Whitesnake

Good To Be Bad

SPV (2008)
05/05/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

«Αυτά είναι τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου» σπεύδει να φωνάξει ο Coverdale με το ξεκίνημα του album. Το τεράστιο αυτό κεφάλαιο της hard rock μουσικής έχει αναδιοργανώσει τη μπάντα του, κρατώντας τις γερές βάσεις του διδύμου Aldrich-Beach στις κιθάρες, και προσθέτει έναν ακόμα ογκόλιθο στο οικοδόμημα που έχει χτίσει τις τελευταίες 4 δεκαετίες.

Ο τίτλος και μόνο του album κρύβει πίσω του τους Whitesnake. Το εξώφυλλο λιτό και απέριττο, όπως μας έχουν συνηθίσει. Τα λόγια των δημιουργών γεμίζουν προσδοκίες για το πρώτο άκουσμα. Τόσα χρόνια μακριά από την τελευταία δουλειά τους, κι όμως κάποιοι άνθρωποι δεν αφήνουν τον εαυτό τους να ξεχαστεί έτσι εύκολα. Και πώς μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο σε ένα group με την ιστορία των Whitesnake, οι οποίοι ταυτίζονται με τη μορφή ενός από τους πιο χαρισματικούς frontmen στην ιστορία της σύγχρονης μουσικής.

Σίγουρα τα χρόνια που περνούν έχουν αφήσει τα σημάδια τους στο πρόσωπο και την φωνή του David Coverdale. Σίγουρα πολλά έχουν αλλάξει στις τάξεις του group από τη στιγμή που δημιουργήθηκε. Έτσι γράφεται η ιστορία όμως και έτσι προοδεύει το ανθρώπινο γένος σε όλους τους τομείς. Αλλαγές που σέβονται το παρελθόν είναι πάντα καλοδεχούμενες. Πόσο μάλλον όταν οι αλλαγές αυτές μοιάζουν απαραίτητες ώστε να διατηρηθεί η φρεσκάδα και η ενέργεια σε μια ομάδα. Και το "Good To Be Bad" αποτελεί τεκμήριο των παραπάνω απόψεων.

Ένα album που όπως και να το κοιτάξεις, όπως και να το ακούσεις, όπως και να το πιάσεις, θα «λερωθείς» από τη σκόνη του παρελθόντος και φτάνει απλά ένα φύσημα για να δεις ότι κάτω από το παλαιό ένδυμα βρίσκεται μια σύγχρονη δουλειά γεμάτη ενέργεια και δυναμικότητα. Ο κύριος Coverdale γράφει ακόμα στίχους έχοντας στο μυαλό του τα ίδια πράγματα που είχε και πριν 30 χρόνια, ενώ το πάθος του για το γυναικείο φύλο μοιάζει αναλλοίωτο όσος καιρός και αν περάσει. Αν και θα περίμενε κανείς όμως το γεγονός αυτό να έχει ένα κλισέ αποτέλεσμα, δε θα μπορούσα να σκεφτώ καν ότι ένας δίσκος των Whitesnake θα μπορούσε να έχει οικολογικό, πολιτικό η αμιγώς κοινωνικό περιεχόμενο.

Οι blues διαθέσεις του Coverdale δεν εξαφανίστηκαν ποτέ. Ούτε η δεκαετία του '80 κατάφερε να τις εξαλείψει, η οποία μετέτρεψε ουσιαστικά των Coverdale από την πρώην φωνή των Deep Purple σε ένα από τα βασικότερα σημεία αναφοράς σε ένα μουσικό χώρο που η εικόνα, τα μαλλιά και η μελωδικότητα του έρωτα είναι τα βασικά συστατικά επιτυχίας. Έτσι και σήμερα, λοιπόν, blues και hard rock συνεργάζονται άψογα πάνω στις χορδές του Aldrich και του Beach, αλλά και σε εκείνες του Coverdale. Πολύ έντονα ρυθμικά σημεία εναλλάσσονται με τη solo διάθεση. Αυτή η εναλλαγή δένει απόλυτα από την εξαιρετική παραγωγή που είναι και η βασική αιτία που το album ακούγεται τόσο σύγχρονο.

Το tracklisting διαθέτει μια ιδανική ισορροπία, καθώς στα 11 συνολικά κομμάτια που υπάρχουν δε θα μπορούσαμε να έχουμε λιγότερες από τρεις μπαλάντες. Το κομμάτι μάλιστα που επιλέχθηκε να κυκλοφορήσει και ως single αποτελεί ιδανικό preview για όλο το album, καθώς αποδεικνύει το ότι οι Whitesnake μπορούν και διατηρούν μια πολύ προσωπική ταυτότητα μέσα από τις επιρροές τους (βλπ. Thin Lizzy, Kansas) και ακούγονται ταυτόχρονα ιδιαίτερα σύγχρονοι.

Η ώριμη αυτή βραχνάδα του εμφανέστατα γερασμένου Coverdale, που συναντάμε στο album, μπορεί να του έχει στερήσει τη δυνατότητα να τραγουδά πολύ ψηλά ή να τον αναγκάζει να περιορίζει τις εξάρσεις και τις λυρικές του «τσιρίδες», αλλά τον έχει κάνει να ακούγεται πιο συναισθηματικός και πιο ώριμος από ποτέ. Ειδικά σε σημεία όπου η ένταση στις κιθάρες πέφτει, ο Coverdale γεμίζει τον ήχο με τη χαρακτηριστική του χροιά, δημιουργεί συναισθήματα και παίζει με τις μνήμες του καθενός.

Οι Whitesnake εδώ και πολλά χρόνια μπορεί να υπήρχαν σαν όνομα. Μπορεί να περιόδευαν με ιδιαίτερη επιτυχία και μπορεί ακόμα να πουλούσαν δίσκους που μετρούν κάμποσα χρόνια ύπαρξης. Με το "Good To Be Bad" όμως υπάρχουν πλέον ουσιαστικά και δε θα μπορούσαν παρά να αναζωπυρώσουν το ενδιαφέρον κάθε οπαδού τους αλλά και κάθε εραστή της μουσικής και όχι μόνο.

  • SHARE
  • TWEET