Lenny Kravitz

Blue Electric Light

Roxie Records /BMG (2024)
Η αειθαλής γοητεία του ερωτισμού άνευ ουσίας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τον Lenny Kravitz σαν να τον γνωρίζουμε με ομόκεντρους κύκλους: πρώτα τα πόσα διάσημα κομμάτια που έχει γράψει για τον ίδιο και για άλλους (είτε συνειδητοποιείς ότι είναι δικά του είτε όχι), έπειτα το σήμα κατατεθέν του μακριού κασκόλ και των μαύρων γυαλιών του, που είναι σαν να του τα χουν βιδώσει στο πρόσωπο, και εν τέλει η εκτενής δισκογραφία και τα πεπραγμένα του, που εδώ και χρόνια διατηρούνται σε κάποια στάνταρ. Είναι ο Kravitz, που χρόνια τώρα συνδυάζει αρκετά μαεστρικά την pop με λίγο funk, λίγα blues, κι ενίοτε κάμποση ροκ, κι έχει φτιάξει ένα αρκετά διάφανο, μα άμεσα αναγνωρίσιμο στυλ. Τώρα, θα γίνουμε κλισέ και άδικοι να πούμε ότι απ’ το "5" κι εξής δεν κυκλοφόρησε κάτι ιδιαίτερο, καθώς υπάρχουν και στιγμές που φαίνεται ότι παθαίνει εκλάμψεις.

Όμως ο Lenny Kravitz δεν είναι από εκείνα τα ονόματα που μένουν στον αφρό απλά και μόνο επειδή γράφουν τον έναν αριστουργηματικό δίσκο μετά τον άλλον, αλλά επειδή έχουν την ικανότητα να παρεισφρέουν στο χώρο του airplay με ευκολία, κι έχουν καταξιωθεί ως hit-makers, και άρα ζωτικό κομμάτι της μουσικής βιομηχανίας (από το 2018 που κυκλοφόρησε το "Raise Vibration" νιώθω ότι το "Low" παίζει σε 24ωρη λούπα σε κάποιους ραδιοφωνικούς σταθμούς). Έτσι, με κάθε νέο άλμπουμ, το πρώτο που θα ρωτήσεις είναι αν υπάρχουν εκείνα τα κομμάτια που θα μπορούσαν εύκολα να αποτελέσουν γεγονός, κι η αλήθεια είναι ότι το "Blue Electric Light" δεν αφήνει (πολλά) περιθώρια για παράπονα. Βάζεις το "TK421" και ακούς το πνεύμα του Prince να ζει και να βασιλεύει, με μπόλικες δόσεις funk μπάσου και clavinet, μαζί μ’ ένα σόλο σαξόφωνο που αν είσαι λάτρης του οργάνου θα το αγαπήσεις άσχετα από την πολλή τυρίλα που το συνοδεύει – ή ίσως κι εξαιτίας αυτής.

Από την άλλη, έχεις κι ένα "Human" γεμάτο cowbells, παλαμάκια, και καμπανίτσες, που ωστόσο έχει τα φόντα να γίνει επίσης το αισιόδοξο και easy listening τραγούδι που ήρθε για να μείνει, όχι χωρίς τη βοήθεια μίας φωνητικής προσέγγισης που χτίζει την ένταση για να την οδηγήσει στην κορύφωση στο ρεφραίν, που αποτελεί και από τα πιο αξιομνημόνευτα του δίσκου.

Χωρίς να απομακρύνεται από τη φόρμουλα στην οποία έχει κατασταλάξει τα τελευταία αρκετά χρόνια, γράφει και μερικά κομμάτια τα οποία μπορεί να μην είναι προορισμένα να γίνουν επιτυχίες, αλλά παρ’ όλα αυτά θα τραβήξουν την προσοχή, όπως το πολύ αισθησιακό "It’s Just Another Fine Day (In The Universe of Love)", που παρά τον απαράδεκτο τίτλο του που θυμίζει τις τρολιές των Akerstache, έχει έναν chill ήχο, και χτίζεται πάνω σε μία κουλ μπασογραμμή που δένει όμορφα με τα bluesy σόλο, και δεν προξενεί καμία εντύπωση που είναι πρώτο στη σειρά, ανεβάζοντας αμέσως τις προσδοκίες για προβλέψιμα μεν, αλλά παρ’ όλα αυτά ενδιαφέροντα τραγουδάκια που θα λειτουργήσουν καταλυτικά σε βραδιές προσωρινού ερωτισμού.

