Taka Gotto (Mono): «Όταν γράφω, γράφω για να σώσω την ψυχή μου»

Μιλήσαμε με τον ιθύνοντα νου των Mono για την τελευταία τους δουλειά και τη χρόνια συνεργασία τους με τον θρυλικό Steve Albini.

Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 25/11/2016 @ 13:44

Είναι πάντα πολύ όμορφο να περνάς λίγο χρόνο με μουσικούς που θαυμάζεις, να μπορείς να ρωτήσεις πράγματα για τη δημιουργική τους διαδικασία που μπορεί να σε καίει όσο ακούς τα κομμάτια που γράφουν. Σπάνια, ρε παιδί μου, μπορείς να πάρεις απάντηση στο «πω, πώς το 'κανε αυτό ο πούστης;». Τέλοσπαντων, στα πλαίσια της co-headline περιοδείας των Mono με τους Alcest, ξανάκλεψα λίγο από το χρόνο του ιθύνοντα νου της μπάντας, Taka να του κάνω κάποιες ερώτησεις. Ορίστε:

Mono Taka Gotto

Καλησπέρα, τι γίνεται; Πώς είναι τα πράματα από την τελευταία φορά που τα είπαμε; Προωθούσες τον προηγούμενό σας δίσκο τότε.

Τέλεια! Ευχαριστώ που κράτησες επαφή.

Μα προφανώς. Έχω μία ιδιαίτερη σχέση με το υλικό σας οπότε είναι ευχαρίστησή μου. Πώς πάει η περιοδεία μέχρι τώρα;

Κυλάει μια χαρά. Δεν έχουμε πάει ακόμα βέβαια στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά σκοπεύουμε να είμαστε εκεί κάποια στιγμή κοντά στην άνοιξη του επόμενου έτους.

Λοιπόν, την τελευταία φορά που μιλήσαμε, ανέφερες πως το βρήκες αρκετά δύσκολο να γράψεις υλικό για τον δίσκο εκείνο, πως βρίσκοσουν σε ένα αρκετά μεταβατικό στάδιο στη ζωή σου και πως κοίταζες όλο και περίσσοτερο στη «σκοτεινή πλευρά» για έμπνευση. Ήταν πιο απλά τα πράγματα για το "Requiem For Hell";

Η διαφορά είναι πως αυτήν τη φόρα προσπάθησα να μην πολυσκέφτομαι τι κάνω, τι πρέπει να κάνω. Εστιάζα στο γεγονός ότι ένιωθα πως έπρεπε να ελευθερώσω κάποια συναισθήματα και έτσι προσέγγισα το γράψιμο για τον δίσκο και μου βγήκε!

Ναι, αλλά ανέφερες επίσης πως συνήθως έχεις μία συγκεκριμένη εικόνα στο κεφάλι σου όταν γράφεις έναν δίσκο. Μία θεματολογία, κάτι. Άρα κάτι τέτοιο δεν έγινε, οπότε πώς προσέγγισες τις συνθέσεις του "Requiem For Hell";

Αυτό που έκανα συνειδητά είναι να εξερευνήσω περισσότερο την έννοια της παραφωνίας (ΣτΜ: discord είναι η λέξη που χρησιμοποίησε, που - μουσικά τουλάχιστον - μπορεί να μεταφραστεί ελεύθερα και ως αντιαρμονία). Θεωρώ ότι η μουσική βασίζεται πολύ συχνά πάνω σε αρμονίες, αλλά στη ζωή η παραφωνία και το χάος είναι παντού. Βρισκόμαστε σε περίοδο που χώρες ακόμα μάχονται μεταξύ τους, υπάρχει πόλεμος. Πιστεύω ότι άμα θες να παρουσιάσεις τον άνθρωπο σαν ον και τις επιθυμίες του, δεν γίνεται μονάχα να βασίζεσαι σε αρμονίες.

Κατά τη σύνθεση του δίσκου, υπήρχαν στιγμές που έπιανα τον εαυτό μου να σκέφτεται «Τι είναι αυτά που μπορώ να πάρω μαζί μου στον παράδεισο;». Είναι οι χαρούμενες αναμνήσεις μας; Η αγάπη που νιώθω για κοντινούς μου ανθρώπους; Το πώς νιώθω ότι καταλαβαίνω τον συνανθρωπό μου; Γιατί γρήγορα αμάξια, όμορφα σπίτια, λεφτά... Όλα αυτά θα μείνουν εδώ...

Βέβαια όλα αυτά δεν ήταν τόσο ξεκάθαρα στο μυαλό μου όταν έγραφα τα κομμάτια, αλλά αφού τελείωσα - απρόσμενα - έπεσε στα χέρια μου η «Θεία Κωμωδία» του Δάντη. Το αγάπησα το βιβλίο επειδή μπορείς να δεις την κυρίως πλοκή σαν τη προσπάθεια κάποιου να σώσει την ψυχή του. Και αυτό ήταν κάτι σαν το τελευταίο κομμάτι του παζλ που έψαχνα για τον δίσκο. Ήξερα αμέσως ότι ήθελα να εστιάσω παραπάνω στη ζωή και στο θάνατο, παρά στην ελπίδα και το σκοτάδι που ήταν η θεματολογία των "The Last Dawn / Rays of Darkness".

Mono

Πριν όμως από το "Requiem...", είχατε και μία μικρή συνεργασία με τους The Ocean. Πώς προέκυψε;

Eίχαμε σχεδιάσει μία περιοδεία με τους Solstafir από την Ισλανδία και οι The Ocean ήταν το support. Εκείνη την περιόδο νομίζω ήμασταν όλοι κάτω από την Pelagic Records και σκεφτήκαμε πως θα ήταν καλή ιδέα να κάνουμε ένα τριπλό split δίσκο για την περιοδεία. Με τους Solstafir δεν δούλεψε τελικά γιατί είχαν άλλα θέματα, αλλά το κυκλοφορήσαμε με τους The Ocean.

Για τον τελευταίο δίσκο αποφάσισες να ξαναδουλέψεις με τον Steve Albini ως παραγωγό, με τον οποίο έχετε συνεργαστεί αρκετές φορές στο παρελθόν...

Γενικά είχαμε στον νου μας να επιστρέψουμε στο στούντιο του Steve για την επόμενό μας δίσκο, τον δέκατο, για να είναι κάτι σαν γιορτή. Όμως, μία μέρα έλαβα ένα email από τον Steve που ρωτούσε άμα μας ενδιέφερε να κάνουμε μαζί κάποια περιοδεία στην Ιαπωνία με τη δικιά του μπάντα, τους Shellac. Στήσαμε, λοιπόν, την περιοδεία και όσο ήμασταν μαζί, όσο περισσότερη ώρα περνάγαμε μαζί, τόσο καλά περνούσαμε που απλά είπαμε «πρέπει να ξαναδουλέψουμε μαζί!», όπως και έγινε.

Σαν παραγωγός έχει μία ιδιαίτερη φήμη. Από τη δικιά σου οπτική, τι πιστεύεις πως είναι το στοιχείο που φέρνει σε έναν δίσκο των Mono;

Αυτό που έχουμε συνειδητοποιήσει είναι πως είναι ο καταλληλότερος να καταλάβει τη μουσική μας και κατά συνέπεια, ο καλύτερος να την ηχογραφήσει. Δεν είναι νέο για μας ότι πρόκειται για ιδιοφυία, αφού έχουμε συνεργαστεί μαζί του στο παρελθόν τουλάχιστον σε τρεις διαφορετικούς δίσκους, αλλά ήμουν περιεργός να δω πώς έχουμε αλλάξει εμείς - αλλά και αυτός - στο μεσοδιάστημα που δεν δουλεύαμε μαζί.

