Sun Of Nothing, Rita Mosss, Okwaho @ An Club, 24/02/24

Τρία από τα καλύτερα εγχώρια μας διαμάντια, σε μια συναυλία που προκάλεσε δέος

Από την Ειρήνη Τάτση, 27/02/2024 @ 08:18

Για του λόγου το αληθές, η συναυλία του Σαββάτου ίσως να είναι μια από αυτές που ανέμενα περισσότερο για τη χρονιά του 2024. Σίγουρα, πρόκειται να μας επισκεφθούν πολύ μεγάλα ονόματα φέτος και τα λοιπά, ωστόσο σπάνια συναντάω line-ups όπου τρέφω μεγάλη αγάπη για τη μουσική όλων των συγκροτημάτων στον κατάλογο. Οι Sun Of Nothing με νέα δισκογραφική δουλειά ωστόσο μετά από τόσα χρόνια, είναι κάτι που δεν μπορείς παρά να αναμένεις καρτερικά, είτε είσαι νέος, είτε παλαιότερος οπαδός. Οι δε Rita Mosss, ίσως και να είναι μία από τις δυνατότερες συναυλιακά εγχώριες μπάντες που έχουμε να δείξουμε, ενώ οι Okwaho αποτελούν ανερχόμενη στιβαρή δύναμη του ήχου. Η στιγμή έφτασε λοιπόν, και ήμασταν εκεί από νωρίς για να προλάβουμε να προσθέσουμε το πολυπόθητο, εκπληκτικό "Maze" στη δισκοθήκη μας.

Το πρώτο που θα παρατηρούσε κανείς εντός του An Club από πριν ξεκινήσει να παίζεται ζωντανή μουσική ήταν το κλίμα μεταξύ του κοινού, έμοιαζε λες και είχαν έρθει εκεί όλοι για έναν πολύ ανώτερο, ήρεμο σκοπό, νέοι και παλιοί, γνώριμοι και άγνωστοι είχαν μια ηρεμία, μια προσμονή στο βλέμμα που προσωπικά μου φάνηκαν πρωτοφανείς. Ο κόσμος έσπευσε από νωρίς να στηρίξει το Σάββατο το βράδυ, πράγμα λογικό μιας που πρώτοι στη σκηνή εμφανίζονται οι Okwaho. H post-sludge τριάδα που κέρδισε τις εντυπώσεις όλων με την περσινή κυκλοφορία τους, "The Usurper Regime", κάθε φορά φαίνεται και πιο σίγουρη επί τη σκηνής. Κάθε φορά όσο κι αν μπορεί να πάλλεται το άγχος μέσα τους, ο λύκος αναδύεται πιο δυνατός και αυτόνομος.

Χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αυτή τη φορά, ήταν και η πρώτη που τους έβλεπα χωρίς του συνηθισμένους προσκεκλημένους τους στη σκηνή για πρόσθετα φωνητικά κι αυτά δεν μου έλειψαν. Όχι πως δεν εμπλουτίζουν πάντοτε την απόδοσή τους και πως δεν είναι σημαντικό να τονίζουμε τη συνεργατικότητα ανάμεσα στα συγκροτήματα της σκηνής, αλλά από την άποψη ότι δεν χρειάζονται οι Okwaho συμπληρώματα για να σταθούν επί σκηνής. Με τα "What A Wonderful Hell" και "The Mermaid" να αποτελούν πλέον αγαπημένες και πλέον αναγνωρίσιμες συνθέσεις παρά τη διάρκειά τους, σίγουρα μιλάμε και για μουσική που σου μένει. Με τον ήχο με το μέρος τους, οι Okwaho σίγουρα κέρδισαν και τον τελευταίο στο χώρο που δεν τους ήξερε και άνοιξαν την όρεξη για όσους ήδη τους αγαπάμε και μας παρέσυραν στα ζοφερά βάθη της μουσικής τους. Δύσκολο να με απογοητεύσουν ποτέ τους.

