gloria" του Van Morrison και το "Kerosene" των Big Black.

Καθώς ηχογραφούσαμε το "Infernal Love" κάναμε ζέσταμα με το "Diane" και μια μέρα ο παραγωγός μας Al Clay μας ρώτησε για αυτό το κομμάτι. Αργότερα, όταν ο τσελίστας Martin McCarrick μπήκε στο στούντιο για να παίξει στο "Bad Mother", άκουσε και εκείνος το "Diane" και του προσέθεσε έγχορδα. Ήμασταν θαυμαστές των This Mortal Coil, οπότε προτείναμε να φτιάξουμε ένα κουαρτέτο και να παίξουμε το τραγούδι κάπως σαν αυτούς, και voila! Να η "Diane", όπως την ξέρουμε όλοι τώρα.

Therapy?

Με τον πρόσφατο θάνατο του Grant Hart, αυτή η διασκευή έχει πάρει άλλη διάσταση στο μυαλό μας, και μας θυμίζει πάντα την επιρροή που είχαν πάνω μας οι Husker Du τον πρώτο καιρό. Έμοιαζαν πάντα κανονικοί άνθρωποι, έτσι όπως νιώθαμε πάντα και εμείς, αλλά έπαιζαν με ένα πάθος και μια ορμή που μπορούσε να έχει προέλθει μόνο από την αίσθηση του να σε παραγνωρίζει και να σε αγνοεί ο κόσμος, κάτι με το οποίο ταυτιζόμασταν όταν τους ακούγαμε.

Έχω μια φωτογραφία στο σπίτι μου, υπογεγραμμένη από τον Grant Hart, που τον απεικονίζει να στέκεται κάτω από μια πινακίδα της Robert Street, στο Cork. Είναι μια αναφορά στο "Diane", όπου, μεταξύ των στίχων, αναφέρεται και αυτή η οδός. Νομίζω ακόμα δεν έχω ξεπεράσει το ότι ο Grant δεν είναι εδώ πια.

Πώς είναι να περιοδεύεις ως τρίο; Πόσες απαιτήσεις έχει το τεχνικό κομμάτι (εξοπλισμός κλπ) για να βγει τελικά το επιθυμητό αποτέλεσμα, ο χαρακτηριστικός ήχος των Therapy?; Πως λειτουργεί η χημεία μεταξύ σας όταν είστε στο δρόμο για πολύ καιρό;

Λειτουργούμε καλύτερα ως τρίο, μας έρχεται πιο φυσικά. Εννοείται πως έχουμε κάποιους συνεργάτες on stage αλλά στον πυρήνα είμαστε οι τρεις μας. Εγώ, ο Michael και ο Neil τα πάμε μεταξύ μας καλύτερα από οποιοδήποτε line-up μέχρι στιγμής. Το πρώτο line-up, με εμένα, τον Michael και τον Fyfe ήταν συναρπαστικό, αλλά σύντομα προσωπικότητες πολύ διαφορετικές άρχισαν να συγκρούονται και ψέματα κατέστρεψαν τη φιλία και τη δουλειά μας. Το δεύτερο line-up ποτέ δεν πήγε τόσο καλά γιατί η λογική του «κουαρτέτου» δεν μας ταίριαξε, αλλά τώρα πραγματικά είμαστε στην καλή μας φάση.

Αφού σε ευχαριστήσω για την συνέντευξη, να σου πω ότι έχω δεδομένη την καλή σχέση της μπάντας με το ελληνικό κοινό. Στο Gagarin 205 αυτή την φορά τι περιμένουμε;

Υπάρχει ενθουσιασμός, γιατί παίζουμε στον αγαπημένο μας χώρο, σε μια πόλη που αγαπάμε πολύ - επίσης περιμένουμε πολύ σπέσιαλ ατμόσφαιρα, καθώς πρόκειται για τον εορτασμό των γενεθλίων του Gagarin 205 και για μια γιορτή των ανθρώπων πίσω από αυτόν. Θα παίξουμε πολλά κομμάτια που ξέρετε όλοι, και ίσως υπάρξουν και κάποιες εκπλήξεις. Ανυπομονώ να ανεβώ στη σκηνή και να σας δω όλους από κοντά.

  • SHARE
  • TWEET