Βρίσκεις εύκολη και ομαλή τη συνεργασία μαζί του;

Ναι, πάρα πολύ εύκολη. Η ευκολότερη μάλλον. Στο στούντιο, όλες οι ηχογραφήσεις γίνονται ζωντανά, όχι μεμονωμένα τα όργανα, και δεν υπάρχει καταλληλότερος από τον Steve να πιάσει όλο το φάσμα των ήχων που δημιουργούνται εκείνη τη στιγμή.

Mono

Θα ήθελα να μιλήσουμε λίγο για το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου. Είναι αυτό που εμφανέστατα κάνει αίσθηση, προφανώς και όχι μόνο επειδή αγγίζει σχεδόν τα εικόσι λεπτά.

Εγώ υπήρξα μεγάλος θαυμαστής των Beastie Boys, τους είχα δει κάμποσες φορές στην Ιαπωνία (ΣτΣ: σε καμία περίπτωση δεν περίμενα να πάει εκεί η κουβέντα) και όταν πέθανε ο ΜCA πιστεύω πως κάπως με επηρρέασε. Το πρώτο μέρος του κομματιού είναι αρκετά ελπιδοφόρο και κάπως «σέξυ». Έχει ένα, σχεδόν, περήφανο beat, απλό όμως, στους οχτώ χτύπους. Έτσι όπως το άκουγα, μου θύμιζε κάτι που πάνω στο οποίο θα μπορούσε να rap-άρει κάποιος.

Μέχρι, λοιπόν, εκείνο το σημείο, το κομμάτι είναι αρκετά ελπιδοφόρο, αλλά ξαφνικά όλα αλλάζουν. Ο χαρακτήρας βγαίνει εκτός πορείας, απογοητεύεται και χάνεται στο σκοτάδι, όπου και δεν βλέπει τίποτα. Εκεί, μπορεί μονάχα να θυμηθεί άσχημα πράματα και είναι περιτρυγιρισμένος από μαυρίλα. Μπορεί να έχεις προσέξει πως συνήθως, τα κομμάτια μας πηγαίνουν από τη θλίψη σε κάτι πιο χαρούμενο, από το σκοτάδι στην ελπίδα. Εδώ κάναμε το αντίθετο.

Πρόσεξα πως θα κυκλοφορήσετε επίσης κάποιο ντοκυμαντέρ. Αυτό πραγματεύεται την ιστορία της μπάντας γενικά ή εστιάζει στο "Requiem For Hell";

Nαι, εστιάζει στις ηχογραφήσεις του τελευταίου δίσκου. Είχε περάσει καιρός από τότε που συνεργαστήκαμε με τον Steve Albini και γενικώς ηχογραφούμε στο Chicago εδώ και πάνω από μία δεκαετία, έχουμε πολλούς φίλους στο Chicago. Βρεθήκαμε, λοιπόν, ανάμεσά τους και σκεφτήκαμε πως αφού έχουμε που έχουμε όλους μας τους φίλους εδώ, δεν το γυρνάμε και σε βίντεο; Έτσι και έγινε και ήταν όλοι πολύ ευγενικοί που είπαν τόσο ωραία πράγματα για μας και για τη δουλειά μας.

Αναρωτιόμουν πώς έκατσε η περιοδεία με τους Alcest, προσωπικά είναι ένα billing που μου κάθεται ταμάμ.

Είναι ωραίοι τύποι και πιστεύω πως - σαν μπάντα - ενώ έχουμε αρκετές αντιθέσεις, έχουμε πιστεύω κοινές συνισταμένες όσον αφορά το κοινό που θα μας δει, οπότε έκατσε ωραία.

Mono

Τι σχέδια έχεις για επόμενες δουλειές; Κάποιο καινούργιο soundtrack ίσως;

Θα ήθελα πολύ να δουλέψω πάνω σε κάποιο νέο sountrack, αλλά προς το παρόν θέλω να αρχίσω να σκέφτομαι τη σύνθεση του επόμενού μας δίσκου, κάποια στιγμή μετά το καλοκαίρι ελπίζω.

