Dream Theater Part III - Your Voices

Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 16/05/2011 @ 13:31
Prologue: Trial Of Tears



Για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα από την αρχή, λοιπόν, θα αναφέρω ότι ακολουθώ μουσικά τους Dream Theater εδώ και 15 χρόνια (χωρίς να λέει κάτι αυτό), λατρεύω τις ζωντανές τους εμφανίσεις και στιχουργικά έχουν βοηθήσει να γίνει καλύτερος ο εσωτερικός μου κόσμος. Αλλά από την άλλη πλευρά, πότε δεν ήμουν μέλος κανενός fan club τους, ποτέ δεν πήρα μέρος στα forums που τους αφορούν και το βασικότερο δεν είμαι γνώστης κανενός μουσικού οργάνου, οπότε καταλαβαίνετε ότι οι αράδες που θα ακολουθήσουν είναι η αγνή γνώμη και άποψη ενός ακροατή (και οπαδού) τους και μόνο.

Προσπαθώντας να αναλύσει κάποιος τη μουσική είναι σα να προσπαθεί να σπρώξει ένα αυτοκίνητο σε ανηφόρα. Η μουσική για εμένα είναι συναίσθημα και τα συναισθήματα δεν αναλύονται, δεν εκλογικεύονται, απλά βιώνονται από τον καθένα ξεχωριστά.

Ξεκινήσαμε χρησιμοποιώντας δύο παραγράφους από το κείμενο, υπό τον τίτλο "Trial Of Tears", του Πάνου Παναγιώτου. Ας πούμε αρχικά ότι είμαστε απίστευτα ευχαριστημένοι, αν όχι ενθουσιασμένοι, τόσο από τη συμμετοχή των αναγνωστών, αλλά κυρίως από τις απόψεις αυτών. Το κείμενο που ακολουθεί προβλέπεται μακροσκελές, ωστόσο, όπως ακριβώς και η μουσική των Dream Theater, εμείς δε θα θέσουμε όρια και θα παρουσιάσουμε όλες τις απόψεις, οι οποίες κατά την ταπεινή μας πάντα άποψη αξίζουν παρουσίασης και ξεχώρισαν. Ορισμένοι μπήκαν στον κόπο όχι απλά να απαντήσουν, αλλά να γράψουν ολοκληρωμένα κείμενα, με εμφάνταστους τίτλους, αναλύοντας άκρως ενδιαφέρουσες γνώμες, γνώμες που ίσως αν συνδυάζαμε να μπορούσαμε να δημιουργήσουμε το απόλυτο βιβλίο για το Όνειρο των Θεάτρων. Σας ευχαριστούμε όλους.

Σίγουρο είναι ότι αρκετοί από εσάς νιώσατε για λίγο τι θα πει να είναι κάποιος συντάκτης, να γράφει τη γνώμη του επώνυμα και να δέχεται την οποιαδήποτε κριτική (καλόβουλη ή κακόβουλη). Χαιρόμαστε που σεβαστήκατε όλοι ανεξαιρέτως τους ελάχιστους «κανόνες ήθους» που θέσαμε, δε χαρήκαμε όμως ιδιαίτερα για τα κείμενα χωρίς σύνταξη, χωρίς τόνους, χωρίς δομή, με πολλά ορθογραφικά λάθη και αρκετά λάθος σημεία στίξης. Οι λίγοι που κριτικάρουν τον κάθε συντάκτη, εκφράζοντας απλά μία μουσική άποψη, θεωρώντας εαυτούς «ανώτερους» ή «πιο γνώστες», οφείλουν να αντιληφθούν ότι πρόκειται για μία απαιτητική δουλειά/χόμπυ, που δε μπορεί ο καθένας να κάνει και που δεν αρκούν απλά και μόνο οι μουσικές γνώσεις. Διότι δεν είναι όλοι τόσο ευγενικοί και ψύχραιμοι να διορθώνουν κείμενα με τέτοια υπομονή.  

Ο νικητής θα ανακοινωθεί στο τέταρτο και τελευταίο μέρος του αφιερώματός μας, το οποίο του ανήκει ολοκληρωτικά και θα δημοσιευτεί αύριο, 17 Μαΐου. Εμείς έχουμε απλά να του δώσουμε τα συγχαρητήριά μας και του πούμε ένα τεράστιο ΜΠΡΑΒΟ, διότι το κείμενό του είναι πραγματικά καταπληκτικό. Θα το διαπιστώσετε συντόμως!

Ένα ονειρικό ταξίδι μόλις ξεκίνησε.

Θέμα πρώτον: Η συνεισφορά του Jordan Rudess

Το συγκεκριμένο θέμα είναι βαρύνουσας σημασίας και καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός πως επιλέξαμε να το τοποθετήσουμε στην πρώτη θέση.

Ο Aθανάσιος Νικολόπουλος, μαθηματικός και φανατικός ακροατής των Dream Theater, από τη Ζάκυνθο, επιχειρεί μία ανασκόπηση των πεπραγμένων του Kevin Moore, πριν αναφερθεί στον Jordan Rudess και το έργο του. «O Kevin Moore, πρώτος πληκτράς των Dream Theater, υπήρξε μία απίστευτα εμπνευσμένη προσωπικότητα, ένας εξαιρετικός μουσικός, ο οποίος όμως είχε και το μαγικό άγγιγμα που μετέτρεπε τις συνθέσεις των Theater από καταπληκτικές σε μυθικές. Η εξαιρετική χρήση των φωνητικών samples με τα οποία πλημμύριζε τις συνθέσεις της μπάντας υπήρξε ο καταλύτης που έκανε τον ήχο των DT μοναδικό! Αλλά και ο τρόπος που μεταχειριζόταν τους ήχους, πολύ περισσότερο από τις ίδιες τις συνθέσεις, ήταν το κάτι ξεχωριστό. Π.χ., θυμηθείτε τα πολλά φωνητικά samples αλλά και τους εξαιρετικούς σε χροιά ήχους του πιάνου που δημιουργούν αυτή την απίστευτη ατμόσφαιρα έντασης, σχεδόν θρίλερ, στο ανυπέρβλητο "The Mirror", ή θυμηθείτε πώς αυτά τα samples και αυτοί οι ήχοι μετατρέπουν τη μπαλάντα "Space Dye Vest" σε μνημείο μελαγχολικής σύνθεσης, που θα έπρεπε να μνημονεύεται στον αιώνα τον άπαντα για την τελειότητά της. "Voices", "Scarred", "6 O' Clock", "Take The Time"... ο κατάλογος δεν τελειώνει, η υπογραφή του Moore είναι παντού εμφανής. Άλλωστε, και στις μελλοντικές του δουλειές έδειξε ότι αρέσκεται να παίρνει μία σύνθεση, ενίοτε σκληρή ή τεχνική, και να τη μεταμορφώνει (συχνά ολοκληρωτικά) σ' ένα δημιούργημα ξεχωριστό. Ρωτήστε και τον Jim Matheos να σας πει πόσες φορές (για το project OSI) του έστειλε μία δυνατή σύνθεση, με σκληρές κιθάρες ή μεταλλικά περάσματα, για να πάρει μετά ένα ατμοσφαιρικό κομμάτι, εντελώς διαφορετικό από το αρχικό, αλλά πάντα τόσο μα τόσο υπέροχο. Και όλα αυτά χωρίς να αναφερθούμε καν στην αναμφισβήτητη τεχνική του αρτιότητα. Ο Jordan Rudess, από την άλλη, είχε όλες τις προδιαγραφές να γίνει ο άξιος διάδοχος του! Τολμώ όμως να πω ότι όλο και περισσότερο στο πέρασμα των χρόνων προτιμούσε να επιδίδεται σε speed solos, από τα οποία συχνά έλειπε η μελωδική ψυχή, θυσιασμένη στο βωμό της τεχνικής επίδειξης. Και αυτό μεν έχει να προσφέρει ο προικισμένος πληκτράς, αυτό φυσικά ευχαριστεί και τους υπεραπαιτητικούς φίλους της μπάντας (εμού συμπεριλαμβανομένου, μην τρελαθούμε, ο τύπος είναι καταπληκτικός), αλλά σίγουρα το φάντασμα του Moore ακόμα πλανάται στο πίσω μέρος του μυαλού μας».

Ο Αντρεάς Μήλιος μοιράζεται την άποψή του μαζί μας. «Είναι γεγονός πως με την έλευση του στους Dream Theater ο Jordan Rudess σκόρπισε χαμογελά χαράς στους οπαδούς του σχήματος ανά τον κόσμο, καθώς ήταν πλέον ήλιου φαεινότερον πως επρόκειτο για τον μεγαλύτερο keyboard prodigy από την εποχή του Rick Wakeman. Δεν τίθεται θέμα... ο Rudess έφερε άλλον αέρα στο σχήμα, καθώς πέρα από τις τεχνικές του δυνατότητες «κολλούσε» πολύ καλά με τον John Petrucci και τον Mike Portnoy, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε συνθετικό επίπεδο, κάτι που φάνηκε και από τα εξαιρετικά άλμπουμ των Liquid Tension Experiment! Το "Scenes From A Memory" επιβεβαίωσε τη χημεία των τριών μουσικών, προσφέροντας μας μαγικές στιγμές. Αντίθετα, θα λέγαμε πως από το "Train Of Thought" και μετά η συνεισφορά του στο συγκρότημα είναι μηδαμινή, αν λάβουμε υπόψη τις τεράστιες δυνατότητές του. Κατά τη γνώμη μου είναι φανερό πως οι Dream Theater (δηλαδή κυρίως ο Portnoy) αποφάσισαν να ακολουθήσουν μια γραμμή η οποία δεν του... «επέτρεπε» ιδιαίτερους πειραματισμούς στον τομέα των keyboards, εγκλωβίζοντας έτσι τον Rudess σε ένα δευτερεύοντα ρόλο στο σχήμα που σίγουρα δεν του αξίζει και απομάκρυνε τον όρο progressive κατά πολύ από τον ήχο τους. Βλέποντας από την άλλη το documentary τους για την ανεύρεση του νέου τους drummer συνειδητοποίησα πως ο Rudess έχει εξελιχθεί σε ηγετική φυσιογνωμία για τους Theater μαζί με τον Petrucci (ειδικά τώρα που λείπει ο Portnoy), έχοντας ισχυρή άποψη για το τι είναι σωστό για το συγκρότημα και για τον τρόπο που θα διατηρηθεί η κληρονομιά του. Ενδιαφέρεται για τους οπαδούς, ασχολείται αρκετά μ' αυτούς και θεωρώ πως τα επόμενα χρόνια θα αποτελεί βασικό τροχό στο όχημα των DT, αν όχι τόσο στο μουσικό τομέα, τότε σίγουρα όσον αφορά την ενασχόληση του με θέματα που αφορούσαν άλλες πτυχές του σχήματος (promotion, marketing, κτλ)». Και ο Πάνος Καλεπανάγος φαίνεται να έχει σε γενικές γραμμές την ίδια γνώμη. «Γενικότερα, πιστεύω ότι ο Portnoy είχε περιορίσει σε υπερβολικό βαθμό όλα τα υπόλοιπα μέλη πλην του Petrucci και όχι μόνο ο Rudess αλλά και οι υπόλοιποι μπορούν να αποδειχτούν «άσσοι στο μανίκι» της μπάντας, αρκεί να δείξουν όρεξη για δουλειά και να παρουσιάσουν ελεύθερα τις ιδέες τους».

Δε μπορούμε παρά να εκφράσουμε την εκπληξή μας για το γεγονός ότι οπαδοί/ακροατές/φίλοι της μπάντας παρουσιάζουν τον Mike Portnoy ως τροχοπέδη στην πρόοδο του σχήματος και το σχόλιό μας δεν είναι σε καμία περίπτωση ειρωνικό. Απλά τονίζουμε πως το συγκεκριμένο σχόλιο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Κοντός ψαλμός αληλούια, βέβαια, και ο νέος δίσκος θα αποδείξει τι «ψάρια πιάνουν» και όλοι οι υπόλοιποι.

Ο Κωνσταντίνος Κυριακού μας λέει: «Θεωρώ πως η βασική διαφορά του Jordan Rudess, όχι μόνο με τον προκάτοχό του, Derek Sherinian, αλλά και με τους περισσότερους κιμπορντίστες είναι πως έχει επιτύχει να δημιουργήσει ένα δικό του στυλ παιξίματος, για το όποιο είναι διάσημος σήμερα. Αυτή η διάφορα έγκειται στο ότι ο Rudess έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί ό,τι περισσότερο έχει να προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία στον τομέα της μουσικής. Είμαι σίγουρος πως θα έχετε παρατηρήσει τα Apple Pads που τον πλαισιώνουν στις συναυλίες των Dream Theater και πιστεύω πως όσοι έχουν ενδιαφερθεί να ψάξουν στο ΥouTube θα έχουν πέσει σίγουρα πάνω σε ένα από τα χιλιάδες video που ο Rudess παρουσιάζει ένα από τα άπειρα applications τα οποία έχει δημιουργήσει ο ίδιος γι' αυτά. Έτσι καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ο Jordan Rudess ήταν αυτός που καλώς ή κακώς έδωσε το έναυσμα για την εκσυγχρόνιση των Dream Theater, κάτι που πιστεύω πως θα φάνει περισσότερο στο 11ο άλμπουμ του συγκροτήματος».

Η άποψη του Πάνου Παναγιώτου είναι λιγάκι διαφορετική. «Ο Jordan Rudess ερχόμενος στους Dream Theater έφερε όλη τη τεράστια μουσική του γνώση και το άρτιο παίξιμο του, αλλά μάλλον δε μπόρεσε να φέρει το συναίσθημα των προκατόχων του. Ίσως βέβαια να ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος για το group εκείνη τη στιγμή. Τη στιγμή εκείνη που οι Dream Theater, ηθελημένα ή όχι, αποφάσισαν να γίνουν progressive της παρτιτούρας και όχι της ουσίας, της προόδου. Ο Rudess με το τεχνοκρατικό του παίξιμο βοηθάει τους Dream Theater να γίνουν ακόμα πιο τεχνικοί, αλλά τους απογυμνώνει ουσιαστικά. Τους ντύνει με ευφάνταστα θέματα, αλλά παράλληλα τους κάνει πιο απόμακρους, πιο ψυχρούς. Το άκρος αντίθετο του Jordan Rudess είναι ο Kevin Moore. Είναι ο άνθρωπος που με το απίστευτα λιτό, minimal αλλά ουσιαστικό παίξιμο του άφησε το στίγμα του στους Theater και μας χάρισε μερικά από τα καλύτερα κομμάτια στην ιστορία τους. Πληκτράς με συναίσθημα, εμπλούτισε τη μουσική αλλά έγραψε και τρομερούς στίχους. Λίγο πριν τη τελική του υπόκλιση στο κοινό των Dream Theater, πάνω σε μία έξαρση δημιουργικότητας, γράφει το αστρικό "Space-Dye Vest", ένα κομμάτι που θα πρέπει να μνημονεύετε για το αληθινά progressive πνεύμα του, τη γκάμα των χρωμάτων που διαθέτει και τους στίχους που θα στοιχειώνουν για μια ζωή όποιον φέρει τον τίτλο άνθρωπος».

Ο Βασίλης Κουρούμαλης, με «ελεύθερη γλώσσα», βάζει το καρφί στο κόκαλο... και πονάει: «Ο Rudess κάθεται στη στέγη. Άπραγος. Τι θέλουμε; Odd times; No problem! Shredding; No problem! Τι πάμε τώρα να κάνουμε; Τους Tool; ΟΚ! Τους Muse; Check! Γενικά, ο τύπος είναι το keyboard plug-in των Dream Theater, αξιόπιστο, δε χαλάει, δε μπουκώνει, ελαφρύ στην RAM, θα τρέχει μια ζωή, εγγύηση. Και να πεις ότι είναι μάπας μουσικός; Ε, εκεί είναι που πονάει! Διότι αν ακούσει κανείς τις δουλειές του (αυτές που ζητάει η εκφώνηση ντε!) θα διαπιστώσει ότι ο άνθρωπος έχει και άλλα modes of operation, μπορεί να μπει το plug-in σε φάση «free» και να έχεις και όλα τα άλλα που θέλει ο λαός».

Μία αρκετά διαφορετική, χιουμοριστική, σίγουρα ανατρεπτική και άκρως περιγραφική άποψη μας έστειλε ο Γιάννης Κωστόπουλος, ο οποίος αν μη τι άλλο διαθέτει τρομερή φαντασία. «Ο Jordan Rudess είναι ένας εξαιρετικός μουσικός, ένας ανεπανάληπτος σύνθετης με προσωπικό στυλ και ένας εντυπωσιακός performer επί σκηνής. Αν η θέση στα πλήκτρα ήταν μια γυναίκα, τότε ο Jordan Rudess θα ήταν η Monica Belucci. Τέλειες αναλογίες στα πάντα, πανέμορφο image (μεταφορικά, η φαλακρά με το μισό μέτρο γκρίζο μούσι δεν είναι πρότυπο ομορφιάς ..) και αρέσει σε όλους. Κάτι λείπει όμως... σχεδόν όλοι μας θαυμάζουμε τη Monica, αλλά αν την είχαμε δίπλα μας δε θα ξέραμε τι να την κάνουμε. Θα προτιμούσαμε μάλλον το κορίτσι της διπλανής πόρτας. Την Κατερίνα (aka Kevin Moore) με το γλυκό προσωπάκι, το ωραίο χαμόγελο, το τζινάκι και το πουκάμισο δηλαδή. Μπορεί να έχει μικρότερο στήθος από τη Μόνικα της μεγάλης οθόνης ή ακόμα και από την Μαρία, τη γκόμενα του σχολείου, αλλά όταν τη βλέπουμε θέλουμε να την πάμε στο Θέατρο των Ονείρων, να περπατήσουμε δίπλα της όλο το απόγευμα, να της μιλάμε μέχρι τις 6 το πρωί για τη ζωή, το μέλλον και τις αλλαγές των εποχών, να πέσουμε στην αιωνιότητα μαζί της. Θέλουμε τη μελαγχολική μοναχική κοπέλα που μέσα στο μυαλό της ονειρεύεται και ταξιδεύει. Αυτή η κοπέλα όμως μας φτύνει γιατί έχει τα θέματα της και μετά, καθώς πρέπει να προχωρήσουμε, βρίσκουμε τη Δήμητρα. Η Δήμητρα (aka Derek Sherinian) είναι έντονη, γεμάτη χαρά και ιδέες, λίγο τζαζ τύπος και λίγο ψωνισμένη, αλλά τη γουστάρουμε, γιατί μας δίνει μια νέα αύρα, μια νέα πνοή και μια διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων που δεν είχαμε σκεφτεί ως τώρα. Και εκεί που την έχουμε βρει με τη Δήμητρα κι είμαστε έτοιμοι για μεγάλα βήματα, ξαφνικά βρισκόμαστε καλεσμένοι σε ένα φαντασμαγορικό πάρτι (LTE), στο οποίο γνωρίζουμε τη Monica. Ποιος θα το φανταζόταν;». Απίστευτος! Πιστεύουμε ότι μόνο ένας φανατικά άρρωστος ακροατής των Dream Theater θα μπορούσε να κάνει τέτοιους παραλληλισμούς και να τους παρουσιάσει κατ' αυτόν τον τρόπο.
 
Θέμα δεύτερον: Ήταν άδικη η κριτική στο πρόσωπο του Derek Sherinian;

Αφήνοντας στην άκρη ακραίες απόψεις του στυλ «παλιοποζεράς», μπαίνουμε στην ουσία και ο Πάνος Παναγιώτου λέει σχετικά: «Η επιλογή του Derek Sherinian ήταν από όλες τις πλευρές σωστή. Διέθετε τεχνική που έβγαζε μάτια, είχε συμμετοχές σε δίσκους και περιοδείες τεράστιων μουσικών και είχε τη δυνατότητα να δώσει στο group την ώθηση για εξερευνήσεις σε νέα μουσικά μονοπάτια. Πιο ευφάνταστος και πολυλογάς στο παίξιμο από τον Kevin Moore, αλλά ταυτόχρονα μεστός και με συναίσθημα, σημαδεύει τη δεύτερη περίοδο του group. Τα "A Change Of Seasons" και "Falling Into Infinity" βρίσκουν τους Dream Theater σε δημιουργικό οργασμό, αν και βέβαια το δεύτερο ξένισε τους παραδοσιακούς οπαδούς τις μπάντας. Τώρα πώς υπάρχουν τέτοιοι οπαδοί στις τάξεις ενός progressive group ποτέ δεν το κατάλαβα. Το "Falling Into Infinity" διαθέτει τη στόφα κλασικού δίσκου, που μπορεί να είναι διαφορετικός από τον ήχο των πρώτων δίσκων αλλά είναι μία πρόοδος, με μουσική που μιλάει κατευθείαν στη ψυχή. Έτσι κι αλλιώς οι Dream Theater δεν ήταν ποτέ η μπάντα που ακολουθεί τη μουσική που δημιουργεί ο εκάστοτε πληκτράς, αλλά διανθίζεται και εμπλουτίζεται από τα πλήκτρα».

Ο Αθανάσιος Νικολόπουλος, στο ιδιαίτερα προσεγμένο κείμενο που μας έστειλε (υπό τον τίτλο "A Big Change Of Seasons") γράφει: «Φεύγοντας ο Kevin Moore, τη θέση του κάλυψε ο Derek Sherinian. Οι δουλειές των Theater με αυτόν ήταν εμφανώς διαφορετικές και η αλήθεια είναι ότι (όπως φάνηκε και με τις δουλειές του μετά την αποπομπή του - βλέπε Planet X) αδικήθηκε στην κριτική που υπέστη. Αδικήθηκε από τις περιστάσεις. Αδικήθηκε γιατί κλήθηκε να καλύψει ένα κενό που είναι δύσκολο να καλύψει κάποιος (τουλάχιστον ως προς το μοναδικό μουσικό ύφος του Kevin), αλλά και γιατί βρέθηκε σε μία εποχή των Theater που τόσα πολλά άλλα πράγματα άρχισαν να επηρεάζουν τη μπάντα. Μία εποχή που η μπάντα πιεζόταν από την εταιρεία της να γίνει πιο εμπορική (και το προφίλ του Derek ταίριαζε με την επιδίωξη αυτή), αυτή όμως ήθελε (σε πείσμα κυρίως του Mike Portnoy;) να ακολουθήσει το δικό της ξεχωριστό δρόμο. Βάλτε στην εξίσωση και τη γνωριμία των Portnoy/Petrucci με τον Rudess (ειδικά με τις δύο ΑΠΙΣΤΕΥΤΕΣ συνεργασίες τους στα πλαίσια των Liquid Tension Experiment) και έχετε νομίζω και τους λόγους της αποπομπής του... το λένε και οι ίδιοι και νομίζω δεν ψεύδονται: Ο Derek υπήρξε άψογος στο διάστημα που ήταν μέλος της μπάντας, αλλά πλήρωσε το μάρμαρο της καταπίεσης των Dream Theater, που αποφάσισαν να τον διώξουν και να πάρουν τον Rudess για να κάνουν έναν Do Or Die δίσκο, ρισκάροντας την καριέρα τους: Ή θα πέρναγε το δικό τους και θα πετύχαιναν, όπως ήθελαν αυτοί, ή θα αποτύγχαναν και θα τελείωναν εκεί. Κλείστηκαν στα Bear Tracks Studios, έγραψαν και παρήγαγαν για πρώτοι φορά μόνοι τους τα τραγούδια τους, όπως ακριβώς τα ήθελαν αυτοί, πήραν το αποτέλεσμα, το πήγαν στα κουστούμια της εταιρείας τους και είπαν: Αυτό είναι κι αν σας αρέσει».

Μας προκαλεί εντύπωση πώς έχει αλλάξει με τα χρόνια η άποψη των ακροατών των Dream Theater για τον Derek Sherinian. Το σίγουρο είναι πως άμα κάναμε ένα δημοψήφισμα για τον «Idiot Of The Year 1999», τότε μάλλον θα κέρδιζε πανηγυρικά. Seasons change, opinions change!

