Dream Theater Part II - The auditions that stumped them all

Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 02/05/2011 @ 14:42
Μετά το πρώτο άρθρο που ήρθε μαζί με την επίσημη ανακοίνωση του Mike Mangini ως νέου drummer στους Dream Theater, θα γίνει μια παρουσίαση των υπολοίπων έξι διεκδικητών του «θρόνου» πίσω από τα τύμπανα των αρχηγών του progressive metal. Επειδή δεν είμαστε και πολύ σίγουροι ότι τα επιλεκτικά πλάνα που συνθέτουν το υλικό του documentary είναι κατατοπιστικά για την αξία του κάθε drummer και των κριτηρίων βάσει των οποίων επιλέχθηκαν (μέσω του βαρύγδουπου τίτλου των «best drummers in the world»), σας παρουσιάζουμε την ιστορία τους, άγνωστες πτυχές του κάθε ένα από τους υποψηφίους, καθώς και τι θα σήμαινε αν τελικά καθένας από αυτούς ήταν στη θέση του Mangini. Τα γνωστά αστεία για τους drummers καταρρίπτονται κάπου εδώ.

“Take a deep breath and let it out slowly…”

1. Oι Dream Theater με τον Derek Roddy

Ο Derek Roddy γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου του 1972 στη Νότια Καρολίνα. Περισσότερο γνωστός στο ευρύ κοινό έγινε με το "Black Seeds Of Vengeance" των Nile και τα "King Of All Kings" και “I, Monarch" των Hate Eternal, ωστόσο ο δίσκος με τον οποίον έκανε το break, ουσιαστικά μας συστήθηκε και απέδειξε ότι πρόκειται για έναν από τους ικανότερους extreme metal drummers παγκοσμίως ήταν το "In Cold Blood" των Malevolent Creation. Όσοι έχουν ασχοληθεί με τη μπάντα του Phil Fasciana, έστω κι επιφανειακά, γνωρίζουν πως το "In Cold Blood", όνομα και πράμα, είναι με διαφορά το πλέον βίαιο και αποτρόπαιο άλμπουμ που έχουν ηχογραφήσει ποτέ.



Οι Malevolent Creation είχαν μπλέξει άσχημα με την Pavement Music κι έβλεπαν τη μπάντα να βρίσκεται σ' ένα αδιέξοδο, παρά την ηχογράφηση και κυκλοφορία σπουδαίων δουλειών, όπως ήταν το τρομερό "Eternal" και το mini "Joeblack". Ο Dave Culross, drummer του συγκροτήματος τότε, δεν άντεχε την κατάσταση να είναι μονίμως χωρίς χρήματα, να χρωστάει παντού και γενικά να βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Τα βρόντηξε εγκαταλείποντας ταυτόχρονα τη Φλόριδα. Στη θέση του ήρθε ο άγνωστος τότε Derek Roddy, ο οποίος είχε να επιδείξει μονάχα demo δουλειές με τοπικά σχήματα, αλλά και αστείρευτο ταλέντο. Ο Derek Roddy συζούσε εκείνη την εποχή με τον Jason Hagen, ο οποίος για μικρό χρονικό διάστημα έγινε ο δεύτερος κιθαρίστας των Malevolent Creation, αντικαθιστώντας τον επίσης αποχωρήσαντα Jon Rubin. Ο Jason Hagen ήταν ικανότατος συνθέτης και, όπως θυμάται ο Phil Fasciana, «ο τύπος ήταν πραγματικά φανταστικός μουσικός. Δεν έκανε τίποτα στη ζωή του. Κοιμόταν στους καναπέδες μας κι έπαιζε κιθάρα όλη την ημέρα. Το κακό είναι πως για κάποιον λόγο μάλωσε άσχημα με τον Derek Roddy και ο δεύτερος απαίτησε να τον διώξουμε. Παρ' όλα αυτά, χρησιμοποιήσαμε πολλά από τα κομμάτια που είχαμε γράψει μαζί στο "In Cold Blood"». Βίαιο, ωμό, θανατηφόρο, απόλυτα γρήγορο και αιμοβόρο, το "In Cold Blood" είναι από τα σκληρότερα και δυσκολότερα death metal άλμπουμ όλων των εποχών. Ο όρος βαρύτητα αποκτάει νέο νόημα και οι Malevolent Creation παρουσίαζαν ένα νέο και ιδιαίτερα επικίνδυνο πρόσωπο. Τα χτυπήματα του Derek Roddy στο snare έβγαζαν σπίθες από την ταχύτητα. Η ικανότητα του και η αντοχή στις υψηλότατες ταχύτατες τράβηξαν το ενδιαφέρον και τα βλέματα της παγκόσμιας drumming κοινότητας επάνω του. Τα πρώτα άρθρα στο διάσημο περιοδικό Modern Drummer άρχισαν να δημοσιεύονται, ενώ ακολούθησαν οι σπόνσορες και οι χορηγίες. Η επερχόμενη, ωστόσο, ευρωπαϊκή περιοδεία των Malevolent Creation ήταν καταστροφική, αφού τα βασικά μέλη Phil Fasciana και Jay Black πιάστηκαν στα χέρια στα παρασκήνια (εξαιτίας ενός t-shirt ρατσιστικού περιεχομένου του δεύτερου) και έγινε ο χαμός. O Jay αποχωρώντας πήρε μαζί του τόσο τον Derek Roddy όσο και τον John Paul Soars (κιθάρα), δημιουργώντας τους Divine Empire. Η Century Media Records τους προσέφερε συμβόλαιο και το "Redemption" έσκασε κυριολεκτικά ως βόμβα στα αυτιά μας. Η μουσική συνταγή ήταν πάνω-κάτω η ίδια μ' αυτή του "In Cold Blood", το drumming όμως ήταν απλά δαιμονισμένο. Ο Derek Roddy εξελισσόταν καθημερινά με γεωμετρική πρόοδο. Η αποχώρησή του από τους Divine Empire του άνοιξε το δρόμο και οι προτάσεις για συνεργασία έπεφταν βροχή. Εκεί ήταν αρκετά έξυπνος ως χαρακτήρας, ώστε να αντιληφθεί ότι το μέλλον του ήταν ως «hired gun» και προκειμένου να το επιτύχει αυτό όφειλε να βελτιωθεί... σε όλους τους τομείς.

Ο Derek Roddy ήταν την περίοδο 1997-2005 ο κορυφαίος extreme metal drummer στον κόσμο, έπρεπε όμως να γίνει ολοκληρωμένος μουσικός. Γνώριζε ότι οι πιθανότητες να επιτύχει κάτι τέτοιο με τους Hate Eternal ήταν μηδαμινές, αν όχι ανύπαρκτες. Πήρε μια απόφαση, που πλήγωσε πολλούς ακροατές του, περισσότερο απ' όλους όμως τον ίδιο, διότι ο Derek Roddy ήταν και παραμένει ένας φανατικός death μεταλλάς. Αποχώρησε, αφοσιώθηκε στην εξάσκηση και την περαιτέρω εκμάθηση, έμαθε να παίζει λάτιν, πειραματίστηκε, έκλεισε συμφέρουσες γι' αυτόν συμφωνίες με χορηγούς και αναδείχτηκε μέσα σε λίγα χρόνια σ' έναν από τους κορυφαίος clinicians του κόσμου. Θέλετε να μάθετε τη μεγαλύτερή του επιρροή τα τελευταία 10 και επιπλέον χρόνια; Ο συνυποψήφιός του, Virgil Donati!

Ο Derek Roddy του 2011, ο drummer που πέρασε από audition για τους Dream Theater, λίγες ομοιότητες έχει με τον Derek Roddy του "In Cold Blood". Παραμένει διψασμένος και «άρρωστος» για καλή μουσική, σήμερα όμως είναι ένας ολοκληρωμένος μουσικός, με τεράστιες εμπειρίες και ανοιχτούς ορίζοντες. Ο ταπεινός death metal drummer του 1997 έχει εξελιχθεί σ' ένα πραγματικό θηρίο του drumming, ικανό να διαλύσει τα πάντα στο πέρασμά του και να ανταγωνιστεί τα κορυφαία ονόματα του πλανήτη.



Αρκετά πριν ανακοινωθεί το όνομά του για τις auditions τον είχα στο νου μου και μάλιστα, με το χέρι στην καρδιά, εάν είχα λόγο για την απόφαση της μπάντας, θα ήθελα πάρα πολύ να είναι ο Derek Roddy αυτός που θα επέλεγαν. Είναι από τους λίγους τόσο αφοσιωμένους στη μουσική, όπως ακριβώς ήταν κι ο Mike Portnoy. Επίσης, παρακολουθώντας σχεδόν δύο δεκαετίες τώρα την πορεία του Derek Roddy στη μουσική βιομηχανία, παίρνει ρίσκα και δε φοβάται τις προκλήσεις. Ταιριάζει από οποιαδήποτε πλευρά κι αν το δει κανείς στους Dream Theater και θα ήταν πραγματικά λάθος να τον κρίνει το κοινό ως τον drummer των Malevolent Creation, των Nile και των Hate Eternal, αγνοώντας τα τελευταία 6-7 χρόνια, τα οποία υπήρξαν και τα πλέον δημιουργικά και σημαντικά στην καριέρα του.