Το γεγονός ότι ο προηγούμενός σας δίσκος ήταν διπλός, επηρέασε μήπως την προσέγγιση που είχατε γι' αυτόν; Ότι έπρεπε να κάνετε κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό;

Το κυρίως πρόβλημα με το "The Last Dawn / Rays of Darkness" είναι πως έχει κομμάτια που είναι αρκετά δύσκολο να αποδώσουμε σε κάποια συναυλία. Με τον τελευταίο, θέλαμε να ήμασταν σίγουροι πως τα πάντα θα μπορούσαν να παιχτούν ζωντανά, από μας. Επίσης, ο προηγούμενος δίσκος είχε έναν αέρα soundtrack, που το έκανε να νιώθει ακόμα πιο ξένο ζωντανά. Το μόνο που θέλαμε να κάνουμε με το "Requiem For Hell" ήταν να δημιουργήσουμε νέους ήχους που θα μπορούμε να παίξουμε κιόλας.

Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω μία λίγο πιο γενική ερώτηση. Δεν υπάρχει δίσκος σας του οποίου το artwork να μη μου αρέσει, κι ας είναι όλα τόσο διαφορετικά. Πώς επιλέγετε τι θα φιγουράρει στο εξώφυλλο κάθε δίσκου;

Είναι το δυσκολότερο πράγμα όσον αφορά μία κυκλοφορία μας, ακόμα πιο δύκολο από τη σύνθεση! Για μένα προσωπικά, είναι η εισαγωγή του δίσκου, πολύ πριν ακουστεί η πρώτη νότα, άρα είναι πολύ σημαντικό πράγμα. Στο "Requiem..." ήμασταν πολύ τυχεροί που μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε μία από τις δουλειές του Gustav Dore για το εξώφυλλο. Δεν έχω ιδέα βέβαια πού θα κοιτάξουμε για τον επόμενο δίσκο. Μπορώ κι εγώ να ζωγραφίσω (ΣτΣ: πολλά από τα μπλουζάκια των Mono τα σχεδιάζει ο ίδιος), αλλά δεν έχω ακόμα την αυτοπεποίθηση να βάλω κάτι δικό μου πάνω σε δίσκο. (γέλια)

Κάτα την περίοδο των "Walking Cloud..." και "Hymn To The Immortal Wind", είχα ένα συγκεκριμένο σενάριο που ακολουθούσα, ήταν μία ιστορία που ήθελα να πω η οποία εκφραζόταν μέσω της μουσικής και του artwork. Mετά το "For My Parents", όμως, έχασα τη δυνατότητα να το κάνω αυτό, να δουλέψω με συγκεκριμένο όραμα. Τώρα γράφω και γράφω, και κάποια στιγμή εμφανίζεται στο κεφάλι μου μία εικόνα ξεκάθαρη για το τι θέλω να εκφράσω και η ιδέα αυτή σιγά σιγά διαμορφώνεται στο τελικό artwork.

Eίναι ένα όμροφο και ιδιαίτερο πράγμα. Εσύ και οποιοσδήποτε fan μπορεί να έχει παρόμοιες ιστορίες με μένα, με αυτά που θέλω να πω. Όταν γράφω, γράφω και για άλλους εκτός από μένα, γράφω για να σώσω την ψυχή μου. Και αφού εγώ γράφω αυτά που γράφω, τις ιστορίες μου, έτσι ώστε να σώσω την ψυχή μου, μπορεί κάπως τα κομμάτια μου να κάνουν την ίδια δουλειά και για σένα. Μία καλή ταινία, ένα καλό βιβλίο, μία καλή ζωγραφιά, μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Έτσι είναι η τέχνη.

Διαβάστε εδώ την κριτική του δίσκου "Requiem For Hell" από τον Μάνο Πατεράκη.

  • SHARE
  • TWEET