Ο Γιάννης Κωστόπουλος εκφράζει μία θέση που αν μη τι άλλο θα συζητηθεί αρκετά: «Η μετέπειτα πορεία του Sherinian απέδειξε πόσο λάθος έκαναν στην κριτική που του άσκησαν όσοι καλοείδαν τον ερχομό ενός πιο κλασικού βιρτουόζου στα πλήκτρα των Dream Theater (πιθανότατα και το ίδιο το συγκρότημα). Οι δισκογραφικές δουλειές του Derek Sherinian, είτε με το όνομα Planet X, είτε υπό το όνομα Derek Sherinian, αλλά και οι συμμετοχές του σε άλλα projects χαρακτηρίζονται σχεδόν όλες από απαράμιλλη ποιότητα, από πιο progressive φόρμες απ' ό,τι έγραψε ποτέ με τους Dream Theater και από εκπληκτικό δέσιμο με μερικούς από τους πιο γνωστούς κιθαρίστες, μπασίστες και drummers της progressive (κι όχι μόνο) σκηνής. Steve Lukather, Al Di Meola, Tony MacAlpine, Yngwie Malmsteen, Billy Sheehan, Zakk Wylde, Simon Philipps, Virgil Donati είναι μόνο μερικά από τα ονόματα. Προκαλώ οποίον διαβάζει αυτό το κείμενο να πάει να ακούσει το "Sons Of Anu" από το εκπληκτικό "Black Utopia" και μάλιστα να δώσει και έμφαση στο 4:10... κάπου εκεί θα ακούσει ένα από τα καλύτερα σημεία του "New Millennium", παιγμένο αρκετά πιο γρήγορα και έντονα με ακουστική κιθάρα στην αρχή και με τα πάντα στη συνεχεία. Αθώο πείραγμα μάλλον προς το πρώην του συγκρότημα, όπως επίσης και αποδεικτικό στοιχείο του πόσο συμμετείχε στη σύνθεση, στο διαφορετικό ήχο και στην prog αισθητική του "Falling Into Infinity". Η ουσία είναι πως σε αυτόν τον άνθρωπο ουσιαστικά δε δόθηκε η ευκαιρία να ξεδιπλώσει το τεράστιο του ταλέντο στους Dream Theater και ο κύριος λόγος είναι ότι οι κύριοι Mike Portnoy και John Petrucci τυφλώθηκαν από τη δεξιοτεχνία και ταχύτητα του Jordan Rudess. Όσο αγαπώ αυτή τη μπάντα και τα μέλη της, μερικές φορές αναρωτιέμαι αν θα έδιωχναν και τον Myung αντί του Tony Levin σε περίπτωση που δεν ήταν φίλος τους για 15 χρόνια».

Εν τω μεταξύ, ο Derek Sherinian πριν μερικές ημέρες ολοκλήρωσε τις ηχογραφήσεις των πλήκτρων για τη νέα του προσωπική δουλειά, έβδομη συνολικά, η οποία μιξάρεται τις ημέρες αυτές από τον Simon Phillips. Ο ίδιος δήλωσε «είμαι ενθουσιασμένος με το νέο δίσκο, αφού είναι στο ύφος των πρώτων instrumental δουλειών του Jeff Beck. Έχω χρησιμοποιήσει αρκετά Vintage B3, Rhodes και Moog piano κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων. Μαζί μου έχω τους Steve Stevens, Joe Bonamassa, Tony MacAlpine, Doug Aldrich, Jimmy Johnson και Simon Phillips, ανάμεσα σε άλλους». Κυκλοφορεί μέσα στον Αύγουστο από τη Mascot Records.   

Θέμα τρίτον: Η ξεχωριστή σχέση Neal Morse - Mike Portnoy

Το συγκεκριμένο θέμα αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, ίσως ένα ολοκληρωμένο αφιέρωμα από μόνο του. Δε σας κρύβουμε το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της συγγραφής του αφιερώματος για τους Dream Theater «διαφωνούσαμε» για το κατά πόσο οφείλαμε να αναλύσουμε το ζήτημα αυτό διεξοδικά τώρα ή όχι. Διότι, όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει θέμα και μάλιστα τεράστιο. Τελικά καταλήξαμε, μετά από σκέψεις και συζητήσεις, στην ώριμη απόφαση να αναφέρουμε ορισμένες σκόρπιες απόψεις, να αφήσουμε να αναλύσετε εσείς μέρος του ζητήματος και να επανέλθουμε δριμύτεροι στο εγγύς μέλλον με όλες τις λεπτομέρειες, τα γεγονότα και κάτι σίγουρα πολύ χορταστικό για τους αναγνώστες του Rocking.gr.

Ο Πάνος Καλεπανάγος γράφει σχετικά: «Είναι ίσως ένας από τους λόγους που οδήγησαν στις προστριβές ανάμεσα στα μέλη της μπάντας και τελικά στην αποχώρηση του Mike Portnoy. Πώς να μην οδηγήσουν εκεί άλλωστε όταν ο Portnoy δαπανούσε περισσότερο χρόνο με τα side-projects παρά με την ίδια την μπάντα, έχοντας κάνει τους Dream Theater ουσιαστικά μια «μηχανή παραγωγής δίσκων», έστω και καταπληκτικών. Από την άλλη μεριά, όμως, η συνεργασία με τον Neal Morse έχει δώσει πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα, επομένως μπορούμε να δικαιολογήσουμε τον Portnoy για τον υπερβάλλοντα ζήλο που έδειχνε. Γενικότερα, μιλάμε για μια δυνατή φιλία, η οποία όμως, σε επαγγελματικό επίπεδο, έφτασε να γίνεται κουραστική και σίγουρα εκνευριστική για τους υπόλοιπους τέσσερις Dream Theater, οι οποίοι έβλεπαν έναν Portnoy να θέλει και την πίτα ολόκληρη (συνεργασία με όποιον θέλει, όποτε θέλει και για όσο θέλει) και το σκύλο χορτάτο (πρώτη και τελευταία κουβέντα για ΟΛΑ τα θέματα που αφορούσαν τη μπάντα). Παν μέτρον άριστον, όπως έλεγαν και οι Έλληνες, και ο Portnoy θα έπρεπε να έχει ξεκαθαρίσει τις προτεραιότητές του. Η φιλία είναι φιλία και μέγιστο αγαθό, αλλά και η δουλειά είναι δουλειά κι όταν έχεις δηλώσει ότι οι Dream Theater είναι η πρώτη και σημαντικότερη ασχολία σου (με δηλώσεις τύπου «this band has always been my baby» κλπ.), δεν τρέχεις στα καλά καθούμενα να ηχογραφήσεις αφιλοκερδώς δίσκο με τον Morse και τον κάθε Morse». Eδώ οφείλουμε βέβαια να παίξουμε το ρόλο του «δικηγόρου του διαβόλου» και να πούμε ότι ο Mike Portnoy ουδέποτε ανέβαλε κάποια περιοδεία ή δραστηριότητα των Dream Theater για χάρη των δικών του projects και φιλοδοξιών, ότι δικαίως είχε γνώμη και την τελευταία κουβέντα «για ΟΛΑ τα θέματα» και σίγουρα ουδείς μπορεί να ξεχνάει το γεγονός ότι ο Mike Portnoy, ζώντας τη «celebrity life» που ζούσε, έστρεφε τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του, προσφέροντας στους υπολοίπους τη γαλήνη που τόσο αναζητούσαν και είχαν ανάγκη, αλλά προωθώντας ταυτόχρονα και το όνομα των Dream Theater συνεχώς.