Παρακολούθησα προσεκτικά το δεύτερο μέρος του "The Spirit Carries On" ντοκιμαντέρ, στο οποίο εμφανίζεται και παίζει ο Derek Roddy. Διάβασα αρκετές από τις απόψεις των οπαδών σε διάφορα drumming forums, αν και πάνω-κάτω ήταν εύκολο να φανταστώ τις αντιδράσεις. Θα ήθελα εδώ να προλάβω αρκετούς και να τους επισημάνω κάτι: στο ντοκιμαντέρ δεν παρακολουθούμε στην ουσία κανέναν drummer να παίζει. Το τελικό προϊόν περιλαμβάνει ελάχιστα πλάνα από τον κάθε υποψήφιο, επιλεγμένα πλάνα, πλάνα που έχουν υποστεί επεξεργασία. Τι θέλω να πω μ' αυτό; Μπορεί ο Derek Roddy επί μία ώρα να έπαιζε εντελώς groov-άτα και να ρόλαρε τέλεια, αλλά η υπεύθυνη εταιρεία για την παραγωγή διάλεξε το συγκεκριμένο πλάνο με το blast, γιατί ο περισσότερος κόσμος αυτό γνωρίζει από τον Derek Roddy κι αυτό του δίνουν στο πιάτο. Είναι άδικο! Κυρίως για τον μουσικό. Είναι άδικο να κριθεί τόσο βιαστικά. Γράφω το κείμενο κάθε drummer, μουσικού και καλλιτέχνη, έχοντας παρακολουθήσει την καριέρα του καθενός στενά όλ' αυτά τα χρόνια, έχοντας όλα τα cd που έχουν ηχογραφήσει και κυκλοφορήσει, κι έχοντας σχηματίσει, θέλω να πιστεύω, μία σφαιρική άποψη για τους ίδιους. Θα ήμασταν σε θέση να κρίνουμε τον Derek Roddy παρακολουθώντας κάθε δευτερόλεπτο της audition του, από τη στιγμή δηλαδή που εισήλθε στο studio, μέχρι που χαιρέτησε τους πάντες και αποχώρησε. Αυτό ισχύει βασικά για όλους. Αμφιβάλει κανείς, για παράδειγμα, ότι εφόσον μας έδειχναν ολόκληρη την audition του Virgil Donati θα έπεφταν πολλά σαγόνια στο πάτωμα; Από την άλλη πλευρά, η μπάντα σίγουρα δε σκέφτηκε ποτέ τον παράγοντα ότι με τον Mike Mangini γνωρίζονται και έχουν παίξει μαζί του σε ξεχωριστές περιστάσεις όλοι τους. Με τον Derek Roddy, ή τον Aquiles Priester και όλους τους άλλους, δεν είχαν ποτέ κάποια σχέση, επομένως δε μπορεί κάποιος να αναμένει να νιώσει το ίδιο άνετα μετά από 40 λεπτά που παίζει με τον Mike Mangini και το ίδιο μετά από 40 λεπτά με τον Marco Minnemann. Προσωπικά θεωρώ γενικότερα ιδιαίτερα φιλόδοξη, για να μην πω τραβηγμένη και τρελή, την ιδέα να περιμένουν να κρίνουν έναν μουσικό αυτού του επιπέδου εντός μίας ώρας (;). Θα περίμενα από την πλευρά τους, από τη στιγμή που υποστηρίζουν ότι ψάχνουν τον «ιδανικό» και μπήκαν στον κόπο να προσκαλέσουν τους «7 greatest drummers of the world», να έμπαιναν στον κόπο να περάσουν τουλάχιστον μία εβδομάδα δουλειάς με τον καθένα. Πιστεύω ότι όσοι έχουν βρεθεί ποτέ σε μία μπάντα και έχουν παίξει μουσική καταλαβαίνουν. Υπάρχουν σημεία επαφής και χημείες, που δεν εμφανίζονται από τα πρώτα λεπτά.



2. Οι Dream Theater με τον Peter Wildoer

Ο Σουηδός drummer μόλις μερικούς μήνες πριν ακουγόταν στο τελευταίο προσωπικό άλμπουμ του James LaBrie ("Static Impulse"), οπότε ήρθε να προστεθεί κι αυτός σε μία μακρά λίστα μουσικών, οι οποίοι έχουν συνεργαστεί με τα μέλη των Dream Theater.

Γεννημένος το 1974, είναι περισσότερο γνωστός στο metal κοινό ως το «χταπόδι» πίσω από τα τύμπανα των Darkane. Οι Darkane αποτελούν δικό του παιδί και όσοι έχουν ακούσει έστω ένα άλμπουμ των τελευταίων γνωρίζουν πως πέρα από τις Meshuggah-style κιθάρες του Christofer Malmstroem, το trademark του ήχου τους είναι κατά 90% τα τύμπανα του Peter Wildoer. Drummer με ιδιαίτερη φαντασία, πολύ καλή τεχνική, τρομερή ικανότητα στα πόδια και χαρακτηριστικό ήχο στα πιατίνια. Σύμφωνα με τον ίδιο, το "Master Plan" του Dave Weckl ήταν το ένα άλμπουμ που του άλλαξε τη ζωή, με το "Human" των Death (με τον Sean Reinert στα τύμπανα) να είναι το δεύτερο. Παρατηρήστε τις ομοιότητες στο παίξιμο με τα πιατίνια ανάμεσα σε Peter Wildoer και Sean Reinert! Είναι κάτι παραπάνω από εμφανείς, δε συμφωνείτε; Παρά το έντονο ενδιαφέρον του για τη fusion, ο ίδιος άλλωστε ονομάζει τον Trilok Gurtu ως μία από τις σημαντικότερες επιρροές του, ο Peter Wildoer έχει σχεδόν αποκλειστικά συμμετάσχει σε metal δίσκους. Λίγοι είναι αυτοί που πιθανότατα γνωρίζουν πως αυτός παίζει στο "Stigmata" των Arch Enemy. Κόλλησε τότε μαζί τους, αφού πιο πριν ήταν στους Armageddon με τον Christopher Amott.

Δύο από τις κορυφαίες δουλειές του, εκτός Darkane, αποτελούν παραδόξως δίσκοι οι οποίοι δεν κατάφεραν να κερδίσουν το ενδιαφέρον μουσικού τύπου και κοινού, κι έτσι ο Peter Wildoer ουδέποτε επιβραβεύτηκε για την εξαιρετική δουλειά που πραγματοποίησε. Η πρώτη ήταν το "Time Requiem" των Σουηδών Time Requiem, με τον δικό μας Apollo Papathanasiou στα φωνητικά, της νεοκλασικής metal μπάντας του πληκτρά Richard Andersson. Το παίξιμο του Peter Wildoer στο συγκεκριμένο cd είναι κυριολεκτικά δαιμονισμένο και δίνει ένα διαφορετικό χρωματισμό σ' ένα κατά τ' άλλα τυποποιημένο και χιλιοπαιγμένο μουσικό ύφος. Η δεύτερη δουλειά ήταν το ντεμπούτο προσωπικό άλμπουμ του Carl Johann Grimmark, του πρώην κιθαρίστα των Narnia. Για ακόμη μία φορά ο Peter Wildoer όχι απλά αντεπεξήλθε πλήρως στα καθήκοντά του, αλλά έκανε ηχητικά τη μεγάλη διαφορά. Από εκεί και πέρα, οι δουλειές των Darkane είναι ντραμιστικά όλες μία και μία, αλλά αυτό είναι σίγουρα κάτι που δεν ακούτε ή διαβάζετε για πρώτη φορά.

Ο Peter Wildoer έχει κρατήσει σημειώσεις σε ύφος ημερολογίου της εμπειρίας που έζησε με τους Dream Theater και πρόκειται το προσεχές διάστημα να δημοσιευτούν στο σουηδικό drumming περιοδικό Crash Mag. Το τελευταίο διάστημα δουλεύει εντατικά επάνω στο επόμενο άλμπουμ των Darkane και μάλιστα στις αρχές Δεκεμβρίου του 2010 πόσταρε ένα video στο youtube, το οποίο έκανε εντύπωση. Μπορείτε να το παρακολουθήσετε λίγο παρακάτω, αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον είναι να διαβάσετε τι έγραψε ο ίδιος ο Peter αναφορικά με αυτά που παίζει. Συνειδητά αφήνω το κείμενο αμετάφραστο. «Another clip filmed with my iPhone. This idea evolved when I was working on a new part for Darkane's next album. The last couple of weeks I've been working on some Virgil Donati ostinatos. With this in mind I wanted to build something inspired by Virgil into the Darkane riff. The Darkane version features a complex bass drum rhythm that I still have to learn but this is the first step towards learning it. Here's what's going on for those who are interested: The whole clip is in 4/4 time with the subdivision of eight note triplets. I'm "counting" 4/4 throughout the whole thing».



