Heavy Psych Sounds Fest: Orange Goblin, Nightstalker, Black Rainbows κ.ά @ Universe, 08/03/25
Μια φεστιβαλική μέρα στην οποία χορτάσαμε stoner μουσική διαφόρων υποκατηγοριών
Η Heavy Psych Sounds είναι μια ιταλική δισκογραφική εταιρεία που έχει στο οπλοστάσιό τους πολλά συγκροτήματα της ευρύτερης ηχητικής πανίδας του stoner. Από τη στιγμή που το συγκεκριμένο ιδίωμα είναι αρκετά αγαπητό στη χώρα μας, η πραγματοποίηση ενός φεστιβάλ στο οποίο θα έπαιζαν ονόματα της εταιρείας δεν ακουγόταν καθόλου κακή ιδέα. Η δεύτερη μέρα θα γινόταν στον νέο χώρο του Universe, τον οποίο επισκεφθήκαμε για πρώτη φορά με αφορμή τη συγκεκριμένη εκδήλωση.
Πρόκεται για ένα μεγάλο κτήριο δίπλα στην Εθνική Οδό, εντός του οποίου είχε στηθεί μια ευρύχωρη σκηνή. Στην πίσω πλευρά του κτηρίου είχε στηθεί (σε εξωτερικό χώρο) μια πλατφόρμα που έπαιξε τον ρόλο της δεύτερης, μικρότερης σκηνής. Το πρόγραμμα ήταν όσο πιο γεμάτο γινόταν, με πέντε συγκροτήματα να εμφανίζονται στη μικρή σκηνή και έξι στη μεγάλη. Τελευταία στιγμή είχαμε τη μετακίνηση των Sadhus από τη δεύτερη μέρα στην πρώτη, για να καλύψουν τα κενά των 1782 και Tuber που δεν μπόρεσαν να έρθουν, αλλά σε φεστιβάλ με τόσο πολλούς συμμετέχοντες αυτά τα απρόοπτα είναι πάντοτε αρκετά πιθανά ενδεχόμενα.
Τον λίγο άχαρο ρόλο του εναρκτήριο λακτίσματος είχαν αναλάβει οι Τούρκοι Congulus, στη μικρή σκηνή. Δυστυχώς, με μισάωρη καθυστέρηση που μας ανησύχησε από την αρχή (τελικά, ευτυχώς αδίκως) για το πότε θα σφυριζόταν τελικά η λήξη του φεστιβάλ. Το τρίο των ανατολικών μας γειτόνων έπαιξε ένα μισάωρο set ωραίου stoner, με αρκετά στοιχεία space και psych. Τα πλήκτρα έδιναν έναν έξτρα τόνο και οι λούπες στην κιθάρα «γέμιζαν» λίγο τον ζωντανό τους ήχο.
Μετακίνηση στον εσωτερικό χώρο για τους Βέλγους Wyatt E., οι οποίοι ήταν ένα τρίο με μαύρη αμφίεση ιερέων. Η μουσική τους ήταν αργή, βαρειά με λίγη σαπίλα στις κιθάρες που πήγαινε και λίγο προς sludge νότες, ενώ τα φωνητικά τους ήταν τα απολύτως απαραίτητα σε ποσότητα (δηλαδή, ελάχιστα). Η «φάση» τους φάνηκε αρκετά επαγγελματική, πράγμα στο οποίο βοήθησε και η μεγάλη, άνετη σκηνή, που δεν είχε καμία σχέση με τη μικροσκοπική πλατφόρμα στην οποία έπαιζαν οι μπάντες της δεύτερης σκηνής. Ο κόσμος που είχε μαζευτεί να τους δει δεν ήταν και λίγος, δεδομένου ότι η ώρα ήταν ακόμα νωρίς και οι Wyatt E. ήταν μόλις το δεύτερο από τα έντεκα συνολικά ονόματα που θα έπαιζαν.
Σειρά είχαν οι δικοί μας Birds Of Vale, τους οποίους ευχαριστηθήκαμε αρκετά. Η μουσική τους είναι ωραία και bluesy, ενώ ο τραγουδιστής τους φαίνεται ότι «το έχει» πάνω στη σκηνή και μπορεί να κινηθεί και να σταθεί με άνεση και αυτοπεποίθηση. Και του αρέσει πολύ και ο Chris Cornell, το οποίο μόνο καλό μπορεί να είναι. Από δισκογραφία έχουν το περσινό "Limbo" στο ενεργητικό τους και αυτή την περίοδο γράφουν τον δεύτερό τους δίσκο. Λίγο μετά το ακυκλοφόρητο "Another Dimension" φύγαμε για μέσα, για να αποφύγουμε το κρύωμα και να πιάσουμε στασίδι για το επόμενο όνομα...