Σειρά για τους Rita Mosss χωρίς πολλές καθυστερήσεις, με το An Club να βρίσκεται πλέον στην πιο ελκυστική μορφή του. Ένας χώρος γεμάτος μα όχι ασφυκτικά, με κόσμο που ξεχειλίζει προσμονή και καλή διάθεση. Εάν γνωρίζεις τη μουσική και τη φύση των Rita Mosss, το πιο Rita Mosss πράγμα που θα μπορούσαν να κάνουν θα ήταν να ανέβουν στη σκηνή με το backdrop των προπορευόμενων Okwaho να παραμένει στη σκηνή, είτε αυτό έγινε εκ προθέσεως, είτε κατά λάθος. Είναι άλλωστε αυτό το συγκρότημα που όλες τους οι ζωντανές εμφανίσεις συνοδεύονται από εκρηκτική ενέργεια και πάρα πολλή τρέλα. Η κόρνα ηχεί, δίνοντας το έναυσμα. Η, επίσης τριάδα των Rita Mosss επιδίδεται σε αυτό που ξέρει καλά να κάνει: μανιακό παίξιμο, ντέφια, μαράκες, τα κεφάλια τους τα ίδια, ημίτρελα ουρλιαχτά, με ήχο που τα εξυψώνει στο μέγιστο. 

Το διαφορετικό και ιδιαίτερο αυτής της εμφάνισης είναι πως ίσως για πρώτη φορά από αυτές που τους έχω παρακολουθήσει, ως κοινό δεν καταλήξαμε να παλεύουμε μεταξύ μας ή να κυλιόμαστε σε πεσμένες μπύρες ή τέλος πάντων, όλα αυτά τα καλά που συμβαίνουν στις εμφανίσεις των Rita. Θαρρώ πως φταίει το όλο βαρύ κλίμα της μουσικής που τους προπορεύτηκε αλλά και θα τους διαδεχόταν, που έφερε ως αποτέλεσμα την πλήρη προσοχή του κοινού στην μουσική τους απόδοση, αφήνοντας λίγο στην άκρη αυτή τη φορά τη διονυσιακή τρέλα που συνήθως μας προκαλούν. Σαν σε «παραμύθι», οι Rita Mosss το βράδυ του Σαββάτου βρέθηκαν σε μία κατάσταση που επιβεβαίωσαν ότι παρά το χιούμορ και τη διάθεση αυτοσαρκασμού που τους διέπει, διαθέτουν και άρτιες ικανότητες σε αυτό που κάνουν. Πάει καιρός από την κυκλοφορία του "Ολes" και σίγουρα η εμφάνιση τους μας θύμισε ότι ένας νέος δίσκος Rita Mosss θα ήταν κάτι παραπάνω από καλοδεχούμενος.

Σε περίπτωση που είχε πάει κάποιος από το κοινό να το ξεχάσει, επάνω στο κάγκελο της σκηνής του An γράφει ξεκάθαρα «Η-Ρ-Ε-Μ-Η-Σ-Ε». Πρόσφατα ο Ηλίας μας εξήγησε και έμεινε πιστός στο λόγο του, πως τα πολλά λόγια, είναι φτώχεια και λαβύρινθος. Εγώ δυστυχώς ή ευτυχώς, γεννήθηκα με ευχή και κατάρα να έχω την ανάγκη με λίγα ή πολλά λόγια να μιλήσω, να φωνάξω για αυτά που βιώνω – και σε αυτή την περίπτωση, ας μου το συγχωρέσουν οι Sun Of Nothing, θα βάλω λίγο παραπάνω λόγια στο τι μας έκαναν να βιώσουμε το βράδυ του Σαββάτου. Με το ήδη αγαπημένο μας "Maze" στις αποσκευές τους και ανανεωμένη σύνθεση στη σκηνή, οι Sun Of Nothing δεν θα μπορούσαν να μας προετοιμάσουν κάπως για αυτή τη βραδιά κατάνυξης. Ο προτζέκτορας γίνεται έ(κ)λειψη στο σκοτάδι. Με ένα set όπου το "Maze" εκτελέσθηκε στην ολότητά του αλλά και παλιές, αγαπημένες συνθέσεις, αυτή η οικογενειακή ζεστασιά του κοινού εξελίχθηκε σε κάτι ανώτερο.

Πολλά συγκροτήματα τείνουν να οικειοποιούνται την έννοια της λειτουργίας, της κατάνυξης, της υπερβατικής συλλογικής εμπειρίας στις εμφανίσεις τους. Οι Sun Of Nothing δεν λένε πολλά, δεν υπόσχονται, δεν παριστάνουν, ίσως να μην λένε και τίποτα, μα το καταφέρνουν. Ήταν απίστευτα ενδιαφέρον κατά τη διάρκεια αυτής της μιάμισης ώρας να κοιτάω τα πρόσωπα γύρω μου. Κάθε άνθρωπος ήταν απόλυτα δοσμένος και συνεπαρμένος με ό,τι έβλεπε και άκουγε. Όλοι μας μα ο καθένας ξεχωριστά, σε κάθε άκουσμα αυτών των ανήλιαγων riffs, σε κάθε ιαχή, σε κάθε χτύπημα τυμπάνων, ζούσε ταυτόχρονα την προσωπική του κόλαση μα και τη λύτρωση μαζί. Το κοινό κοιτούσε τους Sun Of Nothing με βία, μα και αγάπη πολλή.

Από τη μεριά τους, επάνω στη σκηνή, οι Sun Of Nothing δεν έχουν συναγωνισμό. Οι συναυλίες τους είναι κάθε φορά σαν να μην πέρασε μια μέρα. Οι κολασμένες κραυγές του Ηλία δεν ακουμπιούνται από το χρόνο, λογικά ζουν σε κάποιο ξεχασμένο σεντούκι, καλά φυλαγμένο, από το οποίο τις βγάζει μόνο για εμάς. Το κέντρο βάρους του σκότους τους, η κιθάρα, διαφυλάσσει την ασφάλειά μας από το χαμό. Ο ήχος τους, εφόσον υπήρξε και υπ' ευθύνη του πλέον drummer των Sun Of Nothing, τους δικαιώνει στο έπακρο. Η κατάνυξη είναι αδιαμφισβήτη, και η τριπλέτα των "Ghost", "Voidhanger" και "Buried Endeavors" από το "Maze" αναδεικνύεται ακόμη πιο τρανή απ' ότι η studio ηχογράφησή της.

Όλα τα κομμάτια του καινούριου δίσκου φυσικά, μπλεγμένα με σύντομα ή μακροσκελέστερα ταξίδια σε ένα όχι λαμπρό, μα τρισκατάρατο παρελθόν. Η επίσκεψη στο "The Guilt Of Feeling Alive" φαντάζει όνειρο, τις στιγμές που έρχονται τα "Unreached Soul" και "Catharsis". Κάθε δισκογραφικό βήμα παραπίσω μας φέρνει λίγο πιο κοντά στο γκρεμό. Το "Dead Hands And Stupid Hearts", μας φτάνει στο χείλος. Το "Impact" δε από το μακρινό "…and voices…", μας ρίχνει στην άβυσσο. Τρομακτική ζωντανή εκτέλεση. Τόσο που τρόμαξε το πανί από πίσω κι αυτό έπεσε μαζί μας στο χάος.

Για μιάμιση ώρα, απολαύσαμε και με το παραπάνω κάτι που φάνηκε στη συνείδηση μας σαν ένα λεπτό. Οι συναυλίες των Sun Of Nothing είναι σαν εκείνα τα αποκρουστικά λεπτά που διαρκούν για ώρες αλλά από την ανάποδη. Το αποτέλεσμα των δύο περιπτώσεων ωστόσο, το ίδιο. Νιώθεις κενός επειδή πέρασε κι έφυγε. Μια παράξενη ευχαρίστηση, εκεί που πραγματικά ανατέλλει ο ήλιος στο τίποτα. Οι Sun Of Nothing έκαναν για άλλη μια φορά το χρέος τους με άψογο τρόπο – να μας κάνουν να νιώσουμε όπως και αυτή όταν κάνουν την κοινωνική τους οργή μουσικές νότες. Η ιστορία γράφτηκε. Δεν θα τους βαρεθούμε ποτέ και η νέα τους δουλειά αποτελεί ήδη σημείο αναφοράς της σύγχρονης ελληνικής ακραίας μουσικής.

Φωτογραφίες: Μιχάλης Κουρής

  • SHARE
  • TWEET