Η εμπειρία της audition για τη θέση του drummer στους Dream Theater ήταν η στιγμή της αναγνώρισης της δουλειάς αλλά και της προόδου που έχει κάνει όλα αυτά τα χρόνια ο Peter Wildoer. Το σίγουρο είναι πως πλέον η αμερικανική αγορά έχει ανοίξει τις πόρτες της για τον ίδιο και θα δεχτεί πολλές προτάσεις για μελλοντικές συνεργασίες και sessions. Στο χέρι του είναι να επιλέξει τις καλύτερες, να εκμεταλλευτεί τις νέες εμπειρίες και να γίνει ακόμη πιο ολοκληρωμένος μουσικός.

Οι Dream Theater διαλέγοντας τον Peter Wildoer θα έπαιρναν στη μπάντα έναν άνθρωπο σχετικά νέο σε ηλικία, αλλά ιδιαίτερα διψασμένο και ορεξάτο να μάθει και να δείξει. Οι Σουηδοί διαθέτουν όλοι μουσική παιδεία, οπότε η συνεννόηση ανάμεσα στους 4 και στον Peter θα ήταν από την αρχή εύκολη. Ο Peter Wildoer παίζει πολύ καλή κιθάρα, συνθέτει, ενώ έχει φέρει εις πέρας πολλές παραγωγές, επομένως η γνώση και η εμπειρία του, εφόσον του το επέτρεπαν οι 4, στο συγκεκριμένο κομμάτι μπορεί να ήταν πολύτιμες. Η εκτίμησή μας είναι πως ο Peter Wildoer γρήγορα θα εξελισσόταν σε είδωλο για όλους τους U-20 drummers του κόσμου, αφού το aggressive στυλ του, αλλά κυρίως το κούρδισμα, το στήσιμο του drum set που έχει και η τεχνική του είναι ιδιαίτερα αρεστά και αγαπητά στο νεανικό κοινό. Ο ίδιος έχει αποδείξει ότι μπορεί να αποδώσει εξίσου καλά σε σχήματα στα οποία είναι απλά «hired gun» και οι μόνες αμφιβολίες έχουν να κάνουν με το γεγονός πως ουδέποτε έχει δοκιμαστεί στουντιακά σε κάτι διαφορετικό από metal συνθέσεις. Οπότε είναι άγνωστο πώς θα προσέγγιζε μία συναισθηματική μπαλάντα ή κατά πόσο θα μπορούσε να αναδείξει την πιο ρυθμική πλευρά των Dream Theater.



3. Οι Dream Theater με τον Thomas Lang

«Το όνομά μου είναι Odd Thomas. Βλέπω νεκρούς ανθρώπους...». Ωχ, λάθος κείμενο.

Δε γνωρίζω πόσοι από εσάς πιάσατε το υπονοούμενο, αλλά θα κάνω τα αδύνατα δυνατά να το εξηγήσω. Ο Odd Thomas είναι ένας από τους κορυφαίους χαρακτήρες, δημιούργημα της φαντασίας, του συγγραφέα Dean Koontz. Η ικανότητά του να επικοινωνεί με τους νεκρούς και να αποτρέπει στη συνέχεια διάφορα γεγονότα στην πραγματική ζωή τον κάνει μοναδικό. Πολλοί γνώριζαν και συναναστρέφονταν στη ζωή τους με τον Odd Thomas, σχεδόν κανείς από αυτούς δεν κατάφερε ποτέ να τον καταλάβει και να έρθει κοντά του. Ο γεννημένος στις 5 Αυγούστου του 1967 στη Βιέννη της Αυστρίας Thomas Lang είναι ένας από τους κορυφαίους clinicians των τελευταίων δύο δεκαετιών και ένα από τα διασημότερα ονόματα της σύγχρονης drumming κοινότητας. Ανοίγοντας και ξεφυλλίζοντας απλά ένα τεύχος του Modern Drummer, άμεσα αντιλαμβάνεται κανείς πως ο Thomas Lang έχει αναδειχθεί σχεδόν σε θρύλο. Ωστόσο, στοιχηματίζω ό,τι θέλετε, ότι ελάχιστοι από εσάς διαθέτετε κάποια από τις δουλειές του στη δισκοθήκη σας ή τον έχετε ακούσει να παίζει σε cd. Τα λέω σωστά; Ποιός είναι τελικά ο μυστήριος/διάσημος κύριος Thomas Lang;

Ο Thomas Lang είναι από τους πλέον ικανούς drummers αυτή τη στιγμή στον πλανήτη, ένα πραγματικό θηρίο, ένας άνθρωπος που όταν σολάρει προκαλεί τον πανικό. Λίγοι κάνουν τα δικά του κόλπα με τα sticks, τα οποία, είναι η αλήθεια, «ψαρώνουν» αρκετό κόσμο. Προσωπικά όμως θα ήθελα να τον δω να δοκιμάζει τα συγκεκριμένα tricks, ενώ παίζει σε τρελές ταχύτητες και κάνει cross sticking. Μόνο ένας drummer στον κόσμο έχει φτάσει στο επίπεδο να καταφέρνει το συγκεκριμένο! Ο Thomas Lang έχει εξασκηθεί στον απόλυτο βαθμό και έχει μάθει να προκαλεί το ενδιαφέρον. Είναι ένα από τα πλέον αξιόπιστα hired guns της σκηνής. Μπορείτε να καταλάβετε τι σημαίνει αυτό; Από τη μία πλευρά σημαίνει πως ο συγκεκριμένος άνθρωπος βγάζει το ψωμί του αποδεικνύοντας καθημερινά ότι είναι καλύτερος από όλους τους άλλους. Οι auditions που περνάει με επιτυχία είναι ενάντια επίσης σε ορισμένους από τους ικανότερους μουσικούς του κόσμου. Οι δουλειές που παίρνει, τα συμβόλαια που υπογράφει, είναι κάτι παραπάνω από καλοπληρωμένα. Αυτά σημαίνουν με λίγα λόγια πως ο Thomas Lang είναι ανά πάσα στιγμή σε top φόρμα. Από την άλλη πλευρά, όμως, σημαίνει πως δεν έχει μάθει τι θα πει ομαδικό πνεύμα, έχει δουλέψει ελάχιστα στο studio (η δισκογραφία του είναι μηδαμινή και, καθαρά από τεχνικής drumming άποψης, ανάξια λόγου) και δεν είναι σίγουρο κατά πόσο θα μπορούσε να κολλήσει ως μέλος μίας καλά λαδωμένης μηχανής, όπως είναι οι Dream Theater.



Ο Thomas Lang στα clinics του μπορεί να συγκριθεί μονάχα με το θηρίο Virgil Donati. Είναι ο μόνος άνθρωπος, ο οποίος μπορεί να τον κοντράρει τόσο φανερά. Όσοι από εσάς παρακολουθήσατε το δεύτερο μέρος του "The Spirit Carries On" ντοκιμαντέρ αντικρίσατε έναν καλογυμνασμένο, ψηλό Αυστριακό, ο οποίος ξεχείλιζε από αυτοπεποίθηση πίσω από το drum set του. Αυτή είναι η περιοχή κυριαρχίας του. Εδώ δε θα είχε το παραμικρό νόημα να αναφέρουμε τα δημοψηφίσματα και τα drumming βραβεία που έχει κερδίσει στην καριέρα του. Όπως προαναφέρθηκε, ο άνθρωπος είναι ένας πραγματικός θρύλος, παρά τη νεαρή σχετικά ηλικία του. Για τους περισσότερους μεταλάδες ήταν άγνωστο το όνομά του μέχρι και πριν λίγο καιρό, αφού αυτός συνήθιζε να παίζει με ονόματα όπως οι Nina Hagen, Falco, Boyzone, Ronan Keating, Victoria Beckham, Sugababes, Spice Girls, N'Sync, Kelly Clarkson, Robbie Williams και Emma Bunton. Και πριν σχηματιστούν οι πρώτες γκριμάτσες, ας αναφέρουμε πως είναι ουκ ολίγοι οι ικανότατοι μουσικοί που βγάζουν κατ' αυτό τον τρόπο το ψωμί και ας αναφέρουμε ως παράδειγμα τον Greg Howe, ο οποίος αυτή τη στιγμή βγαίνει στο δρόμο με τη Rihanna.

