Svalbard

The Weight Of The Mask

Nuclear Blast Records (2023)
Από την Ειρήνη Τάτση, 06/10/2023
Το δυσβάσταχτο, παγωμένο βάρος της λειτουργικής κατάθλιψης
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Στις αδυναμίες μου είμαι αυστηρή κριτής. Μα γίνομαι ακόμη φανατικότερη οπαδός όταν επιβεβαιώνουν τις προσδοκίες μου. Ο λόγος αυτή τη φορά για τους Svalbard, το Βρετανικό συγκρότημα που κέρδισε από νωρίς την καρδιά μου, με τον τρόπο που διαχειρίστηκε την καλλιτεχνική του δημιουργία. Από τα υπόγεια και τον τρόπο που διαχειρίστηκαν τους εαυτούς τους μετά τις αποκαλύψεις για την τότε δισκογραφική τους εταιρία, Holy Roar και το σκληρό post-hardcore του "It’s Hard To Have Hope" μέχρι και το "When I Die, Will I Get Better?", ένα από τα βασικοτερα στηρίγματά μου κατά την περίοδο της κλεισούρας και της πανδημίας, οι Svalbard δεν απογοήτευσαν λεπτό και έγιναν φωνή για πολύ δύσκολες στιγμές. Η σταθερή και απαράλλαχτη τριάδα των Serena Cherry, Liam Phelan και Mark Lilley κέρδισε την αξία της και πλέον το όνομά της ακούγεται και βρίσκει σπίτι στην Nuclear Blast.

Έμενε μόνο να δούμε τι θα ερχόταν μετά. Αφότου πέρασαν μια αρκετά μακρόχρονη περιπέτεια για να βρουν ένα μόνιμο μέλος πίσω από το μπάσο του συγκροτήματος, ο Matt Francis φαίνεται να επιλέχθηκε ως ο τέταρτος σωματοφύλακας και μετά από έναν σοκαριστικά καλό δίσκο, το μέλλον ήταν αβέβαιο. Θα τον ξεπερνούσαν ή θα έπεφταν στο λάκκο της επανάληψης; Θα έχαναν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους ή θα αγωνιζόντουσαν με περίσσιο άγχος να δημιουργήσουν κάτι εντελώς νέο; Ευτυχώς δεν συνέβη τίποτα από τα παραπάνω. Οι Svalbard με το "The Weight Of The Mask" ξεπερνούν τους εαυτούς τους και παραδίδουν τον πιο πληθωρικό δίσκο της καριέρας τους.

Τα σημάδια ήταν έκδηλα ήδη από τα singles. Η σύσταση με ένα κομμάτι όπως το "Faking It" δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά ανατριχιαστική. Ένα απόλυτο μείγμα post-hardcore, crust-punk, metallic hardcore, ατμοσφαιρικού black, όλα δένουν σε μία αρμονική σύνθεση καταπιεσμένης οργής. Πόσο μάλλον όταν αυτό είναι εν τέλει και το πρώτο κομμάτι του δίσκου που ακολουθείται από το ακόμη περισσότερο επιθετικό "Eternal Spirits". Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, "When I Die, Will I Get Better?", το "The Weight Of The Mask" δεν ελπίζει. Κουράζεται. Τα μοτίβα της καταθλιπτικής παραίτησης χρωματίζουν το δίσκο με πλουραλιστικές συνθέσεις, ειρωνικά χτισμένες majore μελωδίες και έναν άκρατο στιχουργικό λυρισμό, στα όρια της καταραμένης ποίησης. Δεν υπάρχει πια ελπίδα, ούτε μετά το θάνατο, υπάρχει μόνο κούραση και σκοτάδι. Το μωβ χρώμα, επιλεγμένο να ορίζει καλλιτεχνικά τη θλίψη, κατακλύσει ένα εξώφυλλο ζοφερό που κρατά τον τραγοκέφαλο πρωταγωνιστή του, μεταφέροντάς τον από τα ζεστά, φθινοπωρινά χρώματα του εξωφύλλου του προηγούμενου δίσκου σε ένα τοπίο παγωμένο από τη συναισθηματική ζεστασιά και όχι από τον καιρό.