Προσδοκία που θα ικανοποιηθεί στο εκατό τοις εκατό για το υπόλοιπο του δίσκου, καθώς υπάρχει μία διάχυτη αίσθηση ότι τα κομμάτια γράφτηκαν πολύ περισσότερο για να ανταποκριθούν σε μία αισθησιακή και σεξουαλική περσόνα με κουλ αύρα, παρά για να πουν κάτι συγκεκριμένου. Τραννό παράδειγμα το "Paralyzed", που παρ’ όλο που φέρει μία ενδιαφέρουσα ροκ σκοτεινιά, απέχει παρασάγκας από το να έχει οποιοδήποτε κιθαριστικό ενδιαφέρον, σ’ αντίθεση με τα riff-άτα hits του παρελθόντος. Για να μην μιλήσουμε για το "Let It Ride", που ακούγεται σαν το 8-bit soundtrack που θα έπαιζε το Nintendo όταν ο super Mario επιτέλους επανασυνδέεται με την Peach στο τελευταίο κάστρο.

Ο Kravitz είναι ωραίος, έχει στυλ, είναι ευκολοάκουστος, θα περάσεις καλά θες δε θες, έτσι δεν είναι; Φέρει αυτή την αβίαστη και απενοχοποιημένη διασκέδαση τραγουδιών που προσφέρονται για χορό στο τώρα, κι ύστερα από λίγα λεπτά δεν σου έχει μείνει κάτι πέρα από τα ρεφραίν που με ιδιαίτερη προσοχή εισβάλλουν κάτω από το δέρμα σου με λίγες ακροάσεις. Ίσως είναι οι γενικόλογες συνθέσεις, ίσως ότι τα κομμάτια εξελίσσονται πάνω σε πέντε βασικά στοιχεία κι ύστερα δεν συμβαίνουν και πολλά παραπάνω, σαν να πρόκειται για backing tracks, ίσως να πρόκειται για τους λοβοτομημένα απλοϊκούς στίχους που για νιοστή φορά εκτοξεύουν σεξαπίλ προς κάθε κατεύθυνση, και αισιοδοξία για την αισιοδοξία. Κάτι είναι πάντως, και παρά την ωραία ατμόσφαιρα και την πολύ καλή παραγωγή, το "Blue Electric Light" είναι ένας δίσκος που ποντάρει στην ασφαλή οικειότητα, κι είναι τόσο αιχμηρός όσο ένα στιλέτο φτιαγμένο από βούτυρο.

Καλά όλα αυτά, αλλά τι επίδραση έχουν στην πορεία του Lenny Kravitz ως μουσικό και καλλιτέχνη; Όπως κάθε άκακο πράγμα, έτσι και το "Blue Electric Light" αδυνατώ να φανταστώ πώς θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε άλλη επιρροή στον γενικότερο μύθο του Kravitz πέρα απ’ την επιβεβαίωσή του. Διότι όσα άτομα δεν τον άκουγαν ως τώρα, δεν έχουν λόγο να μετανοήσουν, ούτε κάποιος σκληροπυρηνικός φαν θα αλλαξοπιστήσει. Τουναντίον, μάλλον θα βρει άλλη μία ντουζίνα κομματιών να συντροφεύουν τα καλοκαιρινά απογεύματά του, με ωραία παιξίματα και μπάσα που χορεύουν στα ηχεία σου. Ακόμη κι αν το δούμε αυστηρά, το κέρδος βρίσκεται σ’ όλη την υπόλοιπη μερίδα του κοινού, που έχει την επιλογή είτε να προσπεράσει ελεύθερα, είτε να βρει αφορμή να ξεσκονίσει τις πολλές καλές επιτυχίες που έχει κατά καιρούς γράψει ο Kravitz, ίσως εν αναμονή της συναυλίας του στις 2 Αυγούστου, στα πλαίσια του φετινού Athens Rocks. Ε, κι εντάξει, και στα κομμάτια που θα παίξει από το νέο άλμπουμ πάλι καλά θα περάσουμε.

Spotify

  • SHARE
  • TWEET