Blue Cheer, Violet Vortex @ Κύτταρο, 20/04/08

Από τον Κώστα Σακκαλή, 22/04/2008 @ 03:10
Η εικόνα του άδειου Κυττάρου όταν πρωτομπήκα ήταν σίγουρα απογοητευτική, δε μπορώ να πω όμως και αναπάντεχη. Με ένα συναυλιακό κοινό που αποθεώνει μονίμως τους ίδιους και τους ίδιους και έχει τη γκρίνια για χόμπυ, είναι λογικό να μαζευτούμε και πάλι οι ίδιες φάτσες, κάτι σαν άτυπο reunion που διοργανώνουμε από καιρό σε καιρό με καλεσμένο διαφορετικό συγκρότημα κάθε φορά. Τα αρνητικά (;) της βραδιάς όμως σταματάνε κάπου εδώ.



Περνώντας η ώρα κάπως πύκνωσε ο κόσμος, ενώ με την εμφάνιση του support group στη σκηνή σημειώθηκε μία κίνηση προς το κέντρο της αίθουσας έτσι ώστε τα 200 άτομα που τελικά μαζευτήκαμε να καλύψουμε στοιχειωδώς το κενό, κάνοντας τη να μοιάζει λιγότερο άδεια από ότι πραγματικά ήταν. Οι Έλληνες Violet Vortex που κλήθηκαν να προετοιμάσουν το κοινό έπαιξαν το δικό τους κράμα stoner/doom / heavy metal, το οποίο ήταν σχετικά ταιριαστό με την ατμόσφαιρα της βραδιάς, σε στιγμές υπήρξε ευχάριστο, αλλά σε γενικές γραμμές δε με εντυπωσίασε. Πάντως οι τέσσερις μουσικοί είχανε κέφι και ζωντάνια, ενώ δε μπορώ να αγνοήσω το ότι υπήρξαν αρκετά κεφάλια που κουνιόντουσαν στο ρυθμό της μουσικής τους (ίσως περισσότερο φίλοι του είδους από εμένα), ούτε το ζεστό χειροκρότημα που έλαβαν στο τέλος του set τους.



Σε κάθε περίπτωση πάντως, κανείς δε λυπήθηκε που αποσύρθηκαν από τη σκηνή, καθώς αυτό ταυτόχρονα σήμαινε την αντίστροφη μέτρηση για την υποδοχή των Blue Cheer. Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους που έχω όταν έρχεται η ώρα να αντικρίσω τέτοιους θρύλους του παρελθόντος είναι κατά πόσο θα έχουν διατηρήσει τον ήχο τους ή αν με τον καιρό θα έχουν εκφυλιστεί σε κάτι πιο ουδέτερο και απρόσωπο. Δεν είναι λίγα τέτοια παραδείγματα που έχω, π.χ. Vanilla Fudge και Electric Prunes. Οι Blue Cheer με το περσινό τους δίσκο μας είχαν όμως προϊδεάσει.



"We are Blue Cheer, and this is what we do" μας απείλησε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης τους, Dickie Peterson, και οι πρώτες νότες του μπάσου του έσκασαν με το εναρκτήριο "Babylon". Ο ήχος του γκρουπ ήταν τόσο γεμάτος που αν οι θεατές ήμασταν περισσότεροι, μάλλον δε θα χωρούσαμε εμείς και αυτός μαζί στο Κύτταρο! Η συνέχεια ήρθε με το "Second Time Around" και ενώ νομίζαμε ότι τα 'χαμε δει όλα, οι Blue Cheer απλά προθερμαίνονταν. Εδώ για πρώτη φορά γίναμε μάρτυρες ενός μικρού jam με κεντρική φιγούρα τον ογκόλιθο Paul Whaley να κοπανάει αβυσσαλέα τα drums του. Όσοι είδαμε από κοντά τις μπαγκέτες του όταν τις πέταξε στο κοινό μπορούμε να επιβεβαιώσουμε του λόγου το αληθές.



Στη συνέχεια έρχονται τα "I'm Gonna Get To You" και "Rollin' Dem Bones", τα πρώτα κομμάτια της βραδιάς από το περσινό "What Doesn't Kill You", για να επιβεβαιώσουν πως πέρα από ένα ένδοξο παρελθόν, οι Blue Cheer έχουν και ένα πολύ ζωντανό παρόν. Στα "Out Of Focus" και "Parchment Farm" που ακολουθούν δοκιμάζεται η αντισεισμική προστασία του Κυττάρου υπό τις ομοβροντίες μπάσου, κιθάρας και ντραμς. Μάλιστα για πρώτη φορά συνειδητοποιώ εδώ ότι η βραχνάδα που έχει αποκτήσει ο Peterson με τα χρόνια, υποκαθιστώντας τη νεανική φωνή του στο "Vincebus Eruptum", έχει προσδώσει περισσότερο τσαμπουκά στα τραγούδια, πράγμα που τουλάχιστον στο live δουλεύει πολύ καλά. Ταυτόχρονα, τα χρόνια της εμπειρίας του τον αναδεικνύουν σε εξαιρετικό frontman, με διαρκή επαφή με το κοινό, προλογίζοντας σχεδόν κάθε τραγούδι τους με κάτι ενδιαφέρον και χωρίς ποτέ να γίνεται κουραστικός.



Τα "Just A Little Bit" και "Maladjusted Child" που ακολουθούν διατηρούν το κλίμα που είχε δημιουργηθεί για να έρθει η ώρα του τραγουδιού που όλοι περίμεναν. Ο Peterson μας χρίζει τέταρτο μέλος της μπάντας και μας ζητάει να δουλέψουμε εξίσου σκληρά όσο και αυτοί. "Summertime Blues" λοιπόν, με σύσσωμο το Κύτταρο να τραγουδάει το ρεφρέν. Αποθέωση και οι φωνές μας στο όριό τους.



Πριν προλάβουμε να συνέλθουμε, ο ακούραστος Dickie θα αναγγείλει: «Όταν έγραψα το τραγούδι αυτό πριν από 40 χρόνια κυκλοφόρησαν φήμες ότι αναφερόταν στα ναρκωτικά. Ε, λοιπόν ήρθα σήμερα εδώ για να σταματήσω τις φήμες. Όντως έτσι είναι!». Με την εντυπωσιακή αυτή εισαγωγή οι Blue Cheer θα ξεκινήσουν ένα απίστευτο, βαρύ και ψυχεδελικό jamάρισμα που θα υπερβεί τα 20 λεπτά, με κεντρικό άξονα το "Doctor Please". Ο Andrew "Duck" MacDonald και η fuzzαριστή του Stratocaster παίρνουν εδώ τα ηνία, ενώ δε μπορώ να μην αναφέρω ως ενδεικτικό συμβάν την κοπελίτσα μπροστά μου που είχε κλείσει τα αυτιά της, προφανώς καταπονημένη από την ένταση της μουσικής.

Το encore μας επιφύλαξε τις δύο πιο πετυχημένες blues διασκευές τους. Το "Rock Me Baby", με το οποίο ολοκληρώθηκε live το "Vincebus Eruptum", και το "The Hunter" από το "Outsideinside". Γενικά οι επιλογές τους ήταν όλες παρμένες από τρία album, τα δύο προαναφερθέντα και το πρόσφατο "What Doesn't Kill You" - όχι άδικα, καθώς μάλλον πρόκειται για τα τρία καλύτερα της καριέρας τους.

Μετά από 1 ώρα και 45 λεπτά ασταμάτητου, θορυβώδους heavy rock, οι Blue Cheer μας χαιρέτησαν οριστικά. Μας έδωσαν ραντεβού για την επόμενη φορά, μας έχρισαν το καλύτερο κοινό της ευρωπαϊκής περιοδείας που τέλειωνε αυτή τη βραδιά και μας περίμεναν για υπογραφές στα παρασκήνια.

Δεινόσαυροι είπατε; Ίσως. Αλλά οι πόρτες του Τζουράσικ Παρκ έσπασαν και όσοι δεν αντέχουν καλά θα κάνουν να βρούνε μέρος να κρυφτούνε.

Setlist:
Babylon / Second Time Around / I’m Gonna Get You / Rollin' Dem Bones / Out Of Focus / Parchment Farm / Just A Little Bit / Maladjusted Child / Summertime Blues / Doctor Please / Rock Me Baby / The Hunter

  • SHARE
  • TWEET