Ο Thomas Lang θα έδινε στους Dream Theater ασφάλεια. Δεν ξέρω πώς μπορώ να το περιγράψω καλύτερα. Είναι σημαντικό για ολόκληρη τη μπάντα, κυρίως όμως για τον τραγουδιστή, ο οποίος κρέμεται κυριολεκτικά από τον drummer, ο drummer που βρίσκεται πίσω του να είναι σταθερός και αλάνθαστος. Η εμπειρία του Thomas Lang στη σκηνή και μάλιστα επάνω στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου είναι μεγαλύτερη από την εμπειρία όλων των μελών των Dream Theater μαζί. Η υποψηφιότητά του προσωπικά με εξέπληξε, αφού πιστεύω ότι είχε να κάνει απλά με το γεγονός ότι είναι ένας από τους καλύτερους drummers στον κόσμο και με τίποτα άλλο. Αμφιβάλλω αν και κατά πόσο ενδιαφερόταν πραγματικά ο Thomas Lang για τη θέση, αν καιγόταν γι' αυτήν! Αμφιβάλλω εφόσον κέρδιζε αυτό τον άτυπο αγώνα, κατά πόσο θα μπορούσε να συγκεντρωθεί στα καθήκοντά του και να δοθεί ψυχή και σώματι στη μπάντα. Για να το κάνω ακόμη πιο ξεκάθαρο, ο Thomas Lang είναι κάτι σα μία νεότερη κι αρκετά πιο εντυπωσιακή έκδοση του Vinnie Colaiuta, και ο Vinnie Colaiuta είναι ένας «ελεύθερος άνθρωπος».



4. Οι Dream Theater με τον Aquiles Priester

Ο Aquiles Priester είναι το λιγότερο γνωστό όνομα από τους τρεις. Όχι φίλοι μου, δεν έχω κάνει κάποιο λάθος στο κείμενο. Για να βάλουμε τα πράγματα σε μία τάξη και να είμαστε αντικειμενικοί, οφείλουμε να χωρίσουμε την ομάδα των επτά, σε δύο μικρότερες των 4+3.

Η υποομάδα των 4 αποτελείται από τους Mike Mangini, Marco Minnemann, Thomas Lang και Virgil Donati - ονόματα τεράστια, drummers με απίστευτες ικανότητες, stars όλοι τους και εκπληκτικοί μουσικοί. Τους τρεις αποτελούν φυσιολογικά οι Derek Roddy, Peter Wildoer και Aquiles Priester. Αυτοί είναι οι νεότεροι, τόσο ηλικιακά, όσο και αναφορικά με τα πεπραγμένα τους στη σκηνή και την εμπειρία που κατέχουν. Θα ήταν σχεδόν άδικο για τους τρεις να τους τοποθετήσουμε στην ίδια ακριβώς κατηγορία με τους άλλους τέσσερις και να τους κρίνουμε με τα ίδια κριτήρια. Αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει πως δεν έχουν ικανότητες ή δεν θα ήταν ικανός ένας απ' αυτούς να γίνει ο επόμενος drummer των Dream Theater, αντικαθιστώντας επάξια τον Mike Portnoy.

Ο Aquiles Priester γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου του 1971 στη Νότια Αφρική και μετακόμισε με την οικογένειά του στη Βραζιλία σε ηλικία 5 ετών. Μικρός πίστευε ότι θα γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής και μέχρι τα 14-15 του όλα έδειχναν ότι αυτό θα ήταν το μέλλον του, τότε όμως, το 1985, επισκέφτηκε το Rock In Rio και το συγκεκριμένο συμβάν άλλαξε για πάντα τη ζωή του. Όσοι μπουν στον κόπο να επισκεφτούν την προσωπική του σελίδα και διαβάσουν τη λεπτομερέστατη βιογραφία του, θα καταλάβουν ότι ο δρόμος κάθε άλλο παρά με ροδοπέταλα ήταν στρωμένος για τον Aquiles Priester. Ό,τι έχει καταφέρει στη ζωή και την καριέρα του το έχει καταφέρει φτύνοντας αίμα και ιδρώτα. Και μόνο γι' αυτό, respect!

«Ήταν Σεπτέμβριος του 2000 όταν ξεκίνησαν οι πρώτες επαφές με τους Angra. Ήμουνα στη μουσική έκθεση του Σάο Πάολο και ο Edu Ardanuy με σύστησε στον Kiko Loureiro, ο οποίος μου μίλησε για λίγο και είδαμε ότι το έδαφος ήταν σχετικά πρόσφορο να δουλέψουμε μαζί. Ο Kiko με προσκάλεσε για audition, αλλά είχα ένα σοβαρό πρόβλημα με τα τύμπανά μου, τα οποία ήτανε στο Πόρτο Αλέγκρε, εξαιτίας υποχρεώσεων που είχα με τους Hangar, και δεν υπήρχε περίπτωση για εμένα να παίξω με άλλα τύμπανα. Οι Hangar (σ.σ : το συγκρότημα του Aquiles Priester) είχανε κλείσει άλλη μία εμφάνιση στο Black Jack Rock Bar του Σάο Πάολο το Νοέμβριο, οπότε είπα στον Kiko ότι μετά τη συγκεκριμένη συναυλία θα έπαιζα γι' αυτόν. Αυτοί (Kiko και Rafael) μου μεταβίβασαν ότι ήδη έβλεπαν ορισμένους drummers και πως αν έβρισκαν τον κατάλληλο, θα έχανα την ευκαιρία. Η απάντησή μου ήταν «δείτε όσους επιθυμείτε, αλλά μην πάρετε κάποια απόφαση προτού δείτε κι εμένα». Στη συνέχεια μου εκμυστηρεύτηκαν ότι η σιγουριά και αυτοπεποίθηση που έδειξα για τον εαυτό μου ήταν σημαντικός παράγοντας στο να περιμένουν και να με παρακολουθήσουν να παίζω ζωντανά. Την ημέρα της συναυλίας ήταν πράγματι εκεί, ενώ εγώ ήμουν αρκετά νευρικός και τα πράγματα ήταν δύσκολα, αφού το bar ήταν σχεδόν άδειο, οπότε ήταν ευκολότερο γι' αυτούς να συγκεντρωθούν αποκλειστικά επάνω μου. Μετά την εμφάνιση μιλήσαμε λιγάκι, προσπαθώντας να μην τραβήξουμε την προσοχή του κόσμου, αφού μερικοί είχαν αντιληφθεί την παρουσία τους εκεί. Η audition μου ήταν να προσθέσω τα τύμπανα για ένα νέο κομμάτι που είχαν επιλέξει, το "Running Alone". Εκείνη την περίοδο είχα πρωινή δουλειά, οπότε πέρασα δύο ολόκληρες ημέρες ακούγοντας το cd μόνο με κιθάρα και click και σκεφτόμουνα τι θα κολλούσε καλύτερα στο τραγούδι». Από εκεί και μετά όλα ακολούθησαν το δρόμο τους, αφού ο Aquiles τους παρουσίασε τις ιδέες του και η δουλειά που είχε κάνει ικανοποίησε τους πάντες.



Ο Aquiles Priester έγινε ο νέος drummer των Angra, καλύπτοντας το κενό που είχε αφήσει ο Ricardo Confessori, και είδε σε ηλικία 30 ετών τους κόπους και τη σκληρή δουλειά του επιτέλους να δικαιώνονται. Η βραζιλιάνικη μπάντα ηχογράφησε μαζί του το "Rebirth", αλλά και τα "Temple Of Shadows" και "Aurora Consurgens", τα οποία (τα δύο τελευταία) έθεσαν τον πήχη στον τεχνικό τομέα πάρα πολύ υψηλά.



Τέλη Οκτωβρίου 2010 ένα email από μία πολύ αξιόπιστη πηγή, κοντινή στους Dream Theater και το management τους, η οποία στο παρελθόν είχε επιβεβαιωθεί σε πάρα πολλά συμβάντα, έδινε την πληροφορία ότι ο Aquiles Priester είχε πάρει τη θέση του Mike Portnoy. Η έκπληξη ήταν τεράστια, από τη στιγμή κιόλας που μέχρι εκείνη τη χρονική περίοδο δεν είχε ανακοινωθεί το παραμικρό όνομα drummer που η μπάντα είχε κατά νου. Ο Aquiles Priester είναι ένας πολύ καλός drummer, το ύφος του όμως παραείναι «μεταλλικό» και μονόπλευρο. Έχει πολύ δυναμικό και κυριαρχικό παίξιμο, δύσκολα μπορούσαμε ωστόσο να τον φανταστούμε στις συνθέσεις των Dream Theater. Το "Aurora Consurgens" ξέφευγε από τα στενά power metal ήχο-χωράφια και φλέρταρε σε όλα τα επίπεδα πολύ στενά με το prog-fusion, ο Aquiles ήταν σημαντικό κομμάτι του ήχου των νέων Angra, οι Dream Theater όμως είναι μεγάλο καράβι και έχουν συνθέσεις αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους. Εφόσον η μπάντα αναζητούσε έναν drummer ακόμη περισσότερο «metal» από τον Mike Portnoy, ο Aquiles Priester θα ήταν μία πολύ λογική επιλογή. Ο Mike Portnoy δείχνει έντονα επηρεασμένος στο metal κομμάτι από τον Lars Ulrich, ενώ ο Βραζιλιάνος τυμπανιστής κλίνει περισσότερο προς τον Nicko McBrain, κι αυτό μπορείτε να το δείτε ξεκάθαρα στα πόδια του. Παίζει σχεδόν με την ίδια τεχνική με τον drummer των Iron Maiden. Έχει πάρα πολύ γρήγορα χέρια, δε δοκιμάζει τα πλέον δύσκολα πράγματα χρονικά, δεν έχει το prog feeling των υπολοίπων υποψηφίων, δε δοκιμάζει πολλά πράγματα με τις κάσες (όπως οι Virgil Donati, Peter Wildoer και Derek Roddy), αλλά έχει τρομερή φαντασία στο παίξιμό του.



Παρακολουθώντας κανείς τον Aquiles Priester πιστεύω ότι βλέπει «έναν από εμάς». Με τη φράση αυτή θέλω να πω πως δεν αποτελεί ένα τεράστιο ταλέντο ή έναν άνθρωπο με υπερφυσικές ικανότητες. Ο Βραζιλιάνος δούλεψε σκληρά, σκληρότερα απ' ό,τι μπορεί να φανταστεί κάποιος, προκειμένου να φτάσει εκεί που είναι και να είναι σε θέση σήμερα να απολαύσει μέρος της δημοσιότητάς του. Το αξίζει πραγματικά. Θέλω να ελπίζω πως οι Dream Theater και το management τους τον προσκάλεσαν στις auditons, διότι πραγματικά πίστευαν σ' αυτόν και τις ικανότητές του, διότι θεωρούσαν ότι θα μπορούσε να είναι ο επόμενος drummer τους. Δε θέλω λεπτό να φανταστώ ότι η πρόσκλησή του ήταν ένας είδος ανοίγματος στην τεράστια αγορά της Βραζιλίας, όπου η μπάντα ακόμη δεν έχει αγγίξει καν ένα αξιοσέβαστο status δημοτικότητας. Μην περάσετε την τελευταία φράση τόσο βιαστικά και γρήγορα. Σκεφτείτε για λίγο την αγορά της Βραζιλίας, το μέγεθός της και αναλογιστείτε τα οφέλη που θα μπορούσε να έχει ένα συγκρότημα εάν και εφόσον «ανεβάσει» το όνομά του εκεί.

Το μέλλον του ανήκει κι ας ελπίσουμε ότι λίαν συντόμως θα ακούσουμε πολλούς καλούς δίσκους απ' αυτόν. Μας το χρωστάει κατά κάποιον τρόπο, αφού η δισκογραφία του είναι πολύ μικρή.  



5. Οι Dream Theater με τον Marco Minnemann

Ο drummer που έκλεψε τις εντυπώσεις και -με κριτήριο μονάχα τα ολιγόλεπτα πλάνα- κέρδισε την ψήφο του κοινού όσον αφορά το "The Spirit Carries On" ντοκιμαντέρ ήταν ο Marco Minnemann.

Γερμανός στην καταγωγή, γεννημένος στις 24 Δεκεμβρίου του 1970 στο Αννόβερο, μένει εδώ και αρκετά χρόνια στην Καλιφόρνια, μοιράζοντας ουσιαστικά το χρόνο του ανάμεσα σε Ευρώπη και Αμερική και δουλεύοντας ασταμάτητα. Θα χρειαζόμασταν πάρα πολλές σελίδες κειμένου προκειμένου να αναφέρουμε απλά τους δίσκους τους οποίους έχει ηχογραφήσει, κι ακόμη περισσότερες αν θέλαμε να αναφερθούμε στις συνεργασίες του. Ο Marco Minnemann είναι τρελάρας, ένα «φρικιό» με την καλή έννοια. Το παίξιμό του είναι εξωπραγματικό, μπορεί να κάνει ότι πιο απίστευτο και παλαβό μπορεί να φανταστεί κάποιος, ενώ χαρακτηριστικό του είναι ότι χτυπιέται κυριολεκτικά ολόκληρος καθώς παίζει. Το περίεργο σουλούπι του -ολίγον αρτσούμπαλος δείχνει- και ο τρόπος που κάθεται πίσω από το drum set τον κάνουν να φαίνεται αρκετά αστείος, αλλά ας προσέχει πολύ όποιος τολμήσει να κρίνει βιαστικά και να τον υποτιμήσει.

Έχω πάρα πολλά άλμπουμ του στην κατοχή μου κι όλα τους είναι φρικιαστικά απίστευτα τεχνικά. Μουσικά μιλώντας, ο άνθρωπος είναι «φευγάτος». Δε μπορεί να κριθεί και σίγουρα το παίξιμό του δε μπορεί να τοποθετηθεί σε πλαίσια. Υπάρχουν οι νορμάλ δίσκοι, με το αρκετά προοδευτικό παίξιμο, αλλά υπάρχουν και οι δίσκοι μίξη Buckethead - με Terry Bozzio και Allan Holdsworth - που είναι απίστευτα τρελοί και κάποιος δύσκολα αντιλαμβάνεται με λίγες μονάχα ακροάσεις τι συμβαίνει.

Ο Μarco Minnemann έχει περιοδεύσει με τους Γερμανούς extreme prog-death metallers Necrophagist, με τους Kreator, αντικαθιστώντας τον Ventor, έχει πραγματοποιήσει περιοδείες ως drumming trio με τους Chad Wackerman και Terry Bozzio, ενώ έχει εμφανιστεί πολλές φορές στα ετήσια φεστιβάλ του Modern Drummer Magazine, που θεωρούνται τεράστια events. Στουντιακά είναι σχεδόν αδύνατον να καταγραφούν πλήρως τα ίχνη του, αφού έχει κυκλοφορήσει περισσότερους από 15 προσωπικούς δίσκους και έχει συνεργαστεί με Nina Hagen, Alex Machacek, George Bellas, Theodore Ziras, Tony MacAlpine ανάμεσα σε πάρα πολλούς άλλους. Όποιος πιστεύει ότι ο Marco Minnemann είναι μόνο drummer, σφάλει οικτρά. Ο άνθρωπος παίζει κιθάρα, μπάσο, είναι τρομερός πληκτράς, τραγουδάει και κάνει την παραγωγή σε όλους τους δίσκους του. Και δεν τελειώσαμε ακόμη. Γράφει ασταμάτητα βιβλία σχετικά με τα τύμπανα και έχει κυκλοφορήσει πάρα πολλά instructional videos, με τη σειρά του σχετικά με το extreme drumming να είναι η πλέον επιτυχημένη.

Ο Marco Minnemann στους προσωπικούς του δίσκους κινείται στα όρια της παράνοιας: η μουσική εναλλάσσεται με απίστευτους ρυθμούς από blastbeats σε jazz shuffles και από electronic pop σε prog-metal. Έχει δοκιμάσει πολλούς διαφορετικούς «συνδυασμούς» - έχει ηχογραφήσει για παράδειγμα το "24 Tales" με τον κιθαρίστα Alex Machacek, το οποίο είναι ένα σύγχρονο fusion αριστούργημα, αλλά με έναν αρκετό περίεργο τρόπο. Από την άλλη, υπήρξε σταθερός συνεργάτης του άλλου «ψυχοπαθή», Paul Gilbert, παίζει ακόμη και σήμερα με τον πρώην «παίζω τα πάντα» του Steve Vai, Mike Keneally, και συνεργάζεται στενά με τον Jason Sadites, έναν ικανότατο Καναδό κιθαρίστα, ο οποίος αρέσκεται σε πολύπλοκους «γρίφους». Έχει παίξει στις τρεις τελευταίες δουλειές του George Bellas, τα "Planetary Alignment", "Step Into The Future" και "The Dawn Of Time" (ενώ θα ακούγεται και στο ολοκαίνουργιο του, το οποίο αναμένεται εντός της χρονιάς από τη Lion Music και έχει διάρκεια 80 λεπτών), όλες τους ιδιαίτερα απαιτητικές, με εκατοντάδες χρονικές αλλαγές και παύσεις, ακούγεται στο φανταστικό "Territory 4" του δικού μας Theodore Ziras, ενώ ηχογράφησε και μερικά κομμάτια για το νέο δίσκο του Tony MacAlpine, ο οποίος κυκλοφορεί τέλη Ιουνίου από την Favored Nations (σ.σ.: στα δύο κομμάτια που έχουν διαρρεύσει στο διαδίκτυο δεν παίζει ο Minnemann. Στο ένα ακούγεται ο Virgil Donati και στο άλλο είναι drum machine. Ακούγοντάς τα εύκολα θα καταλάβετε ποιός παίζει πού). Ουφ, ας πάρουμε όλοι μια ανάσα.

Μεγαλύτερο του ατού; Η δημιουργικότητά του. Για το λόγο αυτό θα προέτρεπα τους πάντες να παρακολουθήσουν το video που ακολουθεί. Κι επειδή αυτό το κείμενο είναι για τον Marco Minnemann, μ' αυτόν θα ασχοληθούμε. Ο Derek Roddy του πετάει φράσεις, ενώ αυτός απαντάει. Στη συνέχεια αρχίζουν να τζαμάρουν παρέα. Θα ήθελα ο κόσμος να δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο χαμόγελο του Minnemann. Ο άνθρωπος κυριολεκτικά το διασκεδάζει παίζοντας. Ούτε άγχος έχει, ούτε σκέφτεται, ούτε αγχώνεται... ενώ όλα αυτά κινηματογραφούνται για το Drumming Channel, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό από πλευράς απαιτήσεων.



Η πρώτη φήμη, λοιπόν, τον Οκτώβριο του 2010 πάνω-κάτω έλεγε πως ο Aquiles Priester ήταν ο νέος drummer των Dream Theater. Για πολλούς μήνες επικράτησε σιγή, για να φτάσουμε στον Ιανουάριο του 2011, αν θυμάμαι καλά και δεν κάνω λάθος, όπου πρέπει να είχε αναρτηθεί και στο Blabbermouth πως υπήρχε μία νέα φήμη, η οποία υποστήριζε ότι τελικά ο Marco Minnemann επιλέχθηκε για τη συγκεκριμένη θέση. Τίποτα απ' όλα αυτά δεν ήταν πραγματικό και ο τελικός νικητής ήταν αυτός που οι περισσότεροι φανταζόμασταν από την αρχή. Η κατάληξη ήταν λίγο πολύ προβλέψιμη, πόσοι ωστόσο θα εύχονταν ο τελικός νικητής να ήταν ο Marco Minnemann;



Οι Dream Theater με τον Marco Minnemann στα τύμπανα θα άλλαζαν κυριολεκτικά επίπεδο ως μπάντα και το υποστηρίζω αυτό γνωρίζοντας τη βαρύτητα της προτάσεως. Ο Marco Minnemann είναι οτιδήποτε άλλο εκτός από ένας προβλέψιμος μουσικός και drummer. Έχει τη μοναδική ικανότητα να συνδυάζει άριστη τεχνική με τρομερή μουσικότητα. Ελάχιστοι τυμπανιστές στον κόσμο είναι σαν κι αυτόν κι ακόμη πιο λίγοι κατέχουν τη μουσική του παιδεία. Οι περισσότεροι drummers που είναι top σε θέματα μουσικότητας είναι αυτοδίδαχτοι και υστερούν σαφέστατα στη μουσική θεωρία, αφού έχουν μάθει περισσότερο να παίζουν με το αυτί και την καρδιά τους, παρά με τις νότες μπροστά τους.



Επιλέγοντας τον Marco Minnemann θα προέκυπτε μια σειρά από προβλήματα για τους Dream Theater. Αυτά σίγουρα δε θα είχαν να κάνουν με την προσαρμογή του στη μπάντα, αφού είναι ήρεμος χαρακτήρας, πολύ ανοιχτός (αν και Γερμανός) και έχει συνεργαστεί με πάρα πολλά ονόματα, οπότε γνωρίζει να βάζει το εγώ του στην άκρη για το καλό της δουλειάς και του αποτελέσματος. Κι εδώ θα ήταν το πρώτο μεγάλο πρόβλημα. Ο Marco Minnemann, όπως ακριβώς ο Mike Portnoy, έχει παίξει με τους μισούς μουσικούς εν ζωή (που λέει ο λόγος) και τα πεπραγμένα του είναι τεράστια, ενώ τα υπόλοιπα μέλη των Dream Theater είχαν και έχουν ελάχιστες δραστηριότητες εκτός της μπάντας. Πώς θα μπορούσαν ποτέ αυτοί οι δύο κόσμοι να συνδυαστούν; Κι αν ο Mike Portnoy είχε το ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει, αυτό δε σημαίνει πως και ο Marco Minnemann θα ήταν ελεύθερος να συνεχίσει να κυκλοφορεί τα βιβλία και τα DVDs του, να δίνει τα clinic shows και τα σεμινάριά του, χωρίς την έγκριση του management. Δεύτερο θέμα θα ήταν η μουσική, μιας και οι Dream Theater ξεκινάνε από το metal και καταλήγουν στο progressive. Όμως, ο Μarco Minnemann είναι αρκετά διαφορετικός και πολύ πρωτοποριακός. Όσοι δεν έχουν τόσο καλή επαφή με τη δισκογραφία του, δε θα πέσουν πολύ έξω αν σχηματίσουν στο νου τους μια εικόνα ενός νέου Terry Bozzio. Πόσο θα άντεχε αυτός περιορισμένος σε συγκεκριμένα ηχητικά πλαίσια; Τρίτο πρόβλημα και αρκετά κακοπροαίρετη ως κριτική, αλλά να είστε σίγουροι ότι τέθηκε ως θέμα από τα μεγάλα κεφάλια της Roadrunner Records, ο Marco Minnemann θα τους χαλούσε τη «μόστρα»! Όποιος το έπιασε, το έπιασε.



Πρόβλημα πάντως για τη μπάντα δε θα υπήρχε στο θέμα των χρημάτων, αφού οι απαιτήσεις του Γερμανού είναι αρκετά χαμηλότερες από αυτές του Thomas Lang (αποδεδειγμένα κιόλας), αλλά και από αυτές των Mike Mangini και Virgil Donati. Μιλώντας με όρους marketing, ο Marco Minnemann έχει ένα αρκετά δυνατό όνομα στη drumming κοινότητα, έρχεται τέταρτος όμως γενικότερα σε δημοτικότητα, εν συγκρίσει με τους προαναφερθέντες συναδέλφους του! Τα ζυγίζετε εσείς και αποφασίζετε. Εγώ απλά θα τονίσω πως μία version της μπάντα με τον Marco Minnemann θα ήταν προοδευτική με όλη τη σημασία της έννοιας... ικανή να προκαλέσει τρόμο στους πάντες. Κανείς δε μπορεί να μας στερήσει το δικαίωμα να τη φανταζόμαστε.

6. Οι Dream Theater με τον Virgil Donati

Ο Steve Lukather κάποτε είπε «υπάρχουν μουσικοί, καλοί μουσικοί και... ο Virgil Donati». Ο Deen Castronovo, όταν ρωτήθηκε να σχολιάσει τον αντικαταστάτη του στους Soul Sirkus, απάντησε «ω Θεέ μου, ο Virgil Donati είναι από άλλον πλανήτη. Είναι ο πιο εξωπραγματικός drummer που έχω δει στη ζωή μου. Ο τύπος είναι σπουδαγμένος μουσικός και κάνει πράγματα επάνω στα τύμπανα που δεν έχω ξαναβιώσει ποτέ. Δε θα μπορούσαν να διαλέξουν κάποιον καλύτερο απ' αυτόν, αφού δεν υπάρχει καλύτερος από τον Virgil Donati».

Πρωτογνώρισα τον Virgil Donati από κοντά το Μάιο του 2000, στο Vlissingen της Ολλανδίας. Τότε έπαιζε με τον Derek Sherinian ακόμη και το Modern Drummer Magazine μόλις τον είχε πάρει χαμπάρι και είχε αρχίσει τα απανωτά αφιερώματα. Θυμάμαι να παρακολουθώ το soundcheck (το οποίο κινηματογράφησα με την τότε βιντεοκάμερά μου) και το χέρι μου να τρέμει στα κοντινά που έκανα. Δεν είχα ξαναδεί ποτέ στη ζωή μου και από κανέναν drummer να παίζει αυτά που έπαιζε ο Αυστραλός. Είχα ανατριχιάσει ολόκληρος. Δίπλα μου στεκόταν ο Sherinian, ο οποίος απλά γελούσε και έσπαγε πλάκα. Όταν τον ρώτησα τι είναι αυτά και πώς τα κάνει, μου απάντησε απλά: «that's Virgil». Θυμάμαι τον Donati να είναι σχετικά περίεργος πριν τη συναυλία, να μη μιλάει σε κανέναν, να στήνει τα τύμπανά του ολομόναχος, να κουρδίζει με τις ώρες, να έχει στήσει πετσέτες επάνω σε όλα τα δέρματα και να αυτοσυγκεντρώνεται. Με το πέρας του show, backstage, όταν και τρώγαμε, ήταν άλλος άνθρωπος. Έκανε πλάκες, μιλούσε συνεχώς για μουσική και μοιραζόταν μαζί μας τις ιδέες του και τα μελλοντικά του σχέδια.

Από τότε τον έχω συναντήσει και τον έχω δει ζωντανά πολλές, μα πάρα πολλές φορές. Γνωρίζω πλέον ότι δεν είναι ο πιο φιλικός άνθρωπος του κόσμου πριν την συναυλία κι αυτή είναι η χειρότερη ώρα για να τον απασχολήσει κάποιος. Θέλετε να του μιλήσετε; Μετά το live πλησιάστε τον... και μπορεί ο τύπος να έδωσε μόλις την πιο εντυπωσιακή παράσταση που μπορεί να φανταστεί κάποιος, ο ίδιος θα είναι ανικανοποίητος μιλώντας για το ένα θεματάκι εκεί ή τη μία αλλαγή εκεί πέρα. Ύστερα από 11 χρόνια περίπου, κατά τα οποία δεν έχει περάσει μία ημέρα που να μην ακούσω μουσική του, έχω καταλήξει κι εγώ στο συμπέρασμα «that's simply Virgil». Πλέον είμαι εγώ αυτός που κάθομαι στην πρώτη σειρά και γελάω (με την καλή έννοια) με τις αντιδράσεις και τα επιφωνήματα των υπολοίπων. Θυμάμαι τη θρυλική συναυλία των Planet X στη Σόφια της Βουλγαρίας το Σεπτέμβριο του 2001, όταν ένας ηλικιωμένος μουσάτος τύπος καθόταν δίπλα μου. Μετά το solo του Virgil Donati είχε τιναχτεί όρθιος ουρλιάζοντας κάτι στα βουλγάρικα, πετώντας το μπαστούνι που κρατούσε και χειροκροτώντας ασταμάτητα και εκτός εαυτού. Είναι διαφορετικό να βλέπει κανείς το video και να είναι εκεί παρών, αφού θα πω απλά πως ο συναυλιακός χώρος ήταν το Μέγαρο Μουσικής της Σόφιας και είχε μέσα πάνω από 1.200 θεατές.

Ο ίδιος ο πρωταγωνιστής παραμένει σχετικά ταπεινός, αφού έχει δει τόσα πολλά στη ζωή του (γεννημένος στις 22 Οκτωβρίου του 1958), έχει γευτεί την απόλυτη επιτυχία και αποτυχία που έχει συνηθίσει σε τέτοιου είδους σχόλια, όσο παράξενο κι αν ακούγεται αυτό. Λίγο πριν μετακομίσει στο Los Angeles για μόνιμη διαμονή, εκεί στα τέλη της δεκαετίας του '90, ο Virgil Donati ήταν ένας θρύλος στην Αυστραλία. Οι περισσότεροι σίγουρα αγνοούν τις δουλειές του με την Tina Arena (Aυστραλέζα τραγουδίστρια και ηθοποιός) και κυρίως με τους Southern Sons. Παρ' όλα αυτά, και σε μία προχωρημένη ήδη ηλικία, ο ίδιος επέλεξε την πρόκληση να αφήσει τα πάντα πίσω και να αρχίσει κυριολεκτικά από το μηδέν. Στο Los Angeles βρέθηκε χωρίς μπάντα, χωρίς δουλειά, χωρίς πράσινη κάρτα αρχικά, ξεκινώντας από το μηδέν και οφείλοντας να αποδείξει ότι μπορεί να τα καταφέρει συναγωνιζόμενος τους καλύτερους του κόσμου. Φυσικά και δε διήρκεσε αρκετά μέχρι να τον πάρουν χαμπάρι και από τότε η πορεία του είναι σταθερά ανοδική!



Ο κάθε φυσιολογικός άνθρωπος έχει μία οικογένεια, ασχολίες, χόμπι και γενικότερα μία προσωπική ζωή, όχι όμως και ο Virgil Donati. Ξεκίνησε να παίζει τύμπανα στην τρυφερή ηλικία των τριών ετών και από τότε δεν έχει σταματήσει. Πολλά άτομα παίζουν τύμπανα, κανείς όμως με τον τρόπο του Αυστραλού και υπάρχει εξήγηση γι' αυτό. Η ημέρα έχει 24 ώρες και πέρα από τις ώρες του ύπνου -που σύμφωνα με τον Virgil είναι απαραίτητες προκειμένου να ηρεμεί το κορμί και το πνεύμα του- οι υπόλοιπες είναι αφιερωμένες στη μουσική και τα τύμπανα. Η γυμναστική που κάνει καθημερινά (ανεξάρτητα από το εάν είναι σε περιοδεία ή σπίτι του, στη Ρωσία στους -20 ή στην Ινδία στους 40 βαθμούς), είναι προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις του παιξίματός του: jogging 20km, yoga, πολλές κάμψεις και τελείωμα με stretching. Το φαγητό του είναι συγκεκριμένο. Θυμάμαι την «κόντρα» που είχε με χορτοφάγους στην Ολλανδία, αφού έλεγε ότι χωρίς κρέας δε θα ήταν ποτέ δυνατόν γι' αυτόν να έχει την ενέργεια να παίξει όπως παίζει. Έχετε δει το σώμα του; Ο άνθρωπος είναι 53 ετών σήμερα! Ο Virgil Donati εξασκείται καθημερινά στα τύμπανα 8 ώρες και σ' αυτές δε συμπεριλαμβάνονται συναυλίες, ηχογραφήσεις, soundchecks ή οτιδήποτε άλλο. Μιλάμε για 8 ώρες αυστηρής μελέτης. Και δεν τελειώσαμε εδώ... για την αυστραλέζικη μηχανή δεν υπάρχουν ξενύχτια και η λέξη αλκοόλ είναι άγνωστη, αφού στις καλύτερες των περιπτώσεων θα επιτρέψει στον εαυτό του μία μπύρα. Όπως γράψαμε όμως και στην εισαγωγή, «υπάρχουν drummers και ο Virgil Donati».   



Στην αρχή της «δεύτερης καριέρας» του, οι περισσότεροι, κυρίως τα drumming περιοδικά, μιλούσαν για τα πόδια του και την εξωπραγματική ταχύτητα και ικανότητα στις κάσες. Το "Dog Boots" των Planet X μέσα από το "Universe" αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα. Ο ίδιος λέει: «Ειλικρινά δε μπορώ να θυμηθώ πολλές δικές μου ηχογραφήσεις, οι οποίες περιλαμβάνουν πολλαπλά μέρη με γρήγορη δίκαση. Φυσικά και υπάρχουν ορισμένα κομμάτια εδώ κι εκεί σε μερικούς δίσκους, όπως κι αρκετά solos, τα οποία επιδεικνύουν υψηλού επιπέδου δουλειά στα πόδια. Όταν υποστηρίζω ότι προτιμώ τη φρασεολογία με τις κάσες από την ταχύτητα, θέλω να πω πως όταν ο μόνος στόχος κάποιου είναι η ταχύτητα και τίποτα παραπάνω, τότε ο μουσικός του ορίζοντας είναι περιορισμένος. Οι επιλογές του είναι ελάχιστες. Εάν ξοδέψει χρόνο να μελετήσει σκληρά ρυθμικά μέρη υψηλής δυσκολίας και πολύπλοκους θεωρητικά χρόνους, ανεξαρτησίες κλπ., τότε θα αποκτήσει σίγουρα έναν αυθορμητισμό στο παίξιμό του και θα δώσει στην ταχύτητά του μία δημιουργική διέξοδο. Δε θέλω να υποστηρίξω πως το ένα είναι πιο σημαντικό από το άλλο, αλλά ότι το ολοκληρωμένο πακέτο είναι το σημαντικότερο όλων. Είμαι σίγουρος πως οι Chopin, Liszt, Rachmaninov και όλοι οι κορυφαίοι πιανίστες του προηγούμενου αιώνα είχαν μοναδικές τεχνικές ικανότητες, κι όμως το πιο σπουδαίο πράγμα για αυτούς ήταν να καταφέρουν να δαμάσουν αυτή τη «μαγεία» και να την κάνουν να υπηρετήσει τη μουσική ως οντότητα. Πάλεψαν ενάντια στο χάρισμά τους και την ικανότητά τους να παίζουν όσο πιο γρήγορα μπορούσε να φανταστεί ο ανθρώπινος νους, για χάρη της μουσικής έκφρασης. Κύριά τους σκέψη δεν ήταν πόσο γρήγορα θα ανεβοκατέβαιναν τις οκτάβες ή θα έπαιζαν ένα arpeggio. Σε ακριβώς αυτό το σημείο εστιάζω την οπτική μου γωνία».

Και για να μην το ξεχάσουμε, δεν είναι τυχαίο που ο Αυστραλός αναφέρεται στους κορυφαίους κλασικούς πιανίστες, αφού κι ο ίδιος είναι ικανότατος πιανίστας κι εκεί συνθέτει και τα περισσότερα κομμάτια του. Συνθέτει όμως πρώτα σκεφτόμενος το πιάνο ή τα τύμπανα; «Ξεκινάω και με τα δύο - αυτό που εννοώ είναι πως κάθομαι στο πιάνο για να συνθέσω και ταυτόχρονα ακούω πάντα διάφορους ρυθμούς στο κεφάλι μου. Ορισμένες φορές ακούω μελωδικά μέρη τα οποία δεν απαιτούν καν τύμπανα από πάνω, οπότε ξεκινάω από εκείνο το σημείο και πορεύομαι παραπέρα. Η διαδικασία είναι πάντα εντελώς αυθόρμητη. Δεν υπάρχουν φόρμουλες και κανόνες. Αφήνω τη φαντασία και την έμπνευσή μου να κάνουν όλη τη δουλειά».
 