Howler
Sungun
Indian River
Another Dimension
Restless
...το οποίο ήταν οι επίσης δικοί μας Acid Mammoth. Τους έχουμε δει αρκετές φορές, αλλά κάθε φορά είναι πάρα πολύ καλοί και μας αναγκάζουν να μη χάνουμε λεπτό από τις εμφανίσεις τους. Μόλις ο γιος (οι κιθαρίστες των Acid Mammoth είναι πατέρας και γιος με το ίδιο όνομα) ανακοίνωσε ότι το δεύτερο κομμάτι είναι αφιερωμένο στον Κόναν τον Βάρβαρο, από κάτω έγινε ηχητικός βόρβορος. Ο πατέρας είναι ο ορισμός της ήρεμης δύναμης, κάθεται στ’ αριστερά της σκηνής και παίζει προσηλωμένος τα ρυθμικά του μέρη κρατώντας γερά σαν κολώνα.
Ο γιος τραγουδιστής τα έδινε και πάλι όλα - μάλιστα, κάποια στιγμή κατέληξε να παίζει ακροβατώντας πάνω σ’ ένα μόνιτορ ήχου. Μας παίξανε και ένα riff των Ιταλών φίλων τους 1782, οι οποίοι ήταν να εμφανιστούν την προηγούμενη μέρα αλλά δεν κατάφεραν τελικά να έρθουν στην Ελλάδα. Οι Acid Mammoth έπαιξαν και λίγα λεπτά παραπάνω από το προκαθορισμένο πρόγραμμα, πράγμα που δε χάλασε απολύτως κανέναν από όσους αφοσιωμένα παρακολουθήσαμε άλλη μια καταιγιστική εμφάνισή τους.
Supersonic Megafauna Collision
Tree Of Woe
Atomic Shaman
Berserker
Them!
Jack The Riffer
Σειρά πήραν οι Τεξανοί Warlung από το Χιούστον, στη μικρή σκηνή. Ένα κουαρτέτο με δύο κιθάρες, μια ρυθμική και μια lead η οποία δεν μπορούσε να σταματήσει με τίποτα. Πολύ ορμητικοί όλοι τους, με τους δύο κιθαρίστες να τραγουδάνε κιόλας. Ο ένας από τους δύο κιθαρίστες ήταν κυριολεκτικά αεικίνητος και έπαιζε με κοντομάνικο, αδιαφορώντας για το μαρτιάτικο κρύο που επικρατούσε.
Πράγμα κατανοητό σε έναν μεγάλο βαθμό, με τόσο χτύπημα που έριχνε πάνω στη σκηνή. Τα φωνητικά τους ήταν κατά βάση καθαρά, αλλά τα riffs τους φουλ βρόμικα. Οι Warlung έπαιξαν κι αυτοί λίγο παραπάνω από το προγραμματισμένο, αλλά εκείνη η αρχική μισάωρη καθυστέρηση είχε μείνει κατά τα λοιπά σταθερή και το πρόγραμμα ρόλλαρε κανονικά.
Στο κοινό γενικώς υπήρχε έντονη μετακίνηση από την κεντρική προς τη μικρή σκηνή όποτε εναλλάσσονταν τα sets, με τους περισσότερους να μη βλέπουν έστω και ένα μέρος κάθε εμφάνισης. Οι πιο πολλοί μπορεί να ήμασταν Έλληνες, αλλά υπήρχε και ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό κόσμου που φαινόντουσαν (και ήταν) ξένοι που είχαν ταξιδέψει για το φεστιβάλ.
Επόμενοι που θα βλέπαμε για πρώτη φορά στην Αθήνα, οι Margarita Witch Cult. Τρίο και αυτοί - γενικώς το φεστιβάλ ήταν η αποθέωση του τρίο - προερχόμενο από την εργατική μεταλομάνα πόλη του Birmingham της Αγγλίας, με έναν δίσκο στο ενεργητικό τους με τίτλο το όνομά τους. Από το δεύτερο κιόλας κομμάτι, με τίτλο "Lord Of The Flies", άρχισε το headbanging.
