Wode

Burn In Many Mirrors

20 Buck Spin (2021)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 31/03/2021
Οι Βρετανοί εξελίσσονται σε ένα από τα πλέον σημαντικά σχήματα της σύγχρονης black metal σκηνής
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Δεν θα το κρύψω, το προ πενταετίας ομότιτλο ντεμπούτο των Βρετανών Wode με είχε παρασύρει στις κατάμαυρες θάλασσες που ξεχύνονταν από τις συνθέσεις του. Η μανία με την οποία έκανε αισθητή την παρουσία του, αντήχησε σε ολόκληρο το underground, και με βρήκα να παρασύρομαι στο υποτυπώδες hype που δημιούργησε. Αυτό το παραμάζωμα, δεν κόπασε ούτε με τον, μήνες αργότερα, διάδοχό του, "Servants Of The Countercosmos". Αυτή η δυάδα δίσκων, δεν ήταν απλώς, η πιο πειστική εκδοχή του Mayhem/Dissection-ικού κιθαριστικού black metal διπόλου που δεν είχε ακούσει το ευρύ κοινό. Ήταν οιωνοί για μια έκρηξη που θα αναμενόταν με ενδιαφέρον.

Ο τρίτος δίσκος του σχήματος, "Burn In Many Mirrors", προσγειώθηκε εν μέσω μεγάλης προσμονής στα ηχεία μου. Το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, καταδείκνυε μια απόπειρα περαιτέρω συνθετικής εξέλιξης του σχήματος, και το τρίτο, κρίσιμο βήμα, έρχεται σε μια εποχή που, έπειτα από τον χαμό που προκάλεσαν συγκροτήματα τύπου Mgla, το, riff-heavy, μελωδικό και επιθετικό black metal επιχειρεί να βρει μια νέα σταθερότητα. Επιπρόσθετα, η άντληση έμπνευσης από τον ωκεανό μελωδικού black/death που ήταν οι Dissection, οι Necrophobic, και η γενικότερη εν λόγω '90s σουηδική σκηνή, όσο πειστική και να παραμένει, έχει αγγίξει τις κορυφές της και σε αυτό το, διαρκές αν και άτυπο, revival.

To "Burn In Many Mirrors" όμως, για καλή του τύχη, δεν παρουσιάζει τους Άγγλους στάσιμους. Η έναρξη με το εκπληκτικό, στα όρια του instant classic, "Lunar Madness", ξεδιαλύνει άμεσα το τοπίο. Οι Wode δεν παρεκκλίνουν από τις βασικές τους ηχητικές συνιστώσες, αλλά επεκτείνουν το καλλιτεχνικό τους οικοδόμημα. Οι επιρροές διηθίζονται επαρκέστερα, σε σημείο όπου, δεδομένων των δύο προκατόχων του, το "Burn In Many Mirrors" εκπέμπει μια δική του προσωπικότητα. Τα solos και τα leads, εμφανώς πιο δουλεμένα, δεν είναι απλώς μια παράπλευρη παρενέργεια των υψηλών ταχυτήτων και των ισοπεδωτικών μελωδιών, αλλά υφίστανται πλέον αυθύπαρκτα,. Τα φωνητικά, καταλαμβάνουν μια εμπροσθοβαρή θέση στη μείξη, αξιοποιώντας αυτήν τη «μοντέρνα» οπτική περί άρθρωσης. Τέλος, τα synths κάνουν την εμφάνισή τους και, μετρημένα, αυτοπεριορίζονται σε απολύτως αναγκαίες παρεμβολές, δίνοντας ένα λεπτεπίλεπτο βάθος στις συνθέσεις.

Το κυριότερο στοιχείο όμως που χαρακτηρίζει το "Burn In Many Mirrors" είναι η συνολική κιθαριστική δουλειά. Αντηχώντας την εξελιγμένη συνθετική αντίληψη της μπάντας, τα έξι κομμάτια του δίσκου φροντίζουν να εναλλάσσουν ταχύτητες, να κοντρολάρουν επαρκώς τις εντάσεις και τις αντιθέσεις, και κυρίως να ισορροπούν μεταξύ ισοπέδωσης και επέκτασης. Με μέσο όρο διάρκειας τα έξι λεπτά και συνολική τα 39, ο δίσκος επιτρέπει την άμεση πρόσληψή του από τους ακροατές/τριες ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει μια εμπειρία γεμάτη ρυθμικές ακροβασίες. Το "Serpent’s Coil" παρουσιάζει την κλασικότροπη heavy metal αντίληψη περί μελωδίας που χαρακτηρίζει και αρκετά κιθαριστικά ρυθμικά μέρη, με τους mid-tempo ρυθμούς του να προβάλλουν μια άμεση απάντηση στην προαναφερθείσα εναρκτήρια μανία. Το σόλο πριν το τρίτο λεπτό δε, και ολάκερο το συγκεκριμένο χωρίο καθώς και όσα έπονται, αγγίζουν στιγμές μεγαλείου.

