Villagers

{Awayland}

Domino (2013)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 21/03/2013
«Οι Villagers αποδεικνύουν ότι δεν είναι πυροτέχνημα, αλλά δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες»
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Το δεύτερο άλμπουμ των Ιρλανδών indie (folk) rockers Villagers έχει συγκεντρώσει μεγάλες προσδοκίες. Και πώς να μην είναι έτσι άλλωστε, μετά το άκρως ελπιδοφόρο ντεμπούτο "Becoming A Jackal" (2010), το οποίο υπήρξε υποψήφιο για τη σημαντικότατη διάκριση του Mercury Prize; Με τον ιδιαιτέρως ταλαντούχο Conor Ο'Brien -τον ιθύνοντα νου του συγκροτήματος- να θεωρείται από τους σημαντικότερους τραγουδοποιούς που ξεφύτρωσαν τα τελευταία χρόνια, πολλά φρύδια ανασηκώθηκαν από επιφυλακτικότητα για το θα κατάφερνε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.

Δίχως περιστροφές θα απαντήσω ότι στο "{Awayland}" θα βρείτε μπόλικες αποδείξεις ότι οι Villagers -ο O’Brien δηλαδή για να ακριβολογούμε- δεν είναι ένα ακόμη πυροτέχνημα. Το άλμπουμ περιέχει τουλάχιστον τέσσερα πολύ καλά κομμάτια, έχει άρτια παραγωγή, καλή συνοχή και βγάζει μπόλικη «ψυχή». Παρ' όλα αυτά, απευθυνόμενος σε όσους δεν έχει τύχει να τους γνωρίζουν, θα έλεγα πως το "Becoming A Jackal" είναι μάλλον ένα καλύτερο σημείο για να αρχίσει η γνωριμία μαζί τους.

O 28χρονος Ιρλανδός είναι από τους πιο «λόγιους» τύπους στη σημερινή indie σκηνή, αλλά αυτή ακριβώς μοιάζει να είναι η ευχή κι η κατάρα του μαζί. Μπορεί, από τη μία, οι στίχοι του να φαντάζουν εντυπωσιακοί -λες κι είναι βγαλμένοι από δοκίμιο- αλλά στον αντίποδα, πολύ συχνά πέφτει στην παγίδα του βερμπαλισμού. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ενορχηστρώσεις, οι οποίες «φορτώνουν» κατά τη διάρκεια των κομματιών και -στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον- κατά κάποιο τρόπο αλλοιώνουν -«εκτροχιάζοντας»- ορισμένες, πολύ ενδιαφέρουσες μελωδίες.

Ίσως ήταν οι υπερβολικές απαιτήσεις μετά το πολλά υποσχόμενο ντεμπούτο τους, που βάρυναν τους στενούς του ώμους O'Brien, ίσως αυτός κι η παρέα του προσπάθησαν παραπάνω από όσο χρειάζεται για να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών˙ σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι ότι οι Villagers δείχνουν να πιάστηκαν στη ξόβεργα του «δύσκολου» δεύτερου άλμπουμ.

Πάντως, σε καμία περίπτωση μην βάλει ο νους σας ότι το "{Awayland}" είναι κακό ή αδιάφορο. Μια χαρά δίσκος είναι, απλά, αν τυχαίνει να τους συμπαθείς, σε κάνει να ανασηκώσεις τα φρύδια, να πιέσεις τα χείλη σου σε ευθεία γραμμή και να λες: «μμ-γκχθμμ».

Την ίδια ώρα, βέβαια, εκεί που τα πράγματα βγαίνουν πιο αβίαστα, το αποτέλεσμα μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμη και εξαιρετικό, όπως στην περίπτωση του απλού, αλλά τόσο όμορφου "Nothing Arrived". Με το πιανάκι του να φέρνει στο μυαλό εκείνο του "Electrolite" των R.E.M. (από το υποτιμημένο "New Adventures In Hi-Fi" του 1996) κάνει ένα ωραιότατο αδελφάκι στο σπουδαίο περσινό "Heaven" των Walkmen και μας θυμίζει για ποιο λόγο αγαπάμε την indie.

«I waited for something and something died
So, I waited for nothing and nothing arrived»

Παρ' όλα αυτά, το εν λόγω track δεν είναι ενδεικτικό, καθώς βρίσκεται ξεκάθαρα πάνω από το μέσο όρο του άλμπουμ. Τυπικά, στο δίσκο θα βρείτε φορτωμένες ενορχηστρώσεις και φορτισμένες απαγγελίες που δημιουργούν μια αίσθηση του επείγοντος, η οποία ορισμένες στιγμές γίνεται αποπνικτική, χωρίς αυτό να υποστηρίζεται επαρκώς από τους στίχους. Είναι ευνόητο ότι για κάποιον που δεν γοητεύεται ιδιαίτερα από αυτού του είδους την τραγουδοποιία, όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν κάπως προσποιητά και -για να είμαι ειλικρινής- πολύ συχνά στο "{Awayland}" έτσι ακριβώς είναι τα πράγματα.

Υπάρχουν όμως και σημεία όπου τα στοιχεία αυτά αξιοποιούνται με αποδοτικότερο τρόπο και παράγεται ένα αξιοπρόσεκτο ασφυκτικό αποτέλεσμα που θυμίζει τις σπουδαίες στιγμές των New Model Army, όπως στο "Earthly Pleasure", όπου ο O'Brien πλάθει την ιστορία ενός τύπου που ξεκινάει «naked on the toilet with a toothbrush in his mouth» και ταξιδεύει με τη φαντασία του στον πόλεμο για την ανεξαρτησία της Βραζιλίας, για να συναντήσει, στο τέλος, το Θεό.

Εξίσου ενδιαφέρον και με παρόμοια δομή είναι και το "The Waves" που ενσωματώνει μπόλικα ηλεκτρονικά στοιχεία. Το track αυτό υπήρξε ο προπομπός του άλμπουμ και αυτό είχε το συμβολισμό του, καθώς ο O'Brien μόλις πρόσφατα άρχισε να πειραματίζεται με τα synths και αυτή είναι η σημαντικότερη διαφορά του "{Awayland}" σε σχέση με το ντεμπούτο τους. Εδώ υπάρχει και μια χαρακτηριστική εγγύτητα στην ερμηνεία του, η οποία έρχεται σαν τους ψίθυρους του Sufjan Stevens και καταφέρνει να επιπλεύσει ακόμη και μέσα στην ηλεκτρισμένη θαλασσοταραχή της κλιμάκωσης στο τέλος («There are waves up in the sky, stronger than you and I»).

Krautrock στοιχεία υπάρχουν και στο "Passing A Message", το οποίο, ωστόσο, δεν καταφέρνει να «φτάσει» μακριά. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στο "The Bell", το οποίο έχει ίχνη από τον τέλειο ήχο των Steely Dan (στο jazzy ρεφρέν), αλλά μοιάζει με χαμμένη ευκαιρία όταν «εκτροχιάζεται» μετά τα μισά. Συμπαθητικό είναι και το βραδυφλεγές βαλσάκι "Grateful Song", το οποίο αργεί, αλλά τελικά αποκαλύπτει την ψυχή του.

Το "{Awayland}" είναι φτιαγμένο από πρώτης ποιότητας υλικά, αλλά αναβλύζει υπερβάλουσα προσπάθεια και κάπου εκεί χάνεται μια σπουδαία ευκαιρία για την παρασκευή ενός αξιομνημόνευτου αποτελέσματος. Δεν είναι ότι οι Villagers (ο O'Brien δηλαδή) αστοχούν, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι σκοράρουν κιόλας. Ενώ τους περιμέναμε να μας δώσουν έναν από τους δίσκους της χρονιάς, τελικά βρισκόμαστε ενώπιον ενός απλά συμπαθητικού άλμπουμ, από το οποίο θα θυμόμαστε το ωραιότατο "Nothing Arrived".
VIDEO
  • SHARE
  • TWEET