Rock Culture #17: Μιλήσαμε με τον Chris King για τη νέα του συλλογή και τη σημασία της παραδοσιακής μουσικής

«Θα μπορούσα να μελετάω και να μαθαίνω τον πολιτισμό, την ιστορία και τη μουσική της Ηπείρου για πολύ καιρό»

Από τον Κώστα Σακκαλή, 21/07/2016 @ 14:24

To rock δεν είναι μόνο μουσική. Στις αμέτρητες εκφράσεις του, άγγιξε άλλες μορφές τέχνης, μεταμόρφωσε επαγγέλματα, γέννησε τεχνοτροπίες, έδωσε ρυθμό στην ιστορία, εμπνεύστηκε και ενέπνευσε: δημιούργησε μια ολόκληρη κουλτούρα με ποικιλία και δυναμική. Το Rocking, στη στήλη του που βαφτίσαμε «Rock Culture», παρουσιάζει μια σειρά από άρθρα, αφιερώματα και συνεντεύξεις, με κεντρικό άξονα αυτή τη rock κουλτούρα, σαν τμήμα της πολιτιστικής δημοκρατίας της λεγόμενης «pop culture». Θέλουμε να αφηγηθούμε την μυθολογία της μουσικής που αγαπάμε, να αναζητήσουμε την αλληλεπίδρασή της με άλλες τέχνες, με την ιστορία, με την καθημερινότητα. Θέλουμε να μετρήσουμε τα πολιτιστικά της τέκνα και να μοιραστούμε τις απίστευτες εξιστορήσεις που έκαναν το rock ένα πολιτιστικό φαινόμενο.

Ο Chris King θα μπορούσε να συστηθεί ως ο συνεργάτης του Jack White στην Third Man Records, με ειδίκευση στις συλλογές που παρουσιάζουν παραδοσιακή μουσική, είτε από την Αμερική είτε από άλλες χώρες του κόσμου, με ιδιαίτερη πλέον την ενασχόλησή του με την Ελλάδα. Είναι, όμως, κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Είναι ένας συλλέκτης σπάνιων δίσκων που ζει μέσα από τη μουσική που συλλέγει, που ταυτίζεται με αυτή και που, στην περίπτωση της Ελλάδας, βρίσκει μέσα από τις φιλοσοφικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές προεκτάσεις της την προσωπική του ολοκλήρωση. 

Αφορμή για τη συζήτησή μας στάθηκε η συλλογή "Why The Mountains Are Black", που ήδη κυκλοφορεί και έχει αποσπάσει θετικές κριτικές παγκοσμίως, και ήδη εξετάζεται για υποψηφιότητα στα Grammy. Γρήγορα τα θέματα έγιναν πιο γενικά και το πάθος και η αγάπη με τα οποία ο King μιλάει για την παραδοσιακή μουσική της Ελλάδας ξαφνιάζει σχεδόν όσο και η ολοκληρωμένη άποψη για το τι μπορεί να σημαίνει η παραδοσιακή μουσική για έναν σύγχρονο άνθρωπο.

Chris King

Διαβάζω για εσένα, «Παραγωγός επανεκδόσεων, μηχανικός ήχου, σχολιαστής και συλλέκτης δίσκων». Από αυτές τις ιδιότητες ποια σε αντιπροσωπεύει καλύτερα;

Αρχικά να σε ευχαριστήσω που μου επιτρέπεις να μιλήσω για τη δουλειά μου με την παραδοσιακή ελληνική μουσική. Είναι περισσότερο μία «ερωτική σχέση» παρά πραγματική δουλειά. Με τιμάει η ευκαιρία αυτή. Θα έλεγα ότι ο όρος που καλύτερα με αντιπροσωπεύει είναι «συλλέκτης δίσκων, που είναι παθιασμένα περίεργος σχετικά με την επίδραση της μουσικής στην ψυχή». Όλα τα άλλα πηγάζουν από αυτό το personality trait.  

Θα χρησιμοποιώ τον όρο «παραδοσιακή» μουσική (traditional) για το υπόλοιπο της συνέντευξης. Πιστεύεις ότι υπάρχει διαφορά με αυτόν της «λαϊκής» (folk) μουσικής; Προτιμάς κάποιον από τους δύο;

Στις ΗΠΑ ναι, θα υπήρχε διαφορά ανάμεσα στους δύο όρους. Στην Ελλάδα, όμως, νιώθω ότι η διαφορά είναι λιγότερο ισχυρή. Προσωπικά, προτιμώ τον όρο «επαρχιακή παραδοσιακή μουσική» (rural traditional music) καθώς η «λαϊκή» μουσική υπονοεί κάποιου είδους τεχνητό φαινόμενο. Αλλά αμφότεροι είναι αποδεκτοί αν τονίζουν τον χαρακτήρα της επαρχίας στη μουσική.

Τι ήταν αυτό που αρχικά σε προσέλκυσε στην παραδοσιακή μουσική των διάφορων χωρών;

Νομίζω ότι τελικά ήταν η νοσταλγία που με κάνει να ερωτεύομαι τη μουσική της επαρχίας άλλων περιοχών. Μου θυμίζει όχι μόνο το τι θυμόμουν κάποτε από τη μουσική της επαρχίας του Νότου των ΗΠΑ όταν ήμουν μικρό αγόρι, αλλά ακόμα και την επαρχιακή μουσική που ήταν ισχυρή σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ και ολόκληρο τον κόσμο. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος αυτής έχει εξαφανιστεί εκτός από ορισμένα απομονωμένα, μακρινά μέρη στην Ελλάδα, όπως η Ήπειρος, η Δυτική Μακεδονία και ορισμένα από τα νησιά. Είναι σαν να συλλέγω απολιθώματα από την πιο όμορφη μουσική που δημιουργήθηκε ποτέ: τα παλιά δισκάκια 78 στροφών είναι αυτά τα απολιθώματα.

Πιστεύεις ότι η παραδοσιακή μουσική μπορεί να βρει ανταπόκριση και σήμερα;

Ναι, ειδικά αν οι άνθρωποι μπορούν να θυμηθούν ή να ξεθάψουν τον σκοπό - το νόημα και τη λειτουργικότητα - που η παραδοσιακή μουσική υπηρετεί. Ξέρεις, όπως η κάθαρση, η συναισθηματική αποσυμφόρηση, το να επιτρέπει τη μουσική να γίνει φάρμακο για πληγωμένες ψυχές. Αυτό ήταν, πιστεύω, ένας από τους πρωταρχικούς σκοπούς της μουσικής και από τότε δεν έχουμε αλλάξει και πολύ ως ανθρώπινα όντα από τότε που αφήσαμε τις σπηλιές και γίναμε κυνηγοί-συλλέκτες και αγρότες. Ο σκοπός και η λειτουργικότητα είναι ακόμα εκεί αν μπορούμε να την επανακατασκευάσουμε και να ξαναμάθουμε πώς να αγκαλιάζουμε το μυστηριακό της μουσικής. Ότι έχει την ιδιότητα της σκοπιμότητας (σ.σ. στα ελληνικά και πρωτότυπα).

Chris King

Μπορεί ένας νέος, που ζει μία αστική ζωή και ακούει αστικούς ήχους, να προσελκυσθεί από τους ίδιους ήχους και τους ίδιους στίχους που δημιούργησαν οι πρόγονοί του πριν έναν αιώνα ή και περισσότερο;

Ναι, φυσικά. Πιστεύω ότι όλοι έχουν την ικανότητα να είναι δεκτικοί στους αρχαίους τόνους, τους αρχαίους ήχους και τα αρχαία λόγια. Είναι απλά ένα ερώτημα το αν θα αφήσουμε τους εαυτούς μας να είναι περίεργοι και να αγκαλιάσουμε αυτά τα παλιά πράγματα. Ξέρω πολλούς στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα και άλλες πόλεις που είναι πολύ παθιασμένοι με αυτήν την παλιά μουσική.

Επαναδιατυπώνοντας την προηγούμενη ερώτηση, μπορεί με την παραδοσιακή μουσική ενός έθνους να σχετισθεί ένα άλλο έθνος, ειδικά όταν οι στίχοι και οι ιστορίες έχουν τόσο σημαντικό ρόλο; Ποια είναι η παγκόσμια ποιότητα που έχει η παραδοσιακή μουσική;

Απολύτως ναι. Η μουσική δεν είναι απλώς μία σειρά δονήσεων στον αέρα. Κουβαλάει μαζί της ένα τρομερά πλούσιο φορτίο εννοιών, σκοπού, Ιστορίας και περιεχομένου. Πιστεύω ότι ιδιαίτερα αληθές είναι αυτό με τη δημοτική μουσική της Ελλάδας. Χωρίς υπερβολή, η δημοτική μουσική βοήθησε τους Έλληνες να επιβιώσουν για εκατοντάδες χρόνια τούρκικης κατοχής, όπως και στους πολέμους του 20ου αιώνα. Μπορεί ακόμα να κάνει το ίδιο και μπορεί να εκπαιδεύσει και άλλα έθνη. Δεν είναι «μουσική από το έδαφος» μόνο, αλλά ένας εθνικός θησαυρός, κάτι το τέλεια μοναδικό και ζωντανό. Υπάρχουν πολλές παγκόσμιες αξίες στην παραδοσιακή μουσική όπως ο πόνος, η αποδοχή, η αφήγηση, το πένθος, ο ενθουσιασμός, η αγάπη, ο πόθος, η ζήλεια. Γράφω ένα βιβλίο για τη μουσική της Ηπείρου και μία από τις ιδέες που χρησιμοποιώ για να μεταδώσω αυτήν την έννοια της παγκοσμιότητας είναι ότι υπάρχουν είδη τραγουδιών που επιζούν μέχρι σήμερα στην Ήπειρο και υπήρχαν στην επαρχιακή Αμερική, όπως οι «μπαλάντες φόνων» ("murder ballads"), τα τραγούδια περί ηθικής και φυσικά τα ερωτικά. Τίποτα δεν είναι πιο παγκόσμιο από τη μουσική. Κανένας πολιτισμός δεν υπήρξε χωρίς αυτήν και με πολλούς τρόπους είναι πιο παγκόσμια από τη γλώσσα, ίσως μάλιστα να υπήρξε και η πρώτη γλώσσα.

Πώς πρωτοσυνάντησες την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Πόσο εύκολο είναι να ξεπεράσεις τα «τουριστικά» είδη;

Η πρώτη μου συνάντηση έγινε όταν βρήκα μία μικρή στοίβα πό δισκάκια 78 στροφών του Κίτσου Χαρισιάδη (από την Ήπειρο) όταν ήμουν σε ένα παζάρι στην Κωνσταντινούπολη. Από εκείνη τη στιγμή, εδώ και αρκετά χρόνια, παθιάστηκα, καταλήφθηκα με τη σκέψη να αποκτήσω περισσότερα παρόμοια δισκάκια. Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με τα τουριστικά, μπορώ να ξεχωρίσω μέσα σε ένα-δύο δευτερόλεπτα τι είναι καλή μουσική και τι προορίζεται για τους τουρίστες. Είναι δεύτερη φύση.

Πώς συγκεντρώθηκε η συλλογή "Why The Mountains Are Black";

Η συλλογή "Why The Mountains Are Black" μου πήρε σχεδόν πέντε χρόνια να την ολοκληρώσω, αφού σκεφτόμουν όλα τα πνευματικά, διανοητικά και τοπικά θέματα σχετικά με τη δημοτική μουσική. Επίσης, δημιουργούσα ισχυρότερη αντιπροσώπευση της δημοτικής μουσικής σε δίσκους 78 στροφών. Ουσιαστικά, η συλλογή είναι μία από τις πολλές που έχω κάνει που εξερευνούν φιλοσοφικά προβλήματα μέσα από το φακό της ελληνικής δημοτικής μουσικής. Πριν από αυτήν είχα δημιουργήσει άλλες δύο, "Five Days Married & Other Laments: Song & Dance From Northern Greece, 1928-1958" και "Alexis Zoumbas: A Lament For Epirus, 1926-1928". Πιο πριν έφτιαξα μία συλλογή από αλβανικά 78άρια με τίτλο "Don’t Trust Your Neighbors: Early Albanian Traditional Songs & Improvisations, 1920s-1930s". Όπως ξέρεις, η μουσική της Ηπείρου είναι πολύ όμοια με τη μουσική της Ν. Αλβανίας. Ουσιαστικά, όλες αυτές οι κυκλοφορίες είναι μέρη ενός μεγαλύτερου συνόλου, μίας σειράς που εξερευνώ τη σχέση μεταξύ ελληνικής μουσικής και πολύ φιλοσοφικών ή πνευματικών ζητημάτων.

Chris King - Why The Mountains Are Black

Ποια ήταν τα κριτήρια, πού βρήκες το υλικό και από πόσο μεγάλα αρχεία επέλεξες τα τραγούδια;

Τα κριτήρια ήταν τα τραγούδια και οι σκοποί να αντιπροσωπεύουν αυθεντικές τοπικές ποικιλίες και να είναι τα καλύτερα ή τα πιο δυνατά παραδείγματα από κάθε περιοχή. Σε πολλές περιπτώσεις χρειάστηκε να χρησιμοποιήσω τη δική μου αισθητική πυξίδα. Το υλικό προέρχεται από παντού: αγόραζα ή αντάλλασα δίσκους 78 στροφών από συλλέκτες και πωλητές στην Ελλάδα, την Τουρκία και άλλα μέρη της Ευρώπης και συλλέκτες από Αμερική. Κάθε δίσκος που έχει χρησιμοποιηθεί στις συλλογές αναπνέει στο δωμάτιο των δίσκων μου, δίπλα στο γραφείο μου.

Ποιο θα ήταν ένα καλό ακροατήριο για τη συλλογή "When The Mountains Are Black"; Αν μπορούσες να προτείνεις ένα τραγούδι από όλα που καλύτερα θα ενσωμάτωνε την ιδέα που είχες όταν δημιουργούσες τον δίσκο, ποιο θα ήταν;

Πιστεύω ότι ολόκληρη η ανθρωπότητα είναι δυνητικός ακροατής της συλλογής. Υπάρχει κυριολεκτικά κάτι για όλους, αν οι άνθρωποι την προσεγγίσουν με ανοιχτά μυαλό και καρδιά. Έγραψα τις σημειώσεις και επέλεξα τα πάντα σαν ένα δώρο προς τον ακροατή. Έμαθα ότι πρόσφατα η συλλογή κατατέθηκε για πιθανή υποψηφιότητα Grammy. Δεν θα ήταν αυτό μεγάλη χαρά και τιμή, ελληνικά τραγούδια άνω των εκατό ετών να είναι υποψήφια για Grammy! Το να διαλέξω το αγαπημένο μου ή ένα τραγούδι θα ήταν δύσκολο και παραπλανητικό. Καλύτερα θα έλεγα ότι τα πρώτα τέσσερα τραγούδια του πρώτου CD περικλείουν την ουσία της συλλογής. Αν παιχθούν με τον τρόπο που σκόπευα, η μουσική σε παρασέρνει σε ένα διαφορετικό μέρος, κινεί το μυαλό, το σώμα και το πνεύμα.

"Kalamatianos" των Bournelis, Tsilikos, & Kantilas
"Sousta Rethymniotiki" των Canteris & Gombakis
"Giati Ine Mavra Ta Vouna" των Lengas, Patsios, & Kokotis
"Ousak Tsiftelli" των Athanasios Lavidas
(σ.σ. Οι τίτλοι όπως αναφέρονται στη συλλογή)

Παίξ’τα με αυτήν τη σειρά και πες μου πού σε πηγαίνει η μουσική.

Υπάρχει μία βιρτουοζιτέ στους οργανοπαίκτες των τραγουδιών αυτών, αλλά όχι με τη μοντέρνα έννοια. Υπάρχει ακόμα και αυτοσχεδιασμός, νιώθεις ότι δεν παίχτηκαν ποτέ δύο φορές ίδια. Ποια πιστεύεις ότι ήταν τα ένστικτα και τα κίνητρα των παικτών αυτών;

Πιστεύω ότι αυτοί οι μουσικοί έπαιζαν στο υψηλότερο επίπεδο καλλιτεχνίας, μαστοριάς, γιατί ήταν απαραίτητα στοιχεία της ζωής στο χωριό. Οι περισσότεροι, φυσικά, ήταν πολύ φτωχοί και αρκετοί ήταν Έλληνες Ρομά. Κατά κάποιον τρόπο δεν είχαν επιλογή από το να είναι οι πιο τέλειοι μουσικοί του τοπικού τους στυλ και ρεπερτορίου. Το χωριό τους τούς χρειάζονταν. Νομίζω ότι το ένστικτό τους ήταν και είναι ακόμα να ξέρουν ακριβώς τι θέλουν να ακούσουν οι χωριανοί, έτσι ώστε να τους γιατρέψουν από τις ανησυχίες, το άγχος, την αγωνία. Ακόμα και σήμερα, σε περιοχές όπως το χωριό μου, η Βίτσα στο Ζαγόρι, αυτού του είδους το «διάβασμα των ανθρώπων» ακόμα εξασκείται. Πρέπει να έρθεις!

Chris King

Υπάρχει μία ελληνική heavy rock μπάντα που λέγεται Villagers Of Ioannina City, τους ξέρεις; Έχουν συμπεριλάβει παραδοσιακά όργανα, ρυθμούς και στίχους σε ένα σύγχρονο heavy rock φόντο και έχουν γίνει τεράστια επιτυχημένοι ανάμεσα σε νεαρούς ακροατές κυρίως. Είναι ασφαλές να πούμε ότι αυτή η παράδοση είναι κρυμμένη μέσα σε όλους μας και περιμένει απλά έναν ευπρόσιτο τρόπο να έρθει στην επιφάνεια;

Ναι, ξέρω τους VIC, τους είδα στη Βίτσα τον περασμένο Αύγουστο όταν έπαιξαν λίγες ημέρες πριν το πανηγύρι (σ.σ. στα ελληνικά και στο πρωτότυπο). Όντως, πιστεύω ότι μέσα σε καθέναν από εμάς υπάρχει ένα ένστικτο, ένας βασικός αιώνιος μηχανισμός, που μπορεί να ανάψει από αρχέγονους ήχους και ρυθμούς. Βγάζει απολύτως νόημα κάτι τέτοιο, αναλογιζόμενοι το παγκόσμιο λεξικό της μουσικής.

Είναι μία αρκετά δημοφιλής άποψη στην Ελλάδα ότι το Ρεμπέτικο και τα Blues έχουν σημαντικές ομοιότητες. Έχουν γίνει και προσπάθειες, κάποιες πολύ επιτυχημένες, να τα αναμίξουν. Πώς νιώθεις γι' αυτό;

Υπάρχουν βαθιές ομοιότητες μεταξύ των πρώιμων Delta blues και των πρώιμων πειραιώτικων ρεμπέτικων, αλλά όχι απαραίτητα δομικές (μελωδικές ή αρμονικές) ή ρυθμικές. Είναι περισσότερο το συναισθηματικό, πνευματικό επίπεδο και η ζωή του καλλιτέχνη. Επειδή οι μουσικοί των πρώτων blues και ρεμπέτικων ήταν φτωχοί και περιθωριοποιημένοι, αυτό το συναίσθημα μεταφράστηκε καλά στη μουσική. Ίσως, το εγγύτερο που έχω ακούσει σε μίξη blues και ρεμπέτικου είναι τα παλιά 78άρια του Gus Dussas. Όταν είμαι στο δωμάτιο των δίσκων μου και παίζω για τη δική μου ευχαρίστηση μαζί με τσίπουρο ή ουίσκι, μου αρέσει να ακούω καμμιά φορά το ένα μετά το άλλο 78άρια του Μάρκου Βαμβακάρη και του Charlie Patton ή του Ανέστη Δελιά και του Robert Johnson. Το τσίπουρο και το ουίσκι πάνε πολύ καλά με αυτήν τη μουσική, αλλά όχι ταυτόχρονα!

Μισοσοβαρά, μισοαστεία, στην Ελλάδα λέμε ότι πολιτισμικά δεν ανήκουμε στον Δυτικό κόσμο αλλά τον Ανατολικό. Το βλέπεις αυτό ως παρατηρητής;

Ίσως θα έβλεπα την Ελλάδα, και ειδικά την Ήπειρο και τη Δ. Μακεδονία, σαν μία πόρτα, ένα πέρασμα μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Υπάρχουν σίγουρα ισχυρά στοιχεία της ευρωπαΐκής κουλτούρας, αλλά υπάρχουν εξίσου ισχυρά από Ασία. Για εμένα αυτό είναι μία σχεδόν τέλεια ισορροπία, χρειάζεται μόνο κάποια μικρή διόρθωση ενίοτε. Συχνά νιώθω την Ελλάδα ως την ψυχή της ανθρωπότητας, ένα μίγμα του λογικού με το άγριο, του ατίθασου με το ελεγχόμενο. Αυτό δεν υπάρχει οπουδήποτε αλλού.

Πέραν της μουσικής, ποια η σχέση σου με την Ελλάδα;

Έχω μία πολύ βαθιά πνευματική σύνδεση με την περιοχή του Ζαγορίου και ειδικά το χωριό Βίτσα. Μελλοντικά θέλω να μετακομίσω εκεί και να ζήσω το υπόλοιπο της ζωής μου. Στην πραγματικότητα, θα μπορούσα να μελετάω και να μαθαίνω τον πολιτισμό, την ιστορία και τη μουσική του τόπου αυτού για πολλές ζωές. Τα πάντα είναι όμορφα εκεί. Σε αυτό το σημείο της ζωής μου οι περισσότεροι φίλοι μου είναι από εκεί και νιώθω ένα βαθύ καρδιοχτύπι όταν δεν βρίσκομαι εκεί. Θα σου πω την αλήθεια, νιώθω ολοκληρωμένος άνθρωπος όταν είμαι στην Ήπειρο, υγιής και ζωντανός.

Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;

Όπως προείπα, γράφω ένα βιβλίο που θα εκδοθεί το 2017 από τον οίκο W.W. Norton στη Ν. Υόρκη σχετικά με τη μουσική της Ηπείρου. Αυτήν τη στιγμή, αυτή είναι η καθημερινή προτεραιότητα μου. Όταν το κείμενο ολοκληρωθεί, θα ήθελα να βρω και έναν Έλληνα εκδότη για μία ελληνική μετάφραση το 2017, όταν θα είναι διαθέσιμη και η αγγλική εκδοχή. Σχεδιάζω, επίσης, μία συλλογή από 78άρια του Κίτσου Χαρισιάδη, το καλύτερο κλαρίνο της Ηπείρου, για κυκλοφορία από την Third Man Records του Jack White. Τον επόμενο χρόνο ελπίζω να κάνω την παραγωγή σε ένα μεγαλειώδες διπλό CD μουσικής από τη Μικρά Ασία, παρόμοια σκοπού με το "Why The Mountains Are Black" και πάλι για την Third Man. Για όλα αυτά θα χρησιμοποιήσω δίσκους της συλλογής μου. Θα ήθελα, ακόμα, να εκδώσω μία συλλογή που να συνοδεύει το βιβλίο μου, τόσο ηχογραφήσεις αλλά και ένα DVD που να δείχνει την πρώιμη ηπειρώτικη μουσική. Έχω πολλά μελλοντικά σχέδια, αρκετά να με κρατάνε απασχολημένο για πολλά πολλά χρόνια.

  • SHARE
  • TWEET