Η συνέχεια με το "Fire In The Hills" βρίσκει το συγκρότημα να αγγίζει εντονότερα την πιο black 'n’ roll πτυχή του σύγχρονου ήχου. Το κομμάτι όμως, δεν υποπίπτει ούτε στιγμή σε κάποιο φθηνό ρυθμικό εντυπωσιασμό, ενώ η ύπουλη ενσωμάτωση post-punk σημείων, ηχεί, κατά τη γνώμη μου, πολύ πιο ομοιογενής και ουσιώδης από ότι στο πρόσφατο πόνημα των Uada. Στο "Sulphuric Glow" η μπάντα επαναφέρει τον παρελθοντικό της εαυτό και τη μαύρη της οργή σε πρώτο πλάνο. Η εναλλαγή καταστάσεων και εντάσεων λειτουργεί υπέρ τους, ενώ οφείλει να υπερτονιστεί εκ νέου το ότι οι Βρετανοί παίζουν δίχως να υπάρχει αύριο. Κατά κάποιο τρόπο, με το "Algleymi" των Misthyrming να μου έρχεται στο μυαλό, οι Wode ηχούν σχεδόν larger-than-life. Αντιλαμβανόμενοι τη λεπτή γραμμή ανάμεσα σε υπέρβαση και υπερβολή, δεν υποπίπτουν στο αμάρτημα του kitsch και έτσι οι υπερφορτωμένες τους συνθέσεις εξαιτίας της καλαισθησίας και σοβαρότητας που αποπνέουν, δεν αφήνουν περιθώρια για δεύτερες σκέψεις.

Πώς να συμβεί κάτι τέτοιο άλλωστε όταν από το σχεδόν Sabbath-ικό ξεκίνημα του "Vanish Beneath" έχεις βρεθεί καταμεσής μιας πτώσης σε ένα απύθμενο βάραθρο μέσα σε λίγες στιγμές; Οι Wode όμως δεν είπαν την τελευταία τους λέξη. Το φινάλε με το δεκάλεπτο "Streams Of Rapture", δεν ηχεί απλώς συγκλονιστικό, αλλά αποδεικνύει, πως στο σύγχρονο black metal, μακροσκελείς συνθέσεις μπορούν να δημιουργηθούν, και να συνθέσουν πηχτές ατμόσφαιρες, βασιζόμενες πάνω σε εναλλαγές και διαστρωματώσεις πυκνού riffing. Το εν λόγω κομμάτι, παρουσιάζει και τα πιο εκλεκτικά drums του δίσκου, των οποίων η γενική προσέγγιση με αφήνει με ένα ερώτημα του τι θα συνέβαινε αν ήταν και αυτά στα κόκκινα όπως εδώ.

Ο πρωταγωνιστής όμως είναι αυτό το βλάσφημο και ανίερο κατασκεύασμα που ονομάζεται κιθάρα. Αυτό το μουσικό όργανο, το οποίο είμαι πεπεισμένος πως όταν τελείωσαν τις ηχογραφήσεις του δίσκου οι Wode, ήταν καρβουνιασμένο, ένα καυσόξυλο που θυσιάστηκε στο όραμα κάποιων τύπων για ένα ισοπεδωτικό, παλαιομοδίτικο αλλά εδρασμένο στο σήμερα άλμπουμ. Το "Burn In Many Mirrors" όταν τελειώσει η ακρόαση θα φύγει γεμάτο αυθάδεια και αλαζονεία από τη σκηνή, αλλά θα μείνει στο προσκήνιο γιατί, δικαιωματικά, έχει τα φόντα να αναχθεί σε μια από τις ποιοτικότερες κυκλοφορίες του σύγχρονου ακραίου ήχου. Όσον αφορά τους Βρετανούς, δεν δύναμαι να γνωρίζω, ούτε επιθυμώ να μαντέψω αν θα «μεγαλώσουν» ως όνομα. Κάτι τέτοιο, με αφήνει παγερά αδιάφορο. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που έχει σημασία είναι η άσβεστη επιθυμία μου να βάλω αυτόν τον δίσκο πάλι να παίξει. Το επικό και μεγαλειώδες του κλείσιμο το επιβεβαιώνει και τυπικά.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET