Jag Panzer

The Hallowed

Atomic Fire (2023)
Από τον Σπύρο Κούκα, 07/06/2023
Στον καλύτερο τους δίσκο από την εποχή του "Mechanized Warfare", οι Jag Panzer διδάσκουν πως παίζεται το πραγματικό US power metal
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η ζωντανή ιστορία του US power metal, η μπάντα που με το ντεμπούτο της έδειξε τον απόλυτο τρόπο για να παίζεται αυτό το υποϊδίωμα του κλασικού heavy metal και με την πορεία της όρισε την έννοια της αδικίας που πολλά σχήματα του σιναφιού τους αντιμετώπισαν στα πολλά πρώτα χρόνια της ύπαρξης τους, οι Jag Panzer, επιστρέφουν μετά από έξι χρόνια στη δισκογραφία. Οι Αμερικάνοι metallers αποτελούν πλέον βετεράνους της σκηνής, έχοντας μια ντουζίνα δίσκους και 40 χρόνια δημιουργίας στις πλάτες τους, έχοντας κερδίσει την αναγνώριση για το σπουδαίο τους δισκογραφικό έργο και συνεχίζοντας απτόητοι να μας απασχολούν κάθε όποτε οι ίδιοι αισθάνονται πλέον έτοιμοι.

Μάλιστα, το νέο τους άλμπουμ έρχεται σε μια μάλλον ομαλή περίοδο σχέσεων για την μπάντα, η οποία ανά τακτά χρονικά διαστήματα μαστίζονταν από διάφορα συμβάντα, αλλά και από το εκρηκτικό ταπεραμέντο του Τυράννου των φωνητικών ακροβασιών, του μοναδικού Harry Conklin, με αποτέλεσμα κάποια διαστήματα παύσης εργασιών. Πλέον, με σταθερό lineup και τον Mark Briody να έχει άπλετο χρόνο να χτίσει τις νέες συνθέσεις, οι Jag Panzer επιστρέφουν με τον καλύτερο δίσκο που έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία 20 χρόνια, θυμίζοντας τις εποχές του συντριπτικού "Mechanized Warfare".

Στο post-apocalyptic concept του "The Hallowed", οι Jag Panzer επιτυγχάνουν να ακουστούν πειστικοί σαν άλλοτε, με όπλα το εξαιρετικά συνεπές songwriting και τις υπερβατικές ερμηνείες του αειθαλούς Tyrant. Με πληθώρα καλών riff σε κάθε κομμάτι, τον Ken Rodarte να συμμετέχει για πρώτη φορά σε δίσκο τους προσθέτοντας μερικά καλοβαλμένα lead κιθαριστικά μέρη και το υλικό να μην κάνει κοιλιά - σχεδόν - πουθενά, η μπάντα κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα από τον καθένα, χαρίζοντας μας ένα δίσκο υπεράνω των προσδοκιών μας.

Ας είμαστε, άλλωστε, ειλικρινείς. Με εξαίρεση το αβυσσαλέο "Dissident Alliance", οι Αμερικάνοι έχουν μια συνεπέστατη δισκογραφία με σημαντικές κορυφώσεις, αλλά και την αναμενόμενη πτώση σε όρους έντασης και ποιότητας εντός των ‘10s. Εδώ, ανακαλύπτοντας μάλλον κάποιο ελιξίριο νεότητας, οι Panzer επανεφευρίσκουν εαυτούς και καθηλώνουν, με αιχμή του δόρατος έναν Conklin ασυγκράτητο, να μην σε αφήνει να διανοηθείς ότι ο κυριαρχικός τραγουδιστής που ακούς διανύει ήδη τα πρώτα χρόνια της έβδομης δεκαετίας της ζωής του.

Κατά τα λοιπά, η συνθετική συνταγή της μπάντας παραμένει αναλλοίωτη με τα χρόνια, με σαφείς επιδράσεις από σχήματα - κολοσσούς αυτής της μουσικής (βλ. Iron Maiden, Judas Priest, αλλά και Dio - στο mid-tempo "Ties That Bind"), ένα ψευδεπίγραφο epicness σε ανάπτυξη κι ατμόσφαιρες, αλλά και μια ενδιαφέρουσα θεματική που περιγράφει ένα μετά-αποκαλυπτικό μέλλον από την οπτική πλευρά των ζώων. Συγχρόνως, η αυτοαναφορικότητα της μπάντας σε στιγμές του ένδοξου παρελθόντος της δίνει έξυπνες παραπομπές (βλ. "Edge Of A Knife", το οποίο υπενθυμίζει τα χρόνια των "Fourth Judgement" και "Thane To The Throne"), δίνοντας μια αίσθηση συνέχειας στο όλο αποτέλεσμα. Σε τεχνικά, δε, ζητήματα, ο ήχος είναι αυτός που αρμόζει στο συγκεκριμένο ιδίωμα, απέχοντας από άσκοπες υπερβολές που επιτάσσει ο «σύγχρονος» ήχος, με τη μίξη να έχει πραγματοποιηθεί στα θρυλικά Morrisound και το mastering να το έχει επιμεληθεί ο Ισραηλινός Maor Appelbaum.

Το καταληκτικό "Last Rites", τελικά, ολοκληρώνει με τον καλύτερο τρόπο ένα δίσκο που θέλαμε να μπορούν να κυκλοφορήσουν ακόμη οι Jag Panzer, τόσο πλήρη και απρόσμενα ποιοτικό συνολικά που σχεδόν ενθουσιάζει. Άλλωστε, τέτοιες μπάντες κρίνονται πλέον μονάχα συγκριτικά με τον ίδιο τους τον εαυτό, καθώς αν συζητήσουμε για το συνολικό περίγυρο, μισή τσιρίδα του Tyrant αρκεί για να σβήσει (sic) τον όποιο ανταγωνισμό.

  • SHARE
  • TWEET