Από την άλλη, ο Αντρέας Μήλιος υπενθυμίζει ότι πριν αρκετά χρόνια «αποκούμπι» του Portnoy υπήρξε κάποιος άλλος, λέγοντας «Η σχέση Mοrse - Portnoy έχει κρατήσει στον χρόνο και φαίνεται πως μετά τη διαφαινόμενοι ρήξη στην σχέση του Portnoy με τον άλλοτε αδελφικό του φίλο, Jim Matheos, με την συνεργασία τους στους OSI και την επιλογή του Jim να έρθει πιο κοντά στον Kevin Moore, αποτελεί ό,τι πιο σταθερό στη ζωή του Portnoy σε επαγγελματικό επίπεδο!» και σε αυτό το επίπεδο υπάρχει ένα δεδομένο χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του Portnoy να επιζητά συντροφικότητα, να αναζητά και να αναγνωρίζει το πηγαίο μουσικό ταλέντο. Το είχε και ο Matheos μέχρι ενός σημείου (μέχρι να ανακαλύψει το χρηματιστήριο λένε οι κακές γλώσσες), αλλά μαζί με τη φλόγα για μουσική έφυγε κι ο Mike.

Μια θεωρία (και το τονίζει) δίνει ο Πάνος Παναγιώτου, που μπλέκει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Neal Morse. «Ήταν η περίοδος που τα προσωπικά προβλήματα του τον είχαν οδηγήσει στο αλκοόλ και φυσικά, εάν συνέχιζε, στην αυτοκαταστροφή του. Εκεί έρχεται ο Neal Morse, που μέσα από τη πνευματικότητα και τα διδάγματα της θρησκείας του βοηθάει τον Mike να κόψει το αλκοόλ και να βρει τις εσωτερικές ισορροπίες του. Αυτό ο Mike δε θα το ξεχάσει πότε και πλέον ως πιστός φίλος του Morse θα προσπαθεί πάντα να ξεπληρώσει το καλό που του έκανε. Γιατί μπορεί ο Portnoy να είναι οξύθυμος, να τα λέει έξω από τα δόντια και γενικά να διαθέτει ένα σχεδόν μεσογειακό ταμπεραμέντο, αλλά δεν ξεχνάει ποτέ ποίος τον βοήθησε και ποίος τον κάρφωσε πισώπλατα». Ανάγκη ισορροπίας δεν υπήρξε ποτέ σε αυτό το επίπεδο για τον Portnoy, καθώς τα υπόλοιπα μέλη των Dream Theater, που είναι πολύ πιο ήρεμοι χαρακτήρες, υπήρξαν πάντα δίπλα του και τον στήριξαν σε όλα τα θέματα που είχε με τον αλκοολισμό και όχι μόνο. Γενικά, όντως ο Portnoy ξέρει να τιμάει φίλους και εχθρούς, έχοντας δηλώσει πως για πάντα θα είναι ευγνώμων στον Morse.

Η αλήθεια είναι πως -ανεξάρτητα αν ασχολείται με όλα τα περιφερειακά θέματα- ο Portnoy δεν έχει χάσει τη δίψα του για μουσική και κυρίως δεν έχει χάσει τον οπαδό μέσα του. Θέλει να τιμάει τη μουσική με την οποία ανδρώθηκε, θέλει να μη βάζει όρια στη δημιουργικότητα και θέλει να παράγει ει δυνατόν συνεχώς. Πώς γίνεται να μην είναι ο Neal Morse ο άνθρωπός του; Έχει την ίδια αγάπη για τη μουσική, είναι ίσως η πιο ανεξάντλητη πηγή μουσικής έμπνευσης που υπάρχει αυτή τη στιγμή στη μουσική βιομηχανία και έχει σταθεί στον Mike ως αδερφός, όποτε αυτό χρειάστηκε. Είναι ο «αδερφός» που δεν είχε, είναι ο «αδερφός» που κάποτε ήταν ο John Petrucci.

Θέμα τέταρτον: Πιστεύετε ότι υπήρξε «δάκτυλος» Roadrunner Records στην αποχώρηση του Mike Portnoy;

Οι περισσότεροι απέφυγαν -ίσως ορθώς- να αναφερθούν και να απαντήσουν σ' αυτό το ερώτημα. Πρόκειται για μια καθαρά υποκειμενική ερώτηση και απ' ό,τι φαίνεται ο κόσμος επουδενί πιστεύει ότι η Roadrunner Records έπαιξε τον παραμικρό ρόλο στην απόφαση του μεγάλου Mike. Υπάρχει πάντως έντονη υποψία ότι η Roadrunner έπαιξε το ρόλο της στο να μην επιστρέψει ο Portnoy, όταν προσπάθησε να επανέλθει στη μπάντα, καθώς και το ότι δεν ήταν τελείως αμέτοχη στο όλο θέμα, καθώς αντιμετωπίζει τους Dream Theater ως σημαντική «επένδυση» για να ρισκάρει μια πενταετή αποχή τους, ενώ όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γιάννης Κωστόπουλος μπορεί να έχουν μεγαλώσει σημαντικά ως εμπορικό όνομα αλλά «Οι Dream Theater είναι μεγάλο συγκρότημα, αλλά δεν είναι του βεληνεκούς των Metallica. Δεν έχουν την πολυτέλεια να βγάζουν άλμπουμ όποτε έχουν όρεξη. [...] Αυτό σημαίνει πως η πρόταση του Mike Portnoy να κάνουν ένα διάλειμμα δε θα άρεσε καθόλου μα καθόλου στην εταιρία. Πόσο μάλλον όταν ήρθε τόσο σύντομα μετά την υπογραφή συμβολαίου μαζί της...». Είναι δεδομένο πως ακόμα οι Dream Theater δεν έχουν κάνει απόσβεση για τη Roadrunner, ανεξάρτητα αν η πορεία των δύο studio άλμπουμ ξεπέρασε τις προσδοκίες, όμως το θέμα δεν είναι τόσο απλό όσο μοιάζει στον εξωτερικό παρατηρητή. Αν κάθε γκρουπ μπορεί να θεωρηθεί μια μικρή εταιρεία, ο Mike Portnoy δεν έδωσε δωρεάν το μερίδιο του (όντας «μεγαλομέτοχος») και αυτό θέτει κάποιες επιπλέον παραμέτρους στο ζήτημα. Για εμάς η απορία παραμένει και λογικά θα απαντηθεί όταν και όποτε αποφασίσει ο πρώην drummer των Dream Theater να αναλύσει διεξοδικά τις σκέψεις και τα συναισθήματά του.  

Θέμα πέμπτον: Τελικά ποιός είχε περισσότερο δίκο στην όλη υπόθεση και γιατί; Επίσης, ποιός πιστεύετε θα βγει πιο ευνοημένος σε βάθος χρόνου;

Άλλο ένα ερώτημα, το οποίο οι περισσότεροι προτίμησαν να αγνοήσουν, αλλά όχι και ο νικητής μας, ο οποίος όχι απλά αναλύει το θέμα, αλλά δίνει και πολλές απαντήσεις.



Πέραν αυτού, ο Βασίλης Κουρούμαλης -ιδιαίτερα περιγραφικά όπως σε όλο το άρθρο του- τάσσεται υπέρ του Portnoy αναφορικά με το πολυσυζητημένο διάλειμμα. «Δίκιο για το διάλειμμα, εννοείται ο Portnoy. Δε νοείται αυτό το πράγμα της στρατιωτικής πειθαρχίας στην κυκλοφορία δίσκων. Δε γίνεται να έχουν ραντεβού με τη Μούσα κάθε Δεκέμβρη του παρ' άλλου χρόνου, be there honey, δεν είναι τρόπος αυτός να φέρεσαι σε μια γυναίκα, θα σε φτύσει», ενώ ο Πάνος Καλεπανάγος βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, αναφέροντας «Γενικότερα, [οι Dream Theater] έχουν ένα δίκιο παραπάνω από τον Portnoy, ο οποίος ναι μεν είχε κουραστεί από τις συνεχείς περιοδείες και ηχογραφήσεις, αλλά ταυτόχρονα διατηρούσε πάρα πολλά side projects στα οποία ξόδευε πολύ χρόνο και ενέργεια, άρα θα μπορούσε να ελαττώσει την ενασχόληση του με αυτά και να αφοσιωθεί στους Dream Theater».

Ο Γιάννης Κωστόπουλος, από την άλλη, μένει κάπου στη μέση, έχοντας την άποψη πως ναι μεν είχε δίκιο ο Portnoy, αλλά με τον τρόπο και τις κινήσεις στις οποίες προχώρησε το έχασε. «Ο ίδιος μπορεί να λέει ότι το σκεφτόταν κάνα χρόνο πριν τους μιλήσει, και μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά μάλλον δεν είχε σκεφτεί καλά όλες τις εναλλακτικές. Προσωπικά θεωρώ πως η πρόταση που έκανε, περί διαλείμματος για 3-4 χρόνια, ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσαν να πράξουν οι Dream Theater». Δε νομίζουμε ότι σκέφτηκε ποτέ σοβαρά οποιαδήποτε εναλλακτική ο Portnoy, όντας παρορμητικός, ξεροκέφαλος και οπαδός όπως έχουμε αναφέρει στο πρώτο άρθρο.

Θέμα έκτον: Συμφωνείτε με την τελική επιλογή του drummer;

Ο φίλος Άκης Θεοφιλάτος μας απαντάει επ' αυτού πως «Ελπίζω να ξαναβρούν τη χαμένη τους ποιότητα και το λυρισμό (που εν μέρει βρήκαν και στο "Black Clouds & Silver Linings") τώρα με το νέο τους drummer (αφού ο Mike Portnoy ήθελε ένα σύγχρονο ύφος, όπως έλεγε στις συνεντεύξεις του). Δε θέλω να προκαλέσω το μένος, αλλά θα τους γούσταρα σε μια μίξη του "Falling Into Infinity" με το "Octavarium" μαζί με το λυρισμό του "Images And Words". Ο νέος drummer δε μπορεί ακόμα να κριθεί, αν και πιστεύω ότι ταιριάζει ως προσωπικότητα με τους υπόλοιπους, γι' αυτό και επιλέχθηκε, παρόλο που ίσως να μην ήταν και ο καλύτερος. Καθαρά υποκειμενικά προτιμούσα τον Marco Minnemann που είχε περισσότερη προσωπικότητα, αλλά ίσως είναι καλύτερα τώρα με τον Mike Mangini». Ο Πάνος Καλεπανάγος λέει σχετικά «Αναμφίβολα, «και οι 7 ήταν υπέροχοι». Ο Mike Mangini και o Marco Minnemann έδειξαν να ταιριάζουν πιο πολύ με τη μπάντα, τόσο παικτικά, όσο και ως χαρακτήρες, τουλάχιστον στα λίγα λεπτά που είδαμε στα τρία μέρη του ντοκιμαντέρ. Ο Mangini, ειδικότερα, είναι παικτικά πολύ κοντά στο στιλ του Portnoy και κατά πολύ ανώτερός του τεχνικά κι αυτό φάνηκε ότι ήθελαν οι Dream Theater. Τα παλιά τραγούδια πιστεύω ότι θα τα αποδώσει με τεράστια άνεση, γιατί σίγουρα ανήκει στους κορυφαίους στον τομέα του, και είμαι σίγουρος ότι θα προσφέρει τα δέοντα και συνθετικά, ενώ παράλληλα δείχνει να είναι ένας άνθρωπος τρομερά παθιασμένος με τη μουσική του, που πραγματικά αγαπάει αυτό που κάνει και αυτό μόνο καλό είναι για τη μπάντα. Μία κρυφή μου επιθυμία, όμως, θα ήταν να περνούσε από audition και ο καταπληκτικός, ο ένας και μοναδικός Bobby Jarzombek, και τότε πιστεύω τα πράγματα ίσως να ήταν διαφορετικά».

Ο Αθανάσιος Νικολόπουλος ξεκινάει την αναφορά του στο θέμα από τον Virgil Donati και λέει αλήθειες. «Αν πάλι ερχόταν κάποιος super drummer τύπου Virgil Donati (ομολογώ δεν τον γνώριζα και ένιωσα ντροπή γι' αυτό όταν τον είδα στο σχετικό αφιέρωμα - και έμεινα με το σαγόνι στο πάτωμα φυσικά...), νομίζω ότι ίσως δημιουργούσε μεγάλη έως «ανυπόφορη» αναταραχή στις διαπροσωπικές ισορροπίες μέσα στη μπάντα, αλλά και στη συνθετική τους ισορροπία. Το πλάνο από το αφιέρωμα στις auditions είναι χαρακτηριστικό: Ενώ παίζουν/σκαλίζουν το "Dance Of Eternity", ο τύπος σταματά και παίζει κάτι διαφορετικό. Στην αρχή νομίζουν ότι δε μπορεί να παίξει το τραγούδι! Σύντομα όμως αντιλαμβάνονται ότι το έχει μια χαρά, αλλά εκεί ακριβώς έχει μία διαφορετική ιδέα και είναι διατεθειμένος επιτόπου να τη δοκιμάσει! Αν ένας drummer υπό δοκιμή έχει τα... κότσια να δοκιμάσει παραλλαγή στο "Dance Of Eternity" την ώρα της audition, φαντάζεστε τι θα έκανε ως μόνιμο μέλος; Θα σάρωνε τα πάντα! Ήταν οι άλλοι έτοιμοι για κάτι τέτοιο; Αποκλείεται. Ο Marco Minnermann θα ήταν επίσης μία εξαιρετική επιλογή αλλά (όπως σωστά αναφέρθηκε) δεν είχε την κατάλληλη φάτσα για μέλος των Theater, ούτε ίσως το κατάλληλο image! Απίστευτα ικανός, αλλά υπερβολικά χαρωπός και... όχι αμερικανόφατσα, φαντάζει ιδανικός partner για κάποιο εξαιρετικό side project, αλλά όχι για μόνιμο μέλος μίας μπάντας όπως οι Dream Theater. Και φυσικά είναι εμφανώς αντιληπτό πως τα παραπάνω τον αδικούν τελικά ως «κριτική», αλλά μπαίνοντας σε διαδικασία audition, δηλαδή συγκρίσεων, δεν αποφεύγεις κι αυτές τις σκέψεις». Θα ήθελα να παρέμβω στο σημείο αυτό και να πω ότι ένιωσα πραγματικά άβολα γράφοντας το συγκεκριμένο σχόλιο για τον Marco Minnemann, γιατί είναι και άδικο και ηλίθιο. Ωστόσο, έχοντας σπουδάει οικονομικά πριν πολλά χρόνια και ασχολούμενος με τον τομέα του marketing μεγάλων εταιρειών, έχω δυστυχώς μάθει να σκέφτομαι «όπως αυτοί» και μπορώ να διαβεβαιώσω τον οποιονδήποτε έχει την παραμικρή αμφιβολία ότι κάτι τέτοιο πέρασε από τις σκέψεις της μπάντας, του management της και της Roadrunner Records. Η ζωή δεν είναι πάντα δίκαιη, ξέρετε.

Ο Αθανάσιος Νικολόπουλος γράφει όμως και για τον «νικητή» των auditions. «Ο Mike Mangini μπήκε από την πρώτη στιγμή στο πνεύμα του θέματος. Ήρθε να πάρει τη θέση του Portnoy, με σεβασμό στο έργο του προκατόχου του, με αυτοπεποίθηση για τις δικές του ικανότητες και με μία προσωπικότητα που δε φαντάζει ούτε «απειλητική» αλλά και ούτε «λίγη» για τη θέση. Απίστευτες ικανότητες που τον έχουν κάνει γνωστό παγκοσμίως, μία άκρως θετική αύρα (ήταν εμφανές και στην audition αλλά και όποτε άνοιγε το στόμα του να μιλήσει αυτός ο καταπληκτικός αλλά προσγειωμένος τύπος) και είναι... ένας Mike στη θέση του Mike! Αντιλαμβάνομαι ότι και το τελευταίο, όπως και κάποια προηγούμενα, δεν είναι φυσικά σοβαρά επιχειρήματα σε μία διαδικασία επιλογής, αλλά όλοι το σκεφτήκαμε, έτσι δεν είναι;». Πολύ σωστά θα προσθέταμε εμείς!

Epilogue

Θα κλείσουμε το μακροσκελέστατο αυτό κείμενο, όχι όμως και το τεράστιο σε έκταση αφιέρωμά μας στη «νέα εποχή» των Dream Theater, παραθέτοντας με χιουμοριστική καθαρά διάθεση μερικές γραμμές από το κείμενο του φίλου-αναγνώστη Αντρέα Μήλιου.

Σας μιλάει ένας ΦΑΝΑΤΙΚΟΣ οπαδός σας! Καλά τα documentary για το "America's Next Top Model"... ε sorry, "DT'S Next Top Drummer", αλλά γράψτε καμία αλμπουμάρα για μας που σας στηρίξαμε και στα καλά και στα δύσκολα τόσα χρόνια! Άντε γιατί τα πήρα τώρα! Α! Σας αγαπώ πολύ!

Και όπως γράφει ο φίλος Πάνος Παναγιώτου, εκφράζοντας πολλούς φίλους των Dream Theater, "It's Better To Save The Mystery, Than Surrender To The Secret".

Χρήστος Καραδημήτρης
Μίλτος Λυμπιτσούνης

Και οι...
Άκης Θεοφιλάτος
Πάνος Καλεπανάγος
Βασίλης Κουρούμαλης
Κωνσταντίνος Κυριακού
Γιάννης Κωστόπουλος
Αντρέας Μήλιος
Αθανάσιος Νικολόπουλος
Πάνος Παναγιώτου
  • SHARE
  • TWEET