Ο Virgil Donati είναι γνωστός για τα πολύ-ρυθμικά του μέρη. Τα πιο περίεργα μέτρα, οι πιο δύσκολες ανεξαρτησίες που μπορεί να φανταστεί ανθρώπινος μουσικός νους, είναι γι' αυτόν καθημερινότητα. Επειδή δε θα μπορούσα ποτέ να μετρήσω καν αυτά που παίζει, τον εμπιστεύομαι και αναφέρω ότι το "Moon Babies", για παράδειγμα, πηγαίνει με 11/16 x 8, 15/16 x 2, 9/16 x 3, 5/8, 11/16 x2, 6/16 x 4 και το αποτέλεσμα είναι κάπως έτσι!



Μία από τις αγαπημένες του συνθέσεις είναι το "Alien Hip Hop", ένα κομμάτι μύθος ανάμεσα στους ακροατές του, το οποίο ο ίδιος δεν έχει διστάσει να δοκιμάσει παικτικά με διάφορα σχήματα (On The Virg, Planet X, Virgil Donati Trio, CAB, Virgil Donati Band, Devil's Slingshot). «Χαχα, πρόκειται για ένα από τα τραγούδια που όλοι βρίσκουν προκλητικά, αλλά ταυτόχρονα και διασκεδαστικά να παίζουν. Η εκδοχή των On The Virg είναι η μοναδική άλλη ηχογραφημένη εκδοχή του "Alien Hip-Hop" και ειλικρινά ήθελα πάρα πολύ να το ξαναδοκιμάσω ακόμη μία φορά στο studio (σ.σ.: αναφέρεται στους Planet X, που το ηχογράφησαν και το συμπεριέλαβαν στο "Quantum"). Έχοντας τη δυνατότητα να παίξω το τραγούδι αυτό πολλά συνεχή έτη και με διαφορετικά σχήματα, όπως ολόσωστα ανέφερες, ανακάλυψα διαφορετικές δυνατότητες, κρυφές πτυχές και μπορώ να υποστηρίξω πως η προσέγγιση των Planet X είναι και η τελική. Εκτός από τις πολλές διαφορές στις αρμονίες και στη δομή του ίδιου του κομματιού, η νέα εκδοχή είναι πιο αργή από την αυθεντική, κάτι το οποίο δίνει κατά τη γνώμη μου στους ακροατές τη δυνατότητα να ακολουθήσουν με μεγαλύτερη ευκολία το απαιτητικότατο παίξιμο όλων των μουσικών και ειδικά ενώ αυξάνεται η αδρεναλίνη και η ένταση προς το τέλος. Το μέρος του solo της κιθάρας έχει διευρυνθεί λιγάκι, με τον Brett Garsed να παίζει πάρα πολύ καλά, ενώ υπάρχει κι ένα σύντομο drum solo επάνω στο βασικό riff».

Υπάρχει ένα DVD του Virgil Donati, το οποίο αρέσκομαι να βάζω σπίτι να παίξει όταν εμφανίζονται κάτι 50+ μουσικόφιλοι και με ζαλίζουν με τον Buddy Rich και όλους τους παλιούς θρύλους της μουσικής, τους οποίους σέβομαι απεριόριστα, αλλά καλώς εχόντων των πραγμάτων έχουμε 2011 και υπάρχουν μουσικοί που έχουν ξεπεράσει οποιοδήποτε όριο υπήρχε στη μουσική. Ένα μικρό απόσπασμα απ' αυτό το DVD ακολουθεί, όπου άπαντες θα πρέπει να δώσουν προσοχή στην ταχύτητα του cross sticking και τη δυναμική στα πόδια!



Αντικρίζει κανείς συχνά την άποψη πως ο Αυστραλός ακούγεται αρκετά μηχανικός και σα ρομπότ. Δε θα έλεγα ότι δε συμφωνώ απόλυτα μ' αυτή τη γνώμη. Αυτό συμβαίνει γιατί η μουσική του, και ειδικά το ύφος του, απαιτούν άπειρες ακροάσεις και «αρκετή προπόνηση», προκειμένου να γίνουν κατανοητά. Ο Virgil Donati δεν παίζει με triggers και αρέσκεται σ' ένα συγκεκριμένο ήχο σε snare και κάσες, αρκετά ξερό είναι η αλήθεια και καθόλου εντυπωσιακό... αν τον συγκρίνει κάποιος πχ. με τον αντίστοιχο των Korn. Το "Serious Young Insects" των On The Virg, όταν το είχα πρώτο-αγοράσει, δε με είχε εντυπωσιάσει τόσο. Το είχα βρει εξαιρετικά δύστροπο και σκληρό. Ύστερα από χρόνια συνεχών ακροάσεων, αντιλαμβάνομαι πλέον στον απόλυτο βαθμό τους λόγους για τους οποίους έχει πάρει μυθικές διαστάσεις στην παγκόσμια drumming κοινότητα.

Το καλοκαίρι του 2009 ο Bunny Brunel (μπάσο) κατάφερε να κλείσει στους Tony MacAlpine και Virgil Donati θέσεις στη μπάντα του Michel Polnareff (Γάλλος pop-star περασμένων δεκαετιών). Το κοινό τους κάθε βράδυ ξεπερνούσε τις 40.000 και οι περισσότεροι είχαν πάει να ακούσουν τα τραγούδια του Polnareff, μην έχοντας την παραμικρή ιδέα πως η συνοδευτική μπάντα ήταν οι CAB. Όταν αποχωρούσαν το βράδυ, αυτό που τους έμενε περισσότερο στο μυαλό ήταν αυτός ο απίστευτος τύπος στα τύμπανα. Παρακολουθήστε!



Όταν ανακοινώθηκε επίσημα πως ο Virgil Donati θα περνούσε από audition για τη θέση του drummer στους Dream Theater, οι περισσότεροι φανατικοί ακροατές του, στο δικό του site, δεν πίστευαν ότι θα μπορούσε ποτέ να συμβεί κάτι τέτοιο. Γιατί; Δεν υπονοώ πως ο Αυστραλός δεν ήθελε τη θέση ή δεν τον ενδιέφερε. Απλά ουδείς που τον γνώριζε προσωπικά και είχε ζήσει με τη μουσική του πίστευε πραγματικά ότι θα μπορούσε ποτέ να γίνει ο νέος τους drummer. Ο Virgil Donati είναι μια ισχυρότατη προσωπικότητα και, ειδικά όταν μιλάμε με μουσικούς όρους, ελάχιστοι άνθρωποι τον πλησιάζουν. Έχει επομένως την τάση σε ό,τι συμμετέχει, στο τέλος να γίνεται κυρίαρχος του παιχνιδιού και οι υπόλοιποι να παίζουν με τους δικούς του όρους. Αυτό δε θα μπορούσε ποτέ μα ποτέ να γίνει στους Dream Theater... εκτός κι αν ακροατές τους επιθυμούσαν/επιθυμούν να ακούσουν μία νέα μπάντα. Το άλλο «αρνητικό» στοιχείο του είναι ότι δε σκέφτεται ποτέ με «εμπορικούς όρους». Δεν είναι από τους ανθρώπους που μιλάνε συχνά, δίνουν συνεντεύξεις, δε λέει μεγάλα λόγια, δεν ασχολείται με το promotion της δουλειάς του και το κυριότερο απ' όλα... είναι τελειομανής. Σ' ένα φόρουμ διάβασα ένα σχόλιο του Derek Roddy, πως η μπάντα αναζητούσε κάποιον αυθόρμητο, ο οποίος θα ηχογραφήσει το νέο υλικό σχεδόν one take και ό,τι έβγαινε. Αυτός δεν είναι σε καμία περίπτωση ο Virgil Donati φίλοι μου! Παίζει τις περισσότερες φορές αλάνθαστα, αλλά αρέσκεται υπερβολικά στο να δουλεύει και να ξαναδουλεύει τα μουσικά μέρη, έως ότου νιώσει ο ίδιος πως δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για αλλαγές.

Όπως και να 'χει, οι Dream Theater βρήκαν τον κατάλληλο drummer για τη μπάντα, αυτόν που ακόμη και μια δημοσκόπηση ανάμεσα στους ακροατές της θα έβγαζε πανηγυρικά νικητή, και ο Virgil Donati, όπως ακριβώς όλοι οι υπόλοιποι, θα ακολουθήσει το δικό του μουσικό δρόμο. Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε το καταπληκτικό ζωντανό "Live On Sunset" των CAB, τέλη Ιουνίου ακούγεται στο νέο του Tony MacAlpine (ακούστε το δωρεάν "Serpens Cauda" και θαυμάστε γι' άλλη μία φορά τη μουσική του ιδιοφυία), ενώ ίσως αρκετά σύντομα κυκλοφορήσει και το πρώτο του cd με τους Virgil Donati Band.



* Στο τρίτο και τελευταίο μέρος αυτού του αφιερώματος καλείστε να συνδράμετε εσείς τη δική σας άποψη για τα θέματα των Dream Theater. Περισσότερες λεπτομέρειες επί του τρίτου μέρους θα αναρτηθούν αύριο, Τρίτη, 3 Μαΐου.

Οι Dream Theater εμφανίζονται στην Αθήνα, την Τρίτη, 2 Αυγούστου, στο TerraVibe Park.

Μίλτος Λυμπιτσούνης
  • SHARE
  • TWEET