Οι Margarita Witch Cult παίξανε και κάποια νέα, ακυκλοφόρητα κομμάτια, μιας και προφανώς η διαδικασία σύνθεσης και ηχογράφησης του δεύτερου δίσκου τους είναι ήδη προχωρημένη. Κάπου εκεί συνειδητοποιήσαμε ότι ο ήχος τους ήταν μπόμπα, αλλά το ίδιο συνέβαινε και με όλους όσοι έπαιζαν στη μεγάλη σκηνή. Το κλείσιμο ήρθε με μια πολύ καλή διασκευή στο "White Wedding" του Billy Idol και με το δικό τους "Sacrifice", το οποίο προλογίσανε μετρώντας μέχρι το 666 ("one, two, three, six six six", για την ακρίβεια).
Οι Ιταλοί Mr Bison υπάρχουν για πάνω από μια δεκαετία και ήταν αυτοί που ανανέλαβαν να μας συνοδεύσουν στη συνέχεια από τη μικρή σκηνή. Ο πολύ καλός κιθαριστικός τους ήχος ήταν απολαυστικά groovy, αλλά παράλληλα ήταν και αρκετά τριπαριστός. Όπως σχεδόν πάντα, οι τσαχπινιές στα πλήκτρα έκαναν πράγματα και θαύματα σε αυτές τις διαστάσεις του ήχου. Δυστυχώς ένα κομμάτι του set τους το χάσαμε γιατί υπήρξε μια επικάλυψη με την κεντρική σκηνή, την οποία από ένα σημείο και μετά προτιμήσαμε να επιστρέψουμε εκεί για να ακούσουμε από την αρχή το επόμενο συγκρότημα.
Παρ’ όλο που έχουν έρθει αρκετές φορές, Οι επίσης Ιταλοί Black Rainbows είχαν ήδη ξεκινήσει όταν μπήκαμε και αποτέλεσαν άλλο ένα τρίο που απολαύσαμε μέσα στην ίδια ημέρα. Στο σανίδι αποδείχτηκαν και πάλι μια πολύ σφιχτοδεμένη μπάντα, της οποίας ο κιθαρίστας και ηγέτης έπαιζε σιδηρόδρομους όπως συνήθως.
Εξαιρετικός ήταν επίσης και ο μπασίστας τους, ο οποίος είχε έναν αρκετά lead ήχο που γέμιζε τον χώρο και μια αυτονομία αν καθόσουν να τον ακούσεις προσεκτικά και να διακρίνεις το παίξιμό του μέσα στο παίξιμο της μπάντας. Οι Black Rainbows κατάφεραν να συγκεντρώσουν σχετικά μεγάλο κοινό κατά την εμφάνισή τους, αλλά προς το τέλος είχαμε διαρροές προς τη μικρή σκηνή.
Οι τελευταίοι που εμφανίστηκαν εκεί ήταν οι δικοί μας Puta Volcano, οι οποίοι διαπιστώσαμε ότι έχουν πλέον αρκετό δικό τους κοινό δικαιολογώντας απολύτως τη θέση τους στο billing του φεστιβάλ.Βγήκαν λίγο μετά τις 11 το βράδυ και κατάφεραν να μαζέψουν τον περισσότερο κόσμο που είδε εκείνη τη μέρα η μικρή σκηνή.
Άλλος ένας πολύ καλός μπασίστας που έχει εμφανή επίδραση στον ήχο, που εδώ μάλιστα έκανε και όμορφα δεύτερα φωνητικά στην ξεχωριστή Άννα Παπαθανασίου. Τους Puta Volcano τους έχουμε ξαναδεί και τους εκτιμούμε πολύ καιαυτή τους η εμφάνιση ήταν μια επιβεβαίωση της εντύπωσης που έχουμε γι’ αυτή την πολύ καλή εγχώρια μπάντα. Δυστυχώς τους αφήσαμε κι αυτούς λίγο πριν το τέλος, για να επιστρέψουμε στην κεντρική σκηνή.