Ο δίσκος αγγίζει συναισθηματικά υψίπεδα από τη μέση όπου συναντάμε το "Lights Out". Από τον πιο σημαντικό ίσως στίχο της χρονιάς, "I am too depressed to show you how depressed I am", όλα σπάνε σε μία ατμοblack μελωδία και τη Serena στα σπάνια μα τόσο όμορφα που καταλήγουν εύθραυστα, καθαρά φωνητικά της. Όταν η μουσική σε κάνει να θες να λυγίσεις σε μία γωνία και να θες να βγάλεις το δέρμα σου σε πλήρη κατανόηση ξεσπώντας σε κλάματα (αυτό έχει συμβεί μόνο άλλη μία φορά φέτος με το εξαιρετικό Spanish Love Songs), έχει επιτύχει ένα σκοπό. Μπορεί να μην είναι αυτός ευχάριστος, αλλά δεν έχει καμία σημασία. Το "The Weight Of The Mask" παρά το συναισθηματικό του βάθος δεν στερείται γλυκών σημείων, ακριβώς όπως φυσικά και τα άτομα με λειτουργική κατάθλιψη δεν είναι πάντοτε θλιμένα ενώ σίγουρα, αποφεύγουν να το δείχνουν. Από το "Defiance" μέχρι το "Pillar In The Sand" που θυμίζει μια συλλογή από όλες τις καλύτερες στιγμές των Alcest (μεγάλη αδυναμία των Svalbard αν αναλογιστείς ότι και το "November" θυμίζει τις πιο καθαρές black επιρροές τους), μικρές στιγμές λύτρωσης δίνουν ανάσες στον πνιγηρό ωκεανό που έχουν δημιουργήσει σταγόνα-σταγόνα οι Svalbard.

Είναι η γλύκα και η ομορφιά του "How To Swim Down" που ανοίγει μελωδίες καθαρά rock φύσης όμως, που οδηγεί αργά και σταθερά στο τεράστιο "Be My Tomb", ένα από τα καλύτερα κι αυτό κομμάτια του δίσκου. Από το "Faking It" και τα τελευταία οχυρά αντοχών, το "To Wilt Beneath The Weight" σπάει. Από ένα αριστουργηματικό κομμάτι σε ένα δεύτερο, οι Svalbard γονατίζουν εντός ενός κύκλου και χαρίζουν μια συγκινητική δουλειά, γεμάτη ασφυκτικά με στιγμές που θυμίζουν αυτό το τόσο ενοχλητικό μα τόσο γνώριμο συναίσθημα: όταν νιώθεις ένα τέτοιο βάρος στο στήθος, όταν νιώθεις ότι τα μάτια σου θα εκραγούν, οι λέξεις δεν μπορούν να βγουν από το στόμα παρά μόνο με λυγμούς. Είναι τέτοιο το τέρας της κατάθλιψης που σε ωθεί από το απόλυτα φυσιολογικό στο εντελώς παρανοϊκό σε δευτερόλεπτα, ειδικά όταν η ανάγκη σου για λειτουργικότητα δεν σε αφήνει να επιτρέψεις στον εαυτό σου να δείξεις τριγύρω τον πόνο - και το "Weight Of The Mask" έχει μετατρέψει όλες αυτές τις σκέψεις σε μουσική μεγάλης καλλιτεχνικής ποιότητας.

Οι Svalbard δούλεψαν καιρό και συνέθεσαν ένα δίσκο τρομακτικό. Με άγνοια κινδύνου, αφήνομαι στις συγκλονιστικές μελωδίες τους και με αυτοπεποίθηση παραδέχομαι παρά την όποια δεύτερη σκέψη ότι τα κατάφεραν ξανά. Είναι σημαντικό να έχουμε τέτοια συγκροτήματα στο πλάι μας, χωρίς βέβαια να ξεχνάμε ένα πράγμα: "Nothing is sacred".

Bandcamp | Spotify

  • SHARE
  • TWEET