Entropica
Bird
Neon
Primitive Data
Dune
Black Box
First Light
Zeroth Law
Jovian Winds
Infinity
Kassandra's Gift
The Sun
Με νέο, φρεσκότατο δίσκο στις αποσκευές τους, οι ντόπιοι ήρωες Nightstalker έλαβαν θέση με τους δείκτες του ρολογιού να πλησιάζουν να σπρώξουν τη μέρα, σε ένα ωράριο βγαλμένο από τις παλιές τους εποχές. Η έναρξη με τα τύμπανα του "Use" μας πώρωσε από την αρχή κιόλας, μιας και το συγκεκριμένο κομμάτι είναι πολυαγαπημένο, αλλά και συναυλιακό. Το "As Above, So Below" μπορεί να έχει τραγικό εξώφυλλο (change my mind...), αλλά έχει δικαίως κερδίσει θέσεις στα setlists των Nightstalker για τα κομμάτια του. Τα "Zombie Hour" και "Forever Stoned" έχουν ωραία και αξιομνημόνευτα ρεφραίν και δικαίως βρίσκονται στα χείλια μας κάθε φορά που τα ακούμε ζωντανά.
Από τον νέο δίσκο ακούσαμε μόνο το single "Uncut", όμως μάθαμε ότι θα έχουμε σύντομα την ευκαιρία να απολαύσουμε τους Στόκους σε δική τους συναυλία για την παρουσίαση του "Return From The Point Of No Return" στα μέσα Απριλίου στο Gagarin. Τα γυναικεία φωνητικά στο "The Dog That No-One Wanted" (αλλά και στο "Use" και στο "Baby, God Is Dead") βάζουν ένα μικρό αλατοπίπερο, ενώ οι άνθρωποι που δουλεύανε πίσω από τις κονσόλες φωτισμού και ήχου χτυπήθηκαν μαζί με όλους μας στο "Trigger Happy".
Η κοπέλα που έκανε τα δεύτερα φωνητικά βγήκε και στον Εθνικό Ύμνο "Children Of The Sun", τον οποίο, για να πω την αμαρτία μου, δε θα με πείραζε να σταματήσουν και να παίζουν για λίγο καιρό, για να μας λείψει λίγο. Ήταν το κομμάτι με το οποίο κλείσανε άλλη μια μεστή εμφάνιση, με την επίγευση να είναι για μια ακόμα φορά πολύ νόστιμη και να δημιουργεί προσδοκίες για την επόμενη φορά, που αναμένεται να είναι σύντομα.
Use
Zombie Hour
Forever Stoned
Just A Burn
Uncut
The Dog That No-One Wanted
Never Know (Supersonic)
Sweet Knife
Trigger Happy
Baby, God is Dead
Dead Rock Commandos
Children Of The Sun
Η ώρα είχε πάει μία και μοναδική και είχε έρθει η ώρα για τους headliners του φεστιβάλ. Οι Βρετανοί Orange Goblin, στην τελευταία τους περιοδεία και επομένως στην τελευταία τους εμφάνιση στη χώρα μας, σύμφωνα με τα δικά τους λόγια τουλάχιστον, στάθηκαν επάξια δίπλα στη θέση που είχε το όνομά τους στη μαρκίζα και μας έδωσαν μια πραγματικά πολύ ωραία εμφάνιση - όπως άλλωστε μας είχαν συνηθίσει και με βάση τις προηγούμενές τους.
Οι Orange Goblin σε αυτή την αποχαιρετιστήρια περιοδεία τους παίζουν υλικό από όλους τους δίσκους τους. Αμέσως πριν από το "Your World Will Hate This" μνημονεύσανε με πολύ ζεστά λόγια την πρώτη τους εμφάνιση στη χώρα μας στο An Club, η οποία έγινε κατά τη διάρκεια της περιοδείας για το "Coup De Grace" (δίσκος στον οποίο βρίσκεται το συγκεκριμένο κομμάτι). Ο τεράστιος, επιβλητικό (είναι πραγματικός γίγαντας) Ben Ward έκανε συνέχεια γκριμάτσες και όργωνε τη σκηνή από άκρη σε άκρη, με τους Joe Hoare στην κιθάρα, Harry Armstrong στο μπάσο και Chris Turner στα τύμπανα να φαίνονται λίγο σαν τα στρουμπφάκια μπροστά του.
Στο "Made Of Rats" (του οποίου η studio εκτέλεση είναι με τον ανυπέρβλητο John Garcia, ακούστε την) όλοι έκαναν ένα παιχνίδι σχετικά με το ποια πλευρά θα ακουστεί περισσότερο να φωνάζει στο ρεφραίν, με την αριστερή να φαίνεται τελικά κερδίζει. Όπως και νά ‘χει, στο τέλος όλες μας οι φωνές ενώθηκαν Το "They Come Back (Harvest Of Skulls)" με το groove του να αποδίδεται αυτούσιο και από σκηνής ήταν μια από τις καλύτερες στιγμές όλης της βραδιάς. Ο Ben έκανε με τα χέρια του κινήσεις σα να ήθελε να μας καταβροχθίσει, πράγμα που πιστεύω δε θα του ήταν καθόλου δύσκολο αν το επιθυμούσε πραγματικά. Βέβαια τελικά ο Ben μπορεί στην όψη να φαίνεται τρομακτικός, αλλά στην πράξη είναι ένας καλοκάγαθος μουσικός που είναι παθιασμένος με αυτό που κάνει.
Κρίμα που λόγω της προχωρημένης ώρας ο κόσμος είχε αρχίσει να αραιώνει, γιατί όσοι είχαν αποχωρήσει έχασαν το "Time Travelling Blues" από την ομότιτλη δισκάρα, δηλαδή ένα απολαυστικό και σε σημεία ακόμα και laid back κομμάτι που συνδυάζει stoner και blues από τους βάλτους. Η συγκεκριμένη εκτέλεση μας γύρισε σχεδόν τριάντα χρόνια πίσω και μας θύμισε γιατί μπορεί κάποιος να έχει αγαπήσει από την αρχή αυτή τη μπάντα.
Οι Orange Goblin μας ανακοίνωσαν ότι δε θα έπαιζαν το παιχνίδι του encore για να βρούνε χρόνο να παίξουν ένα κομμάτι παραπάνω και από τον ενθουσιασμό μας γι’ αυτό, άνοιξε pit στο "Quincy The Pigboy"! Το μόλις περσινό "(Not) Rocket Science" και το "Red Tide Rising" από το "A Eulogy For The Damned" έκλεισαν θριαμβευτικά την τελευταία, κατά πώς φαίνεται, συναυλία των Orange Goblin στη χώρα μας. Ταυτόχρονα, έτσι έκλεισε και η δεύτερη μέρα ενός φεστιβάλ στο οποίο είχαμε την ευκαιρία να δούμε μαζεμένα αρκετά αξιόλογα συγκροτήματα και να γνωρίσουμε από πρώτο χέρι τη σύνθεση της εταιρείας Heavy Psych Sounds.
Σε μια συνολική αποτίμηση της ημέρας, τα έντεκα (!!) συγκροτήματα ήταν όλα από πολύ καλά και πάνω. Η κεντρική σκηνή ήταν μεγάλη, άνετη και με πολύ καλό ήχο. Η δεύτερη σκηνή ήταν μικρή και χαμηλή και για να ακούς καλά έπρεπε να είσαι αρκετά κοντά της, αλλά στον συγκεκριμένο χώρο δεν ξέρω αν θα μπορούσε να λειτουργήσει διαφορετικά το πράγμα με τις δύο σκηνές. Το merch ήταν πλούσιο και ειδικά τα βινύλια και τα CDs της εταιρείας, τα οποία μάλιστα ήταν και σε αρκετά καλές τιμές (50 ευρώ τα τρία βινύλια, 35 ευρώ τα πέντε CDs). Η μέρα ήταν γεμάτη μουσική, μιας και από τότε που ξεκίνησε η πρώτη μπάντα να παίζει το μοναδικό διάλειμμα ήταν μεταξύ Nightstalker και Orange Goblin, οπότε φύγαμε από εκεί παραπάνω από χορτάτοι. Πολύ καλοδεχούμενη η πραγματοποίηση τέτοιων φεστιβάλ, πάνε χρόνια από εκείνα τα ωραία Deserfest!
Cemetary Rats
Scorpionica
Saruman's Wish
Blue Snow
Your World Will Hate This
The Filthy & the Few
Made of Rats
The Devil's Whip
Sons of Salem
Ascend the Negative
They Come Back (Harvest of Skulls)
Time Travelling Blues
Quincy the Pigboy
(Not) Rocket Science